μιχελάκης-να-προχωρήσει-η-συνεργασία-235286
ΥΠΟΥΡΓΕΙΑ | 09.01.2014 | 21:53

Μιχελάκης: Να προχωρήσει η συνεργασία ΕΕ και κρατών-μελών με τις τρίτες χώρες προέλευσης μεταναστών

Τις προτεραιότητες του Υπουργείου Εσωτερικών κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Προεδρίας παρουσίασε ο υπουργός Εσωτερικών κ. Γιάννης Μιχελάκης σε συνέντευξη τύπου που παραχώρησε σε ανταποκριτές ξένου τύπου στο Ζάππειο Μέγαρο.

Ο Υπουργός Εσωτερικών τόνισε μεταξύ άλλων:

«Η δραματική οικονομική κρίση που βιώνουν πολλά κράτη –μέλη  της ΕΕ μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, δημιουργεί ένα πρωτόγνωρο οικονομικό, κοινωνικό,  αλλά και πολιτικό περιβάλλον.

Απειλεί πλέον την κοινωνική συνοχή σε πολλές ευρωπαϊκές κοινωνίες. Παράλληλα, τα κράτη-μέλη, που βρίσκονται στα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης και κυρίως τα κράτη του ευρωπαϊκού νότου, δέχονται καθημερινά ένα μεγάλο αριθμό μεταναστών.

Η Ελλάδα, αναλαμβάνοντας την Προεδρία της Ένωσης, θέτει ως μία εκ των προτεραιοτήτων της, την περαιτέρω προώθηση μιας ολοκληρωμένης ευρωπαϊκής διαχείρισης της μετανάστευσης.»

Όπως χαρακτηριστικά επεσήμανε ο κ. Γιάννης Μιχελάκης το Υπουργείο Εσωτερικών στοχεύει στην περαιτέρω προώθηση της τρέχουσας νομοθετικής δραστηριότητας της ΕΕ στον τομέα της νόμιμης μετανάστευσης, και θα εργαστεί εντατικά με στόχο την επίτευξη πολιτικής συμφωνίας Συμβουλίου και Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επί της πρότασης Οδηγίας για την είσοδο και διαμονή υπηκόων τρίτων χωρών στο πλαίσιο της ενδοεπιχειρησιακής μετάθεσης.

Παράλληλα θα προωθήσει τις συζητήσεις και θα αναζητήσει συμφωνία Συμβουλίου και Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επί της πρότασης Οδηγίας για την είσοδο και διαμονή υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την έρευνα, τις σπουδές, την ανταλλαγή μαθητών, την έμμισθη και άμισθη άσκηση, την εθελοντική υπηρεσία και την εσωτερική άμισθη βοήθεια.

Σε ότι αφορά τις επιδιώξεις της Ελληνικής Προεδρίας σε σχέση με τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ στον τομέα Εσωτερικών Υποθέσεων για την περίοδο που θα διαδεχθεί το Πρόγραμμα της Στοκχόλμης, ο Υπουργός Εσωτερικών αναφέρθηκε στις 4 βασικές προτεραιότητες:

Α. Οι πολιτικές της Ένωσης στη νόμιμη μετανάστευση θα πρέπει να διασυνδέουν άμεσα τις πολιτικές μετανάστευσης με τις ανάγκες των αγορών εργασίας των κρατών μελών.

Β. Οι πολιτικές ένταξης θα πρέπει να στοχεύουν στην ουσιαστική ενσωμάτωση των μεταναστών, στο πλαίσιο πάντα του ευρωπαϊκού πολιτισμού.

Με σεβασμό στη διαφορετικότητα, ώστε να αποφεύγονται ο κοινωνικός αποκλεισμός και να αποτρέπονται φαινόμενα  ξενοφοβίας και ρατσισμού.

Γ. Η αρχή της «αλληλεγγύης» να μετουσιωθεί σε σταθερούς και μόνιμους μηχανισμούς εφαρμογής.

Στόχος θα πρέπει να είναι η σταδιακή διασφάλιση ενός μηχανισμού δίκαιης κατανομής των βαρών για τα κράτη μέλη που υφίστανται αυξημένες μεταναστευτικές πιέσεις.

Δ. Η συνεργασία της ΕΕ και των κρατών-μελών με τις τρίτες χώρες προέλευσης και διέλευσης μεταναστών θα πρέπει να περάσει σε μια επόμενη φάση.

Σε μια φάση όπου ο βαθμός συνεργασίας των χωρών αυτών θα αποτελεί βασικό στοιχείο για την ενίσχυση των ευρύτερων σχέσεών τους με την Ένωση.

Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το ζήτημα της ελεύθερης κυκλοφορίας των πολιτών των κρατών μελών της ΕΕ που έχουν θέσει κάποιες χώρες , όπως η Γερμανία, η Βρετανία και η Ολλανδία  ο Υπουργός Εσωτερικών υπογράμμισε:

«Θεωρώ πολύ σημαντικά τα Θέματα που σχετίζονται με την ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους. Θυμίζω ότι η ελεύθερη κυκλοφορία υφίσταται σήμερα κατ’ εφαρμογήν σχετικής ευρωπαϊκής οδηγίας (Οδηγία 2004/38/ΕΚ).

Το ζήτημα του δικαιώματος των πολιτών της ΕΕ (και των μελών των οικογενειών τους) να κυκλοφορούν ελεύθερα εντός της ΕΕ θεωρούμε ότι είναι ιδιαιτέρως κρίσιμο. Αποτελεί ένα από τα θεμελιώδη δικαιώματα της ΕΕ. Είναι πυλώνας της ευρωπαϊκής ενοποίησης και αναπόσπαστο στοιχείο της ευρωπαϊκής ιθαγένειας. Σε συνέχεια της ανταλλαγής απόψεων που ήδη είχαμε στο πλαίσιο των δύο προηγουμένων Συμβουλίων Υπουργών, η Ελλάδα θεωρεί ότι πλέον η συζήτηση στο πολιτικό επίπεδο έχει ολοκληρωθεί.

Η πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, έδωσε σειρά τεχνικών διευκρινίσεων που θα πρέπει να μελετηθούν από τις αρμόδιες τεχνικές ομάδες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Συμβουλίου.

Όμως! Δεδομένης της κατάστασης που διαμορφώθηκε στην κοινή γνώμη των κρατών μας, η Ελλάδα θεωρεί ότι η όποια παράταση της πολιτικής συζήτησης μόνο κλίμα αμφιβολιών θα μπορούσε να δημιουργήσει σε σχέση με τις προθέσεις της Ένωσης.»

Τέλος  σε ερώτηση που δέχτηκε για το αν θα προλάβει η Ελλάδα να  ολοκληρώσει την επεξεργασία του σχεδίου Οδηγίας σχετικά με υπηκόους τρίτων χωρών που θέλουν να μπουν στην ΕΕ για σπουδές και επιστημονική έρευνα ο Υπουργός Εσωτερικών τόνισε:

«Πράγματι, τον Μάρτιο του 2013 Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε πρόταση Οδηγίας, η οποία στοχεύει

1. στην τροποποίηση των διατάξεων των υφιστάμενων Οδηγιών για σπουδές

2. στην υποχρεωτικότητα κάποιων άλλων διατάξεων που προς το παρόν υπάρχουν δυνητικά για τα κράτη-μέλη και αφορούν σε σπουδαστές, εθελοντές και άμισθους ασκούμενους

3. στην εισαγωγή κανόνων για δύο νέες κατηγορίες αυτή «των έμμισθων ασκούμενων» & αυτή «των εσωτερικών άμισθων βοηθών»

Σημαντικά ζητήματα σε σχέση με την πρόταση Οδηγίας είναι : 

(1) η διατήρηση της δυνητικής εφαρμογής ορισμένων διατάξεων (ανταλλαγής μαθητών, αμειβόμενης και μη εκπαίδευσης, εθελοντισμού και εσωτερικής άμισθης βοήθειας),

(2) η αναζήτηση απασχόλησης ή επιχειρηματικής δραστηριότητας από πλευράς του ερευνητή ή του σπουδαστή (μετά την ολοκλήρωση του σκοπού διαμονής του), αφού πρώτα αδειοδοτηθεί προς τούτο από κράτος μέλος. Δεν θέλουμε να υπάρχει αυτόματη πρόσβαση στην αγορά εργασίας) &

(3) η δυνατότητα των κρατών-μελών να επιβάλλουν ποσοστώσεις ή όγκους εισδοχής κατά τη διαδικασία αναζήτησης εργασίας των ΥΤΧ, που περιλαμβάνονται στις ως άνω κατηγορίες.

Η πρόταση Οδηγίας είναι στο στάδιο της επεξεργασίας στο πλαίσιο της αρμόδιας ομάδας εργασίας του Συμβουλίου.

Παράλληλα έχει ήδη τοποθετηθεί επί του θέματος η αρμόδια Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών (LIBE) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Η Προεδρία, παρά το δεδομένο ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα σε σχέση με τη λειτουργία του τρέχοντος Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, θα προωθήσει τις συζητήσεις και θα αναζητήσει, εάν αυτό καταστεί δυνατό, συμφωνία. Γνωρίζουμε ότι κάτι τέτοιο είναι αρκετά δύσκολο διότι απαιτεί τη συναίνεση και των 28 κρατών μέσα σε 4 μήνες. Οι παρατηρήσεις τους είναι πολλές δεκάδες. Εμείς θα προσπαθήσουμε. Ήδη έχουμε προγραμματίσει έκτακτες συναντήσεις της ομάδας εργασίας για να διαπιστώσουμε εάν υπάρχει κλίμα συναινέσεως.»