στα-ύψη-η-χονδρεμπορική-τιμή-του-ρεύμα-989834
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ | 09.05.2022 | 17:00

Στα ύψη η χονδρεμπορική τιμή του ρεύματος

Αν οι λογαριασμοί ρεύματος όλων των Ευρωπαίων καταναλωτών ήταν  υψηλότεροι αυτόν τον χειμώνα εξαιτίας της αλματώδους αύξησης των τιμών του φυσικού αερίου και των ρύπων διοξειδίου του άνθρακα, των Ελλήνων είναι ακόμη πιο φουσκωμένοι εξαιτίας του κόστους πολιτικών επιλογών και εμμονών, που στρεβλώνουν επί δεκαετίες την αγορά ενέργειας.

Για παράδειγμα, το ρεύμα που χάνεται επειδή το δίκτυο είναι κακοσυντηρημένο ή αυτό που κλέβουν οι επιτήδειοι με παράνομες συνδέσεις, το πλήρωναν και το πληρώνουν οι υπόλοιποι καταναλωτές. Αν την περίοδο που οι τιμές ήταν χαμηλές αυτό το κόστος περνούσε απαρατήρητο, σήμερα έχει φτάσει να είναι όσο σχεδόν και η επιδότηση που δίνει το κράτος για να στηρίξει τους καταναλωτές.

Η τρέχουσα ενεργειακή κρίση ανέδειξε τα εγγενή δομικά προβλήματα της εγχώριας αγοράς ηλεκτρισμού, η ρίζα των οποίων βρίσκεται στον τρόπο απελευθέρωσής της στις αρχές της δεκαετίας του 2000, μέσω ενός μοντέλου παράλληλης διατήρησης του μονοπωλιακού ρυθμιστικού πλαισίου. Ένα μοντέλο μεγάλων αβεβαιοτήτων για παραγωγούς και καταναλωτές, πολύπλοκο και στρεβλό, με αφανή μέχρι πρότινος κόστη για τους καταναλωτές, αφού μεταφέρονταν με σειρά υπουργικών αποφάσεων και νομοθετικών ρυθμίσεων στη ΔΕΗ, η οποία στήριζε ακόμη την παραγωγή της στον φθηνό λιγνίτη που δεν είχε επιβαρύνσεις CO2. Αν και το πλεονέκτημα του φθηνού λιγνίτη χάθηκε οριστικά από το 2013, η Ελλάδα δεν το έλαβε σοβαρά υπόψη στον σχεδιασμό της, με αποτέλεσμα το ηλεκτρικό σύστημα της χώρας να οδηγείται με καθυστέρηση και βίαια στην απόσυρσή του, χωρίς να διαθέτει τις απαραίτητες εφεδρείες από εναλλακτικά καύσιμα για την κάλυψη αιχμών σε περιόδους υψηλής ζήτησης, αφού το πλαίσιο λειτουργίας δεν δημιούργησε κίνητρα για νέες μονάδες φυσικού αερίου. Έτσι, σε καθημερινή βάση η κάλυψη των αποκλίσεων από την ευμετάβλητη παραγωγή των ΑΠΕ καλύπτεται από περιορισμένες ευέλικτες μονάδες φυσικού αερίου, ενός ολιγοπωλίου που απαρτίζεται από τρεις ιδιωτικούς ομίλους και τη ΔΕΗ.

Η λειτουργία του target model τον Νοέμβριο του 2020 έβγαλε για πρώτη φορά στην επιφάνεια τα αφανή μέχρι τότε κόστη του προηγούμενου μοντέλου, κάτι που σε συνδυασμό με τη στενότητα ισχύος ευέλικτων μονάδων έφερε τετραπλασιασμό των τιμών στη χονδρεμπορική αγορά μέσα σε ένα μήνα, εξέλιξη που υποχρέωσε τη ΡΑΕ να προχωρήσει στη λήψη μέτρων για να αποτρέψει «κανόνια» στην πλευρά των προμηθευτών και υπέρογκες αυξήσεις για τους καταναλωτές. Το κόστος ενέργειας στην αγορά εξισορρόπησης, από 2 ευρώ η μεγαβατώρα πριν από το target model έφτασε τα 5,09 ευρώ/MWh στην έναρξή του και εκτινάχθηκε στα 17,09 ευρώ μέσα στις τέσσερις πρώτες εβδομάδες λειτουργίας του, καθώς υπήρξαν μονάδες που έκαναν προσφορές στην τιμή των 2.000 και 3.000 ευρώ/MWh. To κόστος αυτό, το οποίο φέρει τον κωδικό ΛΠ3, ακόμη και μετά τα μέτρα της ΡΑΕ παραμένει σήμερα στα επίπεδα των 5-7 ευρώ η μεγαβατώρα, όταν στις ευρωπαϊκές αγορές κυμαίνεται μεταξύ 1-2 ευρώ/MWh.

Σήμερα η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη θέση  λόγω της χονδρεμπορικής τιμής του ρεύματος με μεγάλη διαφορά από τον δεύτερο, γιατί η χώρα μας έχει αυξήσεις στο 99% ενώ η δεύτερη Αυστρία βρίσκεται στο 46%,τέλος την πιο χαμηλή τιμή την έχει η Πολωνία με μόνο  5%.