από-την-πανδημία-του-covid-19-την-απο-παγκοσ-283636
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ | 12.05.2022 | 14:36

Από την πανδημία του Covid-19 & την απο-παγκοσμιοποίηση στη διατροφική κρίση;

H ενεργειακή κρίση (2022), που ακολούθησε την κρίση της πανδημίας (2020), φαίνεται πως δημιουργεί σημαντικές ασυνέχειες στην αγροτική παραγωγή λόγω του αυξημένου κόστους και της έλλειψης σημαντικών εισροών στον πρωτογενή τομέα. Πλέον και ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία, πέρα από τις δραματικές συνέπειες του, αναμένεται να υπονομεύσει ακόμη περισσότερο τη διατροφική επάρκεια. Επόμενα, τα ερωτήματα που προκύπτουν από τη συγκυρία είναι «ανοικτά».

Στις θεωρίες των κλασικών πολιτικών οικονομολόγων για την οικονομική ανάπτυξη, ο κίνδυνος μιας (γενικευμένης) επισιτιστικής κρίσης παρουσιάζεται ως ένα «σκοτεινό» αλλά πιθανό ενδεχόμενο. Σύμφωνα με την πολιτική οικονομία των Adam Smith, David Ricardo, Thomas Robert Malthus αλλά και του Karl Marx, οι οικονομικές διακυμάνσεις ενδέχεται να μετατραπούν σε διατροφικές κρίσεις, ειδικά όταν πολλαπλασιαστούν τα προβλήματα στον πρωτογενή τομέα.

Πώς συνδέεται, λοιπόν, σήμερα, η διατροφική ασφάλεια με τις τάσεις από-παγκοσμιοποίησης της διεθνούς οικονομίας; Λειτουργεί ο πόλεμος ως ο καταλύτης ενός «αναπόφευκτου λιμού» και τέλος, πόσο σημαντική, και επίκαιρη, είναι η διαμόρφωση ενός παραγωγικού υποδείγματος που να εγγυάται τη διατροφική ασφάλεια;

H ελληνική οικονομία διήλθε/διέρχεται από μια «τριπλή κρίση»: τη δημοσιονομική κρίση του 2008, την πανδημική κρίση του 2020 και την ενεργειακή κρίση του 2022. Συνεπώς, η ανθεκτικότητα της έχει δεχτεί σημαντικά πλήγματα στον βηματισμό της προς την ανάκαμψη.

Με τον «τρόμο του πληθωρισμού» να έχει ανοίξει εκ νέου τη συζήτηση για την αυτάρκεια σε τρόφιμα που έχει (ή θα πρέπει να έχει) η ελληνική οικονομία, η αποφυγή μιας «διατροφικής κρίσης» και στην Ελλάδα απαιτείται μια αναπτυξιακή στρατηγική, η οποία να έχει στον πυρήνα της ένα βιώσιμο και διατηρήσιμο παραγωγικό υπόδειγμα.

Διατροφική αυτάρκεια και Ελλάδα

H ελληνική οικονομία διήλθε/διέρχεται από μια «τριπλή κρίση»: τη δημοσιονομική κρίση του 2008, την πανδημική κρίση του 2020 και την ενεργειακή κρίση του 2022.

Στο επίπεδο αυτό η ανθεκτικότητα της έχει δεχτεί σημαντικά πλήγματα στον βηματισμό της προς την ανάκαμψη. Η «πληθωριστική κρίση» είναι εξαιρετικά ισχυρή και δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο τον βηματισμό αυτό καθώς ο πληθωρισμός έχει ξεπεράσει τις 10 ποσοστιαίες μονάδες (Απρίλιος 2022, ετήσιος πληθωρισμός 10.2%).

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. oι ομάδες εμπορευμάτων που καταγράφουν τη σημαντικότερη αύξηση είναι της στέγασης (35.2%) -λόγω της αύξησης των τιμών σε ενοίκια κατοικιών, είδη επισκευής και συντήρησης κατοικίας, ηλεκτρισμό, φυσικό αέριο και πετρέλαιο θέρμανσης– των μεταφορών (15.4%) και της διατροφής και μη αλκοολούχων ποτών (10.9%).

Ακόμα και στα φρούτα/λαχανικά, που η ελληνική οικονομία παρουσιάζει υψηλή αυτάρκεια, η αύξηση του κόστους των εισροών καταλήγει σε εξαιρετικά υψηλές τιμές ράφι. Αναμφίβολα, η σημαντική αύξηση των τιμών στις τιμές τις ενέργειας και στα βασικά είδη διατροφής συρρικνώνει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.

Αναμφίβολα η συρρίκνωση αυτή ενδέχεται να μεταφραστεί σε αυξημένη υλική στέρηση οξύνοντας τον κίνδυνο φτώχειας. Ήδη από το 2020, το βάθος (χάσμα) του κινδύνου φτώχειας αυξήθηκε από το 27% (2019) στο 27.3% (2020). Άλλωστε, ήδη από το 2020, δηλαδή πριν από την εντυπωσιακή αύξηση του πληθωρισμού, η μέση ετήσια δαπάνη μειώθηκε κατά 10% προσεγγίζοντας τα 15.982 ευρώ.

Ο «τρόμος του πληθωρισμού» έχει ανοίξει εκ νέου τη συζήτηση για την αυτάρκεια σε τρόφιμα που έχει (ή θα πρέπει να έχει) η ελληνική οικονομία. Επιχειρώντας μια πρωτόλεια εκτίμηση της αυτάρκειας του αγροδιατροφικού τομέα θα αξιοποιήσουμε τα διαθέσιμα δεδομένα του Food and Agriculture Organisation of the United Nations (FAO) και θα χρησιμοποιήσουμε έναν απλό δείκτη αυτάρκειας.

Αναμφίβολα, όπως και η πανδημία, η ουκρανική κρίση αποτελεί ένα εξωγενές σοκ στη λειτουργία του εγχώριου οικονομικού συστήματος, αποτελώντας έναν ακόμα κρίκο στην αλυσίδα της «τέλειας καταιγίδας». Τα προβλήματα στην πλευρά της προσφοράς (περιορισμοί βασικών ειδών διατροφής, αύξηση των τιμών των τροφίμων, αναταράξεις στις εφοδιαστικές αλυσίδες) αναμένεται να επιταχύνουν την ενεργοποίηση εστιών ύφεσης, ιδιαίτερα εκεί όπου οι ανισότητες είναι ιδιαίτερα οξυμένες. Αναμφίβολα, η πολλαπλότητα των ανισοτήτων μπορεί να αποτελέσει την αιτία για μια δυσμενή/ετεροβαρή κατανομή των συνεπειών της κρίσης την οποία επιταχύνει ο πόλεμος. Για την αποφυγή μιας «διατροφικής κρίσης» και στην Ελλάδα απαιτείται μια αναπτυξιακή στρατηγική, η οποία να έχει στον πυρήνα της ένα βιώσιμο και διατηρήσιμο παραγωγικό υπόδειγμα. Μέχρι τότε, τα ερωτήματα που τέθηκαν στην εισαγωγή του παρόντος σημειώματος θα παραμένουν (βασανιστικά) «ανοικτά». Σε κάθε περίπτωση, ειδικά για την Ελλάδα, θα πρέπει να αναγνωριστεί ο κρίσιμος ρόλος της γεωργίας για την ανασυγκρότηση της χώρας αλλά και για την

αποτελεσματική λήψη μέτρων που σχετίζονται με την βελτίωση της αποδοτικότητας των παραγωγικών πόρων, πάντα υπό τον περιορισμό της άμβλυνσης των συνεπειών της περιβαλλοντικής κρίσης.

Ανάλυση του Μανόλη Μανιούδη, Οικονομικού Αναλυτή ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ & διδάσκοντα Δι.Πα.Ε.