μανιτάκης-προσόντα-και-εργασιακό-προ-266448
ΥΠΟΥΡΓΕΙΑ | 20.02.2013 | 11:47

Μανιτάκης: Προσόντα και εργασιακό προφίλ καθορίζουν την αξιολόγηση

Σκοπός του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης είναι η αξιοποίηση με τον καλύτερο και αποδοτικότερο τρόπο των υπαλλήλων με αυξημένα προσόντα, ιδίως εκείνων που είναι απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης. Όπως εξήγησε ο υπουργός Αντώνης Μανιτάκης, απαντώντας σε ερώτηση του βουλευτή της ΝΔ Κυριάκου Μητσοτάκη, σχετικής με την αξιοποίηση των υπαλλήλων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και των υπαλλήλων που είναι απόφοιτοι της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης, στόχος του υπουργείου είναι οι υπάλληλοι αυτοί να αξιοποιηθούν με επιπλέον μοριοδότηση, τόσο κατά την εξέλιξή τους όσο και για την επιλογή σε θέσεις ευθύνης.

Υπενθυμίζεται ότι οι απόφοιτοι είναι περίπου 2.100, και όπως είχε καταγγείλει στην aftodioikisi.gr ο πρόεδρός τους Τάσος Σαλτερής βρίσκονται με το ένα πόδι εκτός Δημοσίου, καθώς τα κριτήρια για τις μετατάξεις -σε περίπτωση της αξιολόγησης ή της κατάργησης της οργανικής τους θέσης- αν και με πολλά προσόντα, τους βγάζουν σε διαθεσιμότητα και από εκεί στο… σπίτι τους.

Όπως ανακοίνωσε ο Αντώνης Μανιτάκης, αναφερόμενος στο θέμα της κινητικότητας των υπαλλήλων, η κυβέρνηση επεξεργάζεται σχέδιο ώστε να αποτυπώνεται τόσο το εργασιακό προφίλ των υπαλλήλων, που απαιτούνται κάθε φορά για την κάλυψη συγκεκριμένων θέσεων όσο και τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα με τρόπο αξιοκρατικό και απρόσωπο, που θα εξυπηρετεί το πάγιο αίτημα για αντικειμενικότητα. Επανέλαβε ότι είναι ένα πολύ αποφασιστικό και λειτουργικό εργαλείο για να επιτευχθεί ανακατανομή του υπαλληλικού προσωπικού με ορθολογικά κριτήρια στο δημόσιο τομέα. Αλλά για να λειτουργήσει, χρειάζεται έναν μηχανισμό πολύ καλά προετοιμασμένο.

«Κατανοείτε ότι για να μετακινήσουμε 12.500 ή 25.000 δημοσίους υπαλλήλους σε ένα ή δύο χρόνια, πρέπει να έχουμε μια πολύ καλή προετοιμασία», είπε ο υπουργός και σημείωσε ότι «πρώτα, θα πρέπει να περιγραφεί το εργασιακό προφίλ των υπαλλήλων που χρειάζονται γι΄ αυτές τις θέσεις και, ταυτόχρονα, να γίνει μια όσο γίνεται πιο αξιοκρατική καταγραφή τυπικών και ουσιαστικών προσόντων των υπαλλήλων».

Είχε προηγηθεί η επισήμανση του κ. Μητσοτάκη ότι κάθε απόφοιτος της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης έχει στοιχίσει στο Δημόσιο περί τα 35.000 ευρώ και έχει καταρτιστεί για να κάνει πολύ συγκεκριμένη δουλειά, είτε στις δομές στην κεντρική διοίκηση είτε στην αποκεντρωμένη, αλλά οι υπάλληλοι αυτοί, που είναι αυξημένων προσόντων κινδυνεύουν να τεθούν πρώτοι στο καθεστώς διαθεσιμότητας και κινητικότητας.

Όπως, όμως, υπενθύμισε ο κ. Μανιτάκης, τα κριτήρια της υπουργικής απόφασης που υπεγράφη, σε εφαρμογή του Ν. 4093/2011 για τους υπαλλήλους που επρόκειτο να τεθούν σε διαθεσιμότητα, αφορούσαν αποκλειστικά τη διαθεσιμότητα 2.500 υπαλλήλων, οι οποίοι ήταν υπάλληλοι Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και επιπλέον, ήταν υπάλληλοι που είχαν προσληφθεί με σχέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.

Πρόσθεσε μάλιστα, ότι στη συγκεκριμένη υπουργική απόφαση δεν αποτυπώθηκαν τα πάγια κριτήρια της διαθεσιμότητας, διότι ο νόμος θέτει ως πρώτο κριτήριο το συμφέρον της υπηρεσίας και ως δεύτερο κριτήριο την αξιοποίηση του υπαλλήλου.  Αυτά τα δύο κριτήρια θα εξειδικευθούν με νεότερη, η οποία θα βγει όταν θα αρχίσει να εφαρμόζεται το καθεστώς της κινητικότητας, πέρα από αυτή την ειδική και εφάπαξ απόφαση που εφαρμόστηκε το Νοέμβριο του 2011. «Είναι προφανές λοιπόν, ότι στις προθέσεις του υπουργείου είναι να αξιοποιήσουμε κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, κατά τον αποδοτικότερο δυνατό τρόπο τους υπαλλήλους που έχουν προσόντα και κυρίως με το βασικό κριτήριο της αξιοκρατίας», είπε ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης. Είπε, επιπλέον, ότι στο νομοσχέδιο που θα κατατεθεί στη Βουλή θα αξιοποιούνται με αυξημένη μοριοδότηση οι απόφοιτοι της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης, τόσο για την εξέλιξή τους όσο και για την επιλογή σε θέσεις ευθύνης.

Το πλήρες κείμενο της τοποθέτησης του υπουργού Δ.Μ.&Η.Δ. Αντώνη Μανιτάκη στην επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκου Μητσοτάκη, με θέμα «Άνιση αντιμετώπιση προσωπικού αυξημένων προσόντων στη ρύθμιση για την κινητικότητα των δημοσίων υπάλληλων” είναι το εξής:

«Τα κριτήρια που θέσαμε στην Υπουργική Απόφαση για το πρόγραμμα της κινητικότητας αφορούσαν αποκλειστικά την προαπαιτούμενη ενέργεια εκ του ν.4093/2012. Αφορούσαν δηλαδή τη διαθεσιμότητα αποκλειστικά και μόνο ΔΕ. Και επιπλέον ήταν υπάλληλοι που είχαν προσληφθεί με σχέση Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου.

Άρα δεν μπορούσε αντικειμενικά να αφορά υπαλλήλους πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και πολύ περισσότερο δεν μπορούσε να αφορά τους αποφοίτους δημόσιας διοίκησης.

Στην απόφαση αυτή δεν αποτυπώσαμε τα πάγια κριτήρια της κινητικότητας. Διότι τα πάγια κριτήρια της κινητικότητας, εάν διαβάσει κανείς προσεκτικά το νόμο, θα δει ότι στηρίζονται σε δύο βασικούς πυλώνες.

Πρώτον είναι το συμφέρον της υπηρεσίας, δεύτερον η αξιοποίηση του υπαλλήλου. Αυτά θα εξειδικευτούν σε νεότερη απόφαση η οποία θα εκδοθεί όταν θα αρχίσει να εφαρμόζεται το καθεστώς της κινητικότητας πέρα από αυτή  την ειδική, και εφάπαξ περίπτωση που εφαρμόσαμε το Νοέμβριο του 2012.

Είναι προφανές λοιπόν ότι στις προθέσεις του Υπουργείου είναι -και επαναλαμβάνω αποτυπώθηκε στο νόμο- να αξιοποιήσουμε κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, κατά τον αποδοτικότερο τρόπο, τους υπαλλήλους που έχουν προσόντα με βάση το κριτήριο της αξιοκρατίας. Και προφανώς θέλουμε και στο θεσμικό νόμο που πρόκειται να καταθέσουμε εντός των προσεχών εβδομάδων, να δείξουμε ότι θα αξιοποιήσουμε ειδικά τους  αποφοίτους της σχολής δημόσιας διοίκησης, τόσο κατά την εξέλιξη τους όσο και για την επιλογή των θέσεων ευθύνης. Και το θέμα που έχουν θέσει παλαιότερα που αφορά τη δημιουργία  ενός διυπουργικού κλάδου θα το αντιμετωπίσουμε ακριβώς για να αξιοποιήσουμε τους αποφοίτους της σχολής.

Η κινητικότητα είναι ένα πολύ αποφασιστικό και λειτουργικό εργαλείο για να επιτύχουμε μια κατανομή με ορθολογικά κριτήρια του υπαλληλικού προσωπικού στο δημόσιο τομέα. Γι αυτό και δίνουμε πολύ μεγάλη έμφαση σε αυτό, μόνο που για να λειτουργήσει χρειάζεται, ένα μηχανισμό πολύ καλά προετοιμασμένο.

Καταλαβαίνεται ότι για να μετακινήσουμε παραδείγματος χάριν 12.500 υπαλλήλους ή 25.000 σε ένα ή δύο χρόνια πρέπει να έχουμε μία πολύ καλή προετοιμασία που να στοχεύει σε δύο πράγματα: πρώτον, να μπορούμε να εντοπίσουμε τις κενές θέσεις και τις ανάγκες, να περιγράψουμε το εργασιακό προφίλ των θέσεων, των υπαλλήλων που χρειάζονται για αυτές τις θέσεις, και ταυτόχρονα να κάνουμε μία όσο γίνεται πιο ακριβή, όσο γίνεται πιο αξιοκρατική διαδικασία για να αξιοποιήσουμε καλύτερα τους υπαλλήλους αλλά και για να εξυπηρετήσουμε τις ανάγκες του δημοσίου με καταγραφή των τυπικών και ουσιαστικών προσόντων των δημοσίων υπαλλήλων.

Υπό αυτό το πρίσμα σκοπεύουμε και ήδη επεξεργαζόμαστε ένα πλαίσιο που θα αποτυπώνει το εργασιακό προφίλ του υπαλλήλου με κύρια έμφαση στην αξιοκρατία. Πρέπει να συνδυάσουμε το αίτημα της αξιοκρατίας –για μένα αυτό είναι το πρώτο- το οποίο όμως ταυτόχρονα πρέπει να συμβαδίζει με το πάγιο αίτημα της αντικειμενικότητας.»