Ακόμα 1.444 λέξεις για τον ΛΕΞ
Αμπελόκηποι, Εύοσμος, Πολίχνη, Νεάπολη. Σταυρούπολη, Ωραιόκαστρο, Ασβεστοχώρι, Πανόραμα. Καλαμαριά, Τριανδρία, Χαριλάου, Μαρτίου. Και «ΤσηΒό, Κορδελιό, Τούμπα, Συκιές, Ναυαρίνου, Ροτόντα». Άνθρωποι από διάφορες γωνιές της Θεσσαλονίκης και της Ελλάδας πηγαίνουν προς την Αγίου Δημητρίου, στο ύψος πάνω από τα πανεπιστήμια. Άλλοι το παίρνουν με τα πόδια από Βαρδάρη, άλλοι στοιβάζονται σε αστικά που φρακάρουν στους δρόμους, άλλοι φτάνουν στο στάδιο με πούλμαν από διάφορα μέρη της Ελλάδας. Παρασκευή 21 Οκτώβρη. Όλοι στη συναυλία πηγαίνουν με ζακέτες και φούτερ. Μέσα στο Καυτανζόγλειο, ο κόσμος κάνει χειρονομίες, υψώνει τα χέρια του κρατώντας τρίγωνα Πανοράματος ή οθόνες κινητών, μήπως και τους εντοπίσει η κάμερα στη σκηνή και εμφανιστούν στις γιγαντοοθόνες, στις οποίες αναγράφονται τόποι: Ηγουμενίτσα, Αιγάλεω, Γερμανία, Αγρίνιο, Μυτιλήνη, Κρήτη. «Τι Κρήτη, ρε; Μπότσαρη, στάση Μπότσαρη!» ουρλιάζει κάποιος δίπλα στη Σοφία Νικολαΐδου, συγγραφέα και καθηγήτρια Δημιουργικής Γραφής στο ΑΠΘ, η οποία στέκεται στο γρασίδι του σταδίου. Το έδαφος είναι νοτισμένο, σαν να έχει ρίξει πιο πριν μια καταιγίδα.
ΤΟ ΜΕΤΡΟ ΤΟΥ ΦΑΛΗΡΟΥ
Τα πόδια καταπονούνται από την ορθοστασία, η γκρίνια ξεκινάει. Δέκα το βράδυ. Τα φώτα σβήνουν. Ηχογραφημένος ήχος του Από τους υπονόμους του Intro, από τον τρίτο και τελευταίο δίσκο του, Μετρό, που κυκλοφόρησε φέτος. «Γεννήθηκα με τον ομφάλιο λώρο γύρω απ’ τον λαιμό μου μπλεγμένο/ Και το χαίρομαι που ανασαίνω, δεν παίρνω τίποτα για δεδομένο/ Ζυγίζω μονάχα εξήντα κιλά, μα όσο και να φάω δεν χορταίνω/ Γι’ αυτό με λέν’ πεινασμένο, ζω κάθε βράδυ λες κι αύριο πεθαίνω». Το πανί που καλύπτει τη σκηνή κατεβαίνει, αποκαλύπτει γκρίζες πολυκατοικίες με κεραίες, ένα βαγόνι με ταγκιές και γκράφιτι και μια πινακίδα του μετρό της Θεσσαλονίκης. Από τον Περιφερειακό φαίνεται η κόλαση, στο Καυτανζόγλειο βιώνεται η έκσταση. Οι πυρσοί ανάβουν σχεδόν ταυτόχρονα. Μικρές εστίες σαν ηφαίστεια, οι στάχτες πέφτουν στα ρούχα μας. Ένα αυθεντικό καλωσόρισμα σε εκείνον που παίρνει τη Θεσσαλονίκη στους ώμους του με την τέχνη του. «Δεν το είδαμε ανταγωνιστικά με τη Νέα Σμύρνη [σ.σ.: στην προ μηνών συναυλία του ΛΕΞ που γέμισε το γήπεδο του Πανιωνίου], αλλά και εμείς ως άνθρωποι από την ίδια πόλη με τον ΛΕΞ είχαμε χρέος να κρατήσουμε τον παλμό που υπήρχε στην Αθήνα και να τον πάρουμε στους δικούς μας ώμους, να μην κουβαλάει πια μόνος του την πόλη», παρατηρεί ο Χρήστος Ωραιόπουλος.
Στην πινακίδα του μετρό γράφει Φάληρο. Όχι, δεν έχει σχεδιαστεί κάποιος σταθμός στον βόρειο και στον νότιο άξονα της Βασιλέως Γεωργίου, κοντά στις Ομπρέλες του Ζογγολόπουλου. Είναι μια ψεύτικη πινακίδα, φόρος τιμής στη γειτονιά όπου μεγάλωσε και έζησε αρκετές από τις ιστορίες που γράφει στους στίχους του. Εκεί που ο ΛΕΞ τραγουδάει για τα «ανατολικά της Καταδίκης» (ένας από τους πολλούς χαρακτηρισμούς που προσδίδει στη Θεσσαλονίκη), δονήθηκαν οι χορδές της Σοφίας Νικολαΐδου, που είναι γέννημα-θρέμμα του Φαλήρου. «Δεν έχει ο καθένας μας στο μυαλό του ένα τρέιλερ της ζωής με στιγμές και με αναμνήσεις;
ΚΩΔΙΚΟΣ 2310
«ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΕΙΣΑΙ ΕΔΩ;» φωνάζει στο μικρόφωνο και το Καυτανζόγλειο κραυγάζει. Το ένα κομμάτι διαδέχεται το άλλο, αλλά ο ΛΕΞ δεν λέει πολλά στα ενδιάμεσα. Ούτε συνεντεύξεις θα δώσει ποτέ, ούτε ποσταρίσματα πολλά θα κάνει, ούτε μεγάλα λόγια θα πει. Μιλούν οι στίχοι για τον ίδιο αλλά και για «το πιο μεγάλο χωριό στην Ελλάδα μ’ ενάμισι εκατομμύριο ζωές». Για τη ζωή σε πολυκατοικίες με κουτσομπόλες διαχειρίστριες και ρουφιάνους θυρωρούς, για την οικονομική ανασφάλεια, το αμφίβολο αύριο και τις ακραίες λύσεις για γρήγορο χρήμα, τις προδοσίες και την εκμετάλλευση των φίλων, την κριτική των παλιών στους νέους, οι οποίοι πολλές φορές νιώθουν εγκλωβισμένοι και αδύναμοι να δραπετεύσουν από ένα χωριό με «μικρά δωμάτια και όνειρα τεράστια/ Μίσος σαν τα γαλλικά προάστια», όπως γράφει στα Παυσίπονα. Δηλαδή, ένα μέρος που κουβαλάει το φορτίο ενός τηλεφωνικού κώδικα (2310) που συμβολίζει την κοινωνική πραγματικότητα της πόλης και έγινε σύνθημα από 25.000 και βάλε στόματα, αντηχώντας πέρα από το στάδιο «σαν ηχείο που κάνει αντίλαλο, γιατί έχει ερημιά», όπως παρομοιάζει η συγγραφέας από τη Θεσσαλονίκη.
Ο καθένας και η καθεμία τραγουδούν τους στίχους που τους εκφράζουν και έχουν μια βαρύτητα γι’ αυτούς. Μόλις αναφέρει τοπωνύμια και περιοχές, κάποιοι φωνάζουν και άλλοι δακρύζουν σε διάφορες στιγμές της συναυλίας. Άγνωστο αν κλαίνε από οργή ή από νοσταλγία. Ο Χρήστος Ωραιόπουλος το βασίζει σε ένα φορτίο εντοπιότητας που κουβαλούν οι ακροατές της Θεσσαλονίκης. Η Σοφία Νικολαΐδου δανείζεται τα λόγια της Σβετλάνα Αλεξιέβιτς: «“Είμαι το ηχείο της εποχής μου”. Αυτό είναι και ο ΛΕΞ. Είναι ο στίχος, η βοή της πόλης. Όχι μόνο της Θεσσαλονίκης, αλλά γενικά της ελληνικής πόλης, που έχει συγκεντρωθεί σε αυτή τη μουσική. Είναι σπουδαίο πράγμα αυτό». Ανεξάρτητα από το αν ο καθένας έχει ή όχι ίδιες αναφορές και κοινά βιώματα με τον ΛΕΞ.
Η ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΛΕΞ
Μιάμιση ώρα μετά, λίγο πριν από το μεγάλο φινάλε, ο ΛΕΞ ζητά από τους διοργανωτές να σβήσουν τα φώτα της σκηνής. Και τότε οι φακοί στα κινητά ανοίγουν. Το Καυτανζόγλειο μετατρέπεται σε μια λευκή θάλασσα. Ο ΛΕΞ δεν φεύγει από τη σκηνή, ραπάρει ξανά το Όχι σήμερα, το Τίποτα στον κόσμο και το Airmax. Είναι το πιο ταπεινό «ευχαριστώ» στην πόλη που την κέρδισε με το σπαθί και τη μουσική του. «Παρόλο που ήταν διάχυτη η οργή των ανθρώπων, όλοι βρίσκονταν στην ίδια σελίδα. Ήταν όλοι εκεί για να εκφράσουν το συναίσθημα που ο ίδιος εκφράζει με τη μουσική του. Είναι υπέροχο να γεμίζεις ένα στάδιο με κόσμο που αγκαλιάζει την τέχνη σου, γιατί αυτό που κάνει ο ΛΕΞ δεν είναι κάτι άλλο από τέχνη», λέει η Μαρία Ζαμπέτη.
Το Καυτανζόγλειο αδειάζει. Τα πούλμαν απ’ όλη την Ελλάδα εμποδίζουν την κυκλοφορία στην Αγίου Δημητρίου μέχρι να αναχωρήσουν. Χιλιάδες κόσμου διασκορπίζεται στους δρόμους και στα στέκια του κέντρου. Οι ζωές όλων αυτών των ανθρώπων μπορεί να μην είναι ίδιες, αλλά εδώ και μιάμιση ώρα, όπως έθεσε εύστοχα η Νικολαΐδου, η τέχνη πήρε το χέρι τους, άγγιξε την πληγή και άφησε την παλάμη εκεί. «Αυτό είναι η συστατική λειτουργία της τέχνης».
Παντελής Τσομπάνης
πηγή: kathimerini.gr
Προτεινόμενα άρθρα
11.04.2024 | 18:27
11.04.2024 | 16:49