ο-άγνωστος-χ-της-εσωτερικής-ζήτησης-560538
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ | 16.06.2020 | 10:11

Ο άγνωστος «Χ» της εσωτερικής ζήτησης και του τουρισμού για την πορεία των εσόδων

Η εικόνα που θα παρουσιάσει ο τουρισμός αλλά και η διαμόρφωση της εσωτερικής ζήτησης αποτελούν βασικούς παράγοντες για την πορεία των εσόδων το επόμενο διάστημα. Ειδικά το επόμενο τρίμηνο είναι και το πλέον κομβικό παραδοσιακά για την ελληνική οικονομία που ένεκα των τουριστών έβλεπε να μπαίνουν έσοδα αντίστοιχα με το 60% των συνολικών ετήσιων κρατικών εισπράξεων φόρων στο κρατικό κορβανά.

Μία πτώση κατά 60% στον τουρισμό το καλοκαίρι θα είναι το πιο καλό σενάριο, ειδικά για τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο», ανέφερε χαρακτηριστικά χτες στέλεχος το υπ. Οικονομικών αποτυπώνοντας το κλίμα που επικρατεί στην κυβέρνηση που όπως φαίνεται με «μπροστάρη» τον Πρωθυπουργό προσπαθεί να αναθερμάνει την τουριστική κίνηση και να αποτρέψει τα χειρότερα για την πορεία της οικονομίας. Σημειώνεται ότι μια τπω΄ση μόνο …. 60% στην τουριστική κίνηση Ιουλίου και Αυγουστου μεταφράζεται με βάση εκτιμήσεις του Υπ. Οικονομικών σε ύφεση 3,6%, που διαμορφώνει ένα τελικό ποσοστό ετήσιας ύφεσης  στο 6-8%, που είναι εντός των «καλών» προβλέψεων του οικονομικού επιτελείου.
Ο τουρισμός

Πάντως ό,τι κι αν πει κανείς τώρα για την πορεία του τουρισμού κινείται στη σφαίρα της ασάφειας. Η σεζόν κινείται προς εκκίνηση μετά τις 20 Ιουλίου καθώς ούτε πτήσεις υπάρχουν προγραμματισμένες ενώ και οι κρατήσεις είναι «νωθρές». Επιπλέον μέχρι στιγμής λίγα είναι τα ξενοδοχεία που ανοίγουν, ενώ ακτοπλοϊκές γραμμές που συνδέονται άμεσα με τον εισερχόμενο τουρισμό όπως π.χ η σύνδεση με ταχύπλοα Κρήτης – Κυκλάδων μέσω Ηρακλείου πάει για το τέλος Ιουλίου. Μεγάλοι Όμιλοι, επίσης,  ανοίγουν μετά τις 10/7 και μερικώς τις μονάδες τους  με ένα συνολικό ποσοστό ανοίγματος να υπολογίζεται σήμερα στο 10-20% του συνολικού δυναμικού κλινών της χώρας.

Στο φόντο αυτό κομβικό για την πορεία εσόδων και ΑΕΠ είναι αφενός οι επενδύσεις αλλά και η ζήτηση. Η τελευταία δε «αποτυπώνεται» άμεσα στα έσοδα γιαυτό και είναι κομβική η συγκράτηση της ανεργίας και η στήριξη της αγοραστικής δύναμης των Ελλήνων πολιτών.

Δεν είναι τυχαίο ότι το άνοιγμα της οικονομίας με τους καταναλωτές να έχουν έστω κάποια ευρώ διαθέσιμα δίνει άμεσα ανάσα στο κρατικό ταμείο. Με βάση τα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου από τις ηλεκτρονικές συναλλαγές ήδη κάποιοι τομείς της οικονομίας δείχνουν να «αναπνέουν». Έτσι το πρώτο 10ημέρο του Ιουνίου σε σχέση με τα αντίστοιχα περσινά καταγράφεται αύξηση τζίρου ηλεκτρονικών συναλλαγών από 50% έως 160% στο σέρβις αυτοκινήτων, από 70% έως 150% σε ιατρικές-οδοντιατρικές υπηρεσίες και από 40% έως 120% σε ηλεκτρικά είδη, αλλά μικρή αύξηση ή και μείωση κατά περίπτωση στους κλάδους ένδυσης και υπόδησης. Στέλεχος του Λογιστηρίου σχολιάζοντας τα παραπάνω αναφέρει ότι «επανέρχεται η ψυχολογία κατανάλωσης, υπάρχει διάθεση για κατανάλωση η οποία δεν συμβαδίζει με ψυχολογία ύφεσης». Βέβαια όλα αυτά συνδέονται με άμεσες ανάγκες που μέσα στην καραντίνα είχαν «παγώσει» ωστόσο καταδεικνύουν ότι εφόσον στηριχθεί το εισόδημα των πολιτών τότε αυτοί θα καταναλώσουν και βέβαια το κράτος θα εισπράξει ώστε να κρατηθεί μια σχετική ισορροπία.

Ήδη τα φορολογικά έσοδα τον Μάιο μειώθηκαν κατά 33,55%. Έφτασαν τα2,268 δισ. ευρώ έναντι στόχου για 3,411 δισ. ευρώ ενώ συνολιξκά στο 5μηνο Ιανουαρίου – Μαΐου η «τρύπα στα φορολογικά έσοδα ήταν 2,57 δισ. ευρώ ή 12,2% καθώς ανήλθαν σε 15,539 δισ. ευρώ.

Βέβαια όπως είπε χτες ο υφυπουργός Οικονομικών Θ. Σκυλακάκης «από τα στοιχεία εκτέλεσης του Προϋπολογισμού προκύπτει ότι η επεκτατική πολιτική αντιμετώπισης της ύφεσης που ακολουθεί η κυβέρνηση έχει προσεγγίσει μέχρι τον Μάιο, μόνο για το Κεντρικό Κράτος (χωρίς δηλαδή να συνυπολογιστούν και τα νομικά πρόσωπα της Γενικής κυβέρνησης, όπως ο ΕΦΚΑ), τα 5 δισ. ευρώ, με τη μορφή πρόσθετων δαπανών και μειωμένων εσόδων, λόγω COVID 19».

Δηλαδή  η εικόνα του προϋπολογισμού θα είναι πολύ διαφορετική βουτιά εάν στο Γενικό Λογιστήριο είχαν προσμετρήσει και τα στοιχεία από τα νομικά πρόσωπα της γενικής κυβέρνησης. Εικάζεται από αρμόδιες πηγές ότι με την ενσωμάτωση αυτών των δεδομένων. Η υπέρβαση στις δαπάνες ξεπερνά στο πεντάμηνο τα 2,2 δισ. ευρώ με τα έξοδα του κράτους να φτάνουν συνολικά στα 23,5 δισ. ευρώ.

Γιώργος Αλεξάκης