μείωση-επιτοκίου-στη-ρύθμιση-ασφαλισ-208518
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ | 31.07.2019 | 10:26

Μείωση επιτοκίου στη ρύθμιση ασφαλιστικών οφειλών- H διάταξη στο ν/σ

Στο νέο νομοσχέδιο που τέθηκε προς δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση, στο άρθρο 67, υπάρχει η διάταξη για τη μείωση του επιτοκίου στη ασφαλιστικών οφειλών σε 120 δόσεις.

Τη διάταξη αυτή είχε ανακοινώσει ο Υπ. Οικονομικών Χ. Σταϊκούρας στην Ολομέλεια.

Αιτιολογική έκθεση:

Η προτεινόμενη διάταξη του άρθρου 67 εισάγει στην τρέχουσα ρύθμιση για τις οφειλές των ασφαλιστικών ταμείων μείωση του προβλεπόμενου τόκου που επιβαρύνει το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο αναφοράς για πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά δύο (2) εκατοστιαίες μονάδες, ετησίως υπολογιζόμενο και με τον τρόπο αυτό ορίζεται στο εξής από τις πέντε (5), που ίσχυε αρχικά, στις τρεις (3) εκατοστιαίες μονάδες.

Με την μείωση αυτή θα καταστεί πιο ελκυστική η υπαγωγή στη ρύθμιση, καθώς θα διασφαλίζονται τόσο η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, όσο και η συνεπής παρακολούθηση και καταβολή των δόσεων της ρύθμισης, μαζί με την καταβολή των τρεχουσών εισφορών.

Περαιτέρω η υιοθετούμενη μείωση προτείνεται προκειμένου να εξισωθούν τα επιτόκια των ρυθμίσεων των οφειλετών του Δημοσίου με το ύψος του νόμιμου επιτοκίου και του επιτοκίου υπερημερίας κάθε οφειλής του Δημοσίου έναντι των πολιτών, το οποίο με τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 45 του νόμου 4607/2019 περιορίστηκε και πλέον ισούται προς το επιτόκιο των πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΜRO), που ισχύει κατά την ημερομηνία άσκησης του ένδικου βοηθήματος, πλέον τριών (3,00) εκατοστιαίων μονάδων ετησίως.

Προτεινόμενη διάταξη:

Άρθρο 67

Η παράγραφος 1 του άρθρου 10 του ν. 4611/2019 (Α’ 73) αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Η βασική οφειλή που υπάγεται στη ρύθμιση του παρόντος, όπως αυτή προκύπτει μετά τον υπολογισμό σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 έως 6, κεφαλαιοποιείται κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και αντί τόκων, πρόσθετων τελών και προσαυξήσεων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, κατά την κείμενη νομοθεσία, επιβαρύνεται, από τον επόμενο μήνα από αυτόν της υπαγωγής στη ρύθμιση, με τόκο που υπολογίζεται με βάση το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο αναφοράς για πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας πλέον τριών (3) εκατοστιαίων μονάδων, ετησίως υπολογιζόμενο.».