μέχρι-πού-μπορεί-να-φτάσει-ο-πούτιν-η-380500
ΚΟΣΜΟΣ | 22.03.2022 | 09:55

Μέχρι πού μπορεί να φτάσει ο Πούτιν – Η απάντηση ίσως βρίσκεται στο παρελθόν του

Τον Σεπτέμβριο του 2001, ο Βλάντιμιρ Πούτιν είχε αναλάβει το αξίωμά του μόλις πριν από ενάμιση χρόνο, όταν απευθύνθηκε στο Γερμανικό Κοινοβούλιο.

Μίλησε στους συναδέλφους του στα Γερμανικά, λέγοντας πως μιλά τη γλώσσα του Γκαίτε, το Σίλερ και του Καντ. Όπως υπενθυμίζει το Der Spiegel, ο ρώσος ηγέτης επικαλέστηκε τις «ιδέες της Δημοκρατίας και της ελευθερίας», λέγοντας πως η Ρωσία αποτελεί μια «φιλική χώρα». «Συμβάλλουμε από κοινού στην κατασκευή του Ευρωπαϊκού σπιτιού».

Μάλιστα, όταν ο Πούτιν τελείωσε την ομιλία του, δέχθηκε χειροκροτήματα, από τους αριστερούς μέχρι και τους Χριστιανοδημοκράτες. Ήταν ένας φορέας ελπίδας.

Τα σημεία που αγνοήθηκαν

Σήμερα όμως, όπως σημειώνει το Γερμανικό περιοδικό σε ρεπορτάζ του, λίγοι στη Γερμανία θα τον χειροκροτούσαν. Η «συμβολή» του πλέον είναι να βομβαρδίζει, ενώ δύσκολα το όνομά του μπορεί να συνδεθεί με τη Δημοκρατία και την ελευθερία. Αλλά, ακόμη και τότε, ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε ήταν λανθασμένος. Οι Γερμανοί, δεν παρατήρησαν ορισμένα ιδιαίτερα σημεία της ομιλίας του: Ότι η Ευρώπη πρέπει να απομακρυνθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες, ότι η πίστη στο ΝΑΤΟ είναι προβληματική, αλλά και ότι το σύστημα ασφαλείας της Ευρώπης δεν ταίριαζε πλέον με τα συμφέροντα της Ρωσίας.

Το Spiegel ωστόσο επισημαίνει κι έναν ακόμη λόγο, για τον οποίο οι Γερμανοί τότε θα έπρεπε να είναι περισσότερο συνειδητοποιημένοι: τον τρόπο με τον οποίο ο Πούτιν ανήλθε στην εξουσία. Ουσιαστικά, ο πόλεμος στην Ουκρανία αποτελεί μια συνέχεια αυτού που ξεκίνησε την Τσετσένικη πόλη Gudermes, την πρωτοχρονιά του 2000: η «αναγέννηση» της Ρωσίας, τουλάχιστον έτσι όπως το βλέπει ο Πούτιν.

Εκείνη την ημέρα, ένας άνδρας ντυμένος με ένα χοντρό πουλόβερ, επισκέφθηκε την συγκεκριμένη πόλη, για να μιλήσει με ρώσους στρατιώτες. «Δεν υπερασπίζεστε μόνο την αξιοπρέπεια και την τιμή της Ρωσίας στην Τσετσενία. Πρόκειται επίσης για τον τερματισμό της διάσπασης της χώρας μας». Ήταν ο Βλάντιμιρ Πούτιν.

Εκείνη τη στιγμή, ήταν πρόεδρος για λιγότερο από 24 ώρες. Η κίνηση του Πούτιν να επισκεφθεί την περιοχή, την ώρα που η Τσετσενία ήθελε να αποσπαστεί από τη Ρωσία, καθιστούσε σαφές πως δεν θα άφηνε να συμβεί κάτι τέτοιο. Το καλοκαίρι του 1999, μετά από επίθεση στη Δημοκρατία του Νταγκεστάν και βομβιστικές επιθέσεις σε κτίρια στη Μόσχα και τη νότια Ρωσία, ο Πούτιν κήρυξε πόλεμο κατά των «Τσετσένων τρομοκρατών», παρότι δεν είχε αποδειχθεί ότι ευθύνονταν αυτοί, ενώ υπήρχαν αναφορές για εμπλοκή της FSB, της υπηρεσίας πληροφοριών της Ρωσίας. Μέχρι λίγο καιρό πριν, ο Πούτιν ήταν επικεφαλής της.

Η «αφετηρία»

Τον Οκτώβριο του 1999, η Ρωσία εισέβαλε στην Τσετσενία. Ακόμη και σήμερα, δεν αναφέρεται σε «πόλεμο», αλλά σε μια «αντιτρομοκρατική επιχείρηση στον Βόρειο Καύκασο». Η καριέρα του Βλάντιμιρ Πούτιν ως πολιτικού είχε πλέον ξεκινήσει. Πρόκειται για τον άνθρωπο που ο πρώην δήμαρχος της Αγίας Πετρούπολης, Ανατόλι Σόμπακ, είχε χαρακτηρίσει «σκληρό σαν καρφί», ο οποίος μάλιστα «ακολουθεί τις αποφάσεις του μέχρι το τέλος».

Το Spiegel λοιπόν αναρωτιέται, γιατί, αν λάβουμε ως αφετηρία τον πόλεμο στην Τσετσενία, η Δύση δεν αντιμετώπισε τον Πούτιν σαν μια σοβαρή απειλή νωρίτερα; Όπως αναφέρει, όλες του οι αποφάσεις είχαν έναν συγκεκριμένο στόχο: την αποκατάσταση της «Ρωσικής δόξας», με οποιοδήποτε μέσο.

Επίσης, στην εναρκτήρια ομιλία του, όταν ανέλαβε καθήκοντα, ο Πούτιν τόνισε πως η Ρωσία «δεν θα αντιγράψει το φιλελεύθερο μοντέλο της Δύσης».

Βέβαια, κατά τη διάρκεια της διαδρομής του έχει υποστεί και ορισμένες ήττες. Το 2004, ο ευνοούμενος από τον Πούτιν Βίκτορ Γιανούκοβιτς, κέρδισε τις ουκρανικές προεδρικές εκλογές, με κατηγορίες για νοθεία. Λίγο μετά, ξέσπασε η Πορτοκαλί Επανάσταση. Περισσότεροι από 100 χιλιάδες πολίτες βγήκαν στους δρόμους, οδηγώντας τελικά τη χώρα σε τρίτο γύρο ψηφοφορίας, όπου νικητής αναδείχθηκε ο Βίκτορ Γιουσένκο. Η ήττα του Πούτιν ήταν εμφανής.

Μια επανάληψη πραγματοποιήθηκε το 2005 στο Κιργιστάν, με την επανάσταση της Τουλίπας, με αποτέλεσμα ο πρόεδρος Ασκάρ Ακάγιεφ να καταφύγει στη Ρωσία. Φαινόταν πως το «μικρόβιο» της επανάστασης θα μόλυνε κι άλλες Σοβιετικές Δημοκρατίες. Η απογοήτευση και η κριτική στον Πούτιν ήταν εμφανής εκείνο τον καιρό, όπως σημειώνει το περιοδικό, αναφέροντας μάλιστα πως αυτό μπορεί να αποτέλεσε ένα «σημείο καμπής» για την μετέπειτα πορεία του.

Ένα χρόνο μετά, ο Πούτιν φιλοξένησε τη σύνοδο της G8. Τότε, ο ρώσος πρόεδρος διακήρυξε ότι η Ρωσία ήταν «και πάλι μια παγκόσμια δύναμη όσον αφορά την οικονομική δύναμη», αλλά και ότι «ήταν, είναι και θα είναι σημαντική δύναμη». Η σύνοδος ήταν αφιερωμένη στην ενεργειακή ασφάλεια. Μέχρι τότε, ο Πούτιν είχε προχωρήσει σε επανεθνικοποίηση σε μεγάλο βαθμό των τομέων του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Μάλιστα, λίγους μήνες νωρίτερα, είχε διακόψει τις παραδόσεις φυσικού αερίου στην Ουκρανία. Πλέον, ήξερε πως να παίξει τα χαρτιά του, προσθέτει το περιοδικό.

Από τότε, ο Πούτιν βελτίωσε και την θέση του αναφορικά με την εξωτερική πολιτική. Ανέκτησε τη χαμένη επιρροή στα μετασοβιετικά καθεστώτα, και σύνηψε συμμαχίες με την Κίνα, την Ινδία και το Πακιστάν.

Το 2008, η προσπάθεια του γεωργιανού προέδρου Μιχαήλ Σαακασβίλι να επαναφέρει την αυτόνομη περιοχή της Νότιας Οσετίας υπό τον έλεγχό του, πυροδότησε τον γεωργιανό πόλεμο, με αποτέλεσμα η Ρωσία να εισβάλλει, χαρακτηρίζοντας τη κίνηση «επιχείρηση επιβολής της ειρήνης». «Τελικά, ισοδυναμούσε με την τιμωρία της Γεωργίας που είχε στραφεί προς τη Δύση», τονίζει το Spiegel.

Φτάνοντας στο σήμερα – Που θα φτάσει ο Πούτιν;

Φτάνοντας στο 2013, το περιοδικό σημειώνει πως τότε ο Βλάντιμιρ Πούτιν έπεισε τον Ουκρανό ομόλογό του Γιανούκοβιτς, να μην προχωρήσει μια συμφωνία σύνδεσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση που ήταν για χρόνια στα σκαριά, με αποτέλεσμα να ξεσπάσουν αναταραχές. Ακολούθησαν οι συγκρούσεις στην Ανατολική Ουκρανία και η κατοχή της Κριμαίας.

Λαμβάνοντας υπόψη το παρελθόν, το Spiegel σημειώνει πως δεν θα έπρεπε να προκαλεί εντύπωση η εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία. Ωστόσο, με δεδομένο το οικονομικό πλήγμα της Ρωσίας από τις δυτικές κυρώσεις και τις απώλειες στο πεδίο των μαχών, πολλοί αναρωτιούνται αν ο Πούτιν έχει τελικά «ξεφύγει» από την πραγματικότητα, κι εάν έκανε λάθος υπολογισμούς. Πλέον, ο ίδιος φαίνεται πως ακούει μόνο τους πολύ κοντινούς του ανθρώπους, αγνοώντας και τις εκκλήσεις ρώσων ολιγαρχών.

Το Spiegel γράφει επίσης πως το σχέδιο του Πούτιν έχει αποτύχει. Εάν είχε κερδίσει σε δύο μέρες, η ρωσική ελίτ θα τον επιδοκίμαζε, και θα λάμβανε την υποστήριξη του κοινού γενικότερα. Τώρα όμως, φαίνεται να είναι απογοητευμένος. Και, όπως έδειξαν οι τελευταίες δεκαετίες, όταν κάτι τέτοιο συμβαίνει, αυξάνει τη βιαιότητα.

Άλλωστε, η επιστροφή του στρατού πίσω στη Ρωσία χωρίς νίκη, είναι έξω από κάθε συζήτηση. Ο Πούτιν θα μπορούσε να σταματήσει στην ανατολική όχθη του ποταμού Δνείπερου και να μην προχωρήσει δυτικότερα, ωστόσο έτσι δεν θα μπορούσε να εξασφαλίσει την ειρήνη. Από την άλλη, η κατοχή της Δυτικής Ουκρανίας θα οδηγούσε αναπόφευκτα σε πόλεμο. Δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης πως ακόμη κι αν εγκαθιδρύσει αρχικά ένα καθεστώς «μαριονέτα» στην Ουκρανία, δεν είναι σίγουρο ότι θα μπορούσε να την κρατήσει, εφόσον ο ουκρανικός λαός ξεσηκωθεί.

Τέλος, το Spiegel σημειώνει πως η Ρωσία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει κι ένα προπαγανδιστικό τέχνασμα: Να ανακοινώσει αιφνιδιαστικά σημαντική πρόοδο στις διαπραγματεύσεις με την Ουκρανία, και στη συνέχεια μια «γενναιόδωρη» κατάπαυση του πυρός, έτσι ώστε να έχει χρόνο για την αναζήτηση άλλων επιλογών. Με τον πόλεμο να συνεχίζεται για 3 εβδομάδες, οι επόμενες κινήσεις του ρώσου προέδρου παραμένουν αίνιγμα.

πηγή: tvsx.gr