ρ-αντωνοπούλου-όσο-ο-κατώτατος-μισθός-93910

Ρ. Αντωνοπούλου: Όσο ο κατώτατος μισθός δεν ανεβαίνει, επιβαρύνονται όλοι

Η ανεργία στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat, παραμένει υψηλή, με ποσοστό 23,5%, κρατώντας σταθερά την πρώτη θέση στην κατάταξη των χωρών-μελών της ΕΕ. Η αναπληρώτρια υπουργός Εργασίας, Ράνια Αντωνοπούλου, απαντά στην «Εποχή» για τις δράσεις που πρόκειται να αναλάβει, αλλά και αυτές που έχουν ήδη υλοποιηθεί, στην προσπάθεια καταπολέμησης μιας από τις κυριότερες αιτίες που οδηγεί τον κόσμο στη φτώχεια και την απόγνωση.

Πρόκειται να προχωρήσετε σε μια μετατροπή του επιδόματος ανεργίας σε επιδότηση απασχόλησης. Ποιος είναι ο λόγος αυτής της πρότασης;

Το επίδομα ανεργίας θα μπορεί να χρησιμοποιείται από εδώ και πέρα από έναν εγγεγραμμένο επιδοτούμενο άνεργο και σαν επιδότηση θέσης εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. Αυτό σημαίνει ότι ο άνεργος έχει επιλογή. Υπάρχει ένα τμήμα που εγγράφεται και έχει δικαίωμα για πέντε ή δώδεκα μήνες κανονικής επιχορήγησης, εάν θέλει να χρησιμοποιήσει αυτό το διάστημα είτε για να βρει άλλη θέση εργασίας, να μετακινηθεί σε άλλη πόλη, να αλλάξει επάγγελμα, να γραφτεί σε μια σχολή για να αποκτήσει καινούργιες δεξιότητες κτλ. Υπάρχει, όμως, και ένα τμήμα επιδοτούμενων ανέργων που η επιθυμία του είναι να είχε μια θέση να απασχοληθεί. Πρώτα από όλα, λοιπόν, δίνουμε τη δυνατότητα στον άνεργο να επιλέξει πώς θα χρησιμοποιήσει αυτά τα χρήματα, σαν επίδομα ανεργίας ή σαν επιδότηση απασχόλησης. Παράλληλα, αυτές οι θέσεις αφορούν μικρές επιχειρήσεις, που απασχολούν από 1 μέχρι 10 εργαζόμενους, που είναι η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας και έχουν πληγεί πολύ αυτά τα χρόνια. Όπως, επίσης, αυτοαπασχολούμενους που ξεκινούν τώρα μια επιχείρηση και θα επιθυμούσαν να έχουν κάποιον εργαζόμενο, αλλά το μισθολογικό κόστος είναι πολύ βαρύ για αυτούς.

Υπάρχει, όμως, και η άποψη που βλέπει σε αυτό το μέτρο την ενίσχυση των εργοδοτών αντί των ανέργων, παρέχοντάς τους φθηνό εργατικό δυναμικό, που θα εναλλάσσουν ανά 15 μήνες, αντί να κάνουν πραγματικές προσλήψεις. Εσείς τι απαντάτε σε αυτό;

Πρώτα από όλα, αυτό θα το δούμε στην πράξη. Πριν το δοκιμάσουμε δεν μπορούμε να το ξέρουμε. Θέλω να πω, όμως, ότι αυτός ο διαχωρισμός είναι κάπως περίεργος. Βρισκόμαστε σε ένα σύστημα που, κοιτάζοντας την απασχόληση, δηλαδή, αυτοαπασχολούμενοι με εργαζόμενους ή χωρίς, και εργαζόμενοι, η πλειοψηφία των ανθρώπων που κερδίζουν τα προς το ζην, όταν βγαίνουν από τη δραστηριότητα που ακολουθούσαν μέχρι τώρα, επιθυμούν να είναι εργαζόμενοι. Σαν εργαζόμενο ποιος θα σε προσλάβει; Ή ο ιδιωτικός τομέας ή ο δημόσιος ή θα ξεκινήσεις να εργάζεσαι σε συνεταιριστικά εργατικά σχήματα, στην κοινωνική οικονομία. Άρα μιλάμε για μια θέση εργασίας που πρέπει να υποστηριχθεί από κάποιον. Όποιος πρόκειται να μπει σε σχέση εξαρτημένης εργασίας, χρειάζεται κάποιον εργοδότη να τον προσλάβει. Το θέμα για εμάς ήταν να μην υποστηρίξουμε τις μεγάλες εταιρείες που θα έπαιρναν τσάμπα εργασία. Όταν μιλάμε για μικρές επιχειρήσεις που έχουν ταλαιπωρηθεί πολύ, αλλά είναι αυτές που κάνουν το μεγαλύτερο αριθμό προσλήψεων σε μια χώρα, και λέμε ότι υποστηριζούμε αυτούς, σημαίνει ότι υποστηριζούμε και τους δύο: Και τον εργαζόμενο και τον εν δυνάμει εργοδότη μιας μικρής επιχείρησης. Και άλλωστε, δεν έχει μπει υποχρεωτικότητα, ο άνεργος διαλέγει πώς θέλει να λάβει το επίδομα. Θα δούμε όταν υλοποιηθεί αν είναι χρήσιμο στους ανέργους ή όχι αυτό το μέτρο. Θα το δοκιμάσουμε, γιατί πιστεύουμε ότι θα βοηθήσει τον άνεργο που θα θέλει να χρησιμοποιήσει αυτά τα χρήματα, τα 360 ευρώ του επιδόματος, σαν τμήμα μιας θέσης εργασίας που θα λαμβάνει τουλάχιστον τον κατώτερο μισθό (μαζί με αυτά που θα βάζει ο εργοδότης) και ένσημα.

Φρένο στην ελαστική εργασία

Αν μετά τη λήξη της επιδότησης απασχόλησης ο εργοδότης δεν προχωρήσει σε μια πραγματική πρόσληψη, οι άνθρωποι που μετείχαν του προγράμματος θα μπορούν να εγγραφούν στο ταμείο ανεργίας, λαμβάνοντας επίδομα; Και πόσες πιθανότητες υπάρχουν για μόνιμες θέσεις εργασίας μετά;

Εφόσον θα έχουν εργαστεί για 15 μήνες, αυτοδικαίως θα εγγράφονται ως άνεργοι στον ΟΑΕΔ και θα δικαιούνται το επίδομα. Δεύτερον, αν κοιτάξετε το ποσοστό των προσλήψεων σήμερα στη μερική απασχόληση, είναι το 52%. Το να πει κανείς ότι δημιουργώ θέσεις πλήρους απασχόλησης για τους 10.000 ανέργους -για πρώτη φάση, γιατί μετά θα ανοίξει κι άλλο, αν δούμε ότι υπάρχει ζήτηση- για 15 μήνες και να μένουμε στο τι θα γίνει μετά, δεν ωφελεί. Γιατί έχουμε δει τι έχει γίνει από το 2010 μέχρι το 2012 και έπειτα, που η αγορά εργασίας έγινε πολύ πιο ελαστική, έπεσαν οι μισθοί κτλ. Άρα εμείς προσπαθούμε να βάζουμε φρένο σε όλα αυτά. Αυτές οι θέσεις θα είναι πλήρους απασχόλησης, με εργασιακά δικαιώματα.

Τι πρόκειται να γίνει με τους μακροχρόνια ανέργους, που δεν λαμβάνουν επίδομα;

Ήδη έχουμε δράσεις για τους μακροχρόνια ανέργους. Επειδή δεν δικαιούνται επίδομα ανεργίας, έχουμε χρησιμοποιήσει χρήματα ΕΣΠΑ για τη δράση «Υποστήριξη νέων θέσεων εργασίας», που όταν γίνεται μια πρόσληψη από μια εταιρεία, υποστηρίζουμε ένα μικρό ποσοστό, περίπου 370 ευρώ το μήνα, που καλύπτουν σίγουρα τις ασφαλιστικές εισφορές. Με αυτό τον τρόπο καταφέρνουμε να καταπολεμήσουμε και ένα άλλο πλήγμα για την ελληνική οικονομία, που είναι η αδήλωτη εργασία. Μια άλλη πιο εξειδικευμένη δράση είναι για ανθρώπους 50 ετών και άνω, μια δύσκολη ηλικία για επαναπρόσληψη, όπου πληρώνουμε μέχρι και το 50% όλου του κόστους για την απασχόληση του ανέργου. Αυτό το πρόγραμμα ανοίγει πρώτα για 9 μήνες πρόσληψης, αν πάει καλά η εργασιακή σχέση και οι δύο πλευρές θελήσουν να συνεχίσουν, ανανεώνεται για άλλους 9 μήνες, και στη συνέχεια υπάρχει υποχρέωση της επιχείρησης να κρατήσει τον εργαζόμενο, με δικό της κόστος, για άλλους τρεις μήνες. Άρα μιλάμε για 21 μήνες. Το τρίτο είναι ότι στα προγράμματα που προσφέρουν πλήρη απασχόληση για μικρό χρονικό διάστημα, αλλά με ένσημα, όπως η κοινωφελής εργασία σε δήμους, δίνεται μια παραπάνω μοριοδότηση στις ευάλωτες ομάδες, όπως είναι οι μεγαλύτεροι σε ηλικία.

Αλλαγή στόχευσης των προγραμμάτων

Άλλη ευαίσθητη ομάδα ανέργων αποτελούν οι νέοι, που αναγκάζονται σε μεγάλο βαθμό σε μετανάστευση. Τι προγράμματα έχετε σκεφτεί για αυτούς;

Υπάρχουν προγράμματα τα οποία έχουν τρία τμήματα. Ένα τμήμα κατάρτισης, ένα πρακτικής άσκησης και ένα εγγυημένης απασχόλησης σε μια εταιρεία. Εδώ το μεγάλο θέμα που προκύπτει, κατά τη γνώμη μου, είναι ότι όλα αυτά τα προγράμματα μέχρι τώρα δεν είχαν καλή στόχευση. Όταν έχεις ένα πρόγραμμα για ηλικίες 18-24 ετών, είναι σαν να υποθέτεις ότι όλοι αυτοί μεταξύ τους είναι το ίδιο πράγμα. Δεν είναι, όμως, έτσι. Γιατί ένας πολίτης 24 ετών είναι πιθανό να έχει πρότερη εργασιακή εμπειρία και να έχει τελειώσει και μια σχολή. Θα προσφέρουμε σε αυτόν την υποστήριξη να επανενταχθεί με τον ίδιο τρόπο που θα ισχύσει για τον 18χρονο, που έχει τελειώσει μόνο το λύκειο χωρίς πρότερη εμπειρία; Δεν θα έπρεπε. Μέχρι τώρα ανοίγουμε κοινά προγράμματα, ώστε να λάβουν το επίδομα εργασίας, το οποίο είναι σημαντικό, αλλά δεν αρκεί. Πρέπει παράλληλα να εξασφαλίσουμε ότι θα λάβει η κάθε περίπτωση τα αναγκαία εφόδια. Από εδώ και πέρα τα προγράμματα κατάρτισης είναι εξειδικευμένα, σε κλάδους, δηλαδή, που έχουν ανάπτυξη και σε επαγγέλματα που έχουν ζήτηση. Έχει ολοκληρωθεί ο μηχανισμός διάγνωσης της αγοράς εργασίας, που έπρεπε να υπάρχει από πριν, αλλά ενώ εμείς τον φτιάξαμε σε 8 μήνες, οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν μπορούσαν να τον κάνουν σε 7 χρόνια. Υπήρχε πρόταση να γίνει από τον ιδιωτικό τομέα, αλλά επιμείναμε ότι μπορεί να γίνει από το δημόσιο, όπως και απεδείχθη ότι γίνεται. Είναι ένα δίκτυο που συμμετέχουν οι εργοδότες, οι κοινωνικοί εταίροι, που κάνουν εξειδικευμένες μελέτες στον κάθε κλάδο, λαμβάνουμε τα στοιχεία σε περιφερειακό επίπεδο, μαζεύονται όλα αυτά και βγάζουμε πορίσματα, ώστε πια τα προγράμματα κατάρτισης να στηρίζονται στη διάγνωση των αναγκών που υπάρχουν στην αγορά εργασίας. Επειδή οι νέοι δεν αποτελούν ένα ομοιογενές σύνολο πρέπει να γίνεται αυτού του είδους η εξειδίκευση. Άλλα προγράμματα για ΑΕΙ-ΤΕΙ, άλλα για αυτούς χωρίς πρότερη εμπειρία και να εστιάζουμε σε κλάδους κατάρτισης που έχουν μέλλον, π.χ. τεχνολογία πληροφοριών, εξωστρεφές εμπόριο, αγροδιατροφική αλυσίδα κτλ. Ως πολιτεία πρέπει να είμαστε σε θέση να δώσουμε τις πληροφορίες για την αγορά σε όσους θέλουν να ξεκινήσουν μια επιχείρηση, χωρίς να χειραγωγούμε κανέναν.

Πώς θα ήταν δυνατόν να υπάρξει γενικότερα μια καλύτερη σύνδεση μεταξύ ζήτησης και προσφοράς εργασίας;

Ο κάθε άνεργος του ΟΑΕΔ μπορεί να έχει έναν κλειδάριθμο, όπως και οι εργοδότες που προσφέρουν θέση εργασίας, και έτσι στην ιστοσελίδα του ΟΑΕΔ να μπορεί ο κάθε ενδιαφερόμενος να δει τι ζητείται και τι προσφέρεται. Υπάρχει όντως το ζήτημα της σύνδεσης. Η διοικήτρια του ΟΑΕΔ, που έχουμε πολύ καλή σχέση, έχει επισημάνει αυτό το πρόβλημα και έχουν γίνει αλλαγές, και θα γίνουν και άλλες προς αυτή την κατεύθυνση. Στο παρελθόν για τη μισθολογική υποστήριξη που λέγαμε πριν, πήγαινε ο εργοδότης με κάποιον συγκεκριμένο δικό του άνθρωπο για την εργασία και ζητούσε τα χρήματα από τον ΟΑΕΔ. Τώρα ανοίγουμε ένα μητρώο όπου η κάθε εταιρεία θα δηλώνει τι χρειάζεται και θα εντοπίζει ο ΟΑΕΔ ποιοι κάνουν για τη δουλειά και θα τους στέλνει για συνέντευξη, αντί να παίρνουν τους γνωστούς τους, τους συγγενείς τους κτλ. Ήδη, λοιπόν, έχουμε θετικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση αν και έχουμε δρόμο ακόμα να διανύσουμε. Κάτι που πρέπει να γνωρίζει όμως ο κόσμος είναι ότι ο μέσος όρος στην Ευρώπη εργασιακού συμβούλου και ανέργων είναι ένας προς 300. Στην Ελλάδα είναι ένας προς 3.000. Πρόσφατα πήραμε έγκριση για 365 προσλήψεις που θα βοηθήσει πολύ, αλλά πρέπει να κατανοούμε ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι καταβάλουν τεράστιες προσπάθειες, χωρίς να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν εξαιρέσεις, με τους λιγοστούς οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους που έχουμε προς μια καλύτερη κατεύθυνση.

Ορθολογικές προσλήψεις στο δημόσιο

Μιας και αναφέρατε το δημόσιο, είναι δυνατόν, πιστεύετε, να καταπολεμηθεί μια τόσο υψηλή ανεργία χωρίς τη συμμετοχή του δημοσίου, όχι μόνο με επιχορηγήσεις, αλλά με θέσεις εργασίας, που τις έχει και ανάγκη άλλωστε για τη λειτουργία του;

Η προσωπική μου άποψη είναι ότι το δημόσιο δεν πρέπει είναι ένας χώρος απορρόφησης ό,τι περισσεύει από την αγορά, αλλά ορθολογικά να προσλαμβάνει τόσους όσους χρειάζεται για να ασκεί σωστά το διοικητικό του έργο, αλλά και να προσφέρει τις απαραίτητες υπηρεσίες στον κόσμο. Όταν έχουμε ελλείψεις στα πεδία της υγείας, παιδείας και πρόνοιας και οι ίδιες υπηρεσίες στο δημόσιο έχουν τρομακτικές ελλείψεις και κενά, είναι σαφές ότι θα πρέπει να γίνουν κάποιες προσλήψεις. Έχουν ανακοινωθεί ότι θα γίνουν και γίνονται σταδιακά, όπως στο υπουργείο Παιδείας και Υγείας, αλλά αυτό πρέπει να καταλάβουμε όλοι ότι δεν είναι δυνατόν όσο δεν υπάρχουν πόροι. Θα μιλήσει κάποιος για ανάπτυξη, αλλά δεν είναι μόνο αυτή. Η φοροδιαφυγή και η αδήλωτη εργασία είναι πολύ μεγάλες πληγές, τις οποίες δεν γέννησε η κρίση, να λέμε την αλήθεια. Αν εμείς σαν πολίτες δεν κάνουμε στο μυαλό μας την αντιστοίχηση ότι για κάθε 1.000 ευρώ που διαφεύγουν έχεις ένα λιγότερο άνθρωπο στο δημόσιο που τον χρειάζεσαι, πώς θα αλλάξει;

Στα νέα στοιχεία της Eurostat για την ανεργία η Ελλάδα βρίσκεται πάλι στην πρώτη θέση, έχοντας ταυτόχρονα και μια μεγάλη διαφορά μεταξύ της ανεργίας αντρών και γυναικών, 19,5% και 28,5% αντίστοιχα. Πώς μπορεί να αντιμετωπισθεί ο σεξισμός στην αγορά εργασίας;

Είναι αρκετά περίπλοκο θέμα, αλλά σε μεγάλο βαθμό έχει να κάνει με την εργασία και τους κλάδους που εργάζονται οι γυναίκες. Όταν πλήττονται τομείς όπως είναι η παιδεία, υγεία, οι υπηρεσίες φροντίδας, χτυπάει πάρα πολύ το γυναικείο πληθυσμό. Δεν είναι βέβαια μόνο αυτό. Πρέπει να ξέρουμε ότι οι γυναίκες σε περίοδο κρίσης εισέρχονται πιο εύκολα στην αγορά εργασίας από τους άνδρες γιατί είναι διατεθειμένες να κάνουν οποιαδήποτε δουλειά μπορούν να βρουν. Όμως είναι πολύ πιο ευάλωτες από τους άνδρες στο να αποδεχθούν όποιους όρους εργασίας τους προτείνεις, συμπεριλαμβανομένης και της αδήλωτης εργασίας. Αυτό είναι ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα, που όσο βρισκόμαστε σε αυτή την κατάσταση δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτό καθεαυτό.

Αναγκαία η τόνωση της ζήτησης

Οι προβλέψεις του ΔΝΤ μιλούν για δομικά χαρακτηριστικά της ανεργίας στην Ελλάδα και για μείωση στο 12% το 2040. Μπορούν να ανατραπούν αυτά τα δυσοίωνα σενάρια;

Σε ένα ευρύτερο χρονικό πλαίσιο θα πω το αυτονόητο ότι χρειάζεται να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας από τον ιδιωτικό τομέα, να υπάρχουν αρκετά έσοδα, ώστε να μπορεί να προσλάβει ο δημόσιος τομέας και να αναπτυχθεί η κοινωνική οικονομία. Όμως αν ανατρέξει κανείς ιστορικά, ο ιδιωτικός τομέας δεν μπορεί να αναπτυχθεί, αν δεν υπάρχει ζήτηση. Για να υπάρξει ζήτηση πρέπει πρώτον να καταλάβουμε ότι η ελληνική οικονομία, όσο και να προσπαθήσουμε να την κάνουμε εξωστρεφή, που πρέπει να γίνει, στηρίζεται στη ζήτηση. Όσο οι μισθοί είναι συμπιεσμένοι, όσο ο κατώτατος μισθός δεν ανεβαίνει, αυτό επιβαρύνει τους πάντες. Ενώ υπάρχει η ιδεοληψία κατά 10% ότι θα κλείσουν όλες οι επιχειρήσεις, αντιθέτως οι επιχειρήσεις θα έχουν περισσότερη ζήτηση για τα προϊόντα τους και πρέπει, καθώς καλυτερεύουν λίγο οι συνθήκες και δεν ζούμε κάτω από τρομακτική εποπτεία, να μπορέσουμε να προχωρήσουμε σε αυτή την κατεύθυνση. Για μένα είναι ξεκάθαρο. Το δεύτερο είναι ότι από πλευράς πρακτικής, όταν ο ιδιωτικός τομέας δεν μπορεί να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας, πρέπει να έχουμε προγράμματα όπως είναι της κοινωφελούς εργασίας για ένα πολύ μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού. Αν αυτή τη στιγμή είχαμε, αντί για 50.000 κόσμο, για 150.000, η φτώχεια θα μειωνόταν σημαντικά. Γιατί η φτώχεια στους ανέργους φθάνει το 45%, ενώ στους εργαζόμενους, ακόμα και με τους πενιχρούς μισθούς, είναι στο 15%. Άρα, από τη μια, πρέπει να υπάρχει κοινωφελής εργασία και, από την άλλη, να υποστηριχθεί η αύξηση της ζήτησης.

Πηγή: Τζέλα Αλιπράντη/epohi.gr