η-αυτοδίκαιη-αργία-θα-παραλύσει-το-δη-258110
ΔΗΜΟΣΙΟ | 14.05.2013 | 12:13

“Η αυτοδίκαιη αργία θα παραλύσει το Δημόσιο”

θα ωφελήσει πράγματι η αυτοδίκαιη αργία υπαλλήλου που σε μία δύσκολη συγκυρία, μην ικανοποιώντας το αίτημα κάποιου πολίτη, θεωρώντας ότι πράττει το ορθό, «φορτωθεί» με μία μήνυση για παράβαση καθήκοντος;”, διερωτάται ο κ. Χρήστος Βασματζίδης, Δικηγόρος, Συμπαραστάτης του Δημότη και της Επιχείρησης Δήμου Αλεξανδρούπολης στο άρθρο του “Η αυτοδίκαιη αργία για παράβαση καθήκοντος. Απόψεις για την χρησιμότητα της διάταξης” που φιλοξενεί η aftodioikisi.gr.

Αναφερομένος στη διάταξη που αφορά τους δημόσιους και δημοτικούς υπαλλήλους υποστηρίζει ότι μπορεί να λειτουργήσει ανασταλτικά ως προς τη δράση αυτών, ενω επισημαίνεται ότι έχει σημασία να κατανοηθεί και ο ρόλος και η ιδιότητα του πολίτη ιδίως στη δύσκολη αυτή για τη χώρα εποχή.

Ολόκληρο το άρθρο του κ. Χρ. Βασματζίδη έχει ως εξής:

“Η άποψη που έχει πλέον επικρατήσει είναι ότι η λειτουργία του δημοσίου τομέα στο ελληνικό κράτος είναι μία από τις βασικές αιτίες που μας οδήγησαν στην κρίση. Οι οπαδοί των γενικεύσεων αρκούνται σε συνθηματολογικά επιχειρήματα προκειμένου να καταγράψουν μερικά από τα αίτια της κρίσης, όπως «βαριούνται να δουλέψουν», «τα παίρνουν χοντρά», «δεν τιμωρούνται», «όλοι γίνονται δημόσιοι υπάλληλοι», «η διαφθορά στο Δημόσιο είναι το νούμερα ένα πρόβλημα» κλπ.

Η χειρότερη όμως αντιμετώπιση των ζητημάτων σε μία εποχή κρίσης αξιών, γιατί και η οικονομία είναι μία αξία αφού αποτελεί δημιούργημα του ανθρωπίνου πνεύματος, είναι αυτή που γίνεται με βάση τις γενικεύσεις. Και τούτο διότι παραβλέπονται αφενός μεν τα υγιή στοιχεία που υπάρχουν στη δράση του έλληνα πολίτη, όταν ενεργεί ως υπάλληλος του Κράτους, άρα στη δημόσια δράση του, αφετέρου οδηγούν σε λύσεις που περιέχουν τιμωρητική χροιά.

Υποθέτω πως μόνο από επίγνωση του παραπάνω γεγονότος, ο Υπουργός  Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης κ. Μανιτάκης, είπε κάτι, ανάμεσα στα άλλα, που πραγματικά μου προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση στην εκπομπή του Αλέξη Παπαχελά «Οι νέοι φάκελοι» που προβλήθηκε στις 16 Απριλίου 2013 από τον τηλεοπτικό σταθμό «ΣΚΑΪ». Είπε συγκεκριμένα: «Λοιπόν εγώ νομίζω ότι πρέπει να δείξουμε εμπιστοσύνη στους άξιους και υπάρχουνε. Ξέρετε η πλειοψηφία των δημοσίων υπαλλήλων θέλει να αποκαταστήσει, θέλει να δουλέψει, αλλά δεν της δίνονταν η ευκαιρία πρώτον να πάρει πρωτοβουλίες. Δεύτερον δεν τους εμπιστευόταν. Το πρώτο πράγμα που αισθάνθηκα να κάνω ως Υπουργός είναι να εμπιστευθώ τους γενικούς διευθυντές και να τους δώσω να αισθανθούν ότι αυτοί είναι οι σύμβουλοί μου».
Εμπιστοσύνη, και ανάληψη πρωτοβουλιών λοιπόν, είναι για τον κ. Μανιτάκη τα στοιχεία εκείνα που θα αναγεννήσουν το δημόσιο τομέα. Εμπιστοσύνη προς τους δημοσίους υπαλλήλους και ανάληψη πρωτοβουλιών από τους ίδιους υπαλλήλους. Η παραπάνω κρίση του Υπουργού με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Από τη διετή θητεία μου ως Συμπαραστάτη του Δημότη και της Επιχείρησης του Δήμου Αλεξανδρούπολης, η εμπιστοσύνη και η ανάληψη πρωτοβουλιών είναι εκείνα τα στοιχεία που ενώ είναι απαραίτητα για τη λειτουργία οποιασδήποτε συλλογικής δομής που απαιτεί οργάνωση για να δράσει, ελλείπουν εντελώς από τη δημόσια διοίκηση ή έχουν μεταλλαχθεί σε «πολιτικές αποφάσεις», οι οποίες κατά την άποψή μου πρώτα αυτές έχουν συντελέσει στην απαξίωση της διοικητικής δράσης.

Πράγματι το πλάνο όπως παρουσιάζεται για την αναβάθμιση της δημόσιας διοίκησης φαίνεται να ικανοποιεί κατ’ αρχήν τους φανατικά σκεπτόμενους. Ο ν. 4093/2012 έφερε ριζικές αλλαγές στην διαθεσιμότητα, στην αργία (αυτοδίκαιη και δυνητική) και στο πειθαρχικό δίκαιο των δημοσίων υπαλλήλων. Η δε εγκύκλιος που εκδόθηκε με αρ. πρ. ΔΙΔΑΔ-ΔΙΠΙΔΔ/οικ. 26188/ 12 Νοεμβρίου 2012 αναφέρει ότι «Ενισχύεται ο θεσμός της αργίας, ώστε να επιτυγχάνεται η άμεση απομάκρυνση από την υπηρεσία όσων υπαλλήλων διώκονται ή τιμωρούνται για σοβαρά ποινικά ή πειθαρχικά παραπτώματα και να προστατεύεται το συμφέρον και το κύρος της υπηρεσίας. Παράλληλα, διευρύνεται η προστασία του υπαλλήλου που τίθεται σε αργία».

Το πώς θα ενισχυθεί ο θεσμός της αργίας περιγράφεται στη διάταξη της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Ζ.3 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 που τροποποιεί το άρ. 103 του «Κώδικα Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων ΝΠΔΔ», ήτοι «τίθενται αυτοδίκαια σε αργία:

  • α) οι υπάλληλοι που στερήθηκαν την προσωπική τους ελευθερία ύστερα από πρωτοβάθμια ή δευτεροβάθμια απόφαση ποινικού δικαστηρίου ή ένταλμα προσωρινής κράτησης,
  • β) οι υπάλληλοι κατά των οποίων εκδόθηκε ένταλμα προσωρινής κράτησης και στη
  • συνέχεια ήρθη η προσωρινή κράτηση ή αντικαταστάθηκε με περιοριστικούς όρους,
  • γ) οι υπάλληλοι οι οποίοι παραπέμφθηκαν αμετάκλητα ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου για κακούργημα ή για τα πλημμελήματα της κλοπής, υπεξαίρεσης (κοινής και στην υπηρεσία), απάτης, εκβίασης, πλαστογραφίας, δωροδοκίας, καταπίεσης, απιστίας περί την υπηρεσία, καθώς και για οποιοδήποτε έγκλημα κατά τη γενετήσιας ελευθερίας ή για έγκλημα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής,
  • δ) οι υπάλληλοι στους οποίους επιβλήθηκε η πειθαρχική ποινή της οριστικής ή της προσωρινής παύσης,
  • ε) οι υπάλληλοι οι οποίοι έχουν παραπεμφθεί στο αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο για τα παραπτώματα των περιπτώσεων α’, γ’, δ’, ε’, θ’, ι’, ιδ’, ιη’, κγ’, κδ’, κζ’ και κθ’ του άρθρου 107 του ν. 3528/2007, όπως ισχύει, ή αντίστοιχα παραπτώματα του ίδιου άρθρου, όπως ίσχυε πριν την αντικατάστασή του με το άρθρο δεύτερο του ν. 4057/2012, ή αντίστοιχα παραπτώματα του προϊσχύοντος Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 2683/1999)».

Το μεγάλο ζήτημα που γεννήθηκε με την τροποποίηση του εν λόγω άρθρου, είναι η υποχρεωτικότητα της αργίας στην περίπτωση υπαλλήλου που παραπεμφθεί στο αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα ή τους άλλους ποινικούς νόμους (άρ. 103 παρ. 1 περ. ε΄ και άρ. 107 παρ. 1 περ. γ΄ του «Κώδικα Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων ΝΠΔΔ», και αντίστοιχα άρθρα 107 παρ. 1 περ. ε΄ και 111 παρ. 1 περ. β΄ του «Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων»).

Από τις διατάξεις των κωδίκων για τους δημοσίους και δημοτικούς υπαλλήλους, προκύπτει ότι ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών έχει υποχρέωση να ανακοινώσει αμέσως στην προϊστάμενη αρχή του υπαλλήλου και επιπλέον στον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης για τους δημοτικούς υπαλλήλους κάθε ποινική δίωξη που ασκείται κατ` αυτού. Η πειθαρχική διαδικασία είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από την ποινική ή άλλη δίκη. Η ποινική δίκη δεν αναστέλλει την πειθαρχική διαδικασία. Από τα παραπάνω συνάγεται ότι η αποστολή και μόνο στην προϊστάμενη αρχή του υπαλλήλου, της χωρίς έλεγχο βασιμότητας μήνυσης για παράβαση καθήκοντος, ενεργοποιεί τη διαδικασία παραπομπής του στο αρμόδιο πρωτοβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο, καθώς η παράβαση καθήκοντος τιμωρείται πειθαρχικά τουλάχιστον με υποβιβασμό, πράγμα που σημαίνει ότι μόνο το πειθαρχικό συμβούλιο μπορεί να επιβάλλει αυτή την ποινή. Η δε παραπομπή σ’ αυτό σημαίνει και την υποχρεωτικότητα έκδοσης διαπιστωτικής πράξης αυτοδίκαιης αργίας. Όλα τα παραπάνω καταγράφονται στις διατάξεις των άρ. 109,114, 120 και 122 του «Κώδικα δημοσίων διοικητικών υπαλλήλων» και με την ίδια διατύπωση ισχύουν και στον «Κώδικα δημοτικών υπαλλήλων».

Σημειωτέον ότι η αυτοδίκαιη αργία στην περίπτωση της παραπομπής πειθαρχικώς για παράβαση καθήκοντος δεν προβλεπόταν ούτε με την πρόσφατη τροποποίηση των παραπάνω άρθρων με το ν. 4057/2012 (δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Α 54 /14.3.2012). Προστέθηκε στο τέλος του έτους 2012 με το ν. 4093 (δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Α΄ 222/12.11.2012) με τον οποίο τροποποιείται εκ νέου το εν λόγω άρθρο με τη διάταξη της περ. 1 της υποπαραγράφου Ζ.3. της παραγράφου Ζ του άρθρου πρώτου του εν λόγω νόμου ήτοι του ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ 3, δηλαδή νόμου που περιείχε και τη δικαιική βούληση της τρόικας.
Από την αρχή του παρόντος άρθρου θέλησα να δώσω μία ταυτότητα γραφής. Δεν υποστηρίζω τις γενικότητες. Υποστηρίζω την γνώση που προέρχεται από την εμπειρική πραγματικότητα και στο τέλος αποτελεί αντικείμενο έρευνας γίνεται δηλαδή επιστήμη.

Από την ιδιότητά μου λοιπόν αυτή ως νομικού καταθέτω την εξής εμπειρία. Η πιο εύκολη απειλή για τον εξοργισμένο πολίτη σε βάρος του δημοσίου υπαλλήλου, είναι η «μήνυση για παράβαση καθήκοντος». Θέτω την έκφραση σε εισαγωγικά προκειμένου να περιλάβει και την έννοια του συνθήματος καθώς σε πολλές περιπτώσεις ασκείται εκβιαστικά και όχι ως ουσιαστική έκφραση δικαιώματος. Όταν δε η μήνυση φτάσει στο ακροατήριο ώστε να πληρωθεί το δικαίωμα του πολίτη, πολλές από αυτές απορρίπτονται και αθωώνονται οι υπάλληλοι.

Το ερώτημα λοιπόν που τίθεται είναι: θα ωφελήσει πράγματι η αυτοδίκαιη αργία υπαλλήλου που σε μία δύσκολη συγκυρία, μην ικανοποιώντας το αίτημα κάποιου πολίτη, θεωρώντας ότι πράττει το ορθό, «φορτωθεί» με μία μήνυση για παράβαση καθήκοντος; Θα επιτευχθεί δηλαδή η διαφύλαξη του κύρους της υπηρεσίας με την απομάκρυνση του υπαλλήλου και θα αποτελέσει παραδειγματικό προηγούμενο; Ή θα οδηγήσει στη δημιουργία ενός κλίματος φοβισμού και τελικά επιρρέπειας σε οποιαδήποτε εκβιαστική αναφορά για παράβαση καθήκοντος, με αποτέλεσμα μία αλλοίωση στη διοικητική δράση και στην αρχή της νομιμότητας; Τα πρώτα δείγματα δείχνουν ότι έχει ήδη δημιουργηθεί τέτοιο κλίμα.

Γι’ αυτό κάποτε πρέπει να ασχοληθούμε σοβαρά με την κρίση ή καλύτερα την αλλοίωση που έχουμε υποστεί ως πολιτικά όντα. Θεωρούμε ως δικαίωμα την μη εκπλήρωση μιας υποχρέωσης. Και θεωρούμε αυτονόητη την εξαίρεση από τους κανόνες. Γι’ αυτό και οι πλείστες αντιδράσεις σε θέματα που «βγάζουν μάτια». Δηλαδή για παράδειγμα ο θεσμός της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων στο δίκαιό μας, κοντεύει εξαιτίας των πολιτικών που ακολουθούνται όλα αυτά τα χρόνια να σημαίνει το αείζωον του Ηρακλείτου. Και όμως υπάρχει ρητή διάταξη στο σύνταγμά μας (άρ. 103 παρ. 4) που προβλέπει ότι «Οι δημόσιοι υπάλληλοι που κατέχουν οργανικές θέσεις είναι μόνιμοι εφόσον αυτές οι θέσεις υπάρχουν», που σημαίνει ότι με την κατάργηση των θέσεων αυτών δεν υπάρχει και μονιμότητα.

Συμπερασματικά, ο δημόσιος υπάλληλος είναι η μία πλευρά του νομίσματος. Η άλλη είναι ο πολίτης, η λειτουργία του οποίου είναι για τόσα χρόνια επίσης παθογενής. Δεν μπορεί να επιτευχθεί η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στους δημόσιους υπαλλήλους αν δεν επιτευχθεί πρώτα η ορθή χρήση της ιδιότητας του πολίτη αυτού του κράτους.”