τέσσερις-προτάσεις-για-το-προσφυγικό-166848
ΠΟΛΙΤΙΚΗ | 24.06.2018 | 19:49

Τέσσερις προτάσεις για το προσφυγικό κατέθεσε ο Αλ. Τσίπρας στις Βρυξέλλες

Προτάσεις για την αντιμετώπιση του προσφυγικού και την πολιτική ασύλου διατύπωσε ο Πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας*, στη διάρκεια της άτυπης συνάντησης εργασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης που βρίσκεται σε εξέλιξη στις Βρυξέλλες, με πρωτοβουλία του προέδρου της Κομισιόν, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ.

Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, οι προτάσεις αυτές περιλαμβάνουν:

1. Αναθεώρηση του ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου με δίκαιη κατανομή των βαρών φιλοξενίας.

2. Ενίσχυση των ευρωπαϊκών χωρών πρώτης υποδοχής.

3. Στήριξη των χωρών διέλευσης και προέλευσης.

4. Αντικατάσταση της Frontex από ισχυρές δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Ακτοφυλακής και Συνοριοφυλακής.

Ο κ. Τσίπρας εξέφρασε σοβαρές επιφυλάξεις σχετικά με τη δημιουργία κλειστών κέντρων για πρόσφυγες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στην τοποθέτηση του, ο Έλληνας Πρωθυπουργός επισήμανε ότι το μεταναστευτικό-προσφυγικό είναι ευρωπαϊκή πρόκληση κι απαιτεί ευρωπαϊκή λύση. Μονομερείς ενέργειες υπονομεύουν την Ευρώπη, δεν οδηγούν σε λύσεις και, επίσης, ενισχύουν την αντιευρωπαϊκή και συντηρητική προσέγγιση.

Τόνισε πως πρέπει να υπάρξει πολυεπίπεδη ευρωπαϊκή πρωτοβουλία, τουλάχιστον από αυτούς που ακόμη επιθυμούν η Ευρώπη να αντιμετωπίζει συλλογικά τα προβλήματά της.

Σε ό,τι αφορά στην Ελλάδα, ο κ. Τσίπρας σημείωσε πως δεν υφίστανται δευτερογενείς ροές από τη χώρα μας, καθώς έχουν μονομερώς κλείσει τα βόρεια σύνορα της χώρας.

Τι λένε οι ξένοι ηγέτες

«Μεγάλο μέρος των σημερινών συζητήσεων θα αφορά στην προστασία των εξωτερικών συνόρων και το πώς θα μειώσουμε την παράτυπη μετανάστευση στην Ευρώπη» δήλωσε στους δημοσιογράφους η καγκελάριος της Γερμανίας, Άγκελα Μέρκελ, κατά την άφιξή της στην άτυπη μίνι σύνοδο κορυφής για το μεταναστευτικό, που διεξάγεται στις Βρυξέλλες.

«Θα υπάρξει επίσης συζήτηση για τη δευτερεύουσα μετανάστευση, πώς θα αντιμετωπίσουμε δίκαια ο ένας τον άλλον μέσα στον χώρο Σένγκεν, πώς θα μπορέσουμε να βρουμε μια εύλογη ισορροπία» σημείωσε η κ. Μέρκελ.

Όπως είπε, «τα συζητούμε αυτά ενόψει του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Όμως γνωρίζουμε ότι δυστυχώς στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δεν θα έχουμε μια πλήρη λύση στο μεταναστευτικό ζήτημα. Γι’ αυτό θα υπάρξουν διμερείς και τριμερείς συμφωνίες για το πώς μπορούμε να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλον. Δεν θα περιμένουμε πάντα και τα 28 μέλη, αλλά θα σκεπτόμαστε τί είναι σημαντικό σε ποιόν. Αυτή η αναζήτηση ενός “modus vivendi” και η συνέχιση της δουλειάς για να έχουμε μια κοινή ευρωπαϊκή λύση βρίσκεται στο κέντρο των σημερινών συνομιλιών. Η δουλειά θα συνεχιστεί τις ερχόμενες ημέρες. Σήμερα ειναι μια συμβουλευτική συνάντηση εργασίας. Είναι μια πρώτη ανταλλαγή, τίποτε περισσοτερο και τίποτε λιγότερο. Για το αν όμως μπορούμε να έχουμε διμερείς και τριμερείς συμφωνίες μέσα στις ερχόμενες ημέρες, η συνάντηση αυτή είναι πολύ σημαντική» κατέληξε η γερμανίδα καγκελάριος.

Μακρόν: «Δεν δεχόμαστε μαθήματα από κάνεναν»

Η Γαλλία «δεν δέχεται μαθήματα από κανέναν» στο ζήτημα των μεταναστών, καθώς είναι «φέτος η δεύτερη χώρα υποδοχής αιτούντων άσυλο» δήλωσε σήμερα ο Εμανουέλ Μακρόν, ως απάντηση στις επικρίσεις της Ρώμης για τη γαλλική θέση. «Να μην ξεχνάμε ποτέ τις αξίες μας, θα είμαι ασυμβίβαστος στο σημείο αυτό» τόνισε ο γάλλος πρόεδρος, κατά την άφιξή του στην ευρωπαϊκή μίνι σύνοδο κορυφής για το μεταναστευτικό, στις Βρυξέλλες.

«Πρέπει να συνεργαστούμε αποτελεσματικά με χώρες εκτός ΕΕ, με τη Λιβύη, τα Βαλκάνια, χώρες της Ασίας και της Αφρικής» είπε, μεταξύ άλλων, ο γάλλος πρόεδρος, κάνοντας λόγο για «πολιτική κρίση». Τόνισε, επίσης, την ανάγκη να καταπολεμηθεί η παράτυπη μετανάστευση με «μεθοδικότητα», αλλά και «ανθρωπιά».

Ο πρωθυπουργός της Ιταλίας, Τζουζέπε Κόντε, προσερχόμενος στη σύνοδο, δήλωσε ότι η Ιταλία θα παρουσιάσει μια νέα πρόταση για το άσυλο και τη μετανάστευση, που θα αντιμετωπίζει το προσφυγικό πρόβλημα με τρόπο διαρθρωτικό.

Σύμφωνα με τον κ. Κόντε, «πρέπει να ξεπερασθεί το κριτήριο της χώρας πρώτης άφιξης» και «χρειάζεται ριζική αλλαγή στην προσέγγιση του όλου θέματος».

Με την πρότασή της η Ρώμη ζητεί «κοινή ευθύνη των ευρωπαϊκών χωρών σε ό,τι αφορά τους ναυαγούς», κάτι που σημαίνει ότι μετανάστες και πρόσφυγες θα πρέπει να αποβιβάζονται σε όλες τις μεσογειακές χώρες της Ένωσης.

Παράλληλα, ζητεί τη δημιουργία κέντρων στη Λιβύη και τον Νίγηρα, όπου θα εξακριβώνεται ποιος μπορεί να λάβει πολιτικό άσυλο στην Ευρώπη και ποιος θα πρέπει να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του.

Η βασική ιδέα της ιταλικής πρότασης, σύμφωνα με τους σχολιαστές, είναι ότι η άφιξη στην Ιταλία ενός μετανάστη ή πρόσφυγα θα πρέπει να σημαίνει ότι ο άνθρωπος αυτός βρίσκεται στην ευρωπαϊκή επικράτεια, με όλες τις ευθύνες που αυτό συνεπάγεται, δηλαδή με τη δυνατότητα να σταλεί υποχρεωτικά σε οποιαδήποτε χώρα μέλος της Ένωσης. Σε αντάλλαγμα, η Ρώμη φέρεται διατεθειμένη να δεχθεί τη δυνατότητα επιστροφής σ’ αυτή που μέχρι σήμερα ονομάζεται «χώρα πρώτης εισόδου» ενός αριθμού προσφύγων που στο μεταξύ έχουν μετακινηθεί προς άλλα κράτη μέλη.

Η ιταλική πρόταση, όπως είπε ο πρωθυπουργός της χώρας, ξεπερνά οριστικά τον Κανονισμό του Δουβλίνου, ο οποίος αντιμετώπιζε το θέμα με την λογική κατάστασης έκτακτης ανάγκης.

Από την πλευρά του, ο ισπανός πρωθυπουργός, Πέδρο Σάντσεθ, δήλωσε πως η Ισπανία υποστηρίζει μια «κοινή απάντηση» σ’ αυτήν την «παγκόσμια πρόκληση» που δημιουργούν τα μεταναστευτικά ρεύματα, τα οποία σε αυτή τη φάση έντοπίζονται κυρίως στη δυτική Μεσόγειο.

«Το σημαντικό για το Βέλγιο είναι ο έλεγχος των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ. Είναι μια προϋπόθεση για να είναι ασφαλής η ελεύθερη κυκλοφορία των ανθρώπων στη ζώνη Σένγκεν» δήλωσε με τη σειρά του ο πρωθυπουργός της χώρας, Σαρλ Μισέλ, κατά την άφιξή του στην άτυπη μίνι σύνοδο.

«Το δεύτερο σημαντικό σημείο σήμερα είναι να καταστήσουμε σαφές ποιες είναι οι εν δυνάμει προϋποθέσεις για τη δημιουργία χότσποτ και κέντρων υποδοχής βάσει του διεθνούς δικαίου. Το τρίτο σημείο είναι πως είναι πολύ σημαντικό να έχουμε μια συμφωνία για το Δουβλίνο για να εγγυηθούμε αλληλεγγύη και ευθύνη» επισήμανε ο βέλγος πρωθυπουργός.

«Αυτή η συνάντηση δεν έχει σκοπό τη διάσωση μιας καγκελαρίου, αλλά την εύρεση κοινών λύσεων σε ένα πρόβλημα που δεν είναι εθνικό αλλά ευρωπαϊκό» δήλωσε προσερχόμενος ο πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου, Ξαβιέ Μπετέλ.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

*Aναλυτικά οι δηλώσεις του πρωθυπουργού μετά την άτυπη συνάντηση για το προσφυγικό: 

«Είχαμε σήμερα την ευκαιρία να έχουμε μια ουσιαστική συζήτηση, προπαρασκευαστική της Συνόδου σε λίγες μέρες – την ερχόμενη Πέμπτη και Παρασκευή – πάνω στο κρίσιμο ζήτημα της μεταναστευτικής και προσφυγικής κρίσης. Η κρίση αυτή, όπως γνωρίζετε, δεν είναι μια συγκυριακή κρίση. Δεν είναι μια πρόσκαιρη υπόθεση. Θα την αντιμετωπίζει η Ευρώπη ενδεχομένως για πολλά χρόνια ακόμα. Συνεπώς νομίζω ότι – και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία να διατυπωθεί – το μεγάλο δίλημμα που έχουμε μπροστά μας είναι αν την κρίση αυτή θα την αντιμετωπίσουμε, ψάχνοντας ευρωπαϊκές συλλογικές λύσεις, αντιμετωπίζοντάς την δηλαδή ως ευρωπαϊκή συλλογική πρόκληση ή θα την αντιμετωπίζουμε ως μια κρίση που αφορά αυτούς στους οποίους τα συμπτώματα εμφανίζονται και άρα θα αναζητά η κάθε μια χώρα ξεχωριστά εθνικές λύσεις για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα.

Στη σημερινή συζήτηση, καθότι και οι περισσότεροι εκ των συμμετεχόντων – όχι όλοι, αλλά οι περισσότεροι – προσανατολίζονται στην πρώτη άποψη, ότι είναι δηλαδή ευρωπαϊκή κρίση και πρέπει να αναζητηθεί ευρωπαϊκή λύση, ακούστηκαν σκέψεις, απόψεις. Δεν καταλήξαμε κάπου συγκεκριμένα, άλλωστε ήταν προπαρασκευαστική αυτή η συνάντηση. Νομίζω όμως ότι μπορώ τουλάχιστον να σας πω αυτά που από την πλευρά μας θέσαμε. Έθεσα λοιπόν την ανάγκη να μην προβούμε, να μην προχωρήσουμε στην αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού αποσπασματικά. Oι μονομερείς ενέργειες σε καμία περίπτωση δε λύνουν προβλήματα, αλλά δημιουργούν ακόμη περισσότερα και ζήτησα να υπάρξει το συντομότερο δυνατό η αναθεώρηση του Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου, το οποίο είχε από την ίδια τη ζωή ξεπεραστεί, η αναθεώρηση του Δουβλίνου.

Ζήτησα να υπάρξει στήριξη στις χώρες πρώτης υποδοχής, στις χώρες προέλευσης και διέλευσης. Ζήτησα επίσης να προβούμε άμεσα στη συγκρότηση ενός ευρωπαϊκού μηχανισμού επιστροφών, αλλά και στην αναβάθμιση της Frontex σε ευρωπαϊκή ακτοφυλακή και συνοριοφυλακή. Εξέθεσα την άποψη ότι θα πρέπει να δούμε εξίσου σοβαρά τόσο την υπόθεση της προστασίας των ευρωπαϊκών συνόρων όσο και την εσωτερική και εξωτερική διάσταση της μεταναστευτικής κρίσης. Τούτο σημαίνει ότι θα πρέπει η Ευρώπη να προσανατολιστεί σε μία πολιτική διαμοιρασμού της ευθύνης, αλληλεγγύης και αλληλοστήριξης και όχι σε μια πολιτική που θα ρίχνει τα βάρη μονάχα στις χώρες εκείνες που δέχονται τις προσφυγικές ροές.

Σε ό,τι αφορά το πού θα καταλήξει αυτή η συζήτηση, επαναλαμβάνω είναι ανοιχτό. Θα γίνει το Συμβούλιο σε λίγες μέρες, όπου ενδεχομένως εκεί να έχουμε μια πρώτη εικόνα,  δεδομένου – επαναλαμβάνω – ότι υπάρχουν διαφωνίες. Σε κάθε περίπτωση, εξέθεσα την άποψη ότι οι χώρες, οι οποίες συμφωνούν στο ότι πρέπει να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα αυτό συλλογικά και συντονισμένα, θα πρέπει από κοινού να προχωρήσουν σε πρωτοβουλίες πολυμερούς συνεργασίας, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Και όσες χώρες δεν συμφωνούν με αυτή την αντιμετώπιση, προφανώς και δεν μπορούν να εξαναγκαστούν, αλλά είναι βέβαιο ότι κάποια στιγμή θα βρουν μπροστά τους άλλου είδους προβλήματα και τότε, ενδεχομένως, κι αυτές να έχουν μία αντίστοιχη αντιμετώπιση από όλες τις υπόλοιπες χώρες με αυτήν που οι ίδιες σήμερα δείχνουν στο προσφυγικό πρόβλημα.

Σε ό,τι αφορά το ζήτημα των δευτερογενών ροών, θέλω να διατυπώσω την άποψη, που εξέφρασα και στο εσωτερικό της Συνόδου, ότι, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, ως γνωστόν, κατόπιν μονομερών ενεργειών, τα βόρεια σύνορά μας έχουνε κλείσει εδώ και πάρα πολύ καιρό. Ως εκ τούτου εμείς θεωρούμε ότι δευτερογενείς ροές από την Ελλάδα δεν υφίστανται και, εάν υφίστανται, κάποιες θα είναι από παράνομους δρόμους, θα είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Ως εκ τούτου, δεν είναι ένα ζήτημα που εμείς θεωρούμε ότι είναι μείζον. Θέλουμε, δεν έχουμε καμία αντίρρηση, να υπάρξει συντονισμένα η προσπάθεια για τη μείωση και των δευτερογενών ροών, αλλά πρωτίστως για εμάς αξία και σημασία έχει να εκμηδενίσουμε, ει δυνατόν, τις πρωτογενείς ροές σε ό,τι αφορά την εφαρμογή της συμφωνίας Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας. Διότι αντιλαμβάνεστε ότι η μείωση αυτών των παράνομων πρωτογενών ροών μπορεί να δώσει τη δυνατότητα να λειτουργήσει εποικοδομητικά και δημιουργικά αυτή η συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας, που θέλω να θυμίσω ότι δε σημαίνει ότι κλείνουμε τις πόρτες και τα παράθυρα στη νόμιμη μετανάστευση. Αντιθέτως, σημαίνει ότι κλείνουμε την πόρτα στην παράνομη δραστηριότητα των διακινητών και δίνουμε τη δυνατότητα νόμιμων ροών μέσα από τη διαδικασία του ασύλου, που βεβαίως είναι μία διαδικασία που σέβεται τις διεθνείς συνθήκες και τη διεθνή νομοθεσία.

Τελειώνοντας να επισημάνω ότι έθεσα με ιδιαίτερη έμφαση και το ζήτημα των επανενώσεων των οικογενειών και εξέφρασα την άποψη ότι η Ευρώπη δεν πρέπει να δείξει ένα πρόσωπο αποκρουστικό, σε πλήρη αντίθεση με τις αρχές και τις αξίες της. Ένα πρόσωπο, το οποίο, δυστυχώς, δείχνουν άλλες χώρες τούτη την εποχή, πράγμα το οποίο έχει σχολιαστεί στον διεθνή Τύπο, αλλά και αποτελεί, θα έλεγα, και μία πληγή σε ό,τι αφορά τις πανανθρώπινες αξίες, που πρέπει να διέπουν τον πολιτισμό μας. Συνεπώς, και αυτό αφορά ιδιαίτερα την Ελλάδα, καθώς αυτή τη στιγμή έχουμε έναν μεγάλο αριθμό περιπτώσεων οικογενειών χωρισμένων, που χρήζουν επανένωσης, πρέπει να προβούμε άμεσα στις απαραίτητες διαδικασίες προκειμένου αυτό να επιτευχθεί».

Ερώτηση: Πόσο σημαντική ήταν αυτή η συνάντηση για σας; Συζητήθηκε η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας; Υπήρξαν διμερείς συμφωνίες;

Πρωθυπουργός: «Καταρχάς θέλω να επαναλάβω ότι σήμερα δε λάβαμε αποφάσεις. Προετοιμάσαμε το [Ευρωπαϊκό] Συμβούλιο. Νομίζω ότι υπάρχει μεγάλο δίλημμα, το οποίο χρειάστηκε να αντιμετωπίσουμε. Αυτό αφορά το εάν θέλουμε ευρωπαϊκές λύσεις σε ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα ή εάν πιστεύουμε ότι η κάθε χώρα θα πρέπει να λύσει το πρόβλημα μόνη της. Και αυτή είναι μία ιδέα την οποία έχουν ορισμένα κράτη μέλη, τα οποία πιστεύουν ότι, αν το πρόβλημα δεν είναι στην αυλή τους, δε χρειάζεται να το αντιμετωπίσουν, να το επιλύσουν και να επιδείξουν αλληλεγγύη για κοινές λύσεις. Εγώ τάσσομαι με την πρώτη ιδέα, με την πρώτη πρόταση. Νομίζω ότι όντως πρόκειται για ευρωπαϊκό πρόβλημα και πρέπει να βρούμε ευρωπαϊκές λύσεις. Η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας είναι μια δύσκολη συμφωνία, αλλά είναι αναγκαία. Εργαζόμαστε σκληρά, προκειμένου να υλοποιήσουμε τη συμφωνία αυτή. Δε θέλω να προβώ σε κάποιο σχόλιο σε σχέση με τις εκλογές στην Τουρκία. Νομίζω ότι υπάρχουν ενδείξεις για το ότι οι σημερινές εκλογές διεξήχθησαν πολύ δημοκρατικά. Αναμένουμε τα αποτελέσματα. Νομίζω ότι η τουρκική κυβέρνηση θα σεβαστεί τις δεσμεύσεις της, προκειμένου να εργαστούμε από κοινού για την επίτευξη δίκαιων και σημαντικών αποτελεσμάτων, καθώς και για την εφαρμογή της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας».

Σε ερώτηση σχετικά με την ιταλική πρόταση ο Πρωθυπουργός απάντησε:

«Οι περισσότερες από αυτές τις προτάσεις είναι προτάσεις, τις οποίες έχουμε ήδη προσπαθήσει να εφαρμόσουμε. Τελικά νομίζω ότι πρέπει να καταλάβουμε πως έχουμε να διαχειριστούμε ένα πολύ δύσκολο ζήτημα, αλλά στο πλαίσιο της διεθνούς νομοθεσίας και πολύ περισσότερο στο πλαίσιο των κοινών μας αρχών και αξιών, των ανθρωπίνων αρχών και αξιών».