γιατί-οι-κεντρικές-tράπεζες-φοβούνται-603835
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ | 22.12.2019 | 21:48

Γιατί οι κεντρικές Tράπεζες φοβούνται κρίση το 2020

Είναι ίσως για πρώτη φορά μεταπολεμικά που το γεγονός ότι στις ΗΠΑ πρόκειται να γίνουν προεδρικές εκλογές την επόμενη χρονιά δεν αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τη διασφάλιση της “οικονομικής” ηρεμίας. Το 2020 είναι μια χρονιά για την οποία οι κεντρικοί τραπεζίτες ανησυχούν πριν καν ξεκινήσει.

Όπως αναφέρει ρεπορτάζ της εφημερίδας «Κεφάλαιο», η  ανησυχία αυτή επιβεβαιώθηκε έμπρακτα από τη συνδυασμένη και ταυτόχρονη παρέμβαση της Fed και της ΕΚΤ με εκατοντάδες δισ. δολάρια και ευρώ σε ελάχιστο χρόνο.

Η μεν Fed προχώρησε σε αλλαγή γραμμής και επαναφορά μεσο-βραχυπρόθεσμων προγραμμάτων “έγχυσης” μισού τρισ. δολ. στις κεφαλαιαγορές στις ΗΠΑ σε διάστημα ενός μηνός, ενώ η ΕΚΤ με μια εσπευσμένη απόφαση από τις 12 Σεπτεμβρίου επανέφερε σε ισχύ προγράμματα παροχής ρευστότητας εκατοντάδων δισ. ευρώ χωρίς πρόβλεψη για χρονοδιάγραμμα λήξης…

Πρόκειται για παρεμβάσεις “απόψυξης” της διατραπεζικής αγοράς, μέσω της αγοράς repos, προκειμένου να απομακρυνθεί η αμεσότητα του κινδύνου επανάληψης του “ατυχήματος” της 15ης Σεπτεμβρίου του 2008, όταν κατέρρευσε η Lehman Brothers και μαζί της απειλήθηκε η κατάρρευση του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος.

 Χαρακτηριστικό του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο γίνονται εδώ και περίπου δύο μήνες οι παρεμβάσεις αυτές από τις κεντρικές τράπεζες είναι ότι η διατραπεζική αγορά στις ΗΠΑ, στην οποία η Fed διοχετεύει εσπευσμένα μισό τρισ. δολ., έχει ήδη πλεονάζοντα κεφάλαια της τάξης των 1,5 τρισ. δολ…

Τι έχει συμβεί

Η διετία 2018-2019 έχει βάλει στο τραπέζι ένα πρωτοφανές και γεμάτο ερωτηματικά ζήτημα: η οικονομία αλληλοεξαρτάται με τις αγορές ή οι αγορές και η οικονομία εξαρτούν πλέον την επιβίωσή τους από τις κεντρικές τράπεζες;

Η διαπίστωση της μεγάλης ανατροπής που συνέβη μεταξύ 2018 και 2019 δεν αφήνει πολλά περιθώρια για εύκολες απαντήσεις. Και αυτό ξεκαθάρισε σε πρόσφατη ομιλία της από τη Φρανκφούρτη η νέα επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ.

Το 2018 οι κεντρικές τράπεζες, σε ένα περιβάλλον σχετικής εμπιστοσύνης για την πορεία της οικονομίας, είχαν αρχίσει να “αποσύρουν” τον πακτωλό της πλασματικής (λόγω του ότι αυτή είχε παραχθεί μόνο από τα “τυπογραφία” τους) ρευστότητας.

Κάπου εκεί, στα τέλη του 2018, η οικονομία, που “αισθάνθηκε” την απόσυρση των κεφαλαίων, άρχισε να διολισθαίνει με ρυθμούς που έπεισαν τους κεντρικούς τραπεζίτες ότι, αν συνεχίσει η επιστροφή στην κανονικότητα της “απόσυρσης”, αγορές και οικονομία θα αντιμετώπιζαν τον κίνδυνο κατάρρευσης.

Η αντίδραση ήταν ταχύτερη και από εκείνη της διετίας 2008-2009. Οι κεντρικές τράπεζες “διέκοψαν” την επιστροφή στη νομισματική… κανονικότητα και κινήθηκαν μαζικά σε μια προσπάθεια ανάσχεσης απέναντι στο τσουνάμι που ερχόταν.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της BIS (Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών), μέσα στο 2019 και μετά τη διαπίστωση της επερχόμενης απειλής, δεκαέξι κεντρικές τράπεζες μείωσαν τα επιτόκιά τους και οι πιο πολλές από αυτές –οι ισχυρότερες, μεταξύ των οποίων οι κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης, των ΗΠΑ, της Κίνας και έμμεσα της Ιαπωνίας– ξεκίνησαν εσπευσμένα προγράμματα “ποσοτικής χαλάρωσης”…

Γιατί οι αγορές “γιορτάζουν”

Αυτός ο πακτωλός νέων όγκων πλασματικής ρευστότητας μηδενικού ή και αρνητικού “κόστους” στις αγορές κεφαλαίου τροφοδότησε τις χρηματαγορές, οδηγώντας σε νέα ύψη-ρεκόρ τούς χρηματιστηριακούς δείκτες, ενώ παράλληλα επιβράδυνε την “ταχύτητα” με την οποία αναδυόταν η γενικευμένη τάση οικονομικής επιβράδυνσης.

Αυτή, άλλωστε, είναι και η τεράστια διαφορά μεταξύ του 2018 και του 2019. Η αλλαγή “στάσης” των κεντρικών τραπεζών.

Ο “χείμαρρος” κεφαλαίων που άρχισε και πάλι να ρέει στις χρηματαγορές, οτιδήποτε και αν συνέβαινε –όπως, για παράδειγμα, οι “σπασμοί” του Αυγούστου–, αντί να μειώσει, άρχισε και πάλι να αυξάνει την επιθυμία ανάληψης ρίσκου (που συνοδεύεται με υψηλότερες αποδόσεις), εξού και η ραγδαία βελτίωση των τιμών (αύξηση) και των αποδόσεων (μείωση) στα ελληνικά ομόλογα… Η “τάση” αυτή είναι πλέον τόσο ισχυρή, που ξεπέρασε ακόμα και τη συνήθη συμπεριφορά της καταφυγής σε περιόδους κρίσης σε ασφαλείς επενδύσεις (κρατικά ομόλογα, χρυσό κ.λ.π.) και εξόδου από επισφαλείς περιοχές, όπως, π.χ., τα χρηματιστήρια.

Οι επενδύσεις πλέον τροφοδοτούν τόσο τα χρηματιστήρια και τους τίτλους μεγαλύτερης επισφάλειας όσο και τα αγαθά που αποτελούν “καταφύγιο”.

Τα “αναχώματα” και το κυνήγι του χρυσού

Ταυτόχρονα, όμως, οι κεντρικοί τραπεζίτες, όπως η Λαγκάρντ, προειδοποίησαν τις κυβερνήσεις ότι η παρέμβαση της κεντρικής τράπεζας δεν μπορεί να κρατά σταθερά τα “αναχώματα” και να στηρίζει την οικονομία όταν τα “υλικά” που χρησιμοποιεί, δηλαδή τα μηδενικού κόστους κεφάλαια, στην πραγματικότητα τροφοδοτούν και αυξάνουν την πίεση από την άλλη πλευρά του “αναχώματος”…

Το πιστωτικό σύστημα δεν είναι από τη φύση του ικανό να λειτουργεί με μηδενικά ή και αρνητικά επιτόκια.

Και οι αντοχές του συρρικνώνονται όσο διατηρείται η πολιτική των μηδενικών επιτοκίων…

Κατά τη Λαγκάρντ, η μοναδική καταρχήν “λύση” δεν μπορεί να είναι άλλη παρά η αντικατάσταση της τραπεζικής παρέμβασης από την παρέμβαση των κυβερνήσεων με τα δημοσιονομικά τους πλεονάσματα.

Στο μεταξύ, όμως, και όσο η στροφή αυτή δεν γίνεται και η αμεσότητα της απειλής παραμένει, κεντρικές τράπεζες και ιδιώτες επενδυτές έχουν ριχτεί στο κυνήγι του “χρυσού”.

Τα τελευταία στοιχεία καταγράφουν μια κατακόρυφα αυξανόμενα τάση συγκέντρωσης αποθεμάτων χρυσού (η Γερμανία επαναφέρει εσπευσμένα τα αποθέματά της σε γερμανικό έδαφος), αγορές της τάξης των 650 τόνων από κεντρικές τράπεζες (ειδικά από οικονομίες με ευάλωτα νομίσματα), ενώ παράλληλα καταγράφεται απόσυρση και “εξαφάνιση” από τις αγορές δεκάδων τόνων χρυσού από ιδιώτες “επενδυτές”.

Όλοι… ετοιμάζονται για τη στιγμή που τα “αναχώματα” των κεντρικών τραπεζών θα αρχίσουν να παρουσιάζουν τα πρώτα ρήγματα.

Και το 2020 είναι η πρώτη χρονιά που οι αντοχές των “αναχωμάτων” αυτών θα δοκιμαστούν πραγματικά από το “τσουνάμι” που άρχισε να σχηματίζεται στο γύρισμα μεταξύ 2018 και 2019.

Πηγή: Κεφάλαιο