ελεγκτικό-συνέδριο-τι-ισχύει-για-την-κ-406714
ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ | 10.07.2020 | 11:01

Ελεγκτικό Συνέδριο: Τι ισχύει για την καταβολή αναδρομικών σε δημοτικούς αστυνομικούς λόγω επανακατάξης

Στον ελεγκτικό συνέδριο κρίθηκε η υπόθεση καταβολής αναδρομικών σε πρώην δημοτική αστυνομικό υπάλληλο δήμου, λόγω επανακατάξης της σε υπηρεσία.

Ειδικότετα πρόκειται για την: «ΠΡΑΞΗ (238/2019) ΤΟΥ ΚΛΙΜΑΚΙΟΥ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΔΑΠΑΝΩΝ ΣΤΟ Ι΄ ΤΜΗΜΑ ΤΟΥ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ ΣΕ ΠΡΩΗΝ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥ ΔΗΜΟΥ, ΛΟΓΩ ΕΠΑΝΑΚΑΤΑΞΗΣ ΤΗΣ, ΚΑΤ΄ ΕΠΙΚΛΗΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΗΣ ΠΑΡ.3 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 99 ΤΟΥ Ν.4483/2017.»

Ακολουθεί ολόκληρη η ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο Αναπληρωτής Επίτροπος του Ελεγκτικού Συνεδρίου στην Υπηρεσία Επιτρόπου

στο Νομό XXX αρνήθηκε, με την 72/2018 πράξη, να θεωρήσει το 588, οικονομικού

έτους 2018, χρηματικό ένταλμα πληρωμής του Δήμου XXX, ποσού 92,23 ευρώ, το

οποίο αφορά στην καταβολή αναδρομικών αποδοχών για το χρονικό διάστημα από

22.10.2015 έως 31.10.2015 στην XXX, μόνιμη υπάλληλο του Δήμου, λόγω

επανακατάταξης της, κατ’ επίκληση των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 99 του ν.

4483/2017 Α΄ 107), από το 4ο Μ.Κ. του Ε΄ βαθμού της κατηγορίας ΔΕ Διοικητικού

στο 2ο Μ.Κ. του Ε΄ βαθμού της κατηγορίας ΠΕ Διοικητικού, αναδρομικά από

22.10.2015 σε συσταθείσα προσωποπαγή θέση του κλάδου ΠΕ Διοικητικού.

Ειδικότερα, ο Επίτροπος αρνήθηκε τη θεώρηση του χρηματικού εντάλματος

πληρωμής με την αιτιολογία ότι η 6141/19.10.2018 απόφαση του Δημάρχου XXX

(Β΄ 5136), με την οποία επανακατατάχθηκε μισθολογικά η εν λόγω υπάλληλος, είναι

μη νόμιμη διότι η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 99 του ν.4483/2017 (Α΄ 107), με

την οποία αντικαταστάθηκε η περ. β΄ της παρ. 3 του άρθρου 19 του ν. 4325/2015,

καθ’ ο μέρος προβλέπει ότι μετά τη μη επανασύσταση υπηρεσίας της Δημοτικής

Αστυνομίας οι πρώην δημοτικοί αστυνομικοί κατατάσσονται σε υπηρεσίες του

οικείου Δήμου σε κλάδους ίδιας ή ανώτερης κατηγορίας με βάση τα τυπικά

προσόντα που κατείχαν κατά την έναρξη ισχύος του ν.4325/2015, κατά παρέκκλιση

κάθε άλλης διάταξης, αντίκειται στις συνταγματικές αρχές της ισότητας και της

αξιοκρατίας. Ακολούθως ο Δήμος XXX, αφού ακύρωσε τον προαναφερόμενο τίτλο

πληρωμής λόγω λήξης του οικονομικού έτους 2018, υπέβαλε στον Επίτροπο το

ισόποσο 364, οικονομικού έτους 2019, χρηματικό ένταλμα πληρωμής, ζητώντας τη

θεώρηση αυτού για τους λόγους που αναφέρονται στο 23.1.2019 υπόμνημα της

φερόμενης ως δικαιούχου. Ωστόσο, ο Επίτροπος ενέμεινε στη μη νομιμότητα της

εντελλόμενης δαπάνης, με συνέπεια να ανακύψει διαφωνία για την άρση της οποίας

νομίμως απευθύνεται, με την από 14.3.2019 έκθεση, στο Κλιμάκιο τούτο.

ΙΙ. Α. Στο άρθρο 81 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167) προβλέφθηκε ότι: «1. Από την 23η.

9.2013 καταργούνται στους δήμους οι θέσεις του κλάδου ΠΕ Δημοτικής Αστυνομίας,

ΤΕ Δημοτικής Αστυνομίας, ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας και ΥΕ Δημοτικής

Αστυνομίας (…) 4. Αρμοδιότητες που έχουν ανατεθεί με διατάξεις νόμων ή

κανονιστικών πράξεων στη δημοτική αστυνομία ασκούνται από τις 23.9.2013 από

την Ελληνική Αστυνομία (ΕΛ.ΑΣ.). (…) Με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου

μπορεί να καθορίζεται η παράλληλη άσκηση μίας ή περισσοτέρων εκ των ανωτέρω

αρμοδιοτήτων από υπαλλήλους του δήμου, κατόπιν ορισμού αυτών με απόφαση του

δημάρχου. Με την ίδια απόφαση του δημοτικού συμβουλίου δύναται να καθορίζεται

επίσης ο αριθμός των αναγκαίων υπαλλήλων, η διάρκεια άσκησης της αρμοδιότητας,

οι ώρες απασχόλησης των υπαλλήλων, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια αναφορικά

με την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών». Επακολούθησε ο ν. 4325/2015

«Εκδημοκρατισμός της Διοίκησης – Καταπολέμηση Γραφειοκρατίας –

Αποκατάσταση αδικιών και άλλες διατάξεις» (Α΄ 47/11.5.2015), στην παρ. 1 περ. α΄

του άρθρου 19 του οποίου ορίζεται ότι: «Καταργούνται στην Ελληνική Αστυνομία οι

θέσεις των πρώην δημοτικών αστυνομικών που συστάθηκαν με την υπ’ αριθμ.

6000/2/5250/8-π` από 12.12.2014 απόφαση του Προϊσταμένου Κλάδου Διοικητικής

Υποστήριξης και Ανθρώπινου Δυναμικού/Α.Ε.Α. (Β` 3595) και επανασυστήνονται

αυτοδικαίως οι θέσεις και οι κλάδοι ΠΕ Δημοτικής Αστυνομίας, ΤΕ Δημοτικής

Αστυνομίας, ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας και ΥΕ Δημοτικής Αστυνομίας, που είχαν

καταργηθεί με την παρ. 1 του άρθρου 81 του Ν.4172/2013 (Α` 167)», ενώ στην παρ.

2 περ. α΄ ορίστηκε ότι: «Όσοι κατείχαν τις οργανικές θέσεις της παραγράφου 1 και

δεν παραμένουν στην Ελληνική Αστυνομία καταλαμβάνουν αυτοδικαίως τις θέσεις

που ανασυστήθηκαν, με τον ίδιο βαθμό και μισθολογικό κλιμάκιο που κατείχαν κατά

τη θέση τους σε διαθεσιμότητα, εφόσον καταθέσουν αίτηση που υποβάλλεται εντός

δέκα (10) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος στην Διεύθυνση

Προσωπικού/Διοικητικού του Δήμου στον οποίο ανήκαν οργανικά. Σχετική

διαπιστωτική πράξη εκδίδεται από το αρμόδιο προς διορισμό όργανο του οικείου

Δήμου και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». Στη συνέχεια, με την

παρ. 3 του άρθρου 99 του ν. 4483/2017(Α΄ 107/31.7.2017), προβλέφθηκε ότι: «Η

περίπτωση β΄ της παρ. 3 του άρθρου 19 του ν. 4325/2015 αντικαθίσταται ως εξής:

«Με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου μπορεί να αποφασιστεί η μη

επανασύσταση Υπηρεσίας Δημοτικής Αστυνομίας. Στην περίπτωση αυτή οι θέσεις

δημοτικών αστυνομικών που είχαν επανασυσταθεί καταργούνται και όσοι τις

κατείχαν κατατάσσονται σε άλλες υπηρεσίες των οικείων δήμων, σε κλάδους της

ίδιας ή ανώτερης κατηγορίας, με βάση τα τυπικά προσόντα που κατέχουν κατά την

έναρξη ισχύος του παρόντος, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης. Εφόσον έχουν

τοποθετηθεί, σύμφωνα με άλλες ρυθμίσεις σε θέση άλλου κλάδου, μπορούν είτε να

παραμείνουν στις θέσεις αυτές, εφόσον το επιθυμούν είτε, κατόπιν αίτησης που

κατατίθεται μέσα σε δέκα (10) ημέρες από τη δημοσίευση της απόφασης του

Δημοτικού Συμβούλιου, να καταλάβουν θέσεις από τις προβλεπόμενες των

περιπτώσεων β΄, γ΄ και δ΄ της παραγράφου 2. Με απόφαση του Υπουργού

Εσωτερικών κατατάσσονται με βάση τα τυπικά προσόντα που κατέχουν κατά τη

δημοσίευση του παρόντος, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης και οι πρώην

δημοτικοί αστυνομικοί που τοποθετήθηκαν σε Υπηρεσίες του Υπουργείου

Εσωτερικών». Συναφώς στην αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει τις

προαναφερόμενες διατάξεις αναφέρεται ότι «πολλοί από τους υπαλλήλους αυτούς

είναι κάτοχοι πτυχίων ανωτέρων και ανωτάτων σχολών (…) αποσαφηνίζεται ότι δεν

απαιτείται να έχει παρέλθει οκταετία από το διορισµό τους για την κατάταξή τους σε

ανώτερο κλάδο και ορίζεται ότι χρονικό σηµείο αναφοράς είναι η ύπαρξη των

τυπικών προσόντων κατά το χρόνο δηµοσίευσης του παρόντος νόµου (…)».

Εξάλλου, ο Κώδικας Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων

(Κ.Κ.Δ.Κ.Υ.), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3584/2007 (Α΄ 143) στο

άρθρο 76 ορίζει ότι: «1. Μετάταξη υπαλλήλου σε κενή θέση κλάδου ανώτερης

κατηγορίας, του ίδιου Ο.Τ.Α., επιτρέπεται μετά από αίτηση του υπαλλήλου και

ύστερα από γνώμη του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. Ο μετατασσόμενος πρέπει

να κατέχει τον τίτλο σπουδών που απαιτείται για τον κλάδο στον οποίο

μετατάσσεται. 2. Υπάλληλος που είχε τον απαιτούμενο για διορισμό σε ανώτερη

κατηγορία τίτλο σπουδών κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης διορισμού του δεν

επιτρέπεται να μεταταγεί σε θέση κλάδου ανώτερης κατηγορίας πριν από τη

συμπλήρωση οκταετίας από το διορισμό του. (…)».

Β. Aπό τις προπαρατεθείσες διατάξεις συνάγονται, πλην άλλων, τα ακόλουθα: Μετά

την αυτοδίκαιη επανασύσταση των θέσεων και των κλάδων της Δημοτικής

Αστυνομίας των οικείων Δήμων που είχαν καταργηθεί, με το άρθρο 81 του ν.

4172/2013, οι υπηρετούντες στην Ελληνική Αστυνομία, πρώην δημοτικοί

αστυνομικοί, που επιθυμούσαν να επιστρέψουν στην προηγούμενη θέση τους και

υπέβαλαν εμπροθέσμως σχετική αίτηση, κατέλαβαν αυτοδικαίως τις θέσεις που

ανασυστήθηκαν, με τον ίδιο βαθμό και το ίδιο μισθολογικό κλιμάκιο που κατείχαν

κατά τη θέση τους σε διαθεσιμότητα. Στο πλαίσιο αυτό προβλέφθηκε, με τις

διατάξεις του άρθρου 19 του ν. 4325/11.5.2015, όπως αυτές ίσχυαν πριν από την

αντικατάσταση της διάταξης της περ. β΄ της παρ. 3 του άρθρου 19 του ως άνω νόμου

με τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 99 του ν. 4483/2017, ότι με απόφαση του

Δημοτικού Συμβουλίου του οικείου Δήμου μπορεί να αποφασιστεί η μη

επανασύσταση της Δημοτικής Αστυνομίας. Στην περίπτωση δε αυτή, οι

επανασυσταθείσες θέσεις των δημοτικών αστυνομικών καταργούνται και οι

δημοτικοί αστυνομικοί, που κατέλαβαν τις θέσεις αυτές, με απόφαση του Δημάρχου

κατατάσσονται σε άλλες υπηρεσίες του Δήμου σε θέση ίδιας εκπαιδευτικής

κατηγορίας με εκείνη που κατείχαν στη Δημοτική Αστυνομία κατά το χρόνο της

κατάργησής της, με βάση τα τυπικά προσόντα που κατείχαν την καταργηθείσα θέση

(Ε.Σ. Ι Τμ. 11/2016). Ήδη, στη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 99 του ν. 4483/2017,

με την οποία αντικαταστάθηκε η περίπτωση β΄ της παρ. 3 του άρθρου 19 του ν.

4325/2015, προβλέφθηκε ότι σε περίπτωση που το Δημοτικό Συμβούλιο του οικείου

Δήμου αποφασίσει τη μη επανασύσταση υπηρεσίας Δημοτικής Αστυνομίας, οι

θέσεις δημοτικών αστυνομικών που είχαν επανασυσταθεί καταργούνται και όσοι τις

κατείχαν κατατάσσονται σε άλλες υπηρεσίες του Δήμου αυτού, σε κλάδους της ίδιας

ή ανώτερης κατηγορίας, βάσει των συντρεχόντων κατά το χρονικό σημείο

δημοσίευσης του νεότερου αυτού νόμου (31.7.2017) τυπικών τους προσόντων, κατά

παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης. Η έννοια δε της προαναφερόμενης διάταξης, όπως

προκύπτει και από την οικεία αιτιολογική έκθεση, είναι ότι οι πρώην δημοτικοί

αστυνομικοί, που κατά την έναρξη ισχύος του ν. 4325/2015 (11.5.2015), με τον

οποίο επανασυστήθηκαν αυτοδικαίως οι θέσεις και οι κλάδοι της Δημοτικής

Αστυνομίας, μέχρι τη δημοσίευση της νεότερης ως άνω διάταξης (31.7.2017),

διέθεταν πτυχίο ανώτερων και ανώτατων σχολών, είχαν τη δυνατότητα, και χωρίς να

συντρέχει η προβλεπόμενη κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 76 του Κ.Κ.Δ.Κ.Υ.

ουσιαστική προϋπόθεση περί οκταετούς προϋπηρεσίας, να καταταγούν σε άλλες

υπηρεσίες του οικείου Δήμου, σε κλάδους ανώτερης κατηγορίας. Συνεπώς, με την

νεότερη αυτή διάταξη (της παρ. 3 του άρθρου 99 του ν. 4483/2017), εισάγεται, κατά

τα προεκτεθέντα, μία εξαιρετική, ουσιαστικού περιεχομένου και περιορισμένης

εμβέλειας ρύθμιση, η οποία, ανεξαρτήτως της συμβατότητας της με τις

συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αξιοκρατίας, δεν καταλαμβάνει μετατάξεις

πρώην δημοτικών αστυνομικών οι οποίοι κατείχαν πριν από την έναρξη ισχύος της

προαναφερόμενης διάταξης τον απαιτούμενο για την ανώτερη κατηγορία τίτλο

σπουδών και την απαιτούμενη οκταετή προϋπηρεσία κρίθηκαν δε, κατόπιν αιτήσεως

τους, από το αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο κατά τα διαγραφόμενη από τον

Κ.Υ.Δ.Κ.Υ. διαδικασία περί μετατάξεων, αφού, ως προεκτέθη, με την επίμαχη

διάταξη δεν σκοπείται η άρση διαδικαστικών προϋποθέσεων, αλλά μόνο η κάμψη

της οριζόμενης στην παρ. 3 του άρθρου 76 του Κ.Υ.Δ.Κ.Υ. ουσιαστικής

προϋπόθεσης περί οκταετούς προϋπηρεσίας (Πρ. Τμ. 2, 3/2019). Άλλωστε, πέραν

του ότι δεν ορίζεται ρητώς, η επίμαχη διάταξη δεν έχει την έννοια ότι οι μετατάξεις

που πραγματοποιούνται κατ’ επίκληση αυτής αναδράμουν στο χρόνο δημοσίευσης

του ν.4325/2015, αφού ο σκοπός για τον οποίο εισήχθη η ρύθμιση της παρ. 3 του

άρθρου 76 του Κ.Υ.Δ.Κ.Υ., ήτοι η αξιοποίηση εξειδικευμένου προσωπικού

ανώτερων εκπαιδευτικών βαθμίδων, δεν δύναται να πραγματωθεί σε χρόνο πρότερο

της πραγματικής κατάταξης του μετατασσόμενου υπαλλήλου (βλ. και αιτιολογική

έκθεση επί του άρθρου 99 του ν.4483/2017).

III. Στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα

ακόλουθα:

1. Η φερόμενη ως δικαιούχος του ελεγχόμενου τίτλου πληρωμής διορίστηκε, με την

197/2005 απόφαση του Δημάρχου XXX (τ. Ν.Π.Δ.Δ. 53/9.3.2005), σε κενή οργανική

θέση κλάδου ΔΕ23 Ειδικού Προσωπικού (Δημοτική Αστυνομία). Ακολούθως, λόγω

κατάργησης του Δήμου XXX σε εφαρμογή των διατάξεων του ν. 3852/2010,

εντάχθηκε αυτοδικαίως στο προσωπικό του Δήμου XXX, ενώ, με την

2683/9.12.2011 απόφαση του Δημάρχου XXX κατατάχθηκε μισθολογικά, κατ’

εφαρμογή των διατάξεων του ν.4024/2011, στο 2ο Μ.Κ. βαθμού Ε΄ της κατηγορίας

ΔΕ του κλάδου Δημοτικών Αστυνομικών από 1.11.2011. Στη συνέχεια, η εν λόγω

υπάλληλος τέθηκε σε διαθεσιμότητα με την 3435/2013 διαπιστωτική πράξη του

Δημάρχου XXX, ενώ, με την ΔΙΠΙΔΔ/Β.2Δ/242/οικ.13594/30.5.2014 απόφαση του

Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης,

εντάχθηκε προσωρινά στην Ελληνική Αστυνομία, ως ιδιαίτερης κατηγορίας

προσωπικό, σύμφωνα με το άρθρο 81 του ν.4172/2013, και συγκεκριμένα του

κλάδου ΔΕ (τ. Γ΄ 673/30.5.2014).

2. Περαιτέρω, μετά τη δημοσίευση του ν.4325/2015, αποφασίστηκε, με την 415/2015

απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου XXX, η μη επανασύσταση της Δημοτικής

Αστυνομίας. Στο πλαίσιο αυτό, μετά από αίτηση της εν λόγω υπαλλήλου για την

κατάταξή της στην κατηγορία ΠΕ, εκδόθηκε η 4414/2015 απόφαση Δημάρχου με την

οποία κατετάγη, κατ’ επίκληση της διάταξης της παρ. 3β του άρθρου 19 του

ν.4325/2015, σε συνιστώμενη προσωποπαγή θέση κλάδου ΠΕ Διοικητικού, ως

κάτοχος πτυχίου του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου XXX ήδη από το

χρόνο του αρχικού διορισμού της. Εντούτοις, μετά την 8/2016 πράξη επιστροφής του

αρμοδίου Επιτρόπου, με την οποία κρίθηκε μη νόμιμη, πλην άλλων, η δαπάνη που

αφορούσε στην καταβολή διαφοράς αποδοχών μηνός Δεκεμβρίου 2015 λόγω

μετάταξης σε κλάδο ανώτερης κατηγορίας, με την αιτιολογία ότι αφενός η

προμνησθείσα διάταξη της παραγράφου 3β του άρθρου 19 του ν. 4325/2015 δεν

προβλέπει ρητά την κατάταξη των πρώην δημοτικών αστυνομικών σε ανώτερη

κατηγορία, αφετέρου δεν είχε προηγηθεί της μετάταξης αυτής κρίση του αρμοδίου

Υπηρεσιακού Συμβουλίου, η φερόμενη ως δικαιούχος του ελεγχόμενου τίτλου

πληρωμής υπέβαλε εκ νέου αίτηση περί μετάταξης σε κλάδο ανώτερης κατηγορίας

(σχετ. 2/24230/1.4.2016 αίτηση). Συναφώς, με την 3130/7.8.2017 απόφαση του

Γενικού Γραμματέα του Δήμου XXX, που εκδόθηκε ύστερα από τη διατυπωθείσα

στο πρακτικό 6/29.5.2017 σύμφωνη γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου

Υπαλλήλων Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού Νομού XXX, αποφασίσθηκε η μετάταξη της εν λόγω

υπαλλήλου από την κατεχόμενη έως τότε θέση κλάδου ΔΕ Διοικητικού, στην

ανώτερη κατηγορία ΠΕ Διοικητικού και σε κενή οργανική θέση, καθόσον αυτή

διέθετε τον απαιτούμενο τίτλο σπουδών, είχε άλλωστε και την αναγκαία

προϋπηρεσία. Εντούτοις, μετά την 7931/7.2.2018 πράξη του Συντονιστή

Αποκεντρωμένης Διοίκησης XXX, εκδόθηκε η 6141/19.10.2018 απόφαση του

Δημάρχου XXX (Γ΄ 5136/16.11.2018) με την οποία κατετάγη η υπάλληλος σε

συνιστώμενη προσωποπαγή θέση κλάδου ΠΕ Διοικητικού, αναδρομικά από

22.10.2015 (ημερομηνία κατάταξης με την 4414/2015 απόφαση Δημάρχου), κατ’

επίκληση της διάταξης της περ. β΄ της παρ. 3 του άρθρου 19 του ν. 4325/2015, όπως

αυτή αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 99 του ν. 4483/2017. Ακολούθως,

εκδόθηκε το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα για την καταβολή αναδρομικών

αποδοχών από 22.10.2015 έως 31.10.2015, λόγω της κατά τα ανωτέρω μετάταξης

της φερόμενης ως δικαιούχου υπαλλήλου σε ανώτερη κατηγορία.

ΙV. Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν ανωτέρω δεκτά στη ΙΙ σκέψη της

παρούσας κρίνεται ότι η 6141/19.10.2018 απόφαση του Δημάρχου XXX (Γ΄

5136/16.11.2018), με την οποία κατετάγη η εν λόγω υπάλληλος σε συνιστώμενη

προσωποπαγή θέση κλάδου ΠΕ Διοικητικού, είναι μη νόμιμη κατά το μέρος που η

μετάταξη αυτής ανατρέχει σε χρόνο πρότερο της 2/24230/1.4.2016 αίτησης της

υπαλλήλου, ήτοι αναδρομικά από 22.10.2015 (ημερομηνία κατάταξης με την

4414/2015 απόφαση Δημάρχου). Και τούτο διότι η εν λόγω υπάλληλος, πτυχιούχος

πανεπιστημιακού ιδρύματος ήδη από το χρόνο του αρχικού διορισμού της, πληρούσε

την ουσιαστική προϋπόθεση της παρ. 3 του άρθρου 76 του Κ.Υ.Δ.Κ.Υ. περί

οκταετούς προϋπηρεσίας κατά το χρόνο υποβολής της 2/24230/1.4.2016 αίτησής της

και της κρίσης του αρμοδίου Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Για το λόγο δε αυτό δεν

εμπίπτει η περίπτωση αυτής στο ρυθμιστικό πεδίο της της περ. β΄ της παρ. 3 του

άρθρου 19 του ν. 4325/2015, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με τη διάταξη της παρ. 3

του άρθρου 99 του ν. 4483/2017. Λόγω δε της κρίσης αυτής παρέλκει η εξέταση του

προβαλλόμενου από τον διαφωνούντα Επίτροπο λόγου περί αντισυνταγματικότητας

της παρ. 3 του άρθρου 99 του ν. 4483/2017, αντίστοιχα δε οι ισχυρισμοί που

προβάλλει, με το από 3778/23.1.2019 υπόμνημα, η φερόμενη ως δικαιούχος του

εντάλματος. Συνεπώς, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη, εφόσον δεν χώρησε

νόμιμα η «αναδρομική» κατάταξη της φερόμενης ως δικαιούχου του ελεγχόμενου

χρηματικού εντάλματος σε ανώτερη εκπαιδευτική βαθμίδα, και για το λόγο αυτό το

ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.

Για τους λόγους αυτούς

Αποφαίνεται ότι το 364 οικονομικού έτους 2019, χρηματικό ένταλμα πληρωμής

του Δήμου XXX, ποσού 92,23 ευρώ, δεν πρέπει να θεωρηθε