την-κορδέλα-των-εγκαινίων-θα-δέσει-το-τ-248298

Την κορδέλα των εγκαινίων θα δέσει το ΤΑΙΠΕΔ!

Την κορδέλα των εγκαινίων θα δέσει το ΤΑΙΠΕΔ!

Του Χρήστου Μάτη*

Ακούω πολλές φορές τον τελευταίο καιρό παλιούς Θεσσαλονικείς να αναπολούν την Έκθεση της δεκαετίας του ’70 και του ’80 με το λουκάνικο και τη μαύρη μπύρα. Ουσιαστικά βέβαια αναπολούν τα νιάτα τους και το κλίμα, όταν ο Τόλης Βοσκόπουλος μοίραζε δωρεάν εισιτήρια, για να ρίξει το κοινό την ψήφο του για το «Ξανθή αγαπημένη Παναγιά» στο Φεστιβάλ Τραγουδιού και όχι κανένα σπουδαίο οικονομικό γεγονός.

Η συγκεντροποίηση των Μέσων Ενημέρωσης, που κυριάρχησε στην Ελλάδα μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990, έκανε την Έκθεση ένα πολιτικά σημαντικό γεγονός, καθώς αποτελούσε το βήμα των κυβερνητικών εξαγγελιών για την οικονομία.

Αυτό κράτησε ως τις αρχές της δεκαετίας του 1990 και διατηρήθηκε στη ζωή για λίγο ακόμη, εξαιτίας συμπτώσεων. Το 1993 η ΔΕΘ συνέπεσε με την πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη και την προεκλογική περίοδο, το 1995 με την αποπομπή Σημίτη από την Κυβέρνηση, το 1996 με τις πρόωρες εκλογές και το 1997 με την ανάληψη των Ολυμπιακών Αγώνων. Κανένα από τα γεγονότα δεν είχε αφετηρία συζήτησης την οικονομική πολιτική. Από το 1998 και μετά, η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης μετατράπηκε από έκθεση κυβερνητικών πεπραγμένων που ήταν, σε προνομιακό πεδίο για την άσκηση αντιπολίτευσης.

Ο εκάστοτε πρωθυπουργός βιαζόταν να τελειώσει τη συνέντευξη Τύπου και ο εκάστοτε αρχηγός της αντιπολίτευσης απαντούσε επί δύο ώρες, αφού προηγουμένως είχε κάνει tour στις διαδηλώσεις κατά της κυβερνητικής πολιτικής.

Ο τηλεοπτικός χρόνος καταργούσε την ανάγκη για απολογισμό των εξαγγελιών την επόμενη χρονιά, αφού ο απολογισμός γινόταν ήδη την επόμενη ημέρα στα κανάλια.

Η επιλογή Σαμαρά τα τελευταία δύο χρόνια να μειώσει την πρωθυπουργική παρουσία του στα εγκαίνια είναι αντίστοιχη με την επιλογή του Ανδρέα Παπανδρέου να την αυξήσει το 1994 εξαιτίας της αδυναμίας του, για λόγους υγείας, να κάνει και τα εγκαίνια και την ομιλία στο δείπνο την ίδια μέρα, όπως συνηθιζόταν μέχρι τότε.

Δεν έχει καμία σημασία. Γιατί δεν υφίσταται ο θεσμός. Οι γενικές εκθέσεις έχουν υποχωρήσει παγκοσμίως εδώ και 20 χρόνια, η συγκεκριμένη έκθεση ήταν έκθεση κυβερνητικών οργανισμών με ελάχιστους ιδιώτες, που κι αυτοί συνδέονταν με το κράτος.

Αυτή η έκθεση του Σεπτεμβρίου δεν έχει πλέον λόγο ύπαρξης, γιατί δεν τα κατάφερε να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες και γιατί οι νέες συνθήκες δεν προέβλεπαν πλέον ρόλο.

Μια υπερεπένδυση γης

Το βασικό ζήτημα που έχει να απαντήσει το ελληνικό κράτος δεν είναι τι θα γίνει η έκθεση. Η γενική θα σέρνεται μέχρι να αποτελειωθεί και οι ειδικές θα χάσουν πανηγυρικά από τους ιδιώτες, όταν εμπλακούν στη δραστηριότητα.

Το βασικό ζήτημα είναι τι θα γίνει με τον χώρο που καταλαμβάνει σήμερα η Έκθεση και ο οποίος ανήκει στο ελληνικό δημόσιο.

Είναι προνομιακός χώρος στο κέντρο της πόλης, ο οποίος παραμένει περίκλειστος χωρίς κανένα λόγο που να το δικαιολογεί.

Η κυβέρνηση και τα πολιτικά κόμματα δυσκολεύονται να μιλήσουν, επειδή φοβούνται το πολιτικό κόστος που θα έχει η όποια θέση πάρουν. Και γι’ αυτό προτιμούν να αναθέτουν μελέτες, τη σκοπιμότητα των οποίων οριοθετεί το ίδιο το ερώτημα:

Αν το ερώτημα είναι: «Να φύγει η έκθεση και ν’ ανοίξει ο χώρος στο κέντρο της πόλης», η απάντηση είναι ΝΑΙ και το κόστος υπολογίζεται στο πλαίσιο του γενικού οφέλους. Το ίδιο όμως συμβαίνει και στο ερώτημα: Πόσο θα κοστίσει αυτό; Που η απάντηση είναι απαγορευτική: 300 εκ. ευρώ.

Η Έκθεση, λοιπόν, δεν έχει λεφτά να φύγει και λόγο να μείνει εκεί που είναι σήμερα.

Και τα 200 στρέμματα τα διαχειρίζεται πολιτικό προσωπικό διορισμένο, με ελάχιστα περιθώρια πρωτοβουλίας.

Είναι η κυβέρνηση λοιπόν που θα αποφασίσει. Αλλά μάλλον διστάζει να το κάνει, με αποτέλεσμα η μόνη λύση που μπορεί να δοθεί σήμερα είναι να ανοίξει ο χώρος σταδιακά στους πολίτες και να μετατραπεί σε χώρο αναψυχής.

Διότι 200 στρέμματα που χρησιμοποιούνται ένα μήνα συνολικά το χρόνο στο κέντρο μιας κορεσμένης πόλης, είναι υπερεπένδυση που πρέπει να σταματήσει.

Το βασικό ζήτημα είναι ότι οι χρήσεις στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, που μπορεί να είναι ελκυστικές και σε περίοδο κρίσης, είναι περιορισμένες.

Κι επειδή λεφτά δεν υπάρχουν, υπάρχουν δυο ενδεχόμενα: Να ανοίξει ο χώρος και να χρηματοδοτήσει η αγορά τις νέες διευθετήσεις, επειδή θα συμπίπτουν με τις προσδοκίες της για κέρδη, ή να ανοίξει ο χώρος χωρίς αγορά και να πρέπει να χρηματοδοτηθεί η συντήρησή του.

Έτσι ενδέχεται, αν δεν υπάρξουν προδιαγραφές, να μετατραπεί σε έναν ακόμη χώρο καφεστίασης. Θα μπορούσε π.χ. για αρχή να φιλοξενεί υπαίθριες αγορές και εκθέσεις ή υπαίθριες δραστηριότητες των σχολείων.

Αν δεν το αποφασίσει η πόλη, θα το αποφασίσει το ΤΑΙΠΕΔ. Και αυτό αποφασίζει με κριτήρια που ούτε καν λεφτά δεν φέρνουν…

*Ο Χρήστος Μάτης είναι δημοτικός σύμβουλος Θεσσαλονίκης