κατώτατος-μισθός-πρώτη-κατοικία-και-α-323813
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ | 23.01.2019 | 11:09

Κατώτατος μισθός, πρώτη κατοικία και αναδρομικά στο «μάτι» των θεσμών

Θέματα που ακουμπούν τον πολιτικό πυρήνα της κυβέρνησης τίθενται επί τάπητος κατά τα δεύτερη μέρα της επίσκεψης των θεσμών στην Αθήνα στο πλαίσιο της δεύτερης μεταμνημνονιακής αξιολόγησης. Πρόκειται για τα θέματα του προσδιορισμού του κατώτατου μισθού και των προσφυγών κατά του νόμου Κατρούγκαλου και της καταβολής των αναδρομικών με βάση αποφάσεις του ΣτΕ, που θα τεθούν προγραμματισμένη η συνάντηση της υπουργού Εργασίας, Έφης Αχτσιόγλου και των ανωτάτων κλιμακίων των θεσμών.

Αναφορικά με το θέμα του κατώτατου μισθού που αποτελεί «σημαία» της κυβέρνησης με τον ίδιον τον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα να επιθυμεί να ανακοινώσει ο ίδιος την αναίρεση της απόφασης της κυβέρνησης Παπαδήμου για μείωση 22% και την αύξησή του, δεν υπάρχει επί της αρχής αντίρρηση των πιστωτών. Ωστόσο εκφράζεται η πεποίθηση ότι η όποια αύξηση θα πρέπει να είναι λελογισμένη στο επίπεδο μέχρι το 7,5%. Σημειώνεται ότι ο ΣΕΒ, που συναντήθηκε χτες με τους θεσμούς, εκφράζει επιφυλάξεις. Όπως καταγράφεται στο μηνιαίο οικονομικό δελτίο που δημοσίευσε ο Σύνδεσμος χθες, η διατήρηση της ισορροπίας μεταξύ μισθών και παραγωγικότητας, που επέφεραν οι μεταρρυθμίσεις των προηγούμενων ετών, είναι αναγκαία προκειμένου να μετασχηματιστεί η χώρα σε μια εξωστρεφή οικονομία, προσανατολισμένη στις εξαγωγές και την προσέλκυση επενδύσεων. Συνεπώς, η επιστροφή στις πολιτικές της εποχής πριν την κρίση, κυρίως σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική διαχείριση και τη λειτουργία των αγορών, ιδίως της αγοράς εργασίας, μπορεί να αποβεί καταστροφική.

Σύμφωνα με κύκλους του υπ. Εργασίας, η αύξηση του κατώτατου μισθού «δεν είναι υπό διαπραγμάτευση» και το μόνο που θα γίνει είναι μια ενημέρωση για τη διαδικασία και για το πόρισμα της επιτροπής των εμπειρογνωμόνων, που παραπέμπει σε αυξήσεις 5% έως 10%. Δηλαδή ο μεικτός κατώτατος μισθός να πάει με μια αύξηση περίπου 8% στα 632 ευρώ από 586 σήμερα.

Παράλληλα οι θεσμοί δε βλέπουν με θετικό μάτι την πρόθεση της κυβέρνησης να να καταργήσει τον υποκατώτατο μισθό των νέων έως 25 ετών, καθώς εκτιμάται ότι θα μειώσει την προσβασιμότητα των νέων στην αγορά εργασίας. Επίσης ταυτόχρονα με τα εργασιακά οι θεσμοί περιμένουν στοιχεία και αριθμούς για τη δημοσιονομική επίπτωση των καταβολών των αναδρομικών μετά τις δικαστικές αποφάσεις.

Η εκτίμηση ότι η επιβάρυνση φτάνει τα 4,5 δις ευρώ δημιουργεί ανησυχία για δημοσιονομικό εκτροχιασμό και οι θεσμοί ζητούν να μάθουν πώς θα γίνει η καταβολή (τμηματικά κτλ. Παράλληλα έντονος «πονοκέφαλος» υπάρχει και για το κατά πόσο με το νόμο Κατρούγκαλου έχουν υλοποιηθεί οι επιταγές του ΣτΕ, όπως αυτές περιλαμβάνονται στην επίμαχη απόφαση του 2015, όπως και για την απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ για την αντισυνταγματικότητα της κατάργησης των Δώρων στο Δημόσιο- μια απόφαση εκτιμάται ότι κοστίζει στον Προϋπολογισμό περί τα 1,6 δις ευρώ ανά έτος.

Επιπλέον πονοκέφαλος υπάρχει και το ότι οι ένστολοι πιέζουν για ειδική νομοθετική ρύθμιση καθώς λόγω της καταβολής των αναδρομικών και των θετικών μισθολογικών ανατροπών που είχαν, χιλιάδες στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας κινδυνεύουν να χάσουν τουλάχιστον 5 επιδόματα. Αναλυτικά καθώς τα αναδρομικά θα προσμετρηθούν στο εισόδημά του έτους 2018, πολλοί θα δουν να χάνουν κοινωνικές παροχές, λόγω υπέρβασης των εισοδηματικών κριτηρίων, έστω κι αν τα ποσά αφορούν αντισυνταγματικώς παρακρατηθέντα εισοδήματα ετών 2012- 2016.

Η πρώτη κατοικία

Στο άλλο μεγάλο ζήτημα που έχει πολιτικές προεκτάσεις στο θέμα της προστασίας της πρώτης κατοικίας αναμένεται από την κυβέρνηση η κατάθεση στοιχείων εξειδίκευσης για το πώς θα περπατήσει ο λεγόμενο Κυπριακό Μοντέλο. Θα πρέπει δηλαδή να εκτιμηθεί το πόσο θα είναι το ύψος των απαιτούμενων καταβολών επιδότησης σε νοικοκυριά πιυ έχουν ανάγκη με βάση ορίων εισοδήματος και περιουσίας.

Το όρια αυτό δεν θα ισχύουν μόνο για την επιδότηση, αλλά θα είναι ίδιο και για την προστασία από πλειστηριασμό (αναστολή μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης) όταν υποβάλει κανείς την αίτηση εξωδικαστικά.

Στο φόντο αυτό οι θεσμοί ζητούν τεκμηρίωση για να δουν τι αποτύπωμα έχει στις τράπεζες το υπό σχεδιασμό νέο πλαίσιο προστασίας. Στη συνέχεια, όπως φαίνεται, θα υπάρξει προώθηση προς νομοθέτηση των νέων ρυθμίσεων, με το ερώτημα αν θα γίνει εφικτή η τήρηση των προθεσμιών (τέλος Φεβρουαρίου) να είναι ανοικτό.

Γιώργος Αλεξάκης