έρευνα-μάτι-καρκινογόνες-ουσίες-στο-517156
ΚΟΙΝΩΝΙΑ | 14.01.2019 | 15:18

Έρευνα – Μάτι: Καρκινογόνες ουσίες στο έδαφος και στο νερό

Κορυφαίοι επιστήμονες κάνουν λόγο για οικολογική καταστροφή, προειδοποιούν ότι υπάρχει κίνδυνος για την υγεία των κατοίκων -και ειδικά των παιδιών- και ζητούν να γίνουν μετρήσεις στους βιολογικούς δείκτες του πληθυσμού που έχει εκτεθεί.

Σύμφωνα με δημοσίευμα της «Realnews», μια τοξική βόμβα έχει δημιουργηθεί στο περιβάλλον στο Μάτι, μετά τη φονική πυρκαγιά της 23ης Ιουλίου, καθώς το έδαφος και το νερό έχουν μολυνθεί από επικίνδυνες καρκινογόνες και νευροτοξικές ουσίες, όπως προέκυψε από έρευνα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης που παρουσιάζει η Realnews.

Κορυφαίοι επιστήμονες κάνουν λόγο για οικολογική καταστροφή, προειδοποιούν ότι υπάρχει κίνδυνος για την υγεία των κατοίκων -και ειδικά των παιδιών- και ζητούν να γίνουν μετρήσεις στους βιολογικούς δείκτες του πληθυσμού που έχει εκτεθεί. Την ίδια ώρα, οι κάτοικοι καταγγέλλουν ότι η αποκομιδή του αμιάντου δεν έγινε με τον ενδεδειγμένο τρόπο και πολλά επικίνδυνα μπάζα κατέληξαν σε κοινούς κάδους απορριμμάτων.

Έρευνα στο έδαφος και στο νερό

Πριν από μερικούς μήνες, το Τμήμα Χημικών Μηχανικών του Εργαστηρίου Περιβαλλοντικής Μηχανικής του ΑΠΘ ανέλυσε δείγματα από 50 σημεία του εδάφους της πληγείσας από την πυρκαγιά περιοχή. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη μελέτη που έχει γίνει στο έδαφος και στο νερό της περιοχής και τα αποτελέσματα έχουν σταλεί σε τρία εργαστήρια στο εξωτερικό, για να επιβεβαιωθούν στα αντίστοιχα Εθνικά Κέντρα Αναφοράς.

Οπως αποκαλύπτει στην «R» ο υπεύθυνος της έρευνας, καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής στο ΑΠΘ, Δημοσθένης Σαρηγιάννης, στις προκαταρκτικές μετρήσεις «στο έδαφος και στο νερό εντοπίστηκαν ουσίες καρκινογόνες και νευροτοξικές, όπως διοξίνες, φουράνια και πολυαρωματικοί υδρογονάνθρακες κ.λπ. Οι ουσίες αυτές εκλήθησαν σε αέρια μορφή από την καύση οικιακών πλαστικών, αυτοκινήτων, δομικών υλικών κ.λπ. και στη συνέχεια έπεσαν στο έδαφος και μόλυναν τον υδροφόρο ορίζοντα. Παράλληλα, από τις αναλύσεις διαπιστώθηκε μικρή επιβάρυνση στον βυθό της θάλασσας. Οι διοξίνες, τα φουράνια και οι άλλες χημικές ουσίες που εντοπίστηκαν είναι ιδιαίτερα τοξικές, μένουν για μεγάλες χρονικές περιόδους στο περιβάλλον, ενώ στον ανθρώπινο οργανισμό παραμένουν για 67 χρόνια. Είναι καρκινογόνοι παράγοντες και ενδοκρινικοί διαταράκτες, διαλύονται στο λίπος, προκαλούν μεταλλάξεις στα γονίδια, επηρεάζουν το μυοκάρδιο, ενώ στα παιδιά -μεταξύ άλλων- μπορεί να προκαλέσουν προβλήματα στο γενετικό σύστημα και στον σεξουαλικό προσανατολισμό. Μάλιστα, μέσα από τον πλακούντα και το μητρικό γάλα, οι μητέρες μεταφέρουν αυτές τις ουσίες απευθείας στα μωρά τους. Το επόμενο βήμα είναι να χαρτογραφήσουμε τις περιοχές με τη μεγαλύτερη επιβάρυνση προκειμένου να γίνουν άμεσα παρεμβάσεις και να ληφθούν μέτρα απορρύπανσης στο έδαφος της περιοχής, καθώς υπάρχει κίνδυνος οι άνεμοι και οι βροχοπτώσεις να μεταφέρουν αυτές τις ουσίες στις γύρω περιοχές», τονίζει ο κ. Σαρηγιάννης.

Το ενθαρρυντικό είναι πως τα πρώτα αποτελέσματα από τα εργαστήρια του εξωτερικού για την επιβάρυνση σε μέταλλα (μόλυβδος, αμίαντος κ.λπ.) έδειξαν ότι μόνο σε ορισμένες περιοχές οι τιμές ήταν ιδιαίτερα υψηλές και όχι σε όλη την πληγείσα περιοχή.

«Να εξεταστούν οι κάτοικοι»

Την άμεση διενέργεια δειγματοληπτικών εξετάσεων στους κατοίκους της περιοχής, καθώς και σε εργαζομένους και εθελοντές που εκτέθηκαν τόσο στην πυρκαγιά όσο και στα προϊόντα της καύσης, ζητεί ο πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Τοξικολογίας, Δημήτρης Κουρέτας, καθηγητής Φυσιολογίας Ζωικών Οργανισμών στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και μέλος της Επιτροπής Διαχείρισης Χημικών Κρίσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Επίσης, προσθέτει ότι «υπάρχει κίνδυνος με τις βροχοπτώσεις οι επικίνδυνες χημικές ουσίες να μεταφέρθηκαν στον υδροφόρο ορίζοντα και πιθανώς στον βυθό της θάλασσας, απ’ όπου μπορεί να μολυνθούν τα ψάρια. Οι κάτοικοι δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούν πηγάδια για να πίνουν νερό ή να ποτίζουν τα λαχανικά τους, ενώ υπάρχουν οδηγίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την προστασία των παιδιών, των εγκύων και των ευπαθών ομάδων, οι οποίες δυστυχώς δεν ακολουθήθηκαν».

Από την πλευρά του, ο παιδοχειρουργός Δημήτρης Πετράκης, συνεργάτης του Εργαστηρίου Τοξικολογίας και Εγκληματολογικής Χημείας του Πανεπιστημίου Κρήτης, εξηγεί ότι πρόκειται για τη πιο φονική πυρκαγιά του 21ου αιώνα στον κόσμο, σε διάρκεια και έκταση, που είχε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τα οποία αυξάνουν το επίπεδο επικινδυνότητας για τον κόσμο που εκτέθηκε. «Εκλύθηκε στην ατμόσφαιρα μεγάλη ποσότητα χημικών ουσιών, στις οποίες εκτέθηκαν τόσο οι κάτοικοι όσο και τα συνεργεία καθαρισμού και οι εθελοντικές ομάδες. Οι ουσίες αυτές εισπνέονται ή μπαίνουν στον οργανισμό από το δέρμα, για παράδειγμα με τα άπλυτα χέρια, δρουν συσσωρευτικά και μένουν στον ανθρώπινο οργανισμό για μήνες ή για χρόνια. Ειδικά τα παιδιά πρέπει να είναι πολύ προσεκτικά όταν παίζουν στο έδαφος και να πλένουν τα χέρια τους όταν πιάνουν το χώμα. Είναι σημαντικό να γίνει η ανάλυση των βιοδεικτών των κατοίκων της περιοχής από εξειδικευμένους επιστήμονες, για να δούμε τα επίπεδα μόλυνσης».

Ο κ. Πετράκης προσθέτει ότι, σύμφωνα με μαρτυρίες κατοίκων, η καύση των ελενίτ προκάλεσε διασπορά μεγάλης ποσότητας αμιάντου. «Ωστόσο, οι οδηγίες της πολιτείας άργησαν να βγουν και έτσι τις πρώτες ημέρες οι κάτοικοι τα μάζευαν οι ίδιοι και τα πέταγαν στα σκουπίδια, εκθέτοντας τον εαυτό τους και το περιβάλλον σε μεγάλο κίνδυνο», καταλήγει.

Μια σοβαρή καταγγελία για τη διαχείριση του αμιάντου κάνει ο Θέμης Τσιρόπουλος, μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής των κατοίκων του Μάτι. «Ο καθαρισμός των κτιρίων από τον αμίαντο γίνεται από εξειδικευμένες εταιρείες, με συμβάσεις του υπουργείου Υποδομών, οι οποίες ωστόσο άργησαν πολύ να υπογραφούν. Ετσι, ο αμίαντος παρέμεινε για μήνες διάσπαρτος σε όλη την περιοχή, μετακινείτο με τον αέρα και κατά καιρούς είδαμε πεταμένα μπάζα με αμίαντο σε κοινούς κάδους, ενώ το επικίνδυνο αυτό υλικό πρέπει να μεταφέρεται με ειδικές διαδικασίες στο εξωτερικό, όπου καταστρέφεται», υποστηρίζει.

Ο κ. Τσιρόπουλος καταλήγει τονίζοντας ότι η ενημέρωση από την πολιτεία ήταν ανεπαρκής και αποσπασματική και υπάρχει μεγάλη σύγχυση στους κατοίκους για το τι πρέπει να κάνουν.