ανοίγει-ο-δρόμος-για-κίνητρα-σε-νέες-κι-90250
ΥΠΟΥΡΓΕΙΑ | 09.06.2018 | 11:08

Ανοίγει ο δρόμος για κίνητρα σε νέες κινηματογραφικές παραγωγές

Η προτεινόμενη ρύθμιση του επικεντρώνεται σε δυνητικούς επενδυτές σε οπτικοακουστικές παραγωγές στην Ελλάδα και προβλέπει

Την παροχή φορολογικών κινήτρων για την παραγωγή στην Ελλάδα κινηματογραφικών και τηλεοπτικών έργων, καθώς και συναφών οπτικοακουστικών έργων, κατά το πρότυπο λοιπών Ευρωπαϊκών χωρών προβλέπει το άρθρου 71Ε του πολυνομοσχεδίου. Μετά από μεγάλη συζήτηση που είχε γίνει τα τελευταία χρόνια αλλά και συνεχείς προσπάθειες το Υπ. Οικονομικών πείστηκε για την αναγκαιότητα της διάταξης που είναι απαραίτητη για την προσέλκυση κινηματογραφικών παραγωγών και λοιπών οπτικοακουστικών έργων στην Ελλάδα.

Ουσιαστικά προβλέπεται μια έκπτωση 30% των επιλέξιμων δαπανών από το φορολογητέο εισόδημα του φυσικού ή νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας που χρηματοδοτεί το έργο και είναι υποκείμενο φόρου στην Ελλάδα, για τις δαπάνες που πραγματοποιούνται στην Ελλάδα.

Ωστόσο, το ποσοστό της αφαίρεσης των δαπανών από το φορολογητέο εισόδημα του επενδυτή μαζί με τυχόν άλλες ενισχύσεις που έχει λάβει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα για το ίδιο οπτικοακουστικό έργο, δεν μπορούν να ξεπερνούν το 50% του κόστους παραγωγής του έργου αυτού.

Με απόφαση, μάλιστα,, των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού θα καθορισθούν οι επιλέξιμες δαπάνες, καθώς και οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή του άρθρου.

Οι παρεμβάσεις

Σημειώνεται ότι πριν λίγους μήνες, το Μάρτιο του 2018, μετά από ένα χρόνο από την κατάθεση επίκαιρης ερώτησης για την παροχή κινήτρων για την προσέλκυση διεθνών κινηματογραφικών παραγωγών που είχαν συνυπογράψει 15 ακόμα βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Ξυδάκης  είχε αναδείξει το θέμα.

Με Επίκαιρη Ερώτηση προς τον Υπουργό Οικονομικών ζήτησε να παρουσιαστεί στην εθνική αντιπροσωπεία το τι έχει γίνει για την κινητροδότηση των ξένων κινηματογραφικών παραγωγών και την εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με όσα ισχύουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Όπως αναφερόταν η θέσπιση φορολογικής έκπτωσης στους παραγωγούς διεθνών κινηματογραφικών ταινιών στην Ελλάδα θα επιφέρει πολλαπλά άμεσα και έμμεσα οφέλη στην οικονομία της χώρας και στις θέσεις εργασίας.

Παράλληλα, η προσέλκυση διεθνών παραγωγών αποτελεί ένα εξαιρετικό εργαλείο προώθησης και προβολής του ελληνικού τουρισμού στο εξωτερικό.

Όπως τόνιζε ο κ. Ξυδάκης η διαδικασία φορολογικής έκπτωσης που ισχύει σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, δεν πρέπει να συγχέεται με την πρόσφατη νομοθέτηση για δυνατότητα ενίσχυσης παραγωγής οπτικοακουστικών έργων στην Ελλάδα, με ένταξη στον αναπτυξιακό νόμο, καθότι υιοθετεί διαφορετική προσέγγιση και αφορά κατά το μάλλον ή ήττον εγχώριες παραγωγές ή ευρωπαϊκές συμπαραγωγές. Αντίθετα, τα φορολογικά κίνητρα για ξένες παραγωγές, που προφανώς και αυτά θα υπακούουν σε κάποια -απλά πάντως- κριτήρια, είναι άμεσα κατανοητά από τους επενδυτές και οικεία στην νοοτροπία και στις ταχύτητες που λειτουργεί και υλοποιείται μια αμερικανική συνήθως παραγωγή.

Σε άλλη ρότα από την ΕΕ

«Ενώ στο σύνολο των χωρών της ΕΕ έχουν νομοθετηθεί ελκυστικά φορολογικά κίνητρα για τις ξένες παραγωγές με τα ποσοστά επιστροφής να κυμαίνονται από 18 έως 30% του κόστους, στην Ελλάδα δεν έχει θεσπιστεί ανάλογο πλαίσιο κινήτρων με αποτέλεσμα οι μεγάλες κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές να μην επιλέγουν τη χώρα μας. Και αυτό παρά τα εξαιρετικά φυσικά της πλεονεκτήματα και άλλα συντελεσθέντα βήματα (πχ. απλούστευση αδειοδότησης για γυρίσματα σε αρχαιολογικούς χώρους)» ανέφερε αναλυτικά ο κ. Ξυδάκης και προσέθετε:

«Το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο δίνει τη δυνατότητα φοροαπαλλαγής 20% σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ελληνικής φορολογικής υποχρέωσης στην Ελλάδα, αλλά αποκλείει τις ξένες παραγωγές όπως και  τις ελληνικές εταιρίες παραγωγών που λειτουργούν ως υπεργολάβοι – εκτελεστές ξένων παραγωγών και με τον τρόπο αυτό αποτρέπει σημαντικούς δυνητικούς επενδυτές.

Ο ν. 4487/2017 του υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής για την ενίσχυση παραγωγής οπτικοακουστικών έργων στην Ελλάδα ενδεχομένως να λειτουργήσει επικουρικά αλλά δεν λύνει το πρόβλημα, καθότι υιοθετεί τελείως διαφορετική προσέγγιση από τη φορολογική κινητροδότηση: εντάσσει τις παραγωγές στις βαριές χρονοβόρες διαδικασίες του Αναπτυξιακού Νόμου και αφορά κατά το μάλλον ή ήττον εγχώριες παραγωγές ή ευρωπαϊκές συμπαραγωγές, εφόσον οι πόροι προέρχονται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων.

Δεν είναι λογικό να προσδοκούμε ότι μεγάλοι ξένοι παραγωγοί θα μπουν στη διαδικασία ένταξης στον Αναπτυξιακό Νόμο. Είναι λογικό να ακολουθήσουμε τις εφαρμοζόμενες βέλτιστες πρακτικές των ευρωπαϊκών ανταγωνιστικών κρατών. Τα φορολογικά κίνητρα για ξένες παραγωγές, που προφανώς και αυτά θα υπακούουν σε κάποια -απλά πάντως- κριτήρια, είναι άμεσα κατανοητά από τους επενδυτές και οικεία στη νοοτροπία και στις ταχύτητες με τις οποίες λειτουργεί και υλοποιείται μια αμερικανική συνήθως παραγωγή.»