ουσίες-στον-αέρα-κλειστών-χώρων-θέτου-106878
ΥΓΕΙΑ | 28.05.2018 | 09:30

Ουσίες στον αέρα κλειστών χώρων θέτουν σε κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία

Επιβλαβείς για την ανθρώπινη υγεία μπορεί να είναι ουσίες που συγκεντρώνονται στον αέρα των κλειστών χώρων. Σύμφωνα με τον πνευμονολόγο, ομότιμο καθηγητή της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Λάζαρο Σιχλετίδη, ουσίες που εκλύονται από την καύση ξύλων σε τζάκι και σε ξυλόσομπες, από τη συσσωρευμένη μούχλα, από το κάπνισμα, τα έπιπλα ή ακόμη και το τσιμέντο, τα οικοδομικά υλικά και το υπέδαφος, επιβαρύνουν τον αέρα στο εσωτερικό σπιτιών και κτιρίων.

Ειδικότερα, όπως εξηγεί ο κ. Σιχλετίδης στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, κατά τη λειτουργία των τζακιών και την καύση των ξύλων αυξάνονται οι συγκεντρώσεις του διοξειδίου του άνθρακα στον αέρα εσωτερικών χώρων ενώ εκλύονται αρωματικοί υδρογονάνθρακες και αιωρούμενα σωματίδια. Παράλληλα, λόγω της υγρασίας, δημιουργείται μούχλα και αναπτύσσονται μύκητες. Ένας από αυτούς φέρει την ονομασία “altenaria” και μπορεί να προκαλέσει δυσπνοϊκές κρίσεις, αλλεργική ρινίτιδα και άσθμα σε ατοπικά άτομα που είναι ευαίσθητα σε χημικές ουσίες.

Ουσίες, όμως, απελευθερώνονται στον αέρα και από άλλα υλικά μέσα σε κλειστούς χώρους. Αυτό ισχύει για την περίπτωση επίπλων τα οποία εκλύουν φορμαλδεΐδη, η οποία βρίσκεται στις βαφές και τα συνθετικά υλικά που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή τους. Το κάπνισμα είναι ακόμη ένας παράγοντας που επιβαρύνει ιδιαίτερα τον αέρα ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι για το 23% των αναπνευστικών προβλημάτων που διαγιγνώσκονται σε παιδιά, ενοχοποιείται το παθητικό κάπνισμα.

“Υπάρχουν επίσης σπίτια που είναι ερμητικά κλειστά, ο αέρας στο εσωτερικό τους δεν ανανεώνεται και οι άνθρωποι που ζουν σε αυτά εμφανίζουν αναπνευστικά προβλήματα. Περιγράφεται διεθνώς το σύνδρομο κλειστών χώρων και τα συμπτώματά του είναι αναπνευστικά προβλήματα, γενική σωματική κατάπτωση και κεφαλαλγία. Αυτά οφείλονται σε λοιμώδεις παράγοντες από αλλεργιογόνα ή χημικές ουσίες που βρίσκονται στον αέρα και καθώς ο χώρος είναι κλειστός, συγκεντρώνονται σε μεγάλες ποσότητες” προσθέτει.

Σε ό,τι αφορά τα δομικά υλικά επισημαίνει ότι “στις σκανδιναβικές χώρες, δεδομένα υποστηρίζουν ότι 400 καρκίνοι του πνεύμονα (περιστατικά), από τα 2.000, οφείλονται σε ραδιενεργά στοιχεία, που βρίσκονται στα οικοδομικά υλικά ή προέρχονται από το υπέδαφος. Αυτός είναι και ο λόγος που η επιβάρυνση της υγείας, λόγω του αέρα στους κλειστούς χώρους, είναι μεγαλύτερη όταν ο χώρος αυτός βρίσκεται σε υπόγεια από ό,τι σε ρετιρέ”.

Στο ίδιο μήκος κύματος, ο μηχανολόγος μηχανικός, σύμβουλος βιοκλιματικής παθητικής κατασκευής, Χρήστος Λαζαρίδης, επικαλούμενος πανεπιστημιακές έρευνες στη Γερμανία, παραθέτει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ στοιχεία για τις συγκεντρώσεις του διοξειδίου του άνθρακα σε χώρους που είναι ερμητικά κλειστοί. Βάσει αυτών, το διοξείδιο του άνθρακα, που κατά τη διάρκεια της ημέρας διαμορφώνεται σε τιμές χαμηλότερες των πεντακοσίων ppm (μονάδα μέτρησης που δηλώνει την περιεκτικότητα της ατμόσφαιρας σε διοξείδιο του άνθρακα), κατά τη διάρκεια της νύχτας ανεβαίνει στα υπνοδωμάτια μέχρι και τα 3000 ppm, τη στιγμή που το επιτρεπτό όριο υγιεινής για χώρους που κατοικούνται συνεχώς είναι τα 1000 ppm. Αυτό συμβαίνει λόγω της παραγωγής διοξειδίου του άνθρακα από τη φυσιολογική λειτουργία της αναπνοής των ανθρώπων όταν κοιμούνται.

Η ανανέωση του αέρα σημείο – κλειδί στην αντιμετώπιση του προβλήματος

Για την αντιμετώπιση των παραπάνω παραγόντων, που μπορεί να επιδρούν αρνητικά στην ανθρώπινη υγεία, σημείο – κλειδί είναι η ανανέωση του αέρα στους κλειστούς χώρους. “Καλό είναι να γίνεται ο σωστός αερισμός στα σπίτια μας, το πρωί και το βράδυ, για να αποφεύγεται τόσο η συγκέντρωση διαφόρων επιβαρυντικών ουσιών όσο και η δημιουργία μούχλας λόγω της υγρασίας” επισημαίνει ο κ. Σιχλετίδης. Τα οικιακά κλιματιστικά μηχανήματα είναι, κατά τον ίδιο, μια ακόμη εναλλακτική δυνατότητα.

Ωστόσο, ο αερισμός των κλειστών χώρων ανοίγοντας και κλείνοντας πόρτες και παράθυρα προκαλεί, σύμφωνα με τον κ. Λαζαρίδη, μεγάλες απώλειες ενέργειας ιδιαίτερα σε περιοχές όπου η θερμοκρασία είναι χαμηλή, οι χειμώνες ιδιαίτερα κρύοι και οι ανάγκες για θέρμανση μεγάλες.

“Μέσω του αερισμού χάνουμε το 25% της θερμότητας σε έναν κλειστό χώρο. Καθώς, μάλιστα, οι ανάγκες για μείωση της κατανάλωσης ενέργειας για την θέρμανση το χειμώνα ή την ψύξη ενός σπιτιού το καλοκαίρι επιβάλλουν την υιοθέτηση των κανόνων μιας βιοκλιματικής κατασκευής, προωθούνται πρακτικές για τη στεγανοποίηση των σπιτιών, προκειμένου να μη διαφεύγει θερμότητα ή δροσιά από αυτά. Τότε, όμως, είναι σαν να φοράμε στο σπίτι μας μια σακούλα στο κεφάλι και το αποτέλεσμα είναι ότι δεν μπορεί να αναπνέει. Η λύση σε όλα αυτά είναι ο ελεγχόμενος αερισμός με ειδικές συσκευές που λειτουργούν με εναλλάκτες. Μέσω της χρήσης τους, μπορεί να αποφευχθεί η απώλεια ενέργειας που σημειώνεται λόγω του ανοίγματος των παραθύρων για αερισμό” αναφέρει χαρακτηριστικά.

Ειδικότερα εξηγεί ότι οι εν λόγω συσκευές, διαστάσεων μισού επί μισού μέτρου, τοποθετούνται απευθείας σε έναν εξωτερικό τοίχο ενός σπιτιού, αφού δημιουργηθεί σε αυτόν ένα άνοιγμα. “Η εντοιχισμένη, πλέον, συσκευή συνδέει τον εξωτερικό με τον εσωτερικό χώρο. Έχει ένα μικρό ανεμιστήρα, παίρνει φρέσκο αέρα από έξω, τον εναλλάσσει με τον εσωτερικό αέρα και στη συνέχεια τον διαχέει μέσα στο σπίτι” σημειώνει.

Στα πλεονεκτήματα της λειτουργίας της συμπεριλαμβάνει την εξασφάλιση καθαρού αέρα για τον εσωτερικό χώρο, τη μη διαφυγή θερμότητας τον χειμώνα ή δροσιάς το καλοκαίρι από το σπίτι αλλά και τη ρύθμιση των επιπέδων υγρασίας. Το κόστος αγοράς μιας τέτοιας συσκευής ξεκινά από πεντακόσια ευρώ και αυξάνεται ανάλογα με την ισχύ, το μέγεθος και τις τεχνολογικές της δυνατότητες.