ετσι-το-ίντερνετ-άλλαξε-εντελώς-τους-φ-843693
ΚΟΙΝΩΝΙΑ | 18.11.2020 | 19:18

ΕΤΣΙ το Ίντερνετ άλλαξε εντελώς τους φίλους του Ποδοσφαίρου!

Το ίντερνετ και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης διαμορφώνουν μία νέα πραγματικότητα για τους λάτρεις της στρογγυλής θεάς. Είναι γεγονός πως το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν διαφοροποιήσει σε μεγάλο βαθμό τη ζωή των περισσότερων ανθρώπων στον πλανήτη. Δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστο και το ποδόσφαιρο. Πριν το άκρως ενδιαφέρον θέμα, μην ξεχνάτε ότι εδώ βρίσκετε πάντα το πιο γρήγορο live κουπόνι για το παμε στοιχημα

Είναι τέτοια λοιπόν, η ψηφιακή επιρροή πασίγνωστων αθλητών, όπως ο Κριστιάνο Ρονάλντο, που μπορεί ακόμη και να αλλάξει τις οπαδικές προτιμήσεις ενός φαν του. Παίκτες όπως ο Νέιμαρ και ο Λιονέλ Μέσι έχουν περισσότερους ακολούθους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης από τις ομάδες στις οποίες αγωνίζονται. Όλα αυτά συνθέτουν ένα νέο σκηνικό του οπαδισμού σήμερα.

Εδώ αξίζει μία αναφορά στη Γιουβέντους. Ήταν ο ταχύτερα αναπτυσσόμενος ευρωπαϊκός σύλλογος διαδικτυακά στην Κίνα τον μήνα μετά την υπογραφή του Κριστιάνο Ρονάλντο, που κόστισε 117 εκατομμύρια δολάρια. Ο αριθμός των οπαδών της διογκώθηκε με ρυθμό που έχει χαρακτηριστεί ως άνευ προηγουμένου. Ίσως δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ο πέντε φορές νικητής της Χρυσής Μπάλας, που σε ταλέντο και φήμη συγκρίνεται συχνά μόνο με τον Λιονέλ Μέσι, προσελκύει τα πλήθη σε μία χώρα όπου λατρεύεται η επιτυχία και η διασημότητα.

“Δεν έχει συμβεί ξανά κάτι τέτοιο, οπαδοί να μετακινούνται από τη μία ομάδα στην άλλη ή να αποφασίζουν να ακολουθήσουν μία δεύτερη ομάδα. Αυτή είναι πιθανώς η μεγαλύτερη αλλαγή που έχουμε δει ποτέ στον χώρο του οπαδισμού στην Κίνα. Την ίδια περίοδο, η Ρεάλ Μαδρίτης είχε χάσει οπαδούς, οπότε υπήρξε άμεση συσχέτιση”, λέει ο Τομ Έλντσεν, ανώτερο στέλεχος στην εταιρεία ψηφιακού μάρκετινγκ Mailman, με έδρα τη Σαγκάη.

Αλλά το μεγάλο κύμα οπαδών που ασπάστηκε τη Γιουβέντους όταν απέκτησε έναν από τους πιο διάσημους αθλητές του κόσμου δεν ήταν απλώς ένα κινέζικο φαινόμενο. Οι “μπιανκονέρι” κέρδισαν 3,5 εκατομμύρια οπαδούς Instagram τον επόμενο μήνα, ενώ οι ακόλουθοι στο Facebook, το Twitter και το YouTube επίσης εκτοξεύθηκαν.

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα νέα ήθη

Ο καθηγητής αθλητικών επιχειρήσεων στο πανεπιστήμιο Σάλφορντ, Σάιμον Τσάντγουικ, ισχυρίζεται ότι η λατρεία των διασημοτήτων έχει αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο οι οπαδοί του ποδοσφαίρου σε όλο τον κόσμο συνδέονται με ομάδες και παίκτες.

“Η κουλτούρα των διασημοτήτων έχει εμφανιστεί τα τελευταία 15 με 20 χρόνια με τρόπο που δεν υπήρχε στις δεκαετίες του 1960 ως και 1990. Τώρα ενδιαφερόμαστε περισσότερο για διάσημους από ό, τι ίσως για τις ομάδες και αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό όχι μόνο του ποδοσφαίρου και του αθλητισμού, αλλά της ζωής γενικότερα”.

Οι σούπερ σταρ ποδοσφαιριστές λατρεύονται ως ήρωες από τις αρχές του 20ου αιώνα και για δεκαετίες προσπάθησαν να αξιοποιήσουν τη δημοτικότητά τους. Στο αποκορύφωμα της καριέρας του τη δεκαετία του 1960, ο παλιός παίκτης της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, Τζορτζ Μπεστ πρωταγωνίστησε σε μία διαφήμιση στο Ηνωμένο Βασίλειο για τα λουκάνικα Cookstown. Αρκετά, βέβαια, έχουν αλλάξει από τότε, όταν ένας από τους πιο διάσημους παίκτες του κόσμου βοήθησε στην αύξηση των πωλήσεων του συγκεκριμένου προϊόντος. Οι διαφημιστικές εκστρατείες είναι πιο εξελιγμένες, το brand των ποδοσφαιριστών σχεδιάζεται προσεκτικά, οι μεγάλοι σύλλογοι και οι παίκτες τους είναι επικερδείς επιχειρήσεις και, φυσικά, υπάρχει το ίντερνετ.

Όπως δήλωσε και ο Στίβεν Χόκινγκ, το διαδίκτυο μας έχει συνδέσει “σαν νευρώνες σε έναν τεράστιο εγκέφαλο” και έχει επιτρέψει σε παίκτες και συλλόγους να επικοινωνούν απευθείας με τους θαυμαστές τους. Σχεδόν όλα είναι προσβάσιμα, από τη ζωντανή μετάδοση ενός αγώνα ως την αγορά ενός ζευγαριού παπούτσια που λανσάρει ένας παίκτης.

“Ο ρόλος των μέσων κοινωνικής δικτύωσης διαμορφώνει και τις αντιλήψεις των ανθρώπων. Για πολλούς νεότερους ειδικότερα, ισχύει το ότι έχουν μικρότερη σχέση με μία ομάδα ποδοσφαίρου της πόλης τους και συνδέονται περισσότερο με εκείνες που είναι παγκοσμίου φήμης. Αυτές μπορεί να είναι η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ή η Ρεάλ Μαδρίτης, αλλά ταυτόχρονα τα είδωλα αυτά μπορεί να είναι ο Κίλιαν Εμπαπέ ή ο Κριστιάνο Ρονάλντο”, προσθέτει ο Τσάντγουικ.

Ο Εμπαπέ με τις επιδόσεις του βοήθησε τη Γαλλία να κερδίσει το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2018 στη Ρωσία. Όντας πλέον στα 21 του, όπως και πολλοί που ανήκουν στη λεγόμενη Γενιά Z – δηλαδή αυτοί που γεννήθηκαν τη δεκαετία του 1990 και του 2000 – δεν θυμάται τη ζωή χωρίς μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

“Δεν έχουμε ακούσει πολλά για το δυναμικό μάρκετινγκ της γαλλικής εθνικής ομάδας. Αυτό που ξέρουμε όμως είναι η εμπορικότητα του Εμπαπέ”, συνεχίζει ο Τσάντγουικ.

“Υπάρχει έμφαση στο άτομο και το μάρκετινγκ είναι σύμφωνο με τον τρόπο που η Γενιά Z καταναλώνει προϊόντα και αλληλεπιδρά με μάρκες. Δεν νομίζω ότι καταλαβαίνουμε τη γενιά αυτή όπως θα έπρεπε. Θα περίμενα από την παρατήρησή μου ότι η Γενιά Z ενδιαφέρεται κυρίως για μεμονωμένα άτομα. Το βλέπετε αυτό μέσω της εμφάνισης vloggers και διασημοτήτων στο διαδίκτυο”.

Το “πορτφόλιο οπαδισμού” και τι σημαίνει

 Υπάρχει και το “πορτφόλιο οπαδισμού”, όπως το θέτει περιγραφικά ο Τσάντγουικ. Πρόκειται για μία αναφορά στους οπαδούς που θα υποστηρίξουν μία σειρά ομάδων, συνήθως μία από κάθε σημαντικό ευρωπαϊκό πρωτάθλημα. Αυτό το γεγονός αντικατοπτρίζει τον “ρευστό και ανοιχτό τρόπο που πολλοί από εμάς ζουν τη ζωή”, λέει χαρακτηριστικά.

Ο όρος υπάρχει, σε κάποιο βαθμό, εδώ και δεκαετίες. Οι ένθερμοι οπαδοί ενός συγκεκριμένου συλλόγου συχνά έχουν προτίμηση για ομάδα που αγωνίζεται ίσως σε άλλη κατηγορία ή πρωτάθλημα.

Η δημοτικότητα του ποδοσφαιρικού προγράμματος “Football Italia”, που μετέδιδε αγώνες της Serie A ζωντανά στην τηλεόραση στο Ηνωμένο Βασίλειο τη δεκαετία του 1990, βοήθησε στο να γίνει δημοφιλές το ιταλικό πρωτάθλημα. Αυτό συνέβη, φυσικά, προτού η αγγλική Πρέμιερ Λιγκ δικτυωθεί σε όλο τον κόσμο.

Ωστόσο, ακόμη και πριν από δύο ή τρεις δεκαετίες, το θέαμα μίας φανέλα της Μπαρτσελόνα, πόσο μάλλον ενός τατουάζ με τον Μέσι στην πλάτη κάποιου, ήταν σπάνιο φαινόμενο εκτός της περιοχής της Βαρκελώνης. Πλέον βλέπει κανείς πολλά παιδιά σε γειτονιές όλου του κόσμου να παίζουν φορώντας φανέλες ξένων ομάδων. Το όνομα στο πίσω μέρος είναι επίσης συχνά προβλέψιμο.

“Θα έχετε ακούσει ανέκδοτα για παιδιά που μπορεί να μην είναι οπαδοί της Ρεάλ Μαδρίτης, αλλά του Κριστιάνο Ρονάλντο. Η φύση του οπαδισμού έχει αλλάξει, πιθανώς προς το χειρότερο από την άποψη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης”, λέει ο Μάικλ Κάλβιν, βραβευμένος Άγγλος δημοσιογράφος και συγγραφέας.

Ο Κάλβιν αναφέρεται στην άνοδο της Arsenal TV, ενός καναλιού που έχει περισσότερους από 820.000 συνδρομητές στο YouTube και 285.000 οπαδούς στο Twitter. Υποστηρίζει πώς η ψηφιακή εποχή έδωσε στους οπαδούς μία πλατφόρμα για να εκφράσουν τις απόψεις τους, είτε πρόκειται για καλό, είτε για κακό.

“Δεν νομίζω ότι είναι απόλυτα υγιές. Έχουν κάθε δικαίωμα να πουν τη γνώμη τους, αλλά είναι μία αμόρφωτη γνώμη σε πολλές περιπτώσεις. Όλο αυτό το φαινόμενο της τηλεόρασης οπαδών βασίζεται στην ενίσχυση των προκαταλήψεων των ανθρώπων και στην κριτική προς τους προπονητές. Δεν είναι και η πιο ευχάριστη εξέλιξη”.

Στο τελευταίο του βιβλίο “The State of Play”, ο Κάλβιν καταπιάνεται με τη Μίλγουολ, την ομάδα με έδρα το Λονδίνο, που αγωνίζεται στην Τσάμπιονσιπ, τη δεύτερη βαθμίδα του αγγλικού ποδοσφαίρου. Όπως και πολλές άλλες της κατηγορίας, δεν έχει πολλούς υποστηρικτές σε διεθνές επίπεδο. Όσοι δηλώνουν οπαδοί των “λιονταριών” το κάνουν επειδή αυτή η αφοσίωση κληροδοτήθηκε από τη μία γενιά στην άλλη.

Οπαδός της Μίλγουολ είναι και ο Μάικλ Έιβερι, όπως και ο πατέρας του, ο παππούς του, και τα δύο παιδιά του.

“Γεννιέσαι οπαδός της Μίλγουολ, δεν λες ότι απλά θα αρχίσεις να την υποστηρίζεις μία μέρα.

Δεν θα δείτε κάποιον που είναι 30 ετών και άρχισε πρόσφατα να ασχολείται με το ποδόσφαιρο να υποστηρίζει την ομάδα”.

Ο Έιβερι προσθέτει ότι η πλειοψηφία των οπαδών δεν θα ήθελε να αγωνιστεί ο σύλλογος στην Πρέμιερ Λιγκ, αν αυτό θα σήμαινε ότι θα χάσει την ταυτότητά του.

“Η Μίλγουολ υπερηφανεύεται για το ότι είναι ομάδα της εργατικής τάξης, ένας οικογενειακός σύλλογος. Ποτέ δεν ήταν γνωστή για τις μεγάλες μεταγραφές ή για τους παχυλούς μισθούς”, εξηγεί ο Έιβερι.

“Αισθάνομαι ότι το 95% των οπαδών έχει κληρονομιά στην περιοχή. Όσο υπέροχο θα ήταν να βλέπουμε τη Μίλγουολ στην Πρέμιερ Λιγκ, δεν θέλουμε να πουλήσουμε αυτήν την ταυτότητα του συλλόγου μόνο για να φτάσουμε στην πρώτη κατηγορία”.

Η παγκοσμιοποίηση και οι αριθμοί

Σύμφωνα με έρευνες, περισσότεροι από τους μισούς συλλόγους στην Πρέμιερ Λιγκ θα μπορούσαν να είχαν παίξει σε άδεια γήπεδα και να είχαν και πάλι κέρδος προ φόρων τη σεζόν 2016-17, εξαιτίας της συμφωνίας για τα τηλεοπτικά δικαιώματα.

Η Deloitte το 2018 ανακοίνωσε ότι οι περισσότεροι από τους 20 πλουσιότερους συλλόγους της Ευρώπης δεν κερδίζουν πάνω από το ένα πέμπτο των χρημάτων τους από τα έσοδα του αγώνα. Οι ομάδες στοχεύουν όλο και περισσότερο σε ένα παγκόσμιο κοινό, υπογράφοντας προσοδοφόρες εμπορικές συμφωνίες. Γι ‘αυτό δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη ότι ο τρόπος που έχουν απήχηση έχει πλέον αλλάξει.

Ο Εντ Μπάρετ είναι οπαδός της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ που ζει στη Γερμανία. Υποστηρίζει επίσης τη Ζανκτ Πάουλι, έναν ποδοσφαιρικό σύλλογο με έδρα το Αμβούργο στη δεύτερη βαθμίδα της Γερμανίας. Μπορεί να μην έχει κερδίσει σημαντικούς τίτλους, αλλά το γήπεδό της, χωρητικότητας 29.500 θεατών, είναι σχεδόν πάντα γεμάτο. Ο σύλλογος έχει παγκόσμιο κοινό, με το σύμβολό του – ένα κρανίο με κόκαλα – να έχει αποδειχτεί εξαιρετικά εμπορεύσιμο.

“Η Ζανκτ Πάουλι έχει μία εικόνα που της επιτρέπει να εκμεταλλευτεί τη θέση της στην αγορά. Έτσι, έκανε περιοδεία με χορηγούς στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του προηγούμενου καλοκαιριού. Αν αυτό μας βοηθά να πληρώσουμε τους λογαριασμούς χωρίς να αυξήσουμε τις τιμές των εισιτηρίων ή να πουλήσουμε το όνομα του γηπέδου, τότε αυτό πραγματικά δεν με ενοχλεί” σχολιάζει ο Μπάρετ.

“Το ίδιο ισχύει και για το διαδικτυακό περιεχόμενο ή τις εκδρομές στην Άπω Ανατολή για να προσηλυτίσουν υποστηρικτές. Στη χειρότερη περίπτωση, μπορεί κάποιος που είναι ήδη οπαδός και ακολουθεί την ομάδα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης απλώς να ενοχληθεί που μέρος του περιεχομένου φαίνεται να απέχει από την ουσία του συλλόγου. ”

Είναι οι ίδιοι οι σύλλογοι, που ψάχνουν νέους υποστηρικτές, που θα πρέπει να προσαρμοστούν περισσότερο.

“Η εμφάνιση της Πρέμιερ Λιγκ βοήθησε στην αλλαγή κουλτούρας όχι μόνο στο αγγλικό ποδόσφαιρο, αλλά και στο παγκόσμιο γενικότερα”, λέει ο Τσάντγουικ.

“Οι παλιές μέρες, πριν το 1992, ήταν πολύ πιο απλές. Αυτό που συνέβη, λοιπόν, ήταν ότι δημιουργήθηκε όχι μόνο μία γενιά οπαδών αλλά πολλές. Υπάρχει μία μια νέα γενιά καταναλωτών και προφανώς αυτό έχει να κάνει με την παγκοσμιοποίηση και την ψηφιοποίηση. Έτσι, ο κόσμος του οπαδικού ποδοσφαίρου είναι τώρα πιο περίπλοκος από ό, τι ήταν πριν από 30 και 40 χρόνια.

Οι ομάδες καλούνται να καταλάβουν καλύτερα τους Κινέζους, τους Ευρωπαίους, τους Αμερικανούς, τους μιλένιαλς, της Γενιά Χ ή Ζ. Υπάρχουν διαφορές μεταξύ οπαδών σε αστικά κέντρα ή μικρότερες περιοχές, μεταξύ ανδρών και γυναικών. Για τους ποδοσφαιρικούς συλλόγους, που είναι σχετικά μικρές οργανώσεις, η κατανόηση αυτής της πολυπλοκότητας αποτελεί τεράστια πρόκληση”, καταλήγει ο Τσάντγουικ.