οι-αποφάσεις-του-20ου-συνεδρίου-της-ολμε-243484
ΠΑΙΔΕΙΑ | 06.07.2022 | 14:46

Οι αποφάσεις του 20ου συνεδρίου της ΟΛΜΕ

Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΟΛΜΕ, υπερψηφίστηκε από το σώμα των Συνέδρων η πρόταση υπ’ αριθμόν 56, με τίτλο «Εργασιακά αιτήματα», όπως κατατέθηκε στην Επιτροπή των Θέσεων του Συνεδρίου:

Απόφαση 1η: Εργασιακά Αιτήματα

  • Μόνιμοι διορισμοί για κάλυψη όλων των πραγματικών κενών. Πρόσληψη αναπληρωτών/τριών για πραγματική αναπλήρωση. Όχι στις τρίμηνες συμβάσεις.
  • Τοποθετήσεις αναπληρωτών/τριών σύμφωνα με τις προτάσεις των ΠΥΣΔΕ υποχρεωτικά, σε μία φάση.
  • Εξίσωση εργασιακών δικαιωμάτων αναπληρωτών/τριών και μονίμων εκπαιδευτικών.
  • Ηλεκτρονική ανάληψη υπηρεσίας για αναπληρωτές/τριες και κατάργηση της υποχρέωσης ιατρικών εξετάσεων για κάθε χρονιά που προσλαμβάνονται.
  • Υπογραφή κλαδικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας για το εργασιακό καθεστώς.
  • Κατάργηση του αντισυνδικαλιστικού νόμου 4808/21.
  • Επαναφορά του ωραρίου στα προ του 2013 επίπεδα.
  • Στην κλιμάκωση μείωσης του ωραρίου με βάση την προϋπηρεσία, θεσμοθέτηση μιας νέας κατηγορίας για τους εκπαιδευτικούς που έχουν συμπληρώσει τα 28 χρόνια υπηρεσίας, ώστε να έχουν και αυτοί κατά δύο ώρες μείωση στο υποχρεωτικό τους ωράριο.
  • Μείωση του διδακτικού ωραρίου λόγω προβλημάτων υγείας, όπως ισχύει και για τους υπολοίπους δημοσίους υπαλλήλους.
  • Μέχρι δύο σχολεία για κάλυψη ωραρίου. Μείωση διδακτικού ωραρίου κατά 1 ώρα σε κάθε σχολείο, σε περίπτωση μετακίνησης εκπαιδευτικού για συμπλήρωση ωραρίου σε πάνω από 2 σχολεία. Οικονομική κάλυψη των εξόδων μετακίνησης.
  • Επαναφορά της 3ωρης μείωσης ωραρίου Υπευθύνων Εργαστηρίων Φυσικών Επιστημών και Πληροφορικής και της 2ωρης μείωσης ωραρίου για εκπαιδευτικούς που αναλαμβάνουν υπεύθυνοι Σχολικών Δραστηριοτήτων.
  • Καθορισμός ωραρίου μετά την ολοκλήρωση των μαθημάτων για την απόκτηση από τους μαθητές και τις μαθήτριες πιστοποιητικού ξένης γλώσσας, γνώσεων χειρισμού Η/Υ και μουσικών γνώσεων.
  • Μείωση της υποχρεωτικής υπηρέτησης της οργανικής σε έναν χρόνο από δύο για τους/τις νεοδιόριστους/ες εκπαιδευτικούς. Κατάργηση της υποχρέωσης υπηρέτησης της οργανικής για τους/τις νεοδιόριστους/ες που ανήκουν σε ειδικές κατηγορίες, όπως ισχύει για τους/τις μόνιμους/ες εκπαιδευτικούς.
  • Άμεση τροποποίηση του άρθρου 13 του ΠΔ 50/1996 για την αναδιατύπωση και εκσυγχρονισμό των ιατρικών όρων των ασθενειών και ένταξη ίσης ή μεγαλύτερης βαρύτητας ασθενειών με αυτές που υπάρχουν ήδη στη σχετική νομοθεσία. Εκπαιδευτικοί που έχουν οι ίδιοι, οι σύζυγοι ή τα τέκνα τους ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω να εντάσσονται σε ειδική κατηγορία μετάθεσης.
  • Νομική κατοχύρωση του δικαιώματος αποσύνδεσης για τους/τις εκπαιδευτικούς, όπως ισχύει για τον υπόλοιπο δημόσιο τομέα. Καμία υποχρέωση των εκπαιδευτικών για εργασία εκτός ωραρίου μέσω email ή οποιασδήποτε μορφής τηλεργασίας. Κατάργηση της εξαίρεσης των εκπαιδευτικών από τα δικαιώματα του ν.4807/21.
  • Βελτίωση των ρυθμίσεων του ν.4386/2016 που αφορούν τόσο στην άρση της προθεσμίας της 30ης Σεπτεμβρίου μέχρι την οποία μπορεί να γίνεται συμπλήρωση ωραρίου με γραμματειακή υποστήριξη όσο και στη συμπλήρωση ωραρίου των κοινών ειδικοτήτων της Α/μιας και Β/μιας.
  • Θεσμοθέτηση νέου πλαισίου για τη συγκρότηση και λειτουργία υπηρεσιακών συμβουλίων ανεξάρτητων και μη ελεγχόμενων από την εκάστοτε εξουσία. Ενός πλαισίου που θα κατοχυρώνει τη διαφάνεια, την αντικειμενικότητα, τη δικαιοσύνη και τη δημοκρατική τους λειτουργία. Επαναφορά των δημοκρατικά εκλεγμένων αιρετών στα υπηρεσιακά και πειθαρχικά συμβούλια και τα συμβούλια επιλογής στελεχών. Κατάργηση της τροπολογίας Κεραμέως για ηλεκτρονικές εκλογές αιρετών και διεξαγωγή των εκλογών την πρώτη Τετάρτη κάθε δεύτερου Νοέμβρη με τις ρυθμίσεις που ίσχυαν όλα τα προηγούμενα χρόνια.
  • Συμμετοχή των αιρετών του ΚΥΣΔΕ στη διαμόρφωση από την Κεντρική υπηρεσία του ΥΠΑΙΘ των οριστικών κενών για τις μεταθέσεις και τους διορισμούς, ανά περιοχή και ειδικότητα, λαμβάνοντας υπόψη τις εκτιμήσεις των ΠΥΣΔΕ για κενά και πλεονάσματα. Σε αυτά να συνυπολογίζονται οι συνταξιοδοτήσεις που θα πρέπει να οριστικοποιούνται εγκαίρως.
  • Δυνατότητα προσφυγής μετά από απόρριψη της ένστασης ή της αίτησης θεραπείας του ΠΥΣΔΕ ή του ΑΠΥΣΔΕ σε ΑΠΥΣΔΕ και ΚΥΣΔΕ αντίστοιχα.

Μεταθέσεις-αποσπάσεις:

  • Αναμοριοδότηση των κριτηρίων μετάθεσης, καθώς και ένταξη νέων κριτηρίων, (χρόνια υπηρεσίας, παιδιά, συνυπηρέτηση εκπαιδευτικών, μονογονεϊκές οικογένειες, σύμφωνο συμβίωσης), για μια πιο δίκαιη, πιο ρεαλιστική και ισορροπημένη μοριοδότηση.
  • Κατάργηση της υποχρέωσης των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών να παραμείνουν στη θέση τοποθέτησής τους για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δύο (2) σχολικών ετών. Να τους δοθεί το δικαίωμα μετάθεσης με την ολοκλήρωση ενός έτους υπηρέτησης στο ΠΥΣΔΕ διορισμού.
  • Οι αποσπάσεις από ΠΥΣΔΕ σε ΠΥΣΔΕ να γίνονται από το ΚΥΣΔΕ, λαμβάνοντας υπόψη τις εκτιμήσεις των ΠΥΣΔΕ και τις πραγματικές ανάγκες της εκπαίδευσης σε κάθε περιοχή. Οι αποσπάσεις σε υπηρεσίες και φορείς να γίνονται από το ΚΥΣΔΕ, με προκήρυξη συγκεκριμένων θέσεων, ανακοίνωση των αντίστοιχων προσόντων που απαιτούνται, με συγκεκριμένη μοριοδότηση και διαφάνεια. Οι αποσπάσεις αυτές να γίνονται για μια 3ετία. Έγκαιρη πραγματοποίηση όλων των αποσπάσεων μέχρι τις 30 Ιούνη.
  • Ειδικά όσον αφορά στα διαπολιτισμικά, καλλιτεχνικά, μουσικά σχολεία, συγκεκριμενοποίηση των αντικειμενικών και μετρήσιμων κριτηρίων για τις μεταθέσεις και αποσπάσεις σε αυτά.

2.Υπερψηφίστηκε από το σώμα των Συνέδρων η πρόταση υπ’αριθμόν 57, με τίτλο «Οικονομικά – Συνταξιοδοτικά – Ασφαλιστικά Αιτήματα», όπως κατατέθηκε στην Επιτροπή των Θέσεων του Συνεδρίου:

Απόφαση 2η: Οικονομικά – Συνταξιοδοτικά – Ασφαλιστικά Αιτήματα

  1. Ουσιαστική οικονομική αναβάθμιση των εκπαιδευτικών μέσω υπογραφής συλλογικών συμβάσεων.
  2. Άμεσο μισθολογικό ξεπάγωμα της διετίας 2016-17.
  3. Άμεση αύξηση μισθών ίση –κατ’ελάχιστο- με τον ρυθμό του πληθωρισμού και επαναφορά 13ου και 14ου μισθού.
  4. Σταδιακή αποκατάσταση όλων των απωλειών σε μισθούς και συντάξεις που έφεραν τα μνημόνια.
  5. Άρση των μισθολογικών ανισοτήτων με οικονομική ενίσχυση  των νέων συναδέλφων.
  6. Άμεση αναγνώριση και καταβολή των ΜΚ στους/στις νεοδιόριστους/ες εκπαιδευτικούς.
  7. Μέτρα στήριξης για όσους/ες εργάζονται μακριά από την κατοικία τους.
  8. Καταβολή μόνιμου επιδόματος για την ανταπόκριση στις ανάγκες της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, βιβλιοθήκης και εξωδιδακτικής απασχόλησης. Κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης.
  9. Κοινωνικά δίκαιο φορολογικό σύστημα με αφορολόγητο στα 12.000 ευρώ.
  10. Μέτρα αντιμετώπισης της ακρίβειας και τιμαριθμική αναπροσαρμογή των μισθών
  11. Αύξηση των αποζημιώσεων για την κάλυψη των οδοιπορικών για εκπαιδευτικούς που μετακινούνται για να συμπληρώσουν το ωράριό τους ή να ανταποκριθούν σε άλλες υποχρεώσεις (επιτηρήσεις πανελλαδικών εξετάσεων, βαθμολογικά κέντρα κλπ).
  12. Κατάργηση όλων των αντιασφαλιστικών νόμων.
  13. Πλήρης σύνταξη στα 60 με 30 χρόνια υπηρεσίας και με το ύψος της κύριας σύνταξης στο 80% του τελικού μισθού. Επίσπευση της απόδοσης των συντάξεων.
  14. Άρση του ισχύοντος χρονικού περιορισμού για τους εκπαιδευτικούς σε ό,τι αφορά την υποβολή αίτησης παραίτησης για συνταξιοδότηση.
  15. Να επιστραφούν τα χρήματα (25% των αποδοχών) που παρακρατήθηκαν κατά την περίοδο της διαθεσιμότητας στους/στις συναδέλφους που βίωσαν το καθεστώς της διαθεσιμότητας. Να αρθεί άμεσα αρνητική επίπτωση στη σύνταξή τους, εξαιτίας του υπολογισμού των ετών της διαθεσιμότητας στις συντάξιμες αποδοχές τους.
  16. Πλήρης και ποιοτική ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας.
  17. Κρατική χρηματοδότηση που θα καλύπτει τις ανάγκες του ασφαλιστικού συστήματος για την απονομή αξιοπρεπών συντάξεων. Να καταργηθεί ο νόμος για τον ΕΦΚΑ που διαλύει την δημόσια κοινωνική ασφάλιση.
  18. Προστασία της πρώτης κατοικίας και των κοινωνικών αγαθών. Καμιά ιδιωτικοποίηση σε ρεύμα, νερό, δημόσιες συγκοινωνίες.
  19. Παιδεία – Υγεία – Πρόνοια, δημόσια κοινωνικά αγαθά, για όλο τον λαό. Δημόσια και δωρεάν συμπεριληπτική εκπαίδευση ως πραγματικά κοινωνικό αγαθό. Όχι στην ιδιωτικοποίηση και εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης.
  20. Αύξηση των κρατικών δαπανών για την Παιδεία τουλάχιστον στο 5% του ΑΕΠ.

3.Υπερψηφίστηκε από το σώμα των Συνέδρων η πρόταση υπ’αριθμόν 58, με τίτλο «Συνολική συνθετική πρόταση για την αναβάθμιση της Δημόσιας Εκπαίδευσης», όπως κατατέθηκε στην Επιτροπή των Θέσεων του Συνεδρίου:

Απόφαση 3η: Συνολική συνθετική πρόταση για την αναβάθμιση της Δημόσιας Εκπαίδευσης

Περιεχόμενα απόφασης:

3.1 Αιτήματα για την παιδαγωγική στήριξη και αναβάθμιση των σχολείων

3.2  Για τα φαινόμενα βίας στα σχολεία

3.3  Για την διαχείριση της πανδημίας και των συνεπειών της

3.4  Ψηφιακή αναβάθμιση της εκπαίδευσης

3.5  Προγραμματισμός και αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου

3.6  Επιμόρφωση των εκπαιδευτικών

3.7  Γραφειοκρατία στα σχολεία – Επαγγελματική Εξουθένωση

3.8  Πρόταση  για το πρόβλημα στέγασης των εκπαιδευτικών

3.9  Ουσιαστική στήριξη των εκπαιδευτικών που συμμετέχουν στις πανελλαδικές εξετάσεις

3.10 Για ένα σχολείο με διευρυμένο ρόλο

3.1) Αιτήματα για την παιδαγωγική στήριξη και αναβάθμιση των σχολείων

14χρονη υποχρεωτική δημόσια εκπαίδευση, με ενιαίο και συνεχή χαρακτήρα των προγραμμάτων σπουδών από την προσχολική αγωγή έως τη Γ΄ Λυκείου.

Αναδιαμόρφωση της ύλης για όλες τις τάξεις, παιδαγωγικός και επιστημονικός εκσυγχρονισμός των σχολικών εγχειριδίων και των αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών με έμφαση στη συμπερίληψη.

Άμεση λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση των μαθησιακών και ψυχοκοινωνικών συνεπειών της πανδημίας

Όχι στον εξετασιοκεντρικό χαρακτήρα του σχολείου, που δημιουργεί ένα στείρο ανταγωνιστικό κλίμα μεταξύ των μαθητών/τριών.

Κατάργηση της ισοτιμίας κολεγίων-ΑΕΙ και του νόμου 4777/21 για την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αύξηση του αριθμού εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Κατάργηση των αντιεκπαιδευτικών νόμων 4692/20 και 4823/21.

Κατάργηση του νόμου 4763/20 για την επαγγελματική εκπαίδευση και του νόμου 4713/20 για την ιδιωτική εκπαίδευση.

Καθολική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στις παιδαγωγικές, επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις.

Ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί και σχολικοί νοσηλευτές σε όλα τα σχολεία.

Μείωση των μαθητών/τριών ανά τμήμα. Ανώτατο όριο 20 μαθητών στο τμήμα, 15 στις ομάδες προσανατολισμού, 10 στα εργαστήρια

Ενίσχυση των υποστηρικτικών δομών (ενισχυτική διδασκαλία, πρόσθετη διδακτική στήριξη, παράλληλη στήριξη, τμήματα ένταξης και τμήματα υποδοχής).

Μέτρα για την εξάλειψη της βίας, των διακρίσεων, του σχολικού εκφοβισμού και της σχολικής διαρροής.

Συμπεριληπτική Ολοκληρωμένη Σεξουαλική Εκπαίδευση σε όλη τη διάρκεια του σχολικού βίου.

Επαναφορά των Κοινωνικών Επιστημών και της Καλλιτεχνικής Παιδείας στα λύκεια. Διδασκαλία όλων των πανελλαδικώς εξεταζόμενων μαθημάτων στο υποχρεωτικό ωρολόγιο πρόγραμμα.

Κατάργηση κάθε νομοθετικής διάταξης που επιτρέπει κάμερα στα σχολεία και online μετάδοση των μαθημάτων και τηλεκπαίδευση στα υπό κατάληψη σχολεία.

Ουσιαστική στήριξη των Μουσικών και Καλλιτεχνικών σχολείων.

Στήριξη και αναβάθμιση των σχολείων Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης.

Συμπεριληπτική εκπαιδευτική πολιτική για τα προσφυγόπουλα. Κανένα παιδί εκτός σχολείου.

Δυνατότητα απόκτησης πιστοποιητικού ξένης γλώσσας, γνώσεων χειρισμού Η/Υ και μουσικών γνώσεων από το δημόσιο σχολείο.

Έγκαιρη και πλήρης στελέχωση των σχολικών μονάδων με μόνιμους διορισμούς.

Μείωση της γραφειοκρατίας και γραμματειακή στελέχωση των σχολείων.

Αναβάθμιση κτιριακών και τεχνολογικών υποδομών.

Επαναφορά της δημοκρατίας στο σχολείο με τον Σύλλογο διδασκόντων/ουσών κυρίαρχο όργανο. Εξάλειψη του ανταγωνιστικού κλίματος μεταξύ των εκπαιδευτικών που δυσχεραίνει την δημοκρατική συνεργασία και παιδαγωγική λειτουργία του σχολείου. Έμφαση στον παιδαγωγικό ρόλο των εκπαιδευτικών.

Δημόσιο, δωρεάν, συμπεριληπτικό και ποιοτικό σχολείο για όλα τα παιδιά.

Γενναία αύξηση των δαπανών για την Παιδεία στο 5% του ΑΕΠ.

3.2) Για τα φαινόμενα βίας στα σχολεία

Το ψυχολογικό στρες, η απουσία κοινωνικοποίησης και η πλήρης αποσχολειοποίηση των μαθητών/τριων, λόγω πανδημίας, εκτός από τα μαθησιακά κενά επέφεραν και μεγάλες ψυχοκοινωνικές συνέπειες στο μαθητικό πληθυσμό. Με την επανέναρξη της λειτουργίας των σχολείων, καταγράφηκε μεγάλη αύξηση σε περιστατικά βίας στο σχολικό περιβάλλον. Εντάσεις, τσακωμοί ακόμα και βιαιοπραγίες μεταξύ μαθητών/τριών είναι καθημερινά φαινόμενα πια στα σχολεία. Ανάλογα μεγάλη ένταση καταγράφεται και από μαθητές/τριες και από γονείς που  αρκετές φορές  επιτίθενται φραστικά ή και σωματικά σε διευθυντές/ντριες και εκπαιδευτικούς. Είναι πρωτοφανές οι εκπαιδευτικοί να γίνονται θύματα επιθέσεων στον εργασιακό τους χώρο και να μην υπάρχει καμία θεσμική στήριξή τους ούτε από το νομικό πλαίσιο ούτε από το υπουργείο Παιδείας. Η προϋπάρχουσα παραβατικότητα στα σχολεία, συνέπεια κοινωνικοοικονομικών συνθηκών που διαρκώς χειροτερεύουν (αύξηση ανεργίας, πληθωρισμός κλπ), αυξήθηκε τρομακτικά λόγω των συνθηκών της πανδημίας.

Οι εκπαιδευτικοί καλούνται, μέσα σε ένα εξαιρετικά ανασφαλές εργασιακό περιβάλλον,  να αντιμετωπίσουν μία νέα θλιβερή και μη διαχειρίσιμη κατάσταση, αποτέλεσμα της αδιανόητης αδιαφορίας του ΥΠΑΙΘ, χωρίς καμία απολύτως υποστήριξη.

Απαιτούμε από το ΥΠΑΙΘ, αντί  να μετακυλύει το πρόβλημα στις πλάτες των εκπαιδευτικών, να αναλογιστεί επιτέλους τις ευθύνες του και να πάρει μέτρα αντιμετώπισης των παιδαγωγικών και ψυχοκοινωνικών συνεπειών της πανδημίας στα παιδιά, οι οποίες θα επηρεάσουν μακροπρόθεσμα το σύνολο της κοινωνίας.

Θεωρούμε πως η διδασκαλία μπορεί να προλαβαίνει την εκδήλωση των προσβλητικών ενεργειών, να αμβλύνει τις επιπτώσεις τους και κυρίως να διαπαιδαγωγεί σε μια ουμανιστική κουλτούρα.

Η αντιμετώπιση της βίας και της παραβατικότητας προϋποθέτει τη διεύρυνση του παιδαγωγικού ρόλου του σχολείου, τον εμπλουτισμό του προγράμματος σπουδών με γνωστικά αντικείμενα και δράσεις που προάγουν τον πολιτισμό και την τέχνη,  αλλά και αναβαθμίζουν το ρόλο  του εκπαιδευτικού που καλείται σε δύσκολες συνθήκες όχι μόνον να μεταδώσει γνώσεις αλλά κυρίως αξίες και αρχές.

Η εξάλειψη της βίας όμως κυρίως  προϋποθέτει τη λήψη σοβαρών, σταθερών και μακροπρόθεσμων μέτρων και όχι τακτικές επικοινωνιακής πολιτικής. Απαιτούμε:

  • Πρόσληψη ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών σε κάθε σχολείο.
  • Αντισταθμιστικά μέτρα, υποστηρικτικές δομές για την αντιμετώπιση της βίας, των μαθησιακών κενών και της πιθανής σχολικής διαρροής. Καμπάνια κατά της βίας, δημιουργία Παρατηρητηρίου για τη σχολική βία και τηλεφωνικής ή/και διαδικτυακής συμβουλευτικής υπηρεσίας για εκπαιδευτικούς, γονείς και μαθητές/τριες.
  • Εισαγωγή προγραμμάτων πρόληψης της βίας, που ενισχύουν τις κοινωνικές, συναισθηματικές και επικοινωνιακές δεξιότητες των μαθητών/τριών, σε σταθερή βάση.
  • Εκσυγχρονισμό της υφιστάμενης νομοθεσίας προς την κατεύθυνση της θεσμικής προστασίας εκπαιδευτικών και μαθητών/τριών.
  • Επιμόρφωση του συνόλου των εκπαιδευτικών στην αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού και κάθε μορφής βίας.
  • Το ΙΕΠ να στείλει σαφείς, επιστημονικές και αποτελεσματικές παιδαγωγικές οδηγίες, αφού πρώτα καταγράψει τις υφιστάμενες μαθησιακές και ψυχοκοινωνικές συνέπειες της πανδημίας.
  • Σύσταση διαπαραταξιακής επιτροπής στην ΟΛΜΕ και σε όποιες ΕΛΜΕ επιθυμούν, που θα συνεργαστεί με σχετικούς επιστήμονες, και θα δίνει στα σχολεία και στους Συλλόγους Διδασκόντων/ουσών προβληματισμούς, ιδέες και προτάσεις για μια διαρκή αντιπαράθεση με τα φαινόμενα που αμαυρώνουν την εφηβική και νεανική προσωπικότητα.
  • Ενίσχυση του ρόλου του συλλόγου διδασκόντων/ουσών σε θέματα πρόληψης των φαινομένων παραβατικότητας.
  • Μέτρα φύλαξης των σχολικών μονάδων.
  • Αύξηση κονδυλίων για σκοπούς πρόληψης και αντιμετώπισης του προβλήματος.
  • Άμεση εισαγωγή της Συμπεριληπτικής Ολοκληρωμένης Σεξουαλικής Αγωγής (Comprehensive Sexuality Education, CSE) σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα για την Σεξουαλική Εκπαίδευση (European Standards for Sexuality Education).
  • Νομική υποστήριξη και προστασία των εκπαιδευτικών.

3.3) Για την διαχείριση της πανδημίας και των συνεπειών της

 Διεθνείς οργανισμοί, όπως η Unesco και η Unisef προειδοποιούν εδώ και καιρό για τις μαθησιακές, παιδαγωγικές και ψυχοκοινωνικές συνέπειες της πανδημίας και της τηλεκπαίδευσης. Σε κοινή τους ανακοίνωση, τον περασμένο Ιούλιο, οι γενικές διευθύντριες της Unicef και της Unesco αναφέρουν:

«Εδώ και δεκαοκτώ μήνες ξεκίνησε η πανδημία της Covid-19 και η εκπαίδευση εκατομμυρίων παιδιών εξακολουθεί να είναι διαταραγμένη […] Αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχισθεί. Τα σχολεία θα έπρεπε να είναι τα τελευταία που κλείνουν και τα πρώτα που ανοίγουν». Επισημαίνουν ότι χωρίς την λήψη των απαραίτητων μέτρων «θα είναι ίσως αδύνατο να εμποδισθεί  η αναπόφευκτη επίπτωση που θα υποστούν τα παιδιά και οι νέοι που δεν είχαν την δυνατότητα να πάνε στο σχολείο. Είτε πρόκειται για απώλεια μάθησης, ψυχολογικό στρες, έκθεση στη βία και τις καταχρήσεις ή απουσία κοινωνικοποίησης, οι συνέπειες για τα παιδιά θα γίνουν αισθητές παντού: στις σχολικές τους επιδόσεις, στην κοινωνικοποίησή τους και στην σωματική και την ψυχική υγεία».

Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, με ευθύνη του ΥΠΑΙΘ που δεν πήρε επαρκή μέτρα για την ασφαλή λειτουργία των σχολείων και την προστασία της υγείας μαθητών/τριών και εκπαιδευτικών, παρέμεινε κλειστό λόγω καραντίνας 8 μήνες, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα. Η ΟΛΜΕ και το ΚΕΜΕΤΕ είχαν εγκαίρως προειδοποιήσει για τις συνέπειες που θα επέφερε το κλείσιμο των σχολείων, όπως είχαν κάνει και η ETUCE, η Unesco και η Unisef, προτείνοντας συγκεκριμένα μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών του lockdown της εκπαίδευσης. Ωστόσο, ούτε το ΥΠΑΙΘ πήρε κανένα από τα προτεινόμενα μέτρα ούτε το ΙΕΠ  έβγαλε έστω τις στοιχειώδεις απαραίτητες παιδαγωγικές οδηγίες προς τους/τις εκπαιδευτικούς.

Για όσο διαρκεί η πανδημία απαιτούμε:

  • Ανώτερο όριο 15 μαθητές/τριες ανά τάξη, ώστε να μπορούν να τηρηθούν οι αναγκαίες αποστάσεις.
  • Κατάργηση του αντιεπιστημονικού και επικίνδυνου πρωτοκόλλου, σύμφωνα με το οποίο απαιτείται η νόσηση του 50%=1 μαθητών/τριών για να κλείσει το τμήμα.
  • Προσλήψεις εκπαιδευτικών, αξιοποίηση χώρων και αιθουσών και λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων, ώστε να αραιώσει ο μαθητικός πληθυσμός στις σχολικές τάξεις.
  • Προσλήψεις επαρκούς προσωπικού καθαριότητας σε όλα τα σχολεία. Επάρκεια σε υλικό προφύλαξης και απολύμανσης.
  • Δωρεάν, μαζικά και επαναλαμβανόμενα τεστ Covid στα σχολεία με την ευθύνη του ΕΟΔΥ για όλους/ες.
  • Μέτρα για την ουσιαστική ιχνηλάτηση των κρουσμάτων και όχι φόρτωμα αυτής της διαδικασίας στους εκπαιδευτικούς.
  • Προστασία των εκπαιδευτικών που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες, με απαλλαγή από την δια ζώσης διδασκαλία και δικαίωμα να διδάσκουν εξ αποστάσεως τους μαθητές/τριες που ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες.
  • Πρόσληψη αναπληρωτών, τόσο για να αντικαταστήσουν τους εκπαιδευτικούς που ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες, όσο και αυτούς που θα απαιτούνταν για την αύξηση του αριθμού των τμημάτων.
  • Περιορισμός των μετακινήσεων των εκπαιδευτικών σε διαφορετικά σχολεία.
  • Διάθεση των απαιτούμενων κονδυλίων για όλα τα παραπάνω.

Μέτρα αντιμετώπισης των μαθησιακών και ψυχοκοινωνικών συνεπειών της πανδημίας:

  • Μείωση της ύλης για όλα τα μαθήματα όλων των τάξεων. Η αναπροσαρμογή της ύλης σε όλες τις τάξεις πρέπει να εφαρμοστεί και μετά το τέλος της πανδημίας.
  • Να στηριχτούν και να λειτουργήσουν άμεσα οι δομές της ενισχυτικής διδασκαλίας και της πρόσθετης διδακτικής στήριξης.
  • Αντισταθμιστικά παιδαγωγικά μέτρα για τους μαθητές/τριες που κατά τη διάρκεια της τηλεκπαίδευσης ήταν πλήρως αποκλεισμένοι/ες από την εκπαιδευτική διαδικασία (Ρομά, παιδιά με προσφυγικό και μεταναστευτικό υπόβαθρο, παιδιά οικονομικά ασθενέστερων τάξεων, έγκλειστοι/ες σωφρονιστικών καταστημάτων)
  • Πρόσληψη ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών.
  • Επιμόρφωση των εκπαιδευτικών για την αντιμετώπιση των ψυχοκοινωνικών συνεπειών της πανδημίας.
  • Καταγραφή των μαθησιακών κενών και παιδαγωγικών συνεπειών από το ΙΕΠ και δημιουργία σχετικού εκπαιδευτικού υλικού και οδηγιών.

3.4) Ψηφιακή αναβάθμιση της εκπαίδευσης

Η τηλεκπαίδευση εφαρμόστηκε κατά την περίοδο της πανδημίας και της αναστολής της διά ζώσης εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η μακρά και αδιάλειπτη περίοδος εφαρμογής της επιλέχθηκε από το υπουργείο παιδείας ως το μοναδικό μέτρο αντιμετώπισης των συνεπειών της πανδημίας στα σχολεία, καθώς δεν ελήφθησαν συμπληρωματικά μέτρα ασφαλούς λειτουργίας των σχολείων (δωρεάν και επαναλαμβανόμενα διαγνωστικά τεστ στις σχολικές μονάδες, αραίωση των τμημάτων, εκ περιτροπής λειτουργία κλπ).

Η διεθνής και εγχώρια βιβλιογραφία, οι επισημάνσεις της UNESCO, των ευρωπαϊκών συνδικάτων και της ETUCE, καθώς και οι σχετικές μελέτες του ΚΕ.ΜΕ.ΤΕ.  της  ΟΛΜΕ, τόνιζαν από νωρίς τις μορφωτικές και ψυχοκοινωνικές συνέπειες της τηλεκπαίδευσης  στα παιδιά και τον κίνδυνο όξυνσης των εκπαιδευτικών ανισοτήτων, και προειδοποιούσαν για την ανάγκη λήψης ενισχυτικών αντισταθμιστικών μέτρων για την ομαλή μετάβαση στη διά ζώσης εκπαίδευση: επαναπροσδιορισμό της ύλης και των διδακτικών στόχων, ελάφρυνση των εξεταστικών διαδικασιών και ψυχολογική στήριξη με ειδικούς των μαθητών/τριών και των εκπαιδευτικών….

Η τηλεκπαίδευση ήταν για εμάς το έσχατο μέσο που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί μόνο στις φάσεις κορύφωσης της πανδημίας και βεβαίως μόνο με τις προϋποθέσεις της  απρόσκοπτης πρόσβαση όλων των παιδιών και των εκπαιδευτικών με ευθύνη του ΥΠΑΙΘ, της ενίσχυσης του ΠΣΔ και των ψηφιακών και τεχνολογικών υποδομών των σχολείων, της έγκαιρης επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, της προτεραιοποίησης των διδακτικών στόχων και της μείωσης της ύλης.

Η τηλεκπαίδευση δεν αποτελεί ισότιμη εκπαιδευτική διαδικασία με τη διά ζώσης και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να την αντικαταστήσει. Οι σκέψεις για χρησιμοποίηση της τηλεκπαίδευσης σε περιπτώσεις απομονωμένων νησιωτικών και ηπειρωτικών περιοχών είναι για εμάς απορριπτέες, καθώς θα δημιουργηθούν τεράστιες μορφωτικές ανισότητες και θα αυξηθεί η σχολική διαρροή.

Ωστόσο, η τεχνολογική πρόοδος και οι προκλήσεις του μέλλοντος καθιστούν αναγκαία την ψηφιακή αναβάθμιση της εκπαίδευσης. Ο σύγχρονος τεχνολογικός εξοπλισμός, η ψηφιακή αναβάθμιση  και η ένταξη των ΤΠΕ στην εκπαιδευτική διαδικασία, κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις μπορούν να συμβάλουν  σε ανανέωση της διδακτικής πράξης και στην εφαρμογή καινοτόμων προσεγγίσεων.

Βασικές αρχές πάνω στις οποίες πρέπει να στηριχθεί είναι:

Η ψηφιακή αναβάθμιση της εκπαίδευσης δεν είναι αυτοσκοπός αλλά μέσο για τα βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης και την αναβάθμιση του δημόσιου σχολείου.

Το δημοκρατικό συμπεριληπτικό σχολείο υπηρετείται από την ψηφιακή και τεχνολογική αναβάθμιση

Σεβασμός στα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών και ειδικότερα στο εργασιακό τους ωράριο και το δικαίωμα στην αποσύνδεση.

Η διά ζώσης εκπαίδευση δεν αντικαθίσταται επ’ουδενί από οποιαδήποτε μορφή εξ αποστάσεως  εκπαίδευσης/τηλεκπαίδευσης.

Στόχοι της ψηφιακής αναβάθμισης:

Η υποστήριξη της διά ζώσης εκπαιδευτικής διαδικασίας.

Η ψηφιακή διοικητική αναβάθμιση

Διεκδικούμε:

Δημόσιο και αναβαθμισμένο Πανελλήνιο Σχολικό Δίκτυο και σύγχρονο ψηφιακό εξοπλισμό  των σχολείων (αναβάθμιση δικτύων, ενίσχυση του ΠΣΔ, των δημόσιων πλατφορμών και των ψηφιακών αποθετηρίων εκπαιδευτικού υλικού).

Ισότιμη πρόσβαση για όλους/ ες σε ψηφιακά μέσα.

Ασφάλεια των προσωπικών δεδομένων εκπαιδευτικών και μαθητών/τριών από τη διαρροή και την εμπορευματοποίησή τους.

Είμαστε αντίθετοι/ες στην εμπλοκή ιδιωτικών εταιρειών.

3.5) Προγραμματισμός και αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου

Το 20ο  Συνέδριο της ΟΛΜΕ ανταποκρινόμενο στις  προκλήσεις των καιρών και τις ανάγκες του κόσμου της εκπαίδευσης προβαίνει στην επικαιροποίηση των σχετικών αποφάσεων αλλά  και των επιστημονικών συμπερασμάτων προηγούμενων Συνεδρίων (4ο, 5ο , 6ο, 7ο, 8ο).

Λαμβάνοντας δε υπόψη τα πορίσματα της ειδικής μελέτης των Ευρωπαϊκών Συνδικάτων και του Συμβουλίου της Ευρώπης, τις διεθνείς παιδαγωγικές μελέτες και την απόφαση του 19ου Συνεδρίου της ΟΛΜΕ[1], αποφασίζει:

Εκφράζουμε την πλήρη αντίθεσή μας σε οποιαδήποτε αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου  που  αποσκοπεί στη διαμόρφωση συνθηκών που θα οδηγήσουν στην χειραγώγηση αλλά και τον ασφυκτικό έλεγχο των εκπαιδευτικών και των σχολικών μονάδων, ενώ δημιουργεί  ταυτόχρονα ένα περιβάλλον ανταγωνισμού εκτός παιδαγωγικών πλαισίων μεταξύ εκπαιδευτικών και σχολείων, αυξάνει  υπέρμετρα την γραφειοκρατία  και τον διοικητισμό σε βάρος του παιδαγωγικού ρόλου του σχολείου και του εκπαιδευτικού και οδηγεί στην κατηγοριοποίηση των σχολείων και την εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης.

Η διδασκαλία και η εκπαιδευτική διαδικασία στο σύνολό της είναι μία σύνθετη και συλλογική λειτουργία, που συνδέεται με παράγοντες όπως οι σκοποί της εκπαίδευσης, τα μέσα που διατίθενται, τα προγράμματα σπουδών, τα σχολικά εγχειρίδια, οι συνθήκες εργασίας, η διοικητική δομή, το κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον κλπ. Κάθε προσπάθεια να απομονωθεί το έργο των εκπαιδευτικών από τους παράγοντες αυτούς επιδιώκει να διαιωνίσει τα οξυμένα προβλήματα της Παιδείας και να μετακυλήσει τις ευθύνες για τα προβλήματα αυτά στις πλάτες των εκπαιδευτικών.

Σύμφωνα με τις διεθνείς παιδαγωγικές μελέτες:

  1. Το εκπαιδευτικό έργο και το προϊόν της εκπαιδευτικής διαδικασίας δεν διαμορφώνεται ως ένα μονοσήμαντο μέγεθος ούτε λαμβάνει χώρα ανεξάρτητα της επίδρασης της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτισμικής πραγματικότητας. Δεν υπάρχει, συνεπώς, ένας γενικός κώδικας διδασκαλίας που να μπορεί να εφαρμοστεί  a priori παντού και με τα ίδια αποτελέσματα. Δεν μπορεί να εξακριβωθεί επιστημονικά ποια διδακτική και παιδαγωγική μέθοδος αποδίδει περισσότερο ως αποκλειστικό σημείο αναφοράς και εξαγωγής συμπερασμάτων, καθώς τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα επηρεάζονται από τις κοινωνικές, τοπικές και οικονομικές συνθήκες και την ασκούμενη εκπαιδευτική πολιτική.
  2. Οι εκπαιδευτικοί, ως εργαζόμενες/οι,-όπως και κάθε κατηγορία εργαζομένων- ενεργοποιούνται περισσότερο με εσωτερικά κίνητρα βελτίωσης -για τη διαμόρφωση των οποίων απαιτείται εργασιακή ασφάλεια, υποστηρικτικές δομές, συνεχείς επιμορφώσεις και δίκαιο σύστημα αμοιβών- και όχι με εξωτερικά ανταγωνιστικά κίνητρα. Η παιδαγωγική ελευθερία των εκπαιδευτικών είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την βελτίωση της εκπαιδευτικής πραγματικότητας και της μαθησιακής διαδικασίας αλλά και για την επίτευξη των μαθησιακών και παιδαγωγικών αποτελεσμάτων, ενώ η κυριαρχία ενός ανταγωνισμού με όρους και περιεχόμενο ξένους στην αποστολή του εκπαιδευτικού έργου, παραγκωνίζει τον παιδαγωγικό τους ρόλο και δημιουργεί κλίμα ανασφάλειας που δυσχεραίνει την επίτευξη των εκπαιδευτικών στόχων.
  3. Οι μέθοδοι αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου των σχολικών μονάδων πρέπει να σέβονται την επαγγελματική ελευθερία, την πρωτοβουλία και την υπευθυνότητα των εκπαιδευτικών, να μην προκαλούν τον μεταξύ τους ανταγωνισμό και να μην επηρεάζουν σε καμία περίπτωση την επαγγελματική και μισθολογική τους εξέλιξη.

Σύμφωνα με τις πάγιες θέσεις της ΟΛΜΕ:

  • Απαιτείται ουσιαστικός διάλογος σε εθνικό επίπεδο, με μακροπρόθεσμο ορίζοντα σχεδιασμού και υλοποίησης αλλά και διαδικασίες που εξασφαλίζουν την συμμετοχή των εκπαιδευτικών στο σχεδιασμό και τη χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής.
  • Στη δική μας θεώρηση η αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου στοχεύει στην αναμόρφωση της σχολικής ζωής, στην ανάδειξη των στοιχείων εκείνων που θα οδηγήσουν το σχολείο του αύριο στη μετάβαση στη 4η βιομηχανική επανάσταση με όρους επάρκειας, ισοτιμίας και δικαιοσύνης, στην κατεύθυνση του εκδημοκρατισμού του εκπαιδευτικού συστήματος, της μορφωτικής-παιδαγωγικής ενίσχυσης της εκπαιδευτικής πράξης, της διαρκούς επιστημονικής ανανέωσης του γνωστικού περιεχομένου, της κοινωνιολογικής αποτίμησης της εκπαιδευτικής λειτουργίας, της προώθησης των στόχων του κλάδου μας. Είναι μία ενεργός διαδικασία α) αποτίμησης των εκάστοτε εκπαιδευτικών πολιτικών και των αποτελεσμάτων τους, καθώς και β) ανάλυσης και ανάδειξης των ουσιαστικών προβλημάτων του δημόσιου σχολείου, σε μία κατεύθυνση προώθησης και επίλυσής τους με βάση τις αποφάσεις και τις προτάσεις του κλάδου.
  • Ο Σύλλογος Διδασκόντων/ουσών πρέπει να είναι το κυρίαρχο όργανο σε όλα τα θέματα που αφορούν τη σχολική μονάδα, καθώς η δημοκρατική λειτουργία σε όλες τις εκπαιδευτικές διαδικασίες προάγει την παιδαγωγική αναβάθμιση των σχολείων και διαμορφώνει τις συνθήκες για ένα πιο ενεργό ρόλο των εκπαιδευτικών στις πολλαπλές απαιτήσεις της μάθησης, της γνώσης, της διαπαιδαγώγησης.
  • Η ποιοτική αναβάθμιση του δημόσιου σχολείου προϋποθέτει:

αύξηση των δαπανών για την Παιδεία, μαζικούς μόνιμους διορισμούς σε όλα τα πάγια κενά, πλήρη στελέχωση όλων των δομών εκπαίδευσης, βελτίωση των όρων και των συνθηκών άσκησης του παιδαγωγικού έργου, εκσυγχρονισμό προγραμμάτων σπουδών, σχολικών βιβλίων και διδακτικών μεθόδων, αντισταθμιστικά μέτρα στήριξης των μαθητών/τριών,  στελέχωση των σχολείων με το απαραίτητο διοικητικό και επιστημονικό προσωπικό, ουσιαστική στήριξη σε επίπεδο υποδομών και επικουρικού προσωπικού καθώς και διαμόρφωση σχεδιασμού για νέα «πράσινα» σχολικά κτίρια.

  • Επιπλέον, για την βελτίωση της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης απαιτείται ουσιαστική επιμόρφωση όλων των εκπαιδευτικών και μέτρα παιδαγωγικής και διδακτικής στήριξης των εκπαιδευτικών και του έργου τους, σε συνθήκες εργασιακής ασφάλειας, παιδαγωγικής ελευθερίας και συλλογικότητας σε ένα δημοκρατικό σχολείο.
  • Η αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου στοχεύει στην αναμόρφωση της σχολικής ζωής σε μία κατεύθυνση χειραφέτησης των δρωσών κοινωνικών δυνάμεων, στον εκδημοκρατισμό του εκπαιδευτικού συστήματος, στη μορφωτική – παιδαγωγική ενίσχυση της εκπαιδευτικής πράξης, στη διαρκή επιστημονική ανανέωση του γνωστικού περιεχομένου, στην κοινωνιολογική αποτίμηση της εκπαιδευτικής λειτουργίας, στην προώθηση των στόχων του κλάδου μας. H αξιολόγηση είναι μία δυναμική διαδικασία, που πρέπει να συνδεθεί με ένα σύνολο θεσμικών αλλαγών, με γενναία χρηματοδότηση, με ουσιαστική επιμόρφωση, με ευελιξία στα αναλυτικά προγράμματα, με αλλαγές στο σύστημα διοίκησης και εποπτείας της εκπαίδευσης, με συμμετοχή των εκπαιδευτικών στο σχεδιασμό και τη χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής, με συνεργασία του ΙΕΠ, με τους συνδικαλιστικούς φορείς και το KE.ME.TE.

Σύμφωνα με τα παραπάνω δεδομένα, το σύστημα προγραμματισμού και αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου των σχολείων που προτείνουμε βασίζεται στις παρακάτω αρχές:

Οι διαδικασίες προγραμματισμού και αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου των σχολείων ως εσωτερική, δημοκρατική και συλλογική διαδικασία του Συλλόγου Διδασκόντων/ουσών μπορούν να εξελιχθούν  σε εργαλεία θετικής ανατροφοδότησης του εκπαιδευτικού έργου μόνο εφόσον διασφαλίζεται ότι θα είναι μία αποκλειστικά εσωτερική διαδικασία, χωρίς αποτύπωση σε υποχρεωτικές φόρμες, ποσοτικούς δείκτες και δημοσιοποίηση των τελικών εκθέσεων, ώστε να μην οδηγούν στη σύγκριση, την κατηγοριοποίηση και την διαφοροποιημένη χρηματοδότηση των σχολείων. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να επιφέρουν οποιαδήποτε συνέπεια στην επαγγελματική και μισθολογική εξέλιξη των εκπαιδευτικών, ώστε να μην δημιουργείται ανταγωνιστικό κλίμα που θα δυσχεραίνει την συνεργασία μεταξύ τους.

Σκοπός του συστήματος αποτίμησης είναι η βελτίωση της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης και όχι ο διοικητικός έλεγχος και η πειθάρχηση των εκπαιδευτικών και των σχολείων. Η όλη διαδικασία πρέπει να καταλήγει στην εξασφάλιση της απαραίτητης υποστήριξης των σχολικών μονάδων και του εκπαιδευτικού συστήματος από την Πολιτεία, στην διάχυση των καλών πρακτικών των σχολείων και την κεντρική παιδαγωγική αξιοποίησή τους από το ΙΕΠ.

Η αποτίμηση έχει δυναμικό χαρακτήρα, συνδέεται με τους στόχους μας για Δημόσια και Δωρεάν Παιδείας, με το αξιακό φορτίο μιας  ουμανιστικής εκπαίδευσης, με τις εξελίξεις στην επιστήμη και στη μάθηση. Απορρίπτει με απόλυτο τρόπο κάθε προσπάθεια σύνδεσής της με άλλες στοχεύσεις – ομολογημένες ή μη – που δεν σχετίζονται με τη βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου και που δεν έχουν στηρικτικό και μόνο περιεχόμενο στο εκπαιδευτικό έργο.

Κατά την διαδικασία της αποτίμησης πρέπει να αναλύεται διεξοδικά το κοινωνικό και πολιτισμικό  συγκείμενο, το θεσμικό πλαίσιο, η εκπαιδευτική πολιτική, το εκπαιδευτικό περιβάλλον, οι υποδομές και το γενικό στάτους του επαγγέλματός μας (εργασιακό, συνθήκες διαβίωσης, επιμόρφωση κλπ), βασικά στοιχεία που διαμορφώνουν τη σχολική λειτουργία και να καταγράφονται τα προβλήματα των σχολικών μονάδων από την ίδια την εκπαιδευτική κοινότητα. Έμφαση πρέπει να δίνεται στην άμβλυνση των ανισοτήτων τόσο των «παραδοσιακών» όσο και των σύγχρονων με συνδέονται με τις νέες τεχνολογίες και τον ψηφιακό κόσμο. Η στήριξη των μαθητών/τριών, που πλήττονται από πολύμορφες ανισότητες και διακρίσεις, είναι κρίσιμο ηθικό ζήτημα της παιδαγωγικής και της κοινωνικής μας ευθύνης.

Κατά τις διαδικασίες προγραμματισμού και αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου δύνανται να καταθέτουν στον Σύλλογο Διδασκόντων/ουσών τις απόψεις και τις προτάσεις τους για όσα θέματα τους αφορούν: τα Μαθητικά Συμβούλια, ο Σύλλογος Γονέων και Κηδεμόνων, το Σχολικό Συμβούλιο και ο Σύμβουλος Παιδαγωγικής Ευθύνης της σχολικής μονάδας. Τις τελικές αποφάσεις τόσο για τις διαδικασίες του προγραμματισμού (επιλογή θεματικών αξόνων, δράσεων κλπ) όσο και για την τελική αποτίμηση λαμβάνει αποκλειστικά ο Σύλλογος Διδασκόντων/ουσών, αφού μελετήσει τις κατατεθείσες απόψεις και λάβει υπόψη του τις ιδιαίτερες συνθήκες του σχολείου. Επομένως, το τελικό εξαγόμενο της αποτίμησης είναι αποτέλεσμα μόνο της σχετικής αποτύπωσης του Συλλόγου Διδασκόντων/ουσών ο οποίος και αναδεικνύεται ως το όχημα διαμόρφωσης των τελικών προτάσεων για τη βελτίωση της σχολικής πραγματικότητας.

Όλες οι σχετικές διαδικασίες γίνονται αποκλειστικά εντός του εργασιακού ωραρίου των εκπαιδευτικών.

Ο προγραμματισμός και οι δράσεις που αποφασίζονται δύνανται να μεταβάλλονται κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς, αν ο Σύλλογος Διδασκόντων/ουσών το κρίνει απαραίτητο.

Στις εκθέσεις αποτίμησης οι Σύλλογοι Διδασκόντων/ουσών δύνανται να καταθέτουν προτάσεις εκπαιδευτικής πολιτικής για την βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου και την επίλυση των προβλημάτων που εντόπισαν.

Ο προγραμματισμός και η αποτίμηση κάθε σχολείου δεν δημοσιοποιούνται, αλλά αποστέλλονται στους Συμβούλους Παιδαγωγικής Ευθύνης.

Οι Σύμβουλοι στο τέλος της σχολικής χρονιάς, αφού μελετήσουν τις εκθέσεις αποτίμησης των σχολείων της ευθύνης τους, αποστέλλουν τις απόψεις και τις προτάσεις τους για τον προγραμματισμό της επόμενης σχολικής χρονιάς στους Συλλόγους Διδασκόντων/ουσών. Επίσης, εκπονούν συνολική γενική αναφορά για τα προβλήματα, τις δράσεις και τις καλές πρακτικές των σχολείων ευθύνης τους στο ΙΕΠ, χωρίς να υπάρχει ονομαστική αναφορά στα σχολεία προέλευσης, και καταθέτουν προτάσεις βελτίωσης του εκπαιδευτικού συστήματος. Στις προτάσεις αυτές επισυνάπτονται υποχρεωτικά και οι προτάσεις των Συλλόγων Διδασκόντων/ουσών,  χωρίς να υπάρχει ονομαστική αναφορά στα σχολεία προέλευσης.

Το ΙΕΠ με βάση τις αναφορές των Συμβούλων εντοπίζει τα προβλήματα και τις προτεινόμενες λύσεις που καταγράφηκαν, φροντίζει για την διάχυση των καλών πρακτικών με την έκδοση παιδαγωγικών οδηγιών και εκπαιδευτικού υλικού και αξιοποιεί τόσο τις καλές πρακτικές όσο και τις προτάσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας κατά την χάραξη της εκπαιδευτικής  πολιτικής και εισηγείται αναλόγως στο ΥΠΑΙΘ.

Σε κάθε περίπτωση, οι όποιες διαδικασίες πρέπει να είναι αποτέλεσμα εξαντλητικού διαλόγου και συμφωνίας μεταξύ ΥΠΑΙΘ, ΙΕΠ και Εκπαιδευτικών Ομοσπονδιών και να βασίζονται στα σύγχρονα επιστημονικά και παιδαγωγικά δεδομένα, προκειμένου να απολαύουν  της εμπιστοσύνης της εκπαιδευτικής κοινότητας.

Απαραίτητη προϋπόθεση για την έναρξη διαλόγου είναι η άμεση κατάργηση των νόμων 4692/20 και 4823/21.

Η εφαρμογή της πρότασης μας, αρχικά, πρέπει να γίνει πιλοτικά και εθελοντικά, προκειμένου να εξαχθούν ουσιαστικά συμπεράσματα για την αποτελεσματικότητά της, πριν εφαρμοσθεί στο σύνολο των σχολικών μονάδων.

Προτείνουμε τα τελικά πορίσματα να αποτελέσουν στοιχείο μίας συνολικής “Σχολικής Χάρτας”, η οποία στη συνέχεια να γίνει αντικείμενο μελέτης και έρευνας, ως βασική πηγή αντιλήψεων και πρακτικών από τη ζώσα σχολική πραγματικότητα και θα αποτελεί δυναμικό στοιχείο διεκδίκησης, έρευνας  και πρωτοβουλιών του εκπαιδευτικού μας κινήματος. Για το λόγο αυτό πρέπει να εξασφαλίζεται η πρόσβαση του ΚΕΜΕΤΕ της ΟΛΜΕ στα εξαχθέντα συμπεράσματα και πορίσματα.

3.6) Επιμόρφωση των εκπαιδευτικών

Η διαρκής, βιώσιμη και ουσιαστική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών προβάλλει ως πρώτη προτεραιότητα για τις χώρες που ενδιαφέρονται να ανανεώσουν και να αναπτύξουν το εκπαιδευτικό τους σύστημα και γίνεται μοχλός παιδαγωγικών αλλαγών και αποτελεσματικών μεταρρυθμίσεων. Είναι απαραίτητη για τη σύνδεση της εκπαίδευσης με τις κοινωνικές, επιστημονικές, τεχνολογικές και παιδαγωγικές εξελίξεις και αποτελεί σημαντική προϋπόθεση για την ενίσχυση και την αξιοποίηση των γνώσεων, των ικανοτήτων, των πρωτοβουλιών και της δημιουργικότητας των εκπαιδευτικών.

Απαιτείται μία υψηλής ποιότητας επιμόρφωση που:

  • Θα συμβάλλει στην ανανέωση της επιστημονικής, παιδαγωγικής και τεχνολογικής κατάρτισης των εκπαιδευτικών
  • Θα προσεγγίζει με εγκυρότητα τα νέα επιστημονικά δεδομένα και τις νέες διδακτικές και ψυχοπαιδαγωγικές μεθόδους
  • Θα σέβεται την αρχή της παιδαγωγικής ελευθερίας του εκπαιδευτικού
  • Θα απευθύνεται στο σύνολο των εκπαιδευτικών
  • Θα καλύπτει ανάγκες που έκτακτες συνθήκες δημιουργούν (πχ πανδημία)
  • Θα σέβεται τα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών

Μορφές επιμόρφωσης:

  1. Ουσιαστική αρχική (Πανεπιστημιακή) εκπαίδευση των εκπαιδευτικών με μαθήματα παιδαγωγικής, διδακτικής και σχολικής ψυχολογίας και έμφαση στην πρακτική τους άσκηση, καθώς πάνω σε αυτή θα στηριχτεί η οποιαδήποτε μετέπειτα επιμόρφωσή τους.
  2. Ταχύρρυθμη εισαγωγική επιμόρφωση σε νεοδιόριστους/ες εκπαιδευτικούς, που θα στοχεύει στην εναρμόνιση των γνώσεων με την εκπαιδευτική πραγματικότητα και στην ενημέρωση για υπηρεσιακά, επιστημονικά και παιδαγωγικά θέματα.
  3. Επιμορφωτική υποστήριξη και συστηματική βοήθεια των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών, που θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια ομαλή και επιτυχημένη επαγγελματική εξέλιξη.
  4. Περιοδική επιμόρφωση ετήσιας διάρκειας για όλους/ες  τους/τις  εκπαιδευτικούς, τουλάχιστον μία φορά κατά τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου, με ταυτόχρονη απαλλαγή από τα διδακτικά τους καθήκοντα, ώστε να μπορούν να αφοσιωθούν απερίσπαστοι/ες στην επιμόρφωσή τους.
  5. Δωρεάν μεταπτυχιακά και διδακτορικά προγράμματα και ποιοτική δωρεάν επιμόρφωση από δημόσια Πανεπιστήμια και εξειδικευμένους φορείς για τους/τις εκπαιδευτικούς.
  6. Διαμόρφωση ενός λειτουργικού και σύγχρονου θεσμικού πλαισίου για μεταπτυχιακές σπουδές και εκπαιδευτικές άδειες, θέσπιση συστήματος υποτροφιών.
  7. Καθιέρωση βραχύχρονων προγραμμάτων επιμόρφωσης και σεμιναρίων ποικίλων μορφών, με βάση τις πραγματικές σύγχρονες ανάγκες των εκπαιδευτικών, τις εκπαιδευτικές αλλαγές και τις κοινωνικές εξελίξεις.

Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών πρέπει να γίνεται με ευθύνη του ΥΠΑΙΘ και του ΙΕΠ, να είναι δωρεάν και να στηρίζεται στις αρχές της καθολικότητας και της περιοδικότητας, ώστε να αποφεύγεται το εμπόριο τίτλων και προσόντων και το κυνήγι βεβαιώσεων και πιστοποιήσεων αμφιβόλου ποιότητας. Η Πολιτεία οφείλει να δημιουργήσει όρους και συνθήκες που θα καταστήσουν την επιμόρφωση εφικτή, ελκυστική και αξιόπιστη για το σύνολο των εκπαιδευτικών.

3.7) Γραφειοκρατία στα σχολεία – Επαγγελματική Εξουθένωση

Τα τελευταία χρόνια γινόμαστε μάρτυρες μιας αντιεκπαιδευτικής  πρακτικής από την πλευρά του ΥΠΑΙΘ που τείνει να μεταμορφώσει τα σχολεία από χώρους μόρφωσης, διαπαιδαγώγησης, παραγωγής της γνώσης, πολιτισμού, συνεργασίας, χαράς και δημιουργίας σε μια καρικατούρα γραφειοκρατικού οργανισμού βεμπεριανού τύπου.

Οι εκπαιδευτικοί καλούνται να διεκπεραιώσουν έναν τεράστιο όγκο γραφειοκρατικών διαδικασιών, ξένων προς το αντικείμενο των σπουδών τους, την ιδιότητά τους και τις ουσιαστικές επαγγελματικές του υποχρεώσεις που είναι η ενασχόληση με τους μαθητές και τις μαθητριές τους, η προετοιμασία της διδασκαλίας τους, η ανάπτυξη συνεργατικών σχέσεων με τους/τις συναδέλφους τους, η επαγγελματική τους ανάπτυξη με στόχο την καλύτερη ποιότητα της παρεχόμενης προς τους μαθητές/ μαθήτριες εκπαίδευσης.

Πολλές φορές καλούνται να διεκπεραιώσουν μέρος της απαραίτητης εργασίας που αφορά άλλους φορείς, όπως η τοπική αυτοδιοίκηση (μεταφορές μαθητών, επιδοτήσεις κ.λπ.) και να παρέχουν υποστήριξη σε γονείς/ κηδεμόνες και μαθητές/ μαθήτριες σε ζητήματα όπως οι εγγραφές, η κατάθεση μηχανογραφικού κ.ο.κ.

Πρόσφατο και οδυνηρό παράδειγμα η διαχείριση της πανδημίας και η εφαρμογή των μέτρων προστασίας κατά της διασποράς του covid19 με τις ιχνηλατήσεις των κρουσμάτων, τη διενέργεια προληπτικών ελέγχων, τον έλεγχο για τη διενέργεια των ελέγχων αυτών από εκπαιδευτικούς και μαθητές/μαθήτριες, την παροχή υπηρεσιών φαρμακείου με τη διανομή και διάθεση μασκών και rapid test. Ειδικά η διαχείριση της πανδημίας με την αποστολή σε καθημερινή βάση κρουσμάτων και φορμών ιχνηλάτησης αποδείχτηκε πέρα για πέρα ατελέσφορη, καθώς απαιτούνταν μέτρα πρόληψης όπως αυτά που είχε προτείνει η Ομοσπονδία με την μείωση του αριθμού μαθητών/ μαθητριών ανά τμήμα.

Το μόνο αποτέλεσμα που έχει φέρει όλος αυτός ο τεράστιος όγκος εξωδιδακτικής-εξωεκπαιδευτικής δουλειάς είναι η επαγγελματική εξουθένωση των εκπαιδευτικών, οι συγκρούσεις στα σχολεία και η μείωση του διαθέσιμου για την εκπαιδευτική εργασία των εκπαιδευτικών χρόνου. Παράλληλα οι εκπαιδευτικοί αποδείχτηκαν νομικά ανυπεράσπιστοι και δέχτηκαν/ δέχονται ευθείες βολές , ακόμη και με άσκηση λεκτικής και σωματικής βίας και νομικής δίωξης από κάθε «ενδιαφερόμενο».

Την κατάσταση επιδεινώνει η συνεχής αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου με τις ομοβροντίες εγκυκλίων, οδηγιών  -πολύ συχνά προφορικών εντολών- από την πλευρά του ΥΠΑΙΘ που διευρύνουν άτυπα το εργασιακό ωράριο των εκπαιδευτικών  καθώς και των διοικητικών μηχανισμών και μιας εκπαιδευτικής νομοθεσίας που παραπέμπει σε παλιότερες νομοθετήσεις με την λογική της αντικατάστασης του άρθρου τάδε του νόμου τάδε από το άρθρο τάδε του νόμου τάδε οδηγώντας τους εκπαιδευτικούς στην αναζήτηση ενός Μινώταυρου σε έναν λαβύρινθο εγγράφων.

Την ίδια ώρα δεν παρέχεται η παραμικρή επιμόρφωση στους εκπαιδευτικούς για την εκπαιδευτική νομοθεσία και την άσκηση διοικητικού έργου, καθώς έχει εκλείψει ακόμη και η εισαγωγική επιμόρφωση των νεοδιορίστων.

ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ

Περιορισμό των εξωδιδακτικών καθηκόντων των εκπαιδευτικών σε όσα συνδέονται αμιγώς με τον εκπαιδευτικό/ παιδαγωγικό τους ρόλο.

Πρόσληψη διοικητικού προσωπικού στα σχολεία.

Κωδικοποίηση της εκπαιδευτικής νομοθεσίας.

Επιμόρφωση των στελεχών της εκπαίδευσης και όλων των εκπαιδευτικών στην άσκηση διοίκησης της εκπαίδευσης, στην εκπαιδευτική νομοθεσία με διασφάλιση άδειας από την εργασία τους και πιστοποίηση και επικαιροποίηση της επιμόρφωσης αυτής σε τακτά χρονικά διαστήματα.

3.8) Πρόταση  για το πρόβλημα στέγασης των εκπαιδευτικών

Η εύρεση στέγης για τους/τις εκπαιδευτικούς και ειδικά για  τους/τις  αναπληρωτές/τριες που υπηρετούν σε τουριστικές περιοχές αποτελεί διαχρονικά δυσεπίλυτο ζήτημα. Ειδικότερα, σε κάποια δημοφιλή τουριστικά  νησιά είτε η προσφορά στέγης είναι μηδαμινή, είτε οι εκπαιδευτικοί καλούνται να καταβάλουν ενοίκια που ξεπερνούν το ήμισυ του μηνιαίου μισθού τους.

Η εξασφάλιση των στοιχειωδών συνθηκών  για την αξιοπρεπή  διαβίωση των   εκπαιδευτικών πρέπει να αποτελεί αυτονόητη υποχρέωση του Υπουργείου Παιδείας

Ζητάμε:

  • Τόσο το Υπουργείο Παιδείας όσο και οι τοπικές αρχές, να προβούν στις απαραίτητες ενέργειες που προβλέπονται άλλωστε στο  άρθρο 32 του  Ν.4483/2017 για τη στέγαση των εκπαιδευτικών έτσι ώστε να αρθεί το αδιέξοδο και να μπορέσουν οι εκπαιδευτικοί  απερίσπαστοι/ες να επικεντρωθούν στο λειτούργημά τους.
  • Να σχεδιαστούν και να υλοποιηθούν πολιτικές στέγασης των εκπαιδευτικών -αντίστοιχες με πολιτικές που υλοποιούνται για τα στελέχη των ενόπλων δυνάμεων- ώστε σε αυτές τις πρωτόγνωρες συνθήκες που οριοθετούν τις ακραίες δυσκολίες εξεύρεσης αξιοπρεπούς στέγασης να στηριχτεί πραγματικά η αξιοπρέπεια του κόσμου της εκπαίδευσης.
  • Να διαμορφωθούν πολιτικές ενίσχυσης για όσους/ες εκπαιδευτικούς καλούνται να μείνουν εκτός πρώτης κατοικίας με την καταβολή επιδόματος ενοικίου.

3.9) Ουσιαστική στήριξη των εκπαιδευτικών που συμμετέχουν στις πανελλαδικές εξετάσεις

Ο θεσμός των πανελλαδικών εξετάσεων παραμένει –παρά τις σημαντικές δυσκολίες για τους μαθητές και τις μαθήτριες μας ως διαδικασία- ο θεσμός με την πιο ισχυρή αποτύπωση αξιοκρατίας και διαφάνειας ως διαδικασία στον δημόσιο χώρο.

Καταλυτική στην αξιοπιστία και την αποδοχή του θεσμού επίδραση είχαν και έχουν οι εκπαιδευτικοί που εμπλέκονται στη διαδικασία αυτή.

Αυτούς/ες τους/τις εκπαιδευτικούς οφείλουμε και απαιτούμε η πολιτεία να τους στηρίξει έμπρακτα και με τρόπο αποφασιστικό και διακριτό.

Ζητάμε:

  • Αύξηση των αποδοχών των εκπαιδευτικών που εμπλέκονται στις διαδικασίες των πανελλαδικών και ιδιαίτερα των ανθρώπων που εργάζονται ως διορθωτές/τριες αλλά και όσων εργάζονται ως επιτηρητές/τριες ή επικουρικό προσωπικό στα βαθμολογικά κέντρα.
  • Η κάλυψη των θέσεων στις λυκειακές επιτροπές και τα βαθμολογικά κέντρα να γίνεται με περιοδικότητα, ώστε να εμπλέκονται όλοι/ες οι εκπαιδευτικοί στις σοβαρές αυτές διαδικασίες.
  • Διασφάλιση συνθηκών αξιοπρεπούς εργασίας στα εξεταστικά αλλά και στα βαθμολογικά κέντρα με υποστήριξη των εμπλεκομένων εκπαιδευτικών.
  • Διαμόρφωση συνθηκών διόρθωσης των γραπτών τέτοιων που να μην συγκροτείται πλέγμα πιέσεων για επιτάχυνση των διαδικασιών ξένων προς το παιδαγωγικό πρόσημο της διαδικασίας.
  • Βελτίωση της προετοιμασίας των εκπαιδευτικών που συμμετέχουν ως εξεταστές/στριες στα προφορικώς εξεταζόμενα μαθήματα μέσω σεμιναρίων που θα ενισχύσουν την παιδαγωγική αλλά και ψυχοσυναισθηματική τους προσέγγιση στη διαδικασία αυτή με το αυξημένο βάρος ευθύνης και δυσκολίας.

3.10) Για ένα σχολείο με διευρυμένο ρόλο

Πυρήνας της πρότασης είναι η  στόχευση για ένα σχολείο με διευρυμένο παιδαγωγικό και εκπαιδευτικό ρόλο, για ένα σχολείο  του πολιτισμού, του αθλητισμού και της τέχνης.

Προτείνουμε :

μια νέα αντίληψη για το σχολείο του αύριο με την ουσιαστική ενσωμάτωση των πεδίων του πολιτισμού, της άθλησης, της μουσικής και της τέχνης στην εκπαιδευτική πραγματικότητα. Η επιλογή αυτή θα σημάνει ενίσχυση του ρόλου του σχολείου, θα ενδυναμώσει τη σχέση του με την κοινωνία αλλά και θα αποτελέσει τη διέξοδο με τρόπο ουσιαστικό και δημιουργικό στις προοπτικές επαγγελματικής ενασχόλησης του κόσμου της εκπαίδευσης καθώς το σχολείο θα διευρύνει τη λειτουργία, το πρόγραμμα και την παρουσία του.

Αυτός ο μετασχηματισμός του σχολείου δεν θα στηριχθεί σε όρους εντατικοποίησης της εκμετάλλευσης της εργασίας ούτε στην επιβάρυνση των εκπαιδευτικών με διοικητικά καθήκοντα αλλά σε μια νέα θεώρηση διεύρυνσης της διαθεματικής λειτουργίας του σχολείου με όρους σεβασμού στο δικαίωμα στην εργασία αλλά και στις συνθήκες εργασίας και ζωής με πρόσημο και σημείο αναφοράς τον άνθρωπο.

Η δημιουργία νέων πεδίων δράσης και αναφοράς για το σχολείο είναι η επιλογή για να διασφαλίσουμε την ενίσχυση του ρόλου του αλλά και να ξαναδώσουμε φως, προοπτική και όραμα στους ανθρώπους της εκπαίδευσης και σε όσες και όσους έχουν το όνειρο να αποτελέσουν κομμάτι της.

Μεταξύ άλλων απαιτείται:

  • Η επαναφορά του διδακτικού ωραρίου στα προ του 2013 επίπεδα
  • Η επαναφορά της δίωρης μείωσης ωραρίου για όσους/ες εκπαιδευτικούς αναλαμβάνουν υπέθυνοι/ες σχολικών δραστηριοτήτων (πολιτιστικά προγράμματα, περιβαλλοντικά προγράμματα, προγράμματα αγωγής υγείας κλπ) αλλά και η ουσιαστική χρηματοδότηση για την υλοποίησή τους.

4.Υπερψηφίστηκε από το σώμα των Συνέδρων η πρόταση υπ’αριθμόν 60, με τίτλο «Αναγκαιότητα Μόνιμων Διορισμών Ψυχολόγων ΠΕ23 και Κοινωνικών Λειτουργών ΠΕ30 στα σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και στα ΚΕΔΑΣΥ», όπως κατατέθηκε στην Επιτροπή των Θέσεων του Συνεδρίου:

Απόφαση 4η: Αναγκαιότητα Μόνιμων Διορισμών Ψυχολόγων ΠΕ23 και Κοινωνικών Λειτουργών ΠΕ30 στα σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και στα ΚΕΔΑΣΥ.

Μόνιμοι Διορισμοί Ψυχολόγων ΠΕ23 και Κοινωνικών Λειτουργών ΠΕ30 στα σχολεία και στο ΚΕΔΑΣΥ, ώστε να εξασφαλιστεί η παρουσία τους στα σχολεία και να υπάρχει σταθερότητα στο προσωπικό κάθε χρόνο. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται η διαρκής υποστήριξη της κοινότητας και η συνέχεια του έργου των μελών Ε.Ε.Π.

Αύξηση του αριθμού διορισμών Ψυχολόγων και Κοινωνικών Λειτουργών ώστε να καθορίζονται ομάδες με λιγότερες σχολικές μονάδες στις οποίες ασκούν καθήκοντα τα μέλη του ΕΕΠ. Το μαθητικό δυναμικό κάθε σχολείου μπορεί να αποτελέσει ένα βασικό κριτήριο για το βαθμό υποστήριξης των αναγκών του από μέλη ΕΕΠ.

5.Υπερψηφίστηκε από το σώμα των Συνέδρων η πρόταση υπ’αριθμόν 61, με τίτλο «Διεκδίκηση Επιδοτούμενης Συμμετοχής των Τέκνων των Εκπαιδευτικών σε Κατασκηνώσεις μέσω του Ασφαλιστικού Φορέα», όπως κατατέθηκε στην Επιτροπή των Θέσεων του Συνεδρίου:

Απόφαση 5η: Διεκδίκηση Επιδοτούμενης Συμμετοχής των Τέκνων των Εκπαιδευτικών σε Κατασκηνώσεις μέσω του Ασφαλιστικού Φορέα.

Διεκδικούμε το δικαίωμα να συμμετέχουν τα προστατευόμενα μέλη των εκπαιδευτικών στα κατασκηνωτικά προγράμματα μέσω ΕΦΚΑ, χωρίς καμία επιβάρυνση. Η κατασκήνωση επιτρέπει στα να παιδιά αξιοποιήσουν εποικοδομητικά τον ελεύθερο χρόνο της θερινής περιόδου μέσα από δραστηριότητες και αθλήματα, σε πνεύμα ομαδικότητας και συνεργασίας με συνομηλίκους τους.

6.Υπερψηφίστηκε από το σώμα των Συνέδρων η πρόταση υπ’αριθμόν 62 με τίτλο «Συμμετοχή μαθητών και μαθητριών σε πανελλήνιους και ευρωπαϊκούς διαγωνισμούς ποικίλου ενδιαφέροντος (θετικών και  θεωρητικών επιστημών, τεχνών κ.τ.λ.) με οικονομική υποστήριξη από το Υπουργείο Παιδείας», όπως κατατέθηκε στην Επιτροπή των Θέσεων του Συνεδρίου:

Απόφαση 6η: Συμμετοχή μαθητών και μαθητριών σε πανελλήνιους και ευρωπαϊκούς διαγωνισμούς ποικίλου ενδιαφέροντος (θετικών και  θεωρητικών επιστημών, τεχνών κ.τ.λ.) με οικονομική υποστήριξη από το Υπουργείο Παιδείας.

Δεκάδες μαθητές συμμετέχουν κάθε χρόνο σε διαγωνισμούς ποικίλου ενδιαφέροντος με συμβούλους και καθοδηγητές τους τους εκπαιδευτικούς από το σχολείο φοίτησής τους. Με μεράκι, αγάπη και ενδιαφέρον εργάζονται όλοι μαζί ομαδικά για να συμμετέχουν στους διαγωνισμούς, αλλά η οικονομική υποστήριξη της προσπάθειάς τους (για μετακίνηση, διατροφή και διαμονή) βασίζεται σε έξοδα των ίδιων των οικογενειών τους ή χορηγών. Προκειμένου όλοι οι μαθητές και οι μαθήτριες , όλα τα σχολεία να έχουν τα ίδια δικαιώματα το Υπουργείο Παιδείας οφείλει να αναλάβει την νομοθετική πρωτοβουλία να υπάρξει πρόβλεψη κάλυψης των εξόδων (μαθητών και εκπαιδευτικών) από το ίδιο το κράτος.

7.Υπερψηφίστηκαν από το σώμα των Συνέδρων τα μεμονωμένα αιτήματα υπ’αριθμόν 63, 64, 67, 68 και 70 όπως κατατέθηκαν στην Επιτροπή των Θέσεων του Συνεδρίου:

Απόφαση 7η: Αιτήματα

Κατάργηση εγκυκλίου για τον αριθμό τμημάτων της β’ ξένης γλώσσας στα γυμνάσια. (63)

Αύξηση της αντιμισθίας ανά τετράδιο στην βαθμολόγηση των γραπτών πανελλαδικών εξετάσεων. (64)

Κατάργηση της διάταξης για τους μη παρακολουθούντες μαθητές στα ΕΠΑ.Λ. (67)

Αύξηση της χιλιομετρικής αποζημίωσης των εκπαιδευτικών που διατίθενται στα σχολεία. (68)

Επικαιροποίηση των μορίων δυσμενών συνθηκών σχολικών μονάδων. (70)

[1] Στο 19ο Συνέδριο (Ιούλιος 2019) της ΟΛΜΕ είχε κατατεθεί πρόταση εναντίωσης σε κάθε μορφή αξιολόγησης, η οποία απορρίφθηκε από την πλειοψηφία των συνέδρων με ποσοστό περίπου 65%.