νέο-ασφαλιστικό-τι-προβλέπει-για-το-δη-425835
ΥΠΟΥΡΓΕΙΑ | 23.01.2020 | 23:58

Νέο ασφαλιστικό: Τι προβλέπει για το Δημόσιο (έγγραφο)

Σε έξι άρθρα (23 έως 28) και 12 σελίδες περιλαμβάνονται οι ρυθμίσεις του νέου ασφαλιστικού ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ  για το Δημόσιο. Σύμφωνα με την ΑΔΕΔΥ, η οποία προχωράει σε 24ωρη απεργιακή κινητοποίηση:

“Οι όποιες παρεμβάσεις γίνονται στα ποσοστά αναπλήρωσης, μετά τα 30 χρόνια υπηρεσίας, σε εκτέλεση των αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την επιστροφή ενός ελάχιστου ποσού, σε καμία περίπτωση δεν αναπληρώνουν ούτε στο ελάχιστο τις τεράστιες μειώσεις που είχαν οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι με τον Νόμο Κατρούγκαλου και τους προηγούμενους μνημονιακούς αντιασφαλιστικούς νόμους.

Έτσι με τον Νέο Νόμο:

-Διατηρούνται τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης στα 67 για όλους ή στα 62 με 40 χρόνια υπηρεσίας, που ψηφίστηκαν με τον Ν4336/15 (τρίτο μνημόνιο). Καμία εξαίρεση δεν υπάρχει για καμία κατηγορία εργαζομένων.

-Διατηρούνται οι μειώσεις στις επικουρικές συντάξεις, που έφτασαν στο 50%, καθώς και στο εφάπαξ όπου αθροιστικά οι περικοπές ξεπέρασαν το 40%.

-Το ΕΤΕΑΕΠ (επικουρική ασφάλιση) ενσωματώνεται στον ΕΦΚΑ κι ανοίγει έτσι ο δρόμος για την πιθανή πλήρη κατάργησή του μελλοντικά. Ταυτόχρονα ενσωματώνονται στον ΕΦΚΑ στο σύστημα και τα 7 δις αποθεματικά που έχει το ΕΤΕΑΕΠ.

-Διατηρείται η λεηλασία, που έγινε διαχρονικά στα ασφαλιστικά ταμεία και καμία πρόβλεψη δεν υπάρχει για επιστροφή των κλεμμένων.

-Διατηρούνται τα εξευτελιστικά ποσοστά αναπλήρωσης του Νόμου Κατρούγκαλου, ιδιαίτερα για όσους έχουν μέχρι 30 χρόνια υπηρεσίας.

-Καμία πρόβλεψη δεν υπάρχει για καθιέρωση της 13ης και της 14ης σύνταξης, που περικόπηκε με τους με τους προηγούμενους αντιασφαλιστικούς Νόμους του 2010-2012.

-Καμία πρόβλεψη δεν υπάρχει για τους εργαζόμενους στα ΒΑΕ, για μείωση των ορίων ηλικίας τους, ούτε για τους εκπαιδευτικούς που είχαν ειδικές συνταξιοδοτικές διατάξεις (Ν3075/02).

Είναι προφανές, από τα παραπάνω, ότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας επιλέγει να «λύσει» για τα επόμενα 50 χρόνια μια και καλή το ασφαλιστικό, παγιώνοντας με τον Νόμο που φέρνει για ψήφιση τις μνημονιακές περικοπές όλων των προηγούμενων αντιασφαλιστικών νόμων, καταδικάζοντας έτσι τους συνταξιούχους της χώρας μας στη φτώχεια και στην εξαθλίωση στο διηνεκές”, καταλήγει η ΑΔΕΔΥ.

ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΤΑ ΠΕΝΤΕ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β`

ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ

Αρθρο 23

Οι παράγραφοι 1, 2 και 4 του άρθρου 5 του ν.4387/2016 (ΦΕΚ Α 85 ) τροποποιούνται και

προστίθεται νέα παράγραφος 5. Το άρθρο 5 του ν.4387/2016 (ΦΕΚ Α 85 ) διαμορφώνεται

ως εξής :

«Αρθρο 5

Ενιαίοι κανόνες ασφάλισης

παροχών υπαλλήλων Δημοσίου

  1. Από 1.1.2017 το συνολικό ποσοστό εισφοράς κλάδου σύνταξης στον Ε.Φ.Κ.Α.

ασφαλισμένου και εργοδότη ορίζεται σε 20% επί των συνταξίμων μηνιαίων αποδοχών των

προσώπων της περίπτωσης α` της παραγράφου 1 του άρθρου 4, όπως αυτές ισχύουν κάθε

φορά και κατανέμεται κατά 6,67% σε βάρος του ασφαλισμένου και κατά 13,33% σε βάρος

του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.

  1. α) Το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τον υπολογισμό της μηνιαίας

ασφαλιστικής εισφοράς των μισθωτών και των εργοδοτών, ορίζεται στο ποσό των 6.500

ευρώ αναπροσαρμοζόμενο κατ΄ έτος με διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Εργασίας και

Κοινωνικών Υποθέσεων, με βάση συντελεστή που προκύπτει από το άθροισμα του ετήσιου

ποσοστού μεταβολής του ΑΕΠ συν το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού

δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους διαιρούμενου δια του δύο (2). Ο

ανωτέρω συντελεστής σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερος του ποσοστού

μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή. Σε περίπτωση αρνητικής

38

τιμής του ως άνω συντελεστή το ποσόν της εισφοράς παραμένει στα επίπεδα του

προηγουμένου έτους.

β) Οι ασφαλιστικές εισφορές για τα πρόσωπα, που υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 4

του ν.3660/2008 (Α΄ 78), παραμένουν στο ύψος που προβλεπόταν μέχρι την 1-1-2017.

  1. Οι εισφορές δηλώνονται από τον εργοδότη στην Αναλυτική Περιοδική Δήλωση, σύμφωνα

με τις ισχύουσες διατάξεις .

  1. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων μετά από γνώμη του

Δ.Σ καθορίζονται οι απαιτούμενες διαδικασίες για τις προσαρμογές στα πληροφοριακά

συστήματα και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.

  1. Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται ο Υπουργός Οικονομικών ως αρμόδιος για την

έκδοση αποφάσεων επί συνταξιοδοτικών θεμάτων του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής

Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.), νοείται εφεξής ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων,

διατηρούμενης της συναρμοδιότητας του Υπουργού Οικονομικών επί θεμάτων εφαρμογής

μισθολογικών διατάξεων επί συνταξιούχων κατά το πδ 169/2007.

Αρθρο 5 Α

Ασφάλιση Εξωκοινοβουλευτικών και Μετακλητών Υπαλλήλων

  1. Τα μέλη της Κυβέρνησης και οι Υφυπουργοί που δεν είναι βουλευτές, καθώς και οι

διοριζόμενοι σε οιαδήποτε θέση μετακλητού υπαλλήλου, ανεξαρτήτως σχέσεως εργασίας

Δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, από την ημερομηνία διορισμού τους διατηρούν το

καθεστώς ασφάλισης κύριας και επικουρικής ασφάλισης, υγειονομικής περίθαλψης και

εφάπαξ παροχής, στο οποίο υπάγονταν πριν από το διορισμό τους. Ο σχετικός χρόνος

ασφάλισης θεωρείται ότι έχει διανυθεί στο καθεστώς αυτό.

  1. α) Για την ασφάλισή τους, και για τους κλάδους στους οποίους προκύπτει υποχρέωση

ασφάλισης βάσει του προγενέστερου καθεστώτος, καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές:

  1. i) για κύρια ασφάλιση, μηνιαία εισφορά σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 1 και

2 του άρθρου 5.

  1. ii) για υγειονομική περίθαλψη, μηνιαία εισφορά σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 1 του

άρθρου 41.

iii) για επικουρική ασφάλιση, μηνιαία εισφορά εμμίσθων ασφαλισμένων βάσει του άρθρου

97.

  1. iv) για εφάπαξ παροχή, μηνιαία εισφορά εμμίσθων ασφαλισμένων βάσει του άρθρου 35.

β) Οι ανωτέρω ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται επί των συνταξίμων μηνιαίων

αποδοχών, όπως αυτές καθορίζονται για τα πρόσωπα που υπάγονται στο άρθρο 5 του

παρόντος.

Η εισφορά ασφαλισμένου βαρύνει τα πρόσωπα της παρ. 1 και η εργοδοτική εισφορά, όπου

προβλέπεται, το αρμόδιο Υπουργείο για τα μέλη της Κυβέρνησης και τους Υφυπουργούς ή

τον φορέα στον οποίο γίνεται ο διορισμός για τους μετακλητούς υπαλλήλους.

Η εισφορά ασφαλισμένου παρακρατείται από τον εργοδότη, και αποδίδεται με την

εργοδοτική εισφορά στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης.

γ) Η ασφαλιστική εισφορά που καταβάλλεται σύμφωνα με τα ανωτέρω θεωρείται εισφορά

μισθωτού για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 17 και 36.

39

  1. Εφόσον στο προγενέστερο καθεστώς ασφάλισης περιλαμβάνονται φορείς που δεν έχουν

ενταχθεί στον Ε.Φ.Κ.Α. ή το ΕΤΕΑΕΠ καταβάλλονται οι προβλεπόμενες για τους φορείς

αυτούς ασφαλιστικές εισφορές.

  1. Εάν τα πρόσωπα της παρ. 1 κατά το αμέσως προηγούμενο πριν τον διορισμό τους

δωδεκάμηνο δεν υπάγονταν στην ασφάλιση φορέα κύριας ασφάλισης της ημεδαπής,

καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές για κύρια σύνταξη και υγειονομική περίθαλψη υπέρ

του Ε.Φ.Κ.Α. (πρώην ΙΚΑ – ΕΤΑΜ), και για επικουρική ασφάλιση στον κλάδο επικουρικής

ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 2.

  1. Εάν τα πρόσωπα της παρ. 1 είναι συνταξιούχοι από ίδιο δικαίωμα, καταβάλλουν

ασφαλιστικές εισφορές για κύρια σύνταξη και υγειονομική περίθαλψη υπέρ του Ε.Φ.Κ.Α.

(πρώην ΙΚΑ – ΕΤΑΜ).

  1. Οι ρυθμίσεις των ανωτέρω παραγράφων εφαρμόζονται στα πρόσωπα της παρ. 1 που

διορίζονται από 1/7/2019.

Σε περίπτωση που από την αναδρομική εφαρμογή των ανωτέρω ρυθμίσεων προκύψουν

ποσά προς επιστροφή, το επιπλέον ποσό που έχει καταβληθεί συμψηφίζεται, μέχρι

εξάλειψής του, με μελλοντικές καταβολές ασφαλιστικών εισφορών. Εάν προκύψει οφειλή,

αυτή εξοφλείται σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις, ίσες με τον αριθμό των μηνών για τους

οποίους προκύπτει διαφορά, χωρίς την επιβολή προστίμων καθυστέρησης εξόφλησης.

  1. Στις ανωτέρω ρυθμίσεις μπορούν να υπαχθούν και πρόσωπα της παρ. 1 που έχουν

διοριστεί μέχρι 30/6/2019 και εξακολουθούν να υπηρετούν στις θέσεις, εφόσον

υποβάλλουν σχετική αίτηση εντός τριμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Στην

περίπτωση αυτή υπάγονται στις ρυθμίσεις του παρόντος από 1/7/2019.»

Αρθρο 24

Στην παράγραφο 5 του άρθρου 8 του ν.4387/2016 (ΦΕΚ Α 85 ) τροποποιείται ο πίνακας των

ποσοστών αναπλήρωσης. Το άρθρο 8 του ν.4387/2016 (ΦΕΚ Α 85 ) διαμορφώνεται ως

εξής:

«Αρθρο 8

Ανταποδοτική σύνταξη

  1. Οι υπάλληλοι-λειτουργοί του Δημοσίου και οι στρατιωτικοί, οι οποίοι θεμελιώνουν

δικαίωμα σύνταξης εξ ιδίου δικαιώματος, ανικανότητας ή κατά μεταβίβαση, σύμφωνα με

τις οικείες διατάξεις, δικαιούνται ανταποδοτικό μέρος σύνταξης, που προκύπτει με βάση τις

συντάξιμες αποδοχές της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, το χρόνο ασφάλισης, όπως

ορίζεται στο άρθρο 15 του παρόντος, και τα κατ’ έτος ποσοστά αναπλήρωσης, όπως αυτά

προκύπτουν από τον πίνακα ο οποίος ενσωματώνεται στην παράγραφο 5, σύμφωνα με τις

διατάξεις των επόμενων παραγράφων.

  1. α. Ως συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους σύνταξης

κύριας ασφάλισης εξ ιδίου δικαιώματος, ανικανότητας ή κατά μεταβίβαση λαμβάνεται

υπόψη ο μέσος όρος μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου καθ’ όλη τη διάρκεια του

ασφαλιστικού του βίου. Ο μέσος αυτός όρος υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του

συνόλου των μηνιαίων αποδοχών δια του συνολικού χρόνου ασφάλισής του. Ως σύνολο

40

μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος νοείται το άθροισμα των μηνιαίων

αποδοχών που υπόκεινται σε εισφορές, καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου.

Για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνονται υπόψη οι αποδοχές του

ασφαλισμένου για κάθε ημερολογιακό έτος, προσαυξανόμενες σύμφωνα με τα

προβλεπόμενα στην παράγραφο 4. Στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης με τις προϋποθέσεις

των διατάξεων του τετάρτου εδαφίου της περίπτωσης α` της παρ. 1 των άρθρων 1 και 26

του π.δ/τος 169/2007, είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές, όπως

ισχύουν κάθε φορά, καθώς και για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα

συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του ν. 612/1977 είτε με βάση τις διατάξεις που

παραπέμπουν σε αυτές και ισχύον κάθε φορά είτε με βάση τις διατάξεις του ν. 2084/1992,

ως συντάξιμες αποδοχές επί των οποίων θα υπολογιστεί το ποσοστό αναπλήρωσης των 35

ετών λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου κατά τη

διάρκεια της συνολικής ασφάλισής του.

β. Για το χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται πλασματικά, κατόπιν καταβολής του

προβλεπόμενου ποσού εξαγοράς, ως συντάξιμες αποδοχές ορίζεται το ποσό που θα

αποτελούσε τον ασφαλιστέο μηνιαίο μισθό-εισόδημα αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία

εισφορά το ποσό που καταβλήθηκε για την εξαγορά κάθε μήνα ασφάλισης.

  1. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης των προσώπων των

περιπτώσεων β` και γ` της παραγράφου 1 του άρθρου 6, ως συντάξιμες αποδοχές

λαμβάνεται υπόψη ο, σύμφωνα με την περίπτωση α` της παραγράφου 2, μέσος όρος των

μηνιαίων αποδοχών, όπως αυτές ισχύουν κατά περίπτωση με βάση τις διατάξεις της ίδιας

παραγράφου, που προκύπτει από το ασφαλιστικό έτος 2002 και έως την έναρξη καταβολής

της σύνταξης του υπαλλήλου – λειτουργού του Δημοσίου ή του στρατιωτικού.

Αν δεν προκύπτει χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής

ασφάλισης ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος), τουλάχιστον πέντε (5) ετών από την

1.1.2002 μέχρι την έναρξη καταβολής της σύνταξης του υπαλλήλου – λειτουργού του

Δημοσίου ή του στρατιωτικού, τότε για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών

αναζητείται χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ή άλλος

που λογίζεται ως συντάξιμος) και κατά το πριν την 1.1.2002 χρονικό διάστημα και μέχρι τη

συμπλήρωση συνολικά έως πέντε (5) ετών ασφάλισης.

Για συντάξεις με έναρξη καταβολής από 1.1.2021, αν δεν προκύπτει χρόνος ασφάλισης

(πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ασφάλισης ή άλλος που λογίζεται ως

συντάξιμος), τουλάχιστον δέκα (10) ετών από την 1.1.2002 μέχρι την έναρξη καταβολής της

σύνταξης του υπαλλήλου – λειτουργού του Δημοσίου ή του στρατιωτικού, τότε για τον

υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών αναζητείται χρόνος ασφάλισης (πραγματικός,

πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος) και κατά το πριν

την 1.1.2002 χρονικό διάστημα και μέχρι τη συμπλήρωση έως δέκα (10) ετών ασφάλισης.

4.α. Η αναπροσαρμογή των συνταξίμων αποδοχών, για το διάστημα έως και το

2024, διενεργείται κατά τη μεταβολή του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή

της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Η προσαύξηση των συνταξίμων αποδοχών για το

διάστημα από το 2025 και εφεξής διενεργείται με βάση το δείκτη μεταβολής μισθών, που

υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ.

41

β. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, και

Οικονομικών καθορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες και η διαδικασία της εφαρμογής του

δείκτη μεταβολής μισθών της ΕΛΣΤΑΤ για την αναπροσαρμογή των συνταξίμων αποδοχών.

  1. Το τελικό ποσό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης υπολογίζεται για το σύνολο του

χρόνου ασφάλισης, με βάση το ποσοστό αναπλήρωσης του κατωτέρω πίνακα, που

προσαρτάται στο τέλος της παρούσας και αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της. Το ποσοστό

αναπλήρωσης για κάθε έτος ασφάλισης εντός εκάστης κλίμακας ετών, αντιστοιχεί στο

ποσοστό που αναγράφεται στην τρίτη στήλη του πίνακα.

Τα ποσοστά αναπλήρωσης από 1-10-2019 για κάθε επιμέρους περίοδο ασφάλισης

αποτυπώνονται στον ακόλουθο πίνακα:

ΚΛΙΜΑΚΕΣ ΕΤΩΝ

ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

ΠΟΣΟΣΤΟ

ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗΣ

ΑΠΌ ΕΩΣ

0 15 0,77%

15,01 18 0,84%

18,01 21 0,90%

21,01 24 0,96%

24,01 27 1,03%

27,01 30 1,21%

30,01 33 1,98%

33,01 36 2,50%

36,01 40 2,55%

40,01 ΚΑΙ ΑΝΩ ΚΑΤ ΕΤΟΣ 0,50%

Το συνολικό ακαθάριστο ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης, όπως αυτό προκύπτει

σύμφωνα με το παρόν άρθρο, δεν μπορεί να υπερβαίνει το ακαθάριστο ποσό των

συντάξιμων αποδοχών, όπως αυτές ορίζονται στις παραγράφους 2 και 3.

  1. Πρόσωπα τα οποία είναι συνταξιούχοι των ενταχθέντων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων, τομέων

και κλάδων, κατά την ημερομηνία ένταξής τους στον Ε.Φ.Κ.Α., εφόσον οι συντάξεις τους

είναι της αυτής αιτίας, δικαιούνται από τον Ε.Φ.Κ.Α. σύνταξη ίση με το άθροισμα των

καταβαλλόμενων συντάξεων από τους ενταχθέντες στον Ε.Φ.Κ.Α. φορείς, τομείς και

κλάδους. Αν οι συντάξεις προέρχονται από διαφορετικές αιτίες, ο Ε.Φ.Κ.Α. εξακολουθεί να

καταβάλλει αυτές χωριστά.

  1. Οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 14 του π.δ/τος 169/2007(Α΄ 210) και της

παραγράφου 5 του άρθρου 55, καθώς και κάθε άλλη διάταξη που παραπέμπει σε αυτές δεν

έχουν εφαρμογή για τα πρόσωπα των περιπτώσεων β΄ και γ΄ της παραγράφου 1 του

άρθρου 6».

Αρθρο 25

Στο άρθρο 14 του ν. 4387/2016 (ΦΕΚ Α 85) προστίθεται νέα παράγραφος 3, η παράγραφος

3 του άρθρου 14 του ν. 4387/2016 (ΦΕΚ Α 85) αναριθμείται σε 4 και τροποποιείται, και η

παράγραφος 4 αναριθμείται σε 5. Το άρθρο 14 του ν. 4387/2016 (ΦΕΚ Α 85 )

διαμορφώνεται ως εξής:

42

«Αρθρο 14

Αναπροσαρμογή συντάξεωνπροστασία καταβαλλόμενων συντάξεων

  1. α. Σε εφαρμογή των ενιαίων κανόνων του Ε.Φ.Κ.Α. και των θεμελιωδών αρχών του

άρθρου 1, οι ήδη καταβαλλόμενες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, κύριες συντάξεις

αναπροσαρμόζονται, σύμφωνα με τα άρθρα 7, 8, 13 και 14, βάσει των διατάξεων των

επόμενων παραγράφων.

β. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους των καταβαλλόμενων, έως την έναρξη

ισχύος του παρόντος, συντάξεων, για τον προσδιορισμό των συντάξιμων αποδοχών

λαμβάνεται υπόψη ο συντάξιμος μισθός επί του οποίου κανονίστηκε η ήδη χορηγηθείσα

σύνταξη, όπως αυτός είχε διαμορφωθεί πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος, με βάση

τους κανόνες αναπροσαρμογής των συντάξιμων αποδοχών του Δημοσίου, που ίσχυαν κατά

την έναρξη ισχύος του παρόντος

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων

καθορίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

  1. α. Μέχρι την 31.12.2018, οι συντάξεις της προηγούμενης παραγράφου συνεχίζουν να

καταβάλλονται στο ύψος που είχαν διαμορφωθεί κατά την 31.12.2014, σύμφωνα με τις

τότε ισχύουσες διατάξεις. Ειδικά, ο υπολογισμός της κράτησης υπέρ υγειονομικής

περίθαλψης διενεργείται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 30 του άρθρου 1 του ν.

4334/2015 (Α` 80), όπως ισχύει.

β. Από 1.1.2019, αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων αυτών είναι μεγαλύτερο

εκείνου που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με την παράγραφο 1, το

επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο, συμψηφιζόμενο κατ` έτος και

μέχρι την πλήρη εξάλειψή του, με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων, όπως

αυτή προκύπτει κατ` εφαρμογή της παραγράφου 4, όπως ισχύει.

γ. Αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων είναι μικρότερο από αυτό που προκύπτει από

τον υπολογισμό τους βάσει της παραγράφου 1, τότε αυτό προσαυξάνεται, από την

1.1.2019, κατά 1/5 της διαφοράς σταδιακά και ισόποσα εντός πέντε (5) ετών.

δ. Τα στοιχεία που προκύπτουν από τις περιπτώσεις β` και γ` αποτυπώνονται από την

1.1.2018 για κάθε ασφαλισμένο στο οικείο πληροφοριακό σύστημα.

  1. α. Από 1.10.2019 οι συντάξεις που έχουν ήδη κανονιστεί και καταβληθεί με βάση τις

ρυθμίσεις του Ν.4387/2016 ή εκκρεμεί ο υπολογισμός τους αναπροσαρμόζονται σύμφωνα

με τα ποσοστά αναπλήρωσης της παραγράφου 5 του άρθρου 8. Ο ανωτέρω υπολογισμός

γίνεται από 1.10.2019, ημερομηνία από την οποία καταβάλλονται και τυχόν προκύπτουσες

αυξήσεις .Για τις αιτήσεις συνταξιοδότησης που έχουν υποβληθεί έως την 30η Σεπτεμβρίου

2019 το ποσό της απονεμόμενης σύνταξης δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού της

σύνταξης που θα απονεμόταν κατά το προϊσχύον καθεστώς. Τυχόν διαφορά που προκύπτει

καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά.

β. Οι επανυπολογισθείσες κύριες συντάξεις σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του

παρόντος άρθρου και του άρθρου 33 του ν.4387/2016 (Α΄85) υπολογίζονται εκ νέου από

1.10.2019 με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης της παραγράφου 5 του άρθρου 8. Από

43

1.10.2019 αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων είναι μεγαλύτερο εκείνου που

προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, το επιπλέον

ποσό όπως επαναϋπολογίζεται εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως

προσωπική διαφορά, συμψηφιζόμενο κατ` έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή του, με την

εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων, όπως αυτή προκύπτει κατ` εφαρμογή των

διατάξεων της παραγράφου 4α του παρόντος άρθρου. Εάν η επανυπολογισθείσα

προσωπική διαφορά είναι μεγαλύτερη του ποσού που προέκυπτε κατά το προϊσχύον

καθεστώς καταβάλλεται η προσωπική διαφορά κατά το προϊσχύον καθεστώς. Αν το

καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων είναι μικρότερο από αυτό που προκύπτει από τον

υπολογισμό τους βάσει του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, τότε το ποσόν

των συντάξεων προσαυξάνεται κατά το ένα πέμπτο της πρόσθετης διαφοράς που

προκύπτει, για την περίοδο από 1η Οκτωβρίου 2019 έως 31η Δεκεμβρίου 2020 και

ισόποσα κατ έτος έως την 31η Δεκεμβρίου 2024. Εάν η επανυπολογισθείσα προσωπική

διαφορά είναι μικρότερη του ποσού που προέκυπτε κατά το προϊσχύον καθεστώς

καταβάλλεται η προσωπική διαφορά κατά το προϊσχύον καθεστώς

γ. Τα στοιχεία που προκύπτουν από τις περιπτώσεις α΄ και β` αποτυπώνονται από την

1.1.2020 για κάθε ασφαλισμένο στο οικείο πληροφοριακό σύστημα.

  1. α. Το συνολικό ποσό της σύνταξης αυξάνεται από την 1.1.2023 κατ΄ έτος, με κοινή

απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων με βάση

συντελεστή που προκύπτει από το άθροισμα του ετήσιου ποσοστού μεταβολής του ΑΕΠ

συν το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του

προηγούμενου έτους διαιρούμενου δια του δύο (2) και δεν υπερβαίνει το ποσοστό

μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή.

β. Οι διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου με τις οποίες προβλέπεται

αναπροσαρμογή ή αύξηση των συντάξεων που καταβάλλονται από αυτό, κατά τρόπο

διαφορετικό από τον οριζόμενο στην περίπτωση α` ή με βάση τις ισχύουσες κάθε φορά

μισθολογικές διατάξεις, καταργούνται.

  1. Από την 1.1.2017 και ανά τριετία, η Εθνική Αναλογιστική Αρχή εκπονεί υποχρεωτικά

αναλογιστικές μελέτες, οι οποίες επικυρώνονται από την Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής

της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με αντικείμενο τη συνεχή παρακολούθηση της εξέλιξης της

εθνικής συνταξιοδοτικής δαπάνης. Με ειδικό νόμο ανακαθορίζονται οι συντάξεις με στόχο

τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος. Το

ύψος των ανωτέρω δαπανών για την εθνική, την ανταποδοτική και την επικουρική σύνταξη,

προβαλλόμενο έως το έτος 2060, δεν πρέπει να υπερβαίνει το περιθώριο αύξησης των 2,5

ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ, με έτος αναφοράς το 2009.»

Αρθρο 26

Το άρθρο 17 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

« Αρθρο 17

Καταβολή εισφορών επί παράλληλης απασχόλησης

Οι ασφαλισμένοι του Ε.Φ.Κ.Α. οι οποίοι ασκούν παράλληλα δύο ή περισσότερες

επαγγελματικές δραστηριότητες, μισθωτού ή αυτοτελώς απασχολούμενου ή ελεύθερου

44

επαγγελματία επάγγελμα ή επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ

καταβάλλουν για κάθε ασκούμενη επαγγελματική δραστηριότητα τις ασφαλιστικές

εισφορές που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

1.α) Στις περιπτώσεις που πραγματοποιούνται παράλληλα περισσότερες της μίας μισθωτές

απασχολήσεις, καταβάλλονται για κάθε μισθωτή απασχόληση, οι εισφορές που

προβλέπονται στο άρθρο 5 ή στο άρθρο 38 κατά περίπτωση και έως του ανωτάτου ορίου

ασφαλιστέων αποδοχών της παραγράφου 2 του άρθρου 5 και της παραγράφου 2 του

άρθρου 38. Ως προς την εργοδοτική εισφορά το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών

εφαρμόζεται χωριστά για κάθε εργοδότη.

β) Στις περιπτώσεις μισθωτής απασχόλησης ή απασχολούμενων με έμμισθη εντολή που

παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή επάγγελμα υπαγόμενο

στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ καταβάλλεται υποχρεωτικά η ασφαλιστική εισφορά του

άρθρου 5.

  1. Η ανωτέρω εισφορά δεν είναι δυνατόν να υπολείπεται του ποσού της εισφοράς της

δεύτερης ασφαλιστικής κατηγορίας του άρθρου 39 ή του άρθρου 40 συμπεριλαμβανομένης

της εισφοράς του άρθρου 41 για την ασφάλιση ασθενείας.

Eάν υπολείπεται του ποσού της δεύτερης ασφαλιστικής κατηγορίας καταβάλλεται η

διαφορά από τον ασφαλισμένο.

ii Ειδικά για τους νέους αυτοτελώς απασχολούμενους ή ελεύθερους επαγγελματίες η

ανωτέρω εισφορά δεν δύναται να υπολείπεται της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας του

άρθρου 39, συμπεριλαμβανομένης της εισφοράς του άρθρου 41 για την ασφάλιση

ασθενείας, για πέντε (5) έτη από την έναρξη ασκήσεως του επαγγέλματος κατόπιν

υποβολής σχετικής αιτήσεως. Χρήση του ευεργετήματος αυτού είναι δυνατή μόνο μία

φορά. Σε περίπτωση διακοπής της ασκήσεως του επαγγέλματος του ελεύθερου

επαγγελματία ή αυτοτελώς απασχολούμενου δεν είναι δυνατή η συνέχιση ή επανέναρξη

του ως άνω ευεργετήματος. Η δυνατότητα καταβολής μειωμένης εισφοράς έως και μίας

πενταετίας των νέων επαγγελματιών δεν αποτελεί ασφαλιστική οφειλή και δεν αναζητείται.

iii. Για όσους μισθωτούς και αυτοτελώς απασχολούμενους ή ελεύθερους επαγγελματίες ή

απασχολούμενους σε επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ επιλέγουν

προαιρετικά την καταβολή υψηλότερης εισφοράς της δεύτερης ασφαλιστικής κατηγορίας,

αυτοτελώς απασχολούμενου ή ελεύθερου επαγγελματία ή απασχολούμενου σε επάγγελμα

υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, ή της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας για

τους νέους επαγγελματίες, καταβάλλονται οι εισφορές του άρθρου 5 καθώς και οι

εισφορές του άρθρου 39 ή του άρθρου 40 συμπεριλαμβανομένης και της εισφοράς του

άρθρου 41 για την ασφάλιση ασθενείας.

  1. Μισθωτοί που παράλληλα αμείβονται με δελτία παροχής υπηρεσιών από το φυσικό ή

νομικό πρόσωπο στο οποίο παρέχουν μισθωτή εργασία ή σε συνδεδεμένα με αυτά

πρόσωπα κατά την έννοια της περίπτωσης ζ’ του άρθρου 2 του Ν. 4172/2013 Α΄ 167/23-07-

2013), εφαρμόζονται αναλογικά ως προς το ύψος, τον τρόπο υπολογισμού και τον υπόχρεο

καταβολής της εισφοράς, οι διατάξεις του άρθρου 5.

  1. Οι ασφαλισμένοι της παραγράφου 1β για υγειονομική περίθαλψη υπάγονται

υποχρεωτικά στην ασφάλιση του φορέα, κλάδου ή τομέα που εντάχθηκαν στον Ε.Φ.Κ.Α. με

την ιδιότητα του μισθωτού.

45

  1. α) Ασφαλισμένοι ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση, για τους οποίους

προέκυπτε βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως αυτές ίσχυαν έως την

έναρξη του παρόντος για κάθε φορέα, τομέα, κλάδου ή λογαριασμό που εντάχθηκε στον

Ε.Φ.Κ.Α., υποχρεωτική ασφάλιση σε δύο ή περισσότερους φορείς, τομείς, κλάδους και

λογαριασμούς για την αυτή απασχόληση, καταβάλλουν τις προβλεπόμενες από το άρθρο 5

του παρόντος ασφαλιστικές εισφορές.

β) Οι παλαιοί ασφαλισμένοι κατά την έννοια των διατάξεων του ν.2084/1992, μετά την

έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, εξακολουθούν να έχουν προαιρετικά το δικαίωμα

καταβολής δεύτερης εισφοράς στον Ε.Φ.Κ.Α., κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης. Στην

περίπτωση αυτή καταβάλλουν το συνολικό ποσοστό εισφοράς ασφαλισμένου και

εργοδότη, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 5.

  1. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται αντίστοιχα για την υγειονομική περίθαλψη, την επικουρική

ασφάλιση και την εφάπαξ παροχή. Ειδικά για την εφάπαξ παροχή η παράγραφος 3.β

καταλαμβάνει και τους νέους ασφαλισμένους κατά την έννοια των διατάξεων του

ν.2084/1992.

  1. Για την αξιοποίηση του ανωτέρω χρόνου ασφάλισης εφαρμόζονται αναλογικά οι

διατάξεις του άρθρου 36 Α΄.

  1. Καταργείται το άρθρο 39 του ν.2084/1992, καθώς και κάθε άλλη διάταξη που ρυθμίζει

διαφορετικά τα θέματα του παρόντος.

  1. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων μετά από γνώμη του

Δ.Σ του Ε.Φ.Κ.Α. καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων.

Αρθρο 27

Το άρθρο 19 του ν. 4387/2016 (ΦΕΚ Α 85 ) αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Αρθρο 19

Διατάξεις περί διαδοχικής ασφάλισης

1α. Η αίτηση συνταξιοδότησης που υποβάλλεται βάσει των διατάξεων της διαδοχικής

ασφάλισης εξετάζεται από την αρμόδια Υπηρεσία του φορέα ή τομέα ή κλάδου ή

λογαριασμού, στην οποία ασφαλισμένοι υπάγονταν, λόγω ιδιότητας ή απασχόλησης, κατά

το χρόνο υποβολής της αίτησης, σύμφωνα με τη νομοθεσία του τελευταίου αυτού φορέα.

Η διαδικασία εύρεσης των συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων με τις οποίες θεμελιώνεται

συνταξιοδοτικό δικαίωμα καθορίζεται ως ακολούθως:

Τα πρόσωπα, τα οποία ασφαλίστηκαν διαδοχικά σε περισσότερους από έναν ενταχθέντες

στον Ε.Φ.Κ.Α ασφαλιστικούς οργανισμούς, δικαιούνται σύνταξη με τις προϋποθέσεις του

ενταχθέντα φορέα ή τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού που υπάγονταν κατά το χρόνο

άσκησης της τελευταίας δραστηριότητας ή απασχόλησης, εφόσον πραγματοποίησαν στην

ασφάλισή του:

αα) 1000 ημέρες ασφάλισης συνολικά από τις οποίες 300 ημέρες την τελευταία πενταετία

πριν την υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης ή πριν τη διακοπή της ασφάλισης για την κρίση

του δικαιώματος σε σύνταξη λόγω γήρατος.

46

αβ) 600 ημέρες ασφάλισης οποτεδήποτε πριν τη διακοπή της δραστηριότητας ή

απασχόλησης ή την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης ή την επέλευση του

ασφαλιστικού κινδύνου για τις συντάξεις λόγω αναπηρίας ή θανάτου.

β. Σε περίπτωση που δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της περίπτωσης 1α ή σε περίπτωση

που πληρούνται, αλλά δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης του φορέα ή

τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού που υπάγονταν κατά το χρόνο άσκησης της τελευταίας

δραστηριότητας ή απασχόλησης, δικαιούνται σύνταξη με τις προϋποθέσεις

συνταξιοδότησης της δραστηριότητας στην οποία πραγματοποίησαν τις περισσότερες

ημέρες ασφάλισης, στην οποία δεν περιλαμβάνεται η τελευταία, εφόσον:

βα) έχουν συμπληρώσει το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης λόγω γήρατος ή είναι ανάπηρα

με το ποσοστό αναπηρίας που προβλέπεται από τη νομοθεσία του φορέα που υπάγονταν

κατά το χρόνο άσκησης της τελευταίας δραστηριότητας ή απασχόλησης και

ββ) πληρούνται οι προϋποθέσεις για συνταξιοδότηση που προβλέπει η νομοθεσία του

φορέα της δραστηριότητας που διένυσαν τον περισσότερο χρόνο ασφάλισης.

γ. Σε περίπτωση που ανωτέρω πρόσωπα δεν συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις

συνταξιοδότησης που προβλέπει η νομοθεσία του φορέα της δραστηριότητας ή

απασχόλησης στην οποία πραγματοποίησαν τις περισσότερες ημέρες ασφάλισης, σύμφωνα

με την περίπτωση 1β τότε το συνταξιοδοτικό δικαίωμα κρίνεται με τις προϋποθέσεις

συνταξιοδότησης του φορέα της δραστηριότητας ή απασχόλησης κατά φθίνουσα σειρά

αριθμού ημερών ασφάλισης.

δ. Σε περίπτωση που δεν συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που

προβλέπει η νομοθεσία κάποιου από τους ενταχθέντες, πλην του τελευταίου, στον Ε.Φ.Κ.Α.

φορέα ή τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού, στους οποίους ασφαλίσθηκαν, τότε η αίτηση

συνταξιοδότησης απορρίπτεται.

ε. Ως χρόνος ασφάλισης που απαιτείται για την πλήρωση των ανωτέρω προϋποθέσεων της

παραγράφου 1α λογίζεται ο χρόνος υποχρεωτικής ή προαιρετικής ασφάλισης. Ειδικά, για

την πλήρωση των προϋποθέσεων του απαιτούμενου συνολικού χρόνου ασφάλισης, (ήτοι

1000 ημερών ασφάλισης) καθώς και των 600 ημερών ασφάλισης, δύναται να

συνυπολογιστεί και ο χρόνος αναγνώρισης στρατιωτικής θητείας για τον οποίο

καταβλήθηκαν εισφορές στον αρμόδιο ενταχθέντα φορέα, τομέα, κλάδο ή λογαριασμό.

στ. Ειδικές διατάξεις που αφορούν στην ύπαρξη ενεργού ασφαλιστικού δεσμού, στη

συμπλήρωση του ορίου ηλικίας σε δεδομένο χρόνο σε σχέση με το χρόνο διακοπής της

απασχόλησης, στην παραγραφή κ.λ.π., δεν λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή του

άρθρου αυτού.

  1. Το ποσό της σύνταξης υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 7, 8 και 28 του

ν. 4387/2016, όπως ισχύουν με βάση το συνολικό χρόνο που διανύθηκε στην ασφάλιση

όλων των ενταχθέντων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών.

Ο παράλληλος χρόνος ασφάλισης έως 31.12.2016 σε περισσότερους του ενός φορείς,

αξιοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 17 και 36Α.

  1. Ο ασφαλισμένος δύναται να επιλέξει τον συνυπολογισμό του χρόνου διαδοχικής

ασφάλισης στους ενταχθέντες στον Ε.Φ.Κ.Α φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς, υπό

την προϋπόθεση ότι μετά την ένταξη τους στον Ε.ΦΚ.Α., δεν συνεχίζει να ασφαλίζεται για

δραστηριότητα ή απασχόληση που υπάγεται στην ασφάλιση του αντίστοιχου φορέα,

47

τομέα, κλάδου και λογαριασμού που δεν επιθυμεί την προσμέτρηση του χρόνου του. Δεν

είναι δυνατή η προσμέτρηση μόνο μέρους τους χρόνου που διανύθηκε στην ασφάλιση του

κάθε φορέα, τομέα, κλάδου και λογαριασμού.

  1. Στις περιπτώσεις που έχει διανυθεί παράλληλος χρόνος ασφάλισης σε περισσότερους

του ενός ενταχθέντες στον Ε.Φ.Κ.Α φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς έως

31.12.2016, ο ασφαλισμένος δύναται να επιλέξει τον χρόνο ασφάλισης που επιθυμεί να

συνυπολογίσει σύμφωνα με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης.

  1. Στα πρόσωπα που θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα λόγω γήρατος με 15

τουλάχιστον έτη ασφάλισης στο 67ο έτος της ηλικίας, με συνυπολογισμό διαδοχικού χρόνου

ασφάλισης, χορηγείται σύνταξη από την Υπηρεσία του Ε.Φ.Κ.Α του τελευταίου φορέα ή

τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού στον οποίο υπαγόταν ο ασφαλισμένος, χωρίς να εξετάζεται

η πλήρωση των προϋποθέσεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

  1. Για τα πρόσωπα που προσλήφθηκαν για πρώτη φορά στο Δημόσιο πριν την 1.1.1983 και

έχουν πραγματοποιήσει χρόνο ασφάλισης σε περισσότερους από έναν φορείς, τομείς,

κλάδους και λογαριασμούς που εντάχθηκαν στον Ε.Φ.Κ.Α., ισχύουν τα εξής:

α. Για αιτήσεις συνταξιοδότησης που έχουν υποβληθεί έως την 13.05.2016, εφαρμόζονται

οι διατάξεις των άρθρων 1 έως 6 του ν. 1405/1983 (Α΄ 180), όπως ισχύουν.

β. Από 13.05.2016 εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 1 έως 6 του ν.

1405/1983, μόνο για τα πρόσωπα για τα οποία δεν έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές

εισφορές για κύρια σύνταξη στο Δημόσιο.

γ. Για χρόνο ασφάλισης, για τον οποίο έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές,

εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος άρθρου περί συνυπολογισμού διαδοχικού χρόνου

ασφάλισης και δεν απαιτείται αναγνώριση του χρόνου αυτού, εφόσον υποβληθεί η αίτηση

συνταξιοδότησης μετά τις 13.5.2016.

Το ίδιο ισχύει και για τις εκκρεμείς αιτήσεις αναγνώρισης κατά την ημερομηνία έναρξης

ισχύος του ν. 4387/2016, σε οποιοδήποτε στάδιο έκδοσης της σχετικής πράξης

αναγνώρισης, εφόσον υποβληθεί αίτηση συνταξιοδότησης μετά την 13.05.2016.

Πράξεις αναγνώρισης που έχουν εκδοθεί προ της 13.05.2016 και αφορούν χρόνο για τον

οποίο είχαν καταβληθεί εισφορές, για πρόσωπα που υποβάλουν αίτηση συνταξιοδότησης

μετά την 13.05.2016, παραμένουν ισχυρές, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 66

του π.δ. 169/2007 (Α΄ 210), όπως ισχύουν.

  1. Για τους φορείς, τομείς, κλάδους ή λογαριασμούς που χορηγούν εφάπαξ παροχές που

εντάχθηκαν στον Κλάδο εφάπαξ παροχών του ΕΤΕΑΕΠ υποβάλλεται μία αίτηση χορήγησης

εφάπαξ παροχής στην αρμόδια Υπηρεσία του ΕΤΕΑΕΠ στην οποία υπάγεται ο

ασφαλισμένος, πριν τη διακοπή της ασφάλισης ή την ημερομηνία υποβολής της αίτησης,

κατά την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου. Η αρμόδια Υπηρεσία του ΕΤΕΑΕΠ εξετάζει

την αίτηση για το σύνολο του χρόνου που έχει διανυθεί σε όλους τους ενταχθέντες

Φορείς/Τομείς/Κλάδους/Λογαριασμούς, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 35 του ν.

4387/2016, όπως ισχύει.

Αιτήσεις χορήγησης εφάπαξ παροχής που έχουν υποβληθεί πριν την έναρξη λειτουργίας

του ΕΤΕΑΕΠ εξετάζονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4387/2016 από την αρμόδια

Υπηρεσία του ΕΤΕΑΕΠ.

48

  1. Εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 11 του ν.δ. 4202/1961, όπως

ισχύουν περί επίλυσης αμφισβητήσεων.

Ειδικότερα η επίλυση αμφισβητήσεων που αφορούν συντάξεις υπαλλήλων λειτουργών του

Δημοσίου, καθώς και στρατιωτικών εξακολουθεί να υπάγεται στην αρμοδιότητα του

Ελεγκτικού Συνεδρίου.

  1. Τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο ισχύουν για όλα τα πρόσωπα ανεξαρτήτως χρόνου

υπαγωγής στην ασφάλιση και ανεξαρτήτως χρόνου που υπήχθησαν διαδοχικά για πρώτη

φορά στην ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα.

10.α. Αιτήσεις συνταξιοδότησης που έχουν υποβληθεί πριν από την 13.05.2016, εξετάζονται

σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 4202/1961 (Α΄ 175), όπως ίσχυαν πριν την τροποποίησή

τους με τον ν. 4387/2016.

β. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται για αιτήσεις συνταξιοδότησης που υποβάλλονται από την

έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και εφεξής καθώς και για όσες εκκρεμούν σε

οποιοδήποτε στάδιο της διοικητικής διαδικασίας, των οποίων τα οικονομικά αποτελέσματα

ανατρέχουν στην ημερομηνία της αρχικής αίτησης συνταξιοδότησης. Οι αιτήσεις, οι οποίες

έχουν απορριφθεί επανεξετάζονται κατόπιν όχλησης του ασφαλισμένου, με έναρξη των

οικονομικών αποτελεσμάτων από την έναρξη ισχύος του νόμου.

  1. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στο Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.»

Αρθρο 28

Το άρθρο 20 του ν.4387/2016 (ΦΕΚ Α 85 ) αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Αρθρο 20

Απασχόληση συνταξιούχων

  1. α. Στους εξ ιδίου δικαιώματος συνταξιούχους του Ε.Φ.Κ.Α., οι οποίοι έχουν ήδη αναλάβει

η αναλαμβάνουν από της δημοσιεύσεως του νόμου εργασία ή αποκτούν ιδιότητα ή

δραστηριότητα υποχρεωτικώς υπακτέα στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α., οι ακαθάριστες

συντάξεις κύριες, επικουρικές και προσυνταξιοδοτικές παροχές καταβάλλονται μειωμένες

σε ποσοστό 30% για όσο χρονικό διάστημα απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή την

δραστηριότητα.

β. Στο ανωτέρω ποσό δεν συμπεριλαμβάνεται το εξωιδρυματικό επίδομα των διατάξεων

της παρ. 1 και 2 του άρθρου 42 του ν.1140/1981 όπως ισχύει, και το επίδομα

ανικανότητας των διατάξεων του άρθρου 54 του π.δ/τος 169/2007 .

  1. Για τους συνταξιούχους λόγω αναπηρίας εφαρμόζονται οι διατάξεις των εντασσομένων

στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων.

  1. α. Για το χρονικό διάστημα απασχόλησης του συνταξιούχου καταβάλλονται για τον

μισθωτό συνταξιούχο και τον αυτοτελώς απασχολούμενο ή ελεύθερο επαγγελματία ή

υπαγόμενο στη ασφάλιση του ΟΓΑ, με την επιφύλαξη της παραγράφου 4.α., οι

προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές του άρθρου 38 ή άρθρου 39 ή 40 αντιστοίχως.

β. Οι συνταξιούχοι πρώην φορέων κύριας ασφάλισης ή του Δημοσίου που είχαν αναλάβει

ή αναλαμβάνουν δραστηριότητα για την οποία υπάγονται στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ

καταβάλλουν την ασφαλιστική εισφορά του άρθρου 40.

  1. Εξαιρούνται των ανωτέρω ρυθμίσεων:

49

α. Οι συνταξιούχοι του ΟΓΑ εφόσον συνεχίζουν την απασχόλησή τους στον αγροτικό τομέα

ως αγρότες μελισσοκόμοι, κτηνοτρόφοι –πτηνοτρόφοι και αλιείς.

β. Οι ψυχικά ασθενείς του άρθρου 23 του ν.4488/2017(Α΄176).

γ. Οι συνταξιούχοι με βάση τον ν.612/77 ,όπως ισχύουν

δ. Οι συνταξιούχοι του τετάρτου εδαφίου της περίπτωσης α` της παρ. 1 των άρθρων 1 και

26 του Π.δ. 169/2007 (Α` 210) ,όπως ισχύουν.

ε. Όσοι λαμβάνουν το εξωϊδρυματικό επίδομα ή το αντίστοιχο επίδομα του άρθρου 54 του

π.δ 169/2007.

στ. τα πρόσωπα που αναφέρονται στη παράγραφο 3 του άρθρο 4 του ν.4387/2016

  1. Ο συνταξιούχος που αναλαμβάνει μισθωτή εργασία ή αυταπασχολείται δύναται να

αξιοποιήσει το χρόνο της ασφάλισής του. Για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης του

συνταξιούχου δύναται κατόπιν αιτήσεώς του να χορηγείται για την κύρια σύνταξη ποσό,

που προκύπτει με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης και τις συντάξιμες αποδοχές του άρθρου

8 και 28 και μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης ως συνταξιούχου. Για την

επικουρική σύνταξη ποσό που προκύπτει με βάση τον υπολογισμό της επικουρικής

σύνταξης και μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης μετά τη συνταξιοδότηση,

σύμφωνα με το άρθρο 96.

  1. Για τους απασχολούμενους συνταξιούχους κατά την 12.5.2016, οι οποίοι συνέχισαν

απασχολούμενοι χωρίς διακοπή και μετά την έναρξη ισχύος του ν.4387/2016 όλος ο

χρόνος εργασίας ή αυτοαπασχόληση ή μέρος αυτού αξιοποιείται σύμφωνα με τα ανωτέρω,

εφόσον από τις προϊσχύουσες διατάξεις προβλέπονταν αξιοποίηση του χρόνου

απασχόλησης

  1. Οι συνταξιούχοι της παραγράφου 1 υποχρεούνται πριν αναλάβουν εργασία ή

αυτοαπασχοληθούν να δηλώσουν τούτο στον φορέα κύριας ασφάλισης του Ε.Φ.Κ.Α.,

καθώς και στο ΕΤΕΑΕΠ. Παράλειψη της δήλωσης συνεπάγεται καταλογισμό σε βάρος του

συνταξιούχου ποσού ίσου με το ύψος δέκα (10) μηνιαίων συντάξεων.

Το ποσό της οφειλής δύναται να αποπληρωθεί με παρακράτηση έως του 1/4 από τη κύρια

σύνταξη και για την επικουρική σύμφωνα με το άρθρο 48 του παρόντος νόμου. Άλλως

εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ)

(ν.δ/γμα 356/1979 Α90).»

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ