ν-σ-για-νέο-ασεπ-κοινοί-τόποι-καινοτ-843136

Ν/σ για “νέο ΑΣΕΠ”: Κοινοί τόποι, καινοτομίες, κίνδυνοι

*Της Σοφίας Παπαϊωάννου

Με το σχέδιο νόμου περί «αναμόρφωσης του συστήματος προσλήψεων στο Δημόσιο Τομέα και του ΑΣΕΠ» του οποίου η διαβούλευση ολοκληρώθηκε χθες, πρόκειται να αντικατασταθεί ο εμβληματικός «νόμος Πεπονή» (ν.2190/1994), που αναδιαμόρφωσε ριζικά τη λειτουργία του συστήματος προσλήψεων με την θεσμική κατοχύρωση των  αρχών της αξιοκρατίας, της αντικειμενικότητας και της διαφάνειας. Σκοπός του σχεδίου νόμου είναι η «ενίσχυση της αξιοκρατίας και η επιτάχυνση των διαδικασιών επιλογής προσωπικού», αλλά, κυρίως, η εφαρμογή της αρχής «ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση».

Οποιαδήποτε αποτίμηση των διατάξεων του νομοσχεδίου θα πρέπει να στηρίζεται σε μία βασική θεωρητική προσέγγιση της αξιοκρατικής αρχής. Η αξιοκρατία στις προσλήψεις, κατά κοινή παραδοχή, αποδίδεται σχηματικά ως συνισταμένη πρώτον, της «αξίας», όπως αυτή αποδεικνύεται μέσα από τις γνώσεις (ακαδημαϊκό υποβάθρο) των υποψηφίων για τις δημόσιες θέσεις και δεύτερον, της «καταλληλότητάς» τους, όπως αυτή αποδεικνύεται μέσα από τις δεξιότητες και τις ικανότητες που πιστοποιημένα διαθέτουν.

Αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι η διαδικασία του πανελλήνιου γραπτού διαγωνισμού υφίσταται ήδη από την πρώτη μορφή του ν.2190/1994, ως ο βασικός τρόπος επιλογής προσωπικού του Δημόσιου Τομέα και διεξάγεται κατά τα πρότυπα των πανελληνίων εξετάσεων για την εισαγωγή στα ΑΕΙ/ΤΕΙ. Οι δε λόγοι που περιήλθε σε «αχρησία», κατά την δεκαετία της οικονομικής κρίσης, άπτονται πρωτίστως και κυρίως του τεράστιου κόστους αυτής της διαδικασίας. Το ίδιο ισχύει και για τη «δοκιμασία δεξιοτήτων» που προβλέπεται από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο ως συμπληρωματική των προσλήψεων «με σειρά προτεραιότητας», με στόχο την εξακρίβωση των γενικότερων γνώσεων και των πρακτικών δεξιοτήτων των υποψηφίων.

Οι πραγματικές καινοτομίες του ν/σ

Συνεπεία των ανωτέρω, οι πραγματικές καινοτομίες που εμπεριέχει το σχέδιο νόμου (αρ.8 και επ) εντοπίζονται α) στη «δοκιμασία εργασιακής αποτελεσματικότητας»,  β) τον κανόνα ότι η συνολική βαθμολογία του υποψηφίου θα διαμορφώνεται κατά 50% από την γραπτή του επίδοση στο διαγωνισμό και κατά 50% από την επίδοσή του στη δοκιμασία δεξιοτήτων και εργασιακής αποτελεσματικότητας και γ) την πρόβλεψη ότι ο νέος γραπτός πανελλήνιος διαγωνισμός θα αφορά όλες τις ειδικότητες όλων των κατηγοριών (ΕΕΠ/ΠΕ/ΤΕ/ΔΕ) και όχι μόνο τις ειδικότητες ΠΕ/ΤΕ/ΔΕ Διοικητικού-Οικονομικού. Ειδικότερα δε ως προς την κατηγορία του Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού προβλέπεται ρητά ότι οι προσλήψεις θα γίνονται μόνο μέσω γραπτού διαγωνισμού.

Και αν τα δύο πρώτα στοιχεία καθιστούν τη διαδικασία κοστοβόρα και χρονοβόρα, υποδεικνύοντας το ρίσκο που είναι πρόθυμη να αναλάβει η Πολιτεία, προκειμένου να εξυπηρετηθεί η ανάγκη στελέχωσης με τους αξιότερους και καταλληλότερους υπαλλήλους, δεν θα πρέπει να διαφεύγουν κάποιες ρυθμίσεις που κατά την εφαρμογή τους μπορεί να οδηγήσουν στην αλλοίωση ή κατασρατήγηση της αξιοκρατικής αρχής.

Α. Η δοκιμασία «εργασιακής αποτελεσματικότητας» συνιστά «καλή πρακτική» στο μέτρο και στο βαθμό που μπορεί να οδηγήσει στη διάγνωση των πραγματικών «ικανοτήτων και δεξιοτήτων» των υποψηφίων (παρότι σε επιστημονικό/θεωρητικό επίπεδο τέτοιες διαδικασίες θεωρούνται απρόσφορες για χώρες με πλούσιο παρελθόν πελατειασμού, όπως η Ελλάδα). Επειδή, όμως, ο όρος «εργασιακή αποτελεσματικότητα» συνιστά  αόριστη αξιολογική έννοια, η σημαντική βαρύτητα που αποκτά η αποτίμησή της για τη διαμόρφωση της τελικής βαθμολογίας, επιβάλλει, για λόγους αξιοκρατίας και διαφάνειας, να είναι γνωστά και προκαθορισμένα με σαφήνεια στο κείμενο του νόμου τα κριτήρια αξιολόγησης, καθώς και ο τρόπος ελέγχου και ποσοτικοποίησής τους.

Β. Σημείο αιχμής είναι επίσης οι προσαυξήσεις της βαθμολογίας των υποψηφίων και κυρίως εκείνες που καταργούνται. Η κατάργηση της μοριοδότησης του βαθμού του βασικού τίτλου σπουδών συνιστά, στο πλαίσιο αυτό, ρύθμιση που μπορεί να εκληφθεί ως πλήρης περιθωριοποίηση του βασικού τυπικού-αντικειμενικού ακαδημαϊκού κριτηρίου για την πλειοψηφία των υποψηφίων. Η αρχή της αξιοκρατίας, όπως αναλύθηκε ανωτέρω, δεν συνάδει, όμως, ούτε με την περιθωριοποίηση ούτε βεβαίως με την απόλυτη εκμηδένιση των τυπικών-αντικειμενικών κριτηρίων, όσο κι αν υπαγορεύει την υποχώρησή τους.

Ευνοημένοι οι υποψήφιοι με πτυχίο αλλοδαπής

Η πλήρης κατάργηση της προσαύξησης του βαθμού του τίτλου σπουδών φαίνεται να ευνοεί τους υποψηφίους που συμμετέχουν στις διαδικασίες πρόσληψης με τίτλους σπουδών αλλοδαπής (όχι απαραίτητα αποκτηθέντες στην αλλοδαπή) για τους οποίους έχουν λάβει αναγνώριση επαγγελματικής ισοτιμίας αλλά όχι ακαδημαϊκή αναγνώριση και κατ’ επέκταση ούτε αναγνώριση βαθμολογικής αντιστοιχίας. Ως εκ τούτου, αυτοί οι υποψήφιοι θα συμμετείχαν στους διαγωνισμούς με την ελάχιστη βαθμολογία της σχετικής κλίμακας, υστερώντας σημαντικά σε σχέση με τους υπόλοιπους υποψηφίους που θα συμμετείχαν με μεγαλύτερη βαθμολογία. Αφαιρώντας τη μοριοδότηση του βαθμού του τίτλου σπουδών ισοσκελίζεται θεαματικά το μειονέκτημα αυτής της μερίδας υποψηφίων και ταυτόχρονα εξουδετερώνεται το πλεονέκτημα όλων των υπολοίπων πτυχιούχων.

Προσαύξηση για διδακτορικά ανεξαρτήτως συνάφειας, εκτός η εμπειρία

Ταυτόχρονα, η προσαύξηση της βαθμολογίας βάσει  διδακτορικών τίτλων, ανεξαρτήτως της συνάφειας μπορεί να θεωρηθεί ότι οδηγεί σε έναν ιδιότυπο  εξισωτισμό των ακαδημαϊκών κριτηρίων που δεν οδηγεί κατ’ ανάγκη στην ενίσχυση  της αξιοκρατίας, δοθέντος ότι στην αναζήτηση του κατάλληλου υποψηφίου για κάθε συγκεκριμένη θέση, η γνωσιακή καταλληλότητα προκύπτει όχι μόνο μέσα από την εξέταση στο γραπτό διαγωνισμό αλλά και μέσα από τους συναφείς με τα καθήκοντα της θέσης μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς τίτλους.

Η επιδίωξη της αξιοκρατίας μέσω της αναζήτησης των ικανών υποψηφίων έρχεται, τέλος, σε σύγκρουση με την παντελή απουσία προσαύξησης της βαθμολογίας λόγω εμπειρίας, δεδομένου ότι κυρίως μέσω τη αποτίμησης της εμπειρίας μπορούν να αποδειχθούν γνώσεις, ικανότητες και δεξιότητες. Αν η ισχύουσα μοριοδότηση αυτής θεωρείται υπερβολική, η δέουσα αντιμετώπιση είναι η μείωση ή ο εξορθολογισμός της και όχι, πάντως, η εξαφάνισή της.

Μείωση μοριοδότησης για βαθμολογία τίτλου σπουδών

Αντίστοιχες παρατηρήσεις ισχύουν επί της μοριοδότησης των προσόντων των υποψηφίων στη διαδικασία επιλογής με σειρά προτεραιότητας (αρ.27 και επ), όπου παρατηρείται μείωση σχεδόν κατά 50% της βαθμολογίας του τίτλου σπουδών, ο οποίος εν προκειμένω αποτελεί δείκτη της γνωσιακής καταλληλότητας, ενώ ταυτόχρονα αυξάνεται υπέρμετα η μοριοδότηση διδακτορικού και μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών, χωρίς να απαιτείται συνάφεια με το αντικείμενο της θέσης.

Επιπλέον, χρήζει διευκρίνισης το αν η η έλλειψη τυπικών προσόντων (τίτλων σπουδών/ξένης γλώσσας) αποτελεί ή όχι λόγο αποκλεισμού από την διαδικασία, καθώς και το αν η διακρίβωση της έλλειψης αυτής θα ενεργείται σε στάδιο πριν από την διαγωνιστική διαδικασία. Στην περίπτωση που η διακρίβωση γίνεται εκ των υστέρων, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε χρονοβόρες δικαστικές διαμάχες. Αν η συνδρομή τους ελέγχεται πριν από το διαγωνισμό, θα πρέπει η έλλειψή τους να προβλεφθεί ρητά ως  λόγος αποκλεισμού στη σχετική διάταξη (αρ.17).

Είναι γεγονός ότι οι υφιστάμενες διαδικασίες γραπτών διαγωνισμών στο καθεστώς προσλήψεων έχουν ενθαρρύνει τη λειτουργία «φροντιστηρίων για διαγωνισμούς», δηλαδή κέντρων διοικητικής παραπαιδείας, που κοστολογούν ιδιαίτερα υψηλά τις υπηρεσίες τους. Είναι σαφές ότι η αρχή της αξιοκρατίας δεν εξυπηρετείται από θεσμικές διαδικασίες και προβλέψεις που θα ενισχύσουν ακόμη περισσότερο τα κέντρα αυτά στην τρέχουσα δυσμενή συγκυρία (δεκαετής οικονομική κρίση σε συνδυασμό με πανδημική κρίση), δημιουργώντας έτσι νέες άνισες ευκαιρίες για τα λιγότερο ευνοημένα στρώματα.

Κίνδυνος για παράκαμψη του ΑΣΕΠ

Δεδομένων δε των δημοσιονομικών επιπτώσεων της κρίσης και της επιρροής τους στο δημόσιο προγραμματισμό, θα πρέπει να επισημανθεί ο κίνδυνος να περιπέσει εκ νέου σε αχρησία ο πανελλήνιος γραπτός διαγωνισμός. Για το λόγο αυτό, θα πρέπει να ενταχθεί στο νόμο ρητή πρόβλεψη ότι, σε περίπτωση αδυναμίας διενέργειάς του, θα εφαρμόζεται η διαδικασία επιλογής με σειρά προτεραιότητας για όλες τις κατηγορίες (συμπεριλαμβανομένου του ΕΕΠ). Η απουσία τέτοιας ρητής πρόβλεψης θα αφήσει ανοιχτή την «κερκόπορτα» προσλήψεων κατά παρέκκλιση των διαδικασιών του ΑΣΕΠ, με την επίκληση «έκτακτων αναγκών» ή «έλλειψης χρόνου» που θα θέσουν εν αμφιβόλω κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια στην κατεύθυνση της ενίσχυσης της αξιοκρατίας στη στελέχωση του Δημοσίου. Ο σαφής κίνδυνος που ελλοχεύει είναι αφενός μεν να ακυρωθεί με τον τρόπο αυτό ο ρόλος του ΑΣΕΠ, αφετέρου δε να υπονομευθεί το ουσιαστικό περιεχόμενο της έννοιας της αξιοκρατίας, καθιστώντας τη θρυλούμενη μεταρρύθμιση «κενό γράμμα» και τις φιλόδοξες εξαγγελίες «έπεα πτερόεντα».

*Η Σοφία Παπαϊωάννου είναι νομικός, με μεταπτυχιακές σπουδές στη Δημόσια Διοίκηση. Έχει διατελέσει στέλεχος της Γραμματείας του ΑΣΕΠ και Βοηθός Επιθεωρητή στο Γραφείο Επιθεώρησης του ΑΣΕΠ. Είναι μέλος του Σ.Υ. ΑΣΕΠ και εκπρόσωπος των εργαζομένων στο Υπηρεσιακό Συμβούλιο του ΑΣΕΠ.