έκπληξη-θεοδωράκη-τα-ρίχνει-στο-κομ-211728
ΔΗΜΟΣΙΟ | 28.06.2014 | 01:53

Έκπληξη Θεοδωράκη: “Τα ρίχνει” στο κομματικό κράτος – Υπερασπίζεται δημοσίους υπαλλήλους και Ραγκούση

Το «ρουσφέτι» και το κομματικό κράτος στο Δημόσιο έδειξε ως βασικούς υπαίτιους της σημερινής οπισθοδρόμησης της χώρας ο Σταύρος Θεοδωράκης. Μιλώντας, στο ιδρυτικό συνέδριο του «Ποταμιού» στο Λαύριο, έκανε, χωρίς να τον κατονομάσει, θετική αναφορά στον Γιάννη Ραγκούση («Η διαύγεια και η αξιοκρατία στις προσλήψεις εγκαταλείπονται και αυτές», «ακόμα και στο θέμα της Ιθαγένειας κάναμε πίσω»), τονίζοντας ότι στόχος του κόμματός του είναι «να αντικαταστήσει το παλαιοκομματικό σύστημα του ρουσφετιού με ένα σύστημα αξιοκρατίας», «να μπει το συμφέρον των πολλών πάνω από το συμφέρον της πολιτικής φαμίλιας». Κι αυτό γιατί  «το ρουσφέτι εξακολουθεί να είναι και σήμερα ο συνεκτικός ιστός – η κόλα – του οπισθοδρομικού, λαϊκίστικου συστήματος» και ότι δεν έχει σημασία «αν δηλώνεις «δεξιός» ή «αριστερός», αν τάζεις κοινωνία «φιλελεύθερη» ή «σοσιαλιστική», όταν μέσα σου κυριαρχεί ο πολιτικός κοτζαμπάσης και όλους τους βλέπεις σαν ψηφοφόρους -πελάτες ή σαν ψηφοφόρους – εχθρούς».

Κατά τον κ. Θεοδωράκη «η διαύγεια και η αξιοκρατία στις προσλήψεις εγκαταλείπονται και αυτές. Ανακαλύπτουμε ξανά τους «συγχωριανούς» και τους «συμφοιτητές» και τους μοιράζουμε θέσεις ευθύνης αδιαφορώντας για την επάρκειά τους».

Μάλιστα, αυτό που «εμποδίζει όμως το παλιό πολιτικό σύστημα να πάρει τις σωστές αποφάσεις έστω και τώρα που η χώρα έχει γονατίσει, είναι τα συμφέροντα. Τα μικρά και μεγάλα παράσιτα που έχουν κολλήσει πάνω στους αρμούς της ελληνικής κοινωνίας και δεν την αφήνουν να κινηθεί», που τρέφονται από το σώμα του κομματικού κράτους: «Τα παράσιτα βέβαια δεν ζουν μόνα τους. Χρειάζονται ένα σώμα να τα τρέφει. Αυτό το σώμα στην Ελλάδα, ήταν και είναι, το κομματικό κράτος. Ο υπάλληλος που τακτοποιεί με το αζημίωτο μια παρανομία, η επαγγελματική ομάδα που διαιωνίζει τα προνόμιά της και ο μεγαλοεπιχειρηματίας που εξασφαλίζει δουλειές από «πολιτικούς φίλους».

Πάντως, ο επικεφαλής του Ποταμιού, υπερασπίστηκε τους δημοσίους υπαλλήλους, ρίχνοντας την ευθύνη για τα κακώς κείμενα του Δημοσίου στους πολιτικούς:  «Ο κυβερνητικός λαϊκισμός θα σου πει, ότι για το χάλι της χώρας φταίνε οι δημόσιοι υπάλληλοι και ο συνδικαλισμός. Ξεχνούν βέβαια να πουν ότι αυτοί διόριζαν». Και παρακάτω: «Όποιος είχε φίλους στα υπουργεία κέρδιζε. Υπάλληλος και Επιχειρηματίας. Έτσι φτάσαμε απόφοιτοι γυμνασίου να παίρνουν μισθούς διπλάσιους από διευθυντές του ΕΣΥ. Μητέρες ανηλίκου με 15ετία να παίρνουν σύνταξη μεγαλύτερη από τον μισθό γυμνασιάρχη. Και όλα αυτά να τα χρηματοδοτούν βέβαια οι φορολογούμενοι. Οι σπουδές, οι ικανότητες, η παραγωγικότητα ισοπεδώνονται από πολιτικούς που δεν θέλουν να κάνουν καμία αξιολόγηση. Όλοι καλούνται να λειτουργήσουν με βάση τον ελάχιστο κοινό παρανομαστή. συντεχνίες, αυτοί προστάτευαν τους κλειστούς κλάδους κρατώντας τις τιμές στα ύψη.

Γι’ αυτό κατά τον κ. Θεοδωράκη απαιτούνται:

-Αξιολόγηση και αξιοκρατία σε όλες τις δημόσιες θέσεις.

-Ισχυρές και πραγματικά ανεξάρτητες Αρχές.

-Αποκέντρωση έτσι ώστε να αποφασίζουν οι δήμοι και οι περιφέρειες από τους φόρους μέχρι τα σκουπίδια.

-Μητροπολιτικοί Δήμοι για να οργανώσουμε τη ζωή μας με βάση την πραγματικότητα και όχι τα τοπικά φέουδα.

-Οι Περιφέρειες δεν είναι για να δοξάζουν τα κόμματα και να ασκούν εξωτερική πολιτική. Τα σκουπίδια είναι πρώτη προτεραιότητα και να το πούμε.

Παράλληλα ο επικεφαλής του Ποταμιού κάλεσε το λαό να αποφασίσει αν «θα αφήσει μόνα τους τα δύο κόμματα εξουσίας, αν θα τους προσφέρει δεκανίκια ή αν θα θελήσει κάποιος, να τους συνεφέρει», ο Σταύρος Θεοδωράκης από το βήμα του ιδρυτικού συνεδρίου του κόμματός του που άρχισε σήμερα στο Λαύριο και θα ολοκληρωθεί την Κυριακή. «Άλλα πράγματα μπορεί να επιβάλλει ένα κίνημα του 6% και άλλα ένα του 12 ή του 18%» επισήμανε αναφέροντας ότι στόχος του Ποταμιού είναι να φέρει «την Μεγάλη Αλλαγή, που δεκαετίες εξαγγέλλεται και ποτέ δεν έρχεται».

Ο Σταύρος Θεοδωράκης καταφέρθηκε κατά του δεξιού και αριστερού λαϊκισμού και ενός συστήματος «που προσπαθεί με ψέματα και μισές αλήθειες να κρατηθεί στην εξουσία». «Η δημοκρατία στηρίζεται σε μία και μόνη ιδεολογία, τον ανθρωπισμό», είπε, σημειώνοντας ότι βασικοί πυλώνες της Ελλάδας πρέπει να είναι «κοινωνική δικαιοσύνη και αξιοκρατία, νέο Δημόσιο – νέο παραγωγικό μοντέλο» με προτάσεις που θα «πηγάζουν από αρχές και αξίες και θα είναι πρακτικές, θετικές, να συμβάλουν στον διάλογο και στο μπόλιασμα διαφορετικών – θετικών προτάσεων».

Σχετικά με τις μελλοντικές συμμαχίες ο κ. Θεοδωράκης είπε πως «η κατάρρευση του παλιού μεταπολιτευτικού συστήματος επιβάλει να είμαστε έτοιμοι για λύσεις διακυβέρνησης», «με αυτούς που θα συμφωνήσουμε για τις μεγάλες αλλαγές» σημειώνοντας όμως και τις βασικές θέσεις του, όπως ένα νέο αναλογικότερο εκλογικό σύστημα, επανεξέταση των προνομίων και παροχών του πολιτικού συστήματος, εκδοτών και καναλαρχών, δραστική μείωση του υπουργικού συμβουλίου, ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα ώστε κανείς να μην είναι χωρίς τροφή, εκπαίδευση και περίθαλψη, σταθερό και δίκαιο αναπτυξιακό φορολογικό σύστημα. Και τέλος ως βασική προτεραιότητα έθεσε την απόδοση δικαιοσύνης στους πρωταγωνιστές των σκανδάλων.

«Το κράτος», όπως είπε, «δεν κάνει το παραμικρό για να βοηθήσει τη δημιουργία, την επιχειρηματικότητα, την πρωτοβουλία, ενώ κάνει ό, τι μπορεί για να περισώσει τα προνόμια των πολιτικών κυκλωμάτων». Κατηγορώντας το παλαιοκομματικό σύστημα ως υπέρμαχο των συμφερόντων, ο επικεφαλής του Ποταμιού αναφέρθηκε στα μεγάλα θύματα, πρωτίστως τους ανέργους αλλά και στους εργαζόμενους ιδιωτικού και δημοσίου τομέα που ζουν μέσα σε καθεστώς συνεχών υποχωρήσεων.

Ο Σταύρος Θεοδωράκης χαρακτήρισε αρκετούς νέους υπουργούς της κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου, ως «ένα συνονθύλευμα λαϊκών δεξιών, παρωχημένων πολιτευτών που καταψηφίζουν τον προϋπολογισμό αλλά μετά τον εφαρμόζουν και πρώην υμνητών της δικτατορίας» ενώ αναφέρθηκε και στους «λαϊκιστές της αριστεράς» που «δεν είχαν ποτέ ενστάσεις για την εκτίναξη του χρέους» και «δεν έδωσαν ποτέ μάχη για τα εκατοντάδες εκατομμύρια που στοιχίζει στον ελληνικό λαό το πολιτικό σύστημα».

«Η γενιά των πολιτικών που οδήγησε τη χώρα», είπε, «στην πιο μεγάλη μεταπολεμική της κρίση δεν ξέρει άλλον τρόπο από την οριζόντια φορολόγηση και τις οριζόντιες περικοπές. Και είναι πρόκληση στην κοινή λογική, να επιμένουν ότι θα είναι οι ίδιοι που θα μας βγάλουν από το αδιέξοδο», «καθώς είναι εγκλωβισμένοι σε μια διαχειριστική λογική χωρίς γενναίες ιδέες, χωρίς τομές, χωρίς διάθεση για πραγματικές αλλαγές».

Τέλος χαρακτήρισε το Ποτάμι ως «κίνημα-Δούρειος ίππος για να μπουν νέοι άνθρωποι στο απόρθητο αραχνιασμένο κάστρο».

 

 

H ομιλία του Σταύρου Θεοδωράκη στο ιδρυτικό συνέδριο του Ποταμιού

 “Τέτοια μέρα τον Φλεβάρη, μαζί με λίγους φίλους, αναρωτιόμουν «μπορεί να υπάρξει πολιτική χωρίς κομματικό παρελθόν»;

Μπορούμε να βγούμε μόνοι μας, χωρίς προστάτες και να ζητήσουμε από τον κόσμο, τους πολίτες, να ενωθούν μαζί μας και να τα αλλάξουμε όλα;

Αξίζει να διακόψουμε τα προσωπικά μας σχέδια;

Δεν είναι εύκολο, το ξέραμε. Αλλά δεν υπήρχε άλλος δρόμος για να αλλάξουμε ζωή.

Τέτοια μέρα λοιπόν τον Φλεβάρη είπαμε «Ξεκινάμε»!

Και σήμερα η πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας έχει θετική γνώμη για το Κίνημα μας.

Το πρωταρχικό στοίχημα το έχουμε κερδίσει: ναι, είχε νόημα να κάνουμε το Ποτάμι,

ναι έχει νόημα που είμαστε σήμερα εδώ.

Έχουμε όμως τις λύσεις;

Ένα κίνημα 120 ημερών έχει τις λύσεις για μια χώρα που βρίσκεται σε τόσο μεγάλη κρίση;

Και γιατί δεν αρκεστήκαμε σε αυτό που υπήρχε;

Γιατί δεν μπήκαμε σε κάποιο από τα παλιά κόμματα;

Στο Ποτάμι είναι οι μόνοι καλοί; Οι μόνοι ικανοί;

Οι μόνοι που νοιάζονται για το καλό της χώρας;

Ας ξεκινήσουμε λοιπόν από τα παλιά μας κόμματα.

Το παλιό μας κομματικό σύστημα.

Τα προπύργια του εθνικού μας λαϊκισμού.

Ένα σύστημα που προσπαθεί με ψέματα και μισές αλήθειες να κρατηθεί στην εξουσία.

Κόβουν σε φέτες την αλήθεια με τον τρόπο που βολεύει το καθένα και την παρουσιάζουν ως την μοναδική αλήθεια.

Πως ένα παιδάκι σχεδιάζει ένα μισοφέγγαρο και σου λέει αυτό είναι το φεγγάρι… Κάπως έτσι. Μόνο που εδώ δεν υπάρχει αθωότητα.

Δεν είσαι αθώος στην πολιτική όταν υπόσχεσαι ιδανικές λύσεις.

Θυμηθείτε τι υποσχέσεις έδιναν οι περισσότεροι Πρωθυπουργοί και τι από όλα αυτά έκαναν.

Οι μάγοι που θα μεταμόρφωναν τα άδεια ταμεία, σε γεμάτα.

Αλλά και οι καινούργιοι εραστές της εξουσίας, αυτοί που έγιναν ισχυροί μέσα στην απελπισία της κρίσης, ακολουθούν την ίδια συνταγή.

Θα αυξήσουν δια νόμου τον κατώτατο μισθό.

Δια νόμου μπορείς να αυξήσεις ότι θες. Αλλά δεν μπορείς δια νόμου να γεννήσεις τα χρήματα που θα το πληρώσουν.

Χιλιάδες μικρές επιχειρήσεις βρίσκονται ήδη στα πρόθυρα του λουκέτου.

Αυτές θα δώσουν τις αυξήσεις;

Μήπως έτσι, αντί για αυξήσεις, θα έχουμε μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ακόμη ανέργους;

Αυτή είναι η πρώτη μεγάλη διαφορά μας από το παλιό σύστημα:

Δεν θέλουμε ένα νόμο για τις αυξήσεις , θέλουμε αυξήσεις.

Δεν θέλουμε ένα νόμο για την απασχόληση, θέλουμε απασχόληση.

Δηλαδή, δεν θέλουμε κενές περιεχομένου διακηρύξεις , θέλουμε ριζοσπαστικές, αποτελεσματικές πολιτικές.

Για να μιλήσουμε λοιπόν για λύσεις πρέπει να δούμε πρώτα τα αληθινά προβλήματα.

Ο μαθητής για να λύσει την άσκηση πρέπει πρώτα να καταλάβει την εκφώνηση.

Και στην περίπτωσή μας πρέπει να πάμε πολύ παλιά.

Τα προβλήματα που ακόμα και σήμερα μας κατατρέχουν γεννήθηκαν στα χρόνια της Τουρκοκρατίας.

Και πριν καλά καλά σταθούμε στα πόδια μας, ήρθε η δολοφονία του Καποδίστρια, η πρώτη πράξη του δράματος.

Μετά από λίγα χρόνια ηττήθηκαν και οι τολμηρές πολιτικές του Χαρίλαου Τρικούπη και του Ελευθέριου Βενιζέλου.

Ο εκσυγχρονισμός της παραγωγής και της κοινωνίας εγκαταλείφθηκαν.

Η κυρίαρχη ιδεολογία του ελληνικού κράτους έγινε ο τοπικισμός και το ρουσφέτι.

Προστατευμένη οικονομία και χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης.

Παραμερίσαμε τις αρχές και ενισχύσαμε το «αντί».

Τον αντί-βενιζελισμό διαδέχτηκε ο αντί-κομμουνισμός, ο οποίος μετά τον πόλεμο έγινε δόγμα: «αν δεν είσαι μαζί μας, είσαι απέναντι».

Τα κόμματα, οι ελίτ, και κατά συνέπεια ο κόσμος αναπαρήγαγαν μία αρνητική ρητορική και όχι μια θετική προσέγγιση.

Βιώσαμε έναν εθνικό διχασμό, έναν καταστροφικό εμφύλιο,

η πολιτική ατζέντα όμως εξακολουθεί να είναι κατά βάση αρνητική – και επομένως οπισθοδρομική.

Έτσι φτάσαμε σήμερα στον «αντι-ευρωπαϊσμό».

Το Ποτάμι θέλει να αλλάξει αυτό το μοντέλο, αυτή την τρέλα – επιτρέψτε μου.

Οι προτάσεις μας θέλουμε να πηγάζουν από αρχές και αξίες και να είναι πρακτικές, θετικές, να συμβάλουν στον διάλογο και στο μπόλιασμα διαφορετικών – θετικών όπως είπα – προτάσεων.

Πως έχουν καταφέρει όμως να κυριαρχήσουν σε μια κοινωνία, να την διασπάνε για να μην βλέπει το κοινό καλό ;

Η λέξη είναι μια. Ρουσφέτι!

Το ρουσφέτι εξακολουθεί να είναι και σήμερα ο συνεκτικός ιστός – η κόλα – του οπισθοδρομικού, λαϊκίστικου συστήματος.

(το οποίο ομοιάζει επικίνδυνα με τον ποπουλισμό της Λατινικής Αμερικής).

Τα Ελληνικά κόμματα και οι ηγεσίες τους διαφωνούν για τα πάντα, υπάρχει όμως μία σιωπηρή συμφωνία στην διαιώνιση του τωρινού διεφθαρμένου, άδικου και αναποτελεσματικού στάτους κβο.

Ακόμα και οι τολμηροί και ρηξικέλευθοι στην αφετηρία τους πολιτικοί σχηματισμοί γίνονται σίγα σιγά συντηρητικοί.

Το ρουσφέτι συμφέρει πολύ λίγους, ξεγελάει όμως πάρα πολλούς που ελπίζουν ότι μπορεί να είναι οι επόμενοι τυχεροί που θα πάρουν τα λίγα ψίχουλα.

Τι σημασία έχει λοιπόν αν δηλώνεις «δεξιός» ή «αριστερός», αν τάζεις κοινωνία «φιλελεύθερη» ή «σοσιαλιστική», όταν μέσα σου κυριαρχεί ο πολιτικός κοτζαμπάσης και όλους τους βλέπεις σαν ψηφοφόρους –πελάτες ή σαν ψηφοφόρους – εχθρούς;

Όταν η βάση της πολιτικής πράξης είναι το «δώσε την ψήφο σου, να σου κάνω το ρουσφέτι», είτε προσωπικό, είτε συντεχνιακό, πώς να φτιάξεις σωστή πολιτεία;

Επί δεκαετίες το πολιτικό σύστημα σπατάλησε δισεκατομμύρια φόρων, παρμένων από τον ιδρώτα των πολιτών, δισεκατομμύρια ευρωπαϊκών επιχορηγήσεων, και ατελείωτα δισεκατομμύρια δανείων για να παγιώνει το ρουσφέτι και το κομματικό κράτος, δηλαδή το κράτος-παρακράτος.

Πώς να πάει λοιπόν μπροστά ο τόπος;

Το Ποτάμι, φίλες και φίλοι,  θέλει να αντικαταστήσει το παλαιοκομματικό σύστημα του ρουσφετιού με ένα σύστημα αξιοκρατίας.

Αν δεν επιβληθεί αξιοκρατία, η Ελλάδα δεν θα βγει ποτέ από την κρίση. Ακόμα και να ανακάμψει πρόσκαιρα η πορεία θα είναι καθοδική. Και αυτός είναι ο μεγάλος κίνδυνος για τα χρόνια που έρχονται.

Μία αργή καθίζηση, μία στασιμότητα με μικρούς-μηδαμινούς ρυθμού ανάπτυξης, με μεγάλη ανεργία, με το ελληνικό ταλέντο να αποχωρεί για τα ξένα…

Μια κοινωνία που θα χάσει κάθε διάθεση για αλλαγή θα κλειστεί στον εαυτό της και θα απομονωθεί από το παγκόσμιο γίγνεσθαι.

Και αυτή είναι η σκέψη που πρέπει να κάνουμε όλοι μας.

Το συμφέρον των πολλών πρέπει να μπει πάνω και από το συμφέρον της οικογένειας ή της πολιτικής φαμίλιας μας.

Ακούγεται δύσκολο αλλά αν οικοδομήσουμε σχέσεις εμπιστοσύνης θα τα καταφέρουμε.

Η Ελλάδα πρέπει να ζήσει τον Διαφωτισμό που δεν πρόλαβε.

Να φτιάξει την δική της Αναγέννηση.

Παιδεία, ανθρωπισμός, άνοιγμα στον κόσμο, εδραίωση κοινωνικών και ατομικών δικαιωμάτων. Ορθολογισμός.

Πρέπει να συγκρουστούμε με το σάπιο καθεστώς των μετρίων, της αναξιοκρατίας, του φόβου, της κλειστής κοινωνίας.

Να δημιουργήσουμε ένα πλειοψηφικό ρεύμα στην κοινωνία, που θα σαρώσει όλους τους χώρους δημιουργίας.

Αλλιώτικα θα χαθούμε.

Θα είμαστε οι χρεοκοπημένοι που δεν μπορέσαμε να σηκώσουν κεφάλι.

Κάποιοι μιλούν αυτές τις μέρες για την Ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς.

Κάποιοι άλλοι μιλούν για την Ανασυγκρότηση της Κεντροδεξιάς.

Εμείς πάλι θέλουμε να μιλήσουμε για την Ανασυγκρότηση της Ελλάδας.

Γι αυτό και ιδρύσαμε Το Ποτάμι.

Για να αλλάξουμε την ξύλινη ατζέντα της δημόσιας σφαίρας.

Για να φέρουμε την Μεγάλη Αλλαγή, που δεκαετίες εξαγγέλλεται και ποτέ δεν έρχεται.

Για να διορθώσουμε την πορεία της πατρίδας.

Να ανασυγκροτήσουμε το παραγωγικού μας μοντέλο, την εργασία και την παιδεία, για την οποία όλοι μιλούν, αλλά όλοι ξεχνούν.

Και κυνηγούν μόνο το εφήμερο μικροπολιτικό κέρδος.

Για να αποδώσουμε Δικαιοσύνη!

Από την αρχή είπα ότι ο τσακωμός περί Δεξιάς και Αριστεράς, στην Ελλάδα της κρίσης, είναι και λίγο εκτός θέματος. Στο κάτω κάτω, η δημοκρατία στηρίζεται σε μία και μόνη ιδεολογία, τον ανθρωπισμό.

Ο Κορνήλιος Καστοριάδης πριν είκοσι χρόνια έλεγε πως «στις μέρες μας η διαμάχη μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς έχει χάσει το νόημα της – όχι επειδή δεν υπάρχει υλικό, για να τροφοδοτηθεί μια πολιτική διαμάχη, αλλά επειδή τόσο η Δεξιά όσο και η Αριστερά, λίγο έως πολύ, λένε τα ίδια πράγματα».

Κάτι ανάλογο είπε πρόσφατα και ο Ντανιέλ Κον Μπεντίτ ότι «η εμμονή στον διαχωρισμό Δεξιά – Αριστερά οφείλεται σε διανοητική τεμπελιά».

Δεν θέλουν να επεξεργαστούν λύσεις. Δεν θέλουν να πουν την αλήθεια. Και καταφεύγουν στα εικονίσματα και στον μεσσιανισμό.

Και όταν αυτά δεν πιάνουν επιστρατεύουν –τόσο οι μεν όσο και οι δε- συνθήματα του εμφυλίου.

Η αδυναμία τους να ετοιμάσουν λογικές προτάσεις και να μιλήσουν καλοπροαίρετα για το καλό της χώρας, κρύβεται πίσω από ένα επιθετικό λόγο, που δηλητηριάζει κάθε προσπάθεια αναζήτησης μίας κοινής συνισταμένης.

Φίλες και φίλοι,

στη χώρα έχει σωρευτεί πολλή δυστυχία, πολύ θυμός.

Και οι λαϊκίστικες κορώνες – που πρόσφατα μεταφέρθηκαν από τα παρα-μπλογ και τις εθνικιστικές μεταμεσονύκτιες εκπομπές ακόμα και στην κυβέρνηση- απομακρύνουν ολοένα και περισσότερο την πολιτεία από τον δρόμο του ορθολογισμού.

Και πρέπει να υπάρξει γρήγορα πράξη – δράση – αποτέλεσμα.

Αυτή η δυστυχία, και αυτός ο θυμός, στο μεγαλύτερο βαθμό του δικαιολογημένος δε θα εξαφανιστεί αν δεν πάψουν να πολλαπλασιάζονται τα θύματα των κρίσεων.

Το πρώτο μεγάλο θύμα: οι άνεργοι.

Οι άνεργοι που δούλευαν σε επιχειρήσεις που έβαλαν λουκέτα.

Οι άνεργοι που έκλεισαν τις μικρές, προσωπικές τους δουλειές, που είχαν φτιάξει με κόπο και μεράκι.

Οι άνεργοι νέοι, οι απόφοιτοι πανεπιστημίων και σχολών που δεν έχουν καμία ευκαιρία.

Το κράτος δεν κάνει το παραμικρό για να βοηθήσει τη δημιουργία, την επιχειρηματικότητα, την πρωτοβουλία, ενώ κάνει ότι μπορεί για να περισώσει τα προνόμια των πολιτών κυκλωμάτων.

Υπάρχουν πολιτικοί που είναι διατεθειμένοι να υπερασπιστούν ακόμη και επίορκους υπαλλήλους, ακόμη και καταχραστές του δημοσίου χρήματος , αρκεί να είναι οι δικοί τους άνθρωποι.

Και κάποιοι από αυτούς γίνονται και υπουργοί όπως μας έδειξε και ο τελευταίος ανασχηματισμός.

Έλεγα όμως για τα θύματα.

Είναι οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα, που αναγκάζονται να κάνουν συνεχώς υποχωρήσεις για να κρατήσουν με το ζόρι τις δουλειές τους.

Είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι που πρέπει να παράγουν μέσα σε ένα καθεστώς αναξιοκρατίας. Αυτοί που βλέπουν ότι προχωράει ακόμη και σήμερα όποιος έχει την εύνοια του πολιτικού ή της κλαδικής.

Είναι οι μικρομεσαίοι που πνίγονται από την υπερφορολόγηση που τους επιβάλουν για να σωθούν οι πελάτες του κομματικού συστήματος.

Είναι οι τίμιοι επιχειρηματίες που έχουν να ανταγωνιστούν συμφέροντα επιδοτούμενα από το κράτος συμφέροντα με πολιτικούς προστάτες.

Γιατί όμως μετά από τόσα χρόνια στερήσεων, μειώσεων μισθών, υπερβολικών φόρων, χαρατσιών, απολύσεων, κλεισίματος επιχειρήσεων, η χώρα δεν έχει αλλάξει και η οικονομία δεν έχει αναστηθεί;

Μόλις την Τετάρτη ανακοινώθηκε ότι το έλλειμμα του εμπορικού μας ισοζυγίου αυξάνεται και πάλι και οι εξαγωγές μας συρρικνώνονται. 20% σε σχέση με την περσινή χρονιά .

Δεν είναι ανάγκη να είναι κανείς οικονομολόγος για να καταλάβει ότι όσο η οικονομία μειώνεται και όσο το κράτος αρνείται να περιορίσει τις σπατάλες του, η μόνη η λύση θα είναι οι περισσότεροι φόροι στους ίδιους και τους ίδιους.

Και δεν είναι ανάγκη να είναι εργατολόγος για να καταλάβεις ότι όσο η ανεργία δεν μειώνεται, τα ασφαλιστικά ταμεία θα χρεοκοπούν.

Και όσο δεν δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας και δεν υπάρχει αύξηση του εθνικού εισοδήματος, άρα και της κατανάλωσης, η κρίση θα είναι εδώ.

Τί εμποδίζει όμως το παλιό πολιτικό σύστημα να πάρει τις σωστές αποφάσεις έστω και τώρα που η χώρα έχει γονατίσει;

Είναι τα συμφέροντα. Τα μικρά και μεγάλα παράσιτα που έχουν κολλήσει πάνω στους αρμούς της ελληνικής κοινωνίας και δεν την αφήνουν να κινηθεί.

Τα παράσιτα βέβαια δεν ζουν μόνα τους. Χρειάζονται ένα σώμα να τα τρέφει.

Αυτό το σώμα στην Ελλάδα, ήταν και είναι, το κομματικό κράτος.

Ο υπάλληλος που τακτοποιεί με το αζημίωτο μια παρανομία, η επαγγελματική ομάδα που διαιωνίζει τα προνόμιά της και ο μεγαλοεπιχειρηματίας που εξασφαλίζει δουλειές από «πολιτικούς φίλους».

Ο κορμός πάντως είναι κοινός. Το κομματικό κράτος.

Και μετά είναι το σαράκι που διαπερνά οριζόντια το πολιτικό σύστημα της χώρας.

Ο λαϊκισμός.

Αυτός μας κρατά εκτός του πεδίου της πραγματικότητας.

Αυτός διευκολύνει τους πολιτικούς να είναι ευχάριστοι στο ακροατήριό τους αλλά βλαβεροί στο κοινωνικό σύνολο.

Και δυστυχώς όταν οι πολιτικοί ομνύουν στον λαϊκισμό, στο τέλος θεριεύει ο πιο ακραίος, ο πιο βίαιος, ο λαϊκισμός του φασισμού.

Ο κυβερνητικός λαϊκισμός θα σου πει, ότι για το χάλι της χώρας φταίνε οι δημόσιοι υπάλληλοι και ο συνδικαλισμός.

Οι πολίτες που έπαιρναν δάνεια και τα έκαναν κατανάλωση. Οι ανάπηροι μαϊμού και οι κλεμμένες επιδοτήσεις.

Ξεχνούν βέβαια να πουν ότι αυτοί διόριζαν. αυτοί διαφήμιζαν τα δάνεια, αυτοί μπούκωναν τις συντεχνίες, αυτοί προστάτευαν τους κλειστούς κλάδους κρατώντας τις τιμές στα ύψη.

Αυτοί σπατάλησαν αντιπαραγωγικά τον πλούτο της χώρας και τις επιδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

Και από την άλλη είναι ο αριστερός λαϊκισμός.

Γι αυτόν φταίνε οι μίζες των πολιτικών, η φοροδιαφυγή των πλουσίων και βέβαια οι τοκογλύφοι δανειστές.

Οι ξένοι που έχουν βάλει στόχο να αγοράσουν φτηνά την Ελλάδα.

Τώρα που το σκέφτομαι βέβαια τα ίδια λένε και αρκετοί από τους νέους υπουργούς της κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου.

Ένα συνονθύλευμα λαϊκών δεξιών, παρωχημένων πολιτευτών που καταψηφίζουν τον προϋπολογισμό αλλά μετά τον εφαρμόζουν και πρώην υμνητών τις δικτατορίας.

Οι λαϊκιστές της αριστεράς όμως, για να επανέλθω, δεν είχαν ποτέ ενστάσεις για την εκτίναξη του χρέους.

Το χρέος ακόμα και όταν είναι βιώσιμο, είναι μία βίαιη αναδιανομή από τη νέα γενιά που καλείται να παράγει και να φορολογηθεί για να αποπληρώσει τα χρέη μιας προηγούμενης γενιάς.

Η Αριστερά – ή επιτρέψτε μου η δήθεν Αριστερά – ακόμη και στις εποχές της μεγαλύτερης ευμάρειας και σπατάλης μιλούσε για προϋπολογισμούς λιτότητας. Αλλά ποτέ για ελλειμματικούς προϋπολογισμούς.

Ποτέ δεν έδωσε μάχη για τα εκατοντάδες εκατομμύρια που στοιχίζει στον ελληνικό λαό το πολιτικό σύστημα.

Για τα δισεκατομμύρια που σπαταλούσαμε στην φαρμακευτική δαπάνη (όσα σχεδόν και η Ισπανία των 50 εκατομμυρίων κατοίκων).

Για τα δισεκατομμύρια των πολεμικών δαπανών. Για τα 2 δισεκατομμύρια ετήσιο έλλειμμα αγροτικών προϊόντων.

Για τις προσλήψεις χωρίς παραγωγικό αντίκρισμα.

Για τα ψεύτικα κοινωνικά επιδόματα.

Το πάγωμα το 2011 της μεταρρύθμισης Γιαννίτση για τις συντάξεις, συσσώρευσε στο δημόσιο χρέος μας, περίπου 100 δις.

Σχεδόν δηλαδή το 1/3 του χρέους.

Αναρωτήθηκε ποτέ ο δεξιός, ο κεντροαριστερός και ο … αριστερός λαϊκισμός, γιατί το 2009 το δημόσιο χρειάστηκε 24 δις παραπάνω από όσα εισέπραξε;

Και που θα βρούμε αυτά τα 24 δις όταν επαναπροσλάβουμε τους απολυμένους, αφαιρέσουμε τους πρόσθετους φόρους και επαναφέρουμε μισθούς και συντάξεις με ένα νόμο;

Είναι αλήθεια ότι οι κυβερνήσεις που εκλήθησαν να διαχειριστούν την κρίση δεν ήξεραν άλλο δρόμο από το να κόβουν μισθούς και συντάξεις και να βάζουν φόρους.

Ακόμα και οι αξιωματούχοι των Βρυξελλών είπαν «εμείς τους είπαμε να περιορίσουν το κράτος και να συλλάβουν τη φοροδιαφυγή και αυτοί έκοβαν μισθούς και έβαζαν φόρους».

Η γενιά των πολιτικών που οδήγησε τη χώρα στην πιο μεγάλη μεταπολεμική της κρίση δεν ξέρει άλλον τρόπο από την οριζόντια φορολόγηση και τις οριζόντιες περικοπές.

Και είναι πρόκληση στην κοινή λογική, να επιμένουν ότι θα είναι οι ίδιοι που θα μας βγάλουν από το αδιέξοδο.

Ακόμη και ορισμένες αποφάσεις εξορθολογισμού και νοικοκυρέματος που επιβλήθηκαν από το εξωτερικό, χτυπήθηκαν από τους κομματικούς -κρατικούς μηχανισμούς.

Οι μεταρρυθμίσεις εγκαταλείφθηκαν μόλις ο επιτηρητής, μας γύρισε

την πλάτη.

Αυτά ξέρουν, αυτό κάνουν. Είναι εγκλωβισμένοι σε μια διαχειριστική λογική χωρίς γενναίες ιδέες, χωρίς τομές, χωρίς διάθεση για πραγματικές αλλαγές, με αποτέλεσμα να πληρώνουν την κρίση τα ίδια υποζύγια, οι μισθωτοί και οι πολίτες που επιμένουν να επενδύουν στην Ελλάδα.

Φόροι… φόροι, περικοπές μισθών και συντάξεων, εξάρθρωση και όχι ορθολογικοποίηση των εργασιακών δικαιωμάτων, ψαλίδισμα των εισοδημάτων, εξαφάνιση της μεσαίας τάξης, ποινικοποίηση της κατοχής ακίνητης περιουσίας, επιλογές που μόνο αποτέλεσμα έχουν την ύφεση, την ανεργία και την εξαθλίωση.

Και από την άλλη έχουμε αυτούς που αμφισβητούν και δαιμονοποιούν την Ευρώπη.

Ναι η Ευρώπη δεν είχε όλες τις λύσεις για μας.

Ναι υπάρχει ανισότητα στους κόλπους της.

Η απόσταση που χωρίζει τον Βορρά από τον Νότο αυξάνεται αντί να μειώνεται.

Ναι έχει χάσει έδαφος ο φεντεραλισμός και η πολιτική ενοποίηση.

Η Ευρώπη όμως εξακολουθεί να είναι το πιο σίγουρο λιμάνι του κόσμου.

Δεν υπάρχουν ιδανικές επιλογές, δεν είναι ρόδινος ο κόσμος.

Μπορούμε όμως να παλέψουμε για μια πιο δίκαιη Ευρώπη.

Να κάνουμε συμμαχίες με τους Ιταλούς, τους Γάλλους, τους Ισπανούς και με όσους άλλους έχουμε κοινά συμφέροντα .

Άλλο όμως η συμμαχία του Νότου και άλλο το σύμπτωμα μειονεξίας του Νότου. Πρέπει να βρούμε κοινή γλώσσα με όλους τους Ευρωπαίους.

Υπάρχει τρόπος να επιβάλουμε και τα δικά μας πλάνα, φτάνει όμως να τα έχουμε πρώτα σχεδιάσει.

Εκεί όμως είναι η θέση μας. Να είμαστε υγιές κύτταρο μιας δίκαιης Ευρώπης. Ούτε ζητιάνοι, ούτε εκβιαστές.

Να αποκτήσουμε συναίσθηση των δυνατοτήτων μας.

Ότι δεν μπορούμε να αποφασίζουμε μονομερώς σαν αποσυνάγωγοι. Γιατί αν αρνηθούμε τις υποχρεώσεις σας θα κάνουμε τους κινδύνους μεγαλύτερους.

Κάποιοι φίλοι μας προτείνουν να αφήσουμε την οικονομία να λειτουργήσει ελεύθερα και τα πάντα θα ρυθμιστούν από την ανταγωνιστικότητα. Δεν ισχύει. Με την κρίση της Λήμαν Μπράδερς μάθαμε ότι και η πιο αναπτυγμένη αγορά δεν αυτορρυθμίζεται πριν καταστραφεί και μαζί της καταστρέψει εκατομμύρια πολιτών. Η Ευρώπη έχει ξοδέψει από το 2008 το 37% του ΑΕΠ της, για να διασώζει μεγάλα τραπεζικά σπίτια, η κατάρρευση των οποίων θα μας οδηγούσε πίσω στο 1930.

Πρέπει λοιπόν να πούμε όχι στη θεοποίηση της αγοράς και στην άποψη ότι οι άγραφοι νόμοι της ανταγωνιστικότητας και του κέρδους μπορούν να ρυθμίσουν τα πάντα.

Αυτός ο μύθος έχει καταρρεύσει, όπως αντίστοιχα έχει καταρρεύσει και αυτός της κρατικοδίαιτης οικονομίας.

Είναι γεγονός ότι τα κέρδη των επιχειρήσεων παγκοσμίως μεγαλώνουν πιο γρήγορα από την οικονομία και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την διόγκωση των ανισοτήτων.

Τα κράτη πρέπει να διασφαλίζουν σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο μηχανισμούς που θα οδηγούν σε συνεχή αναδιανομή του πλούτου, που πάει να πει «δίκαιη κατανομή βαρών και υποχρεώσεων» όχι για να κοντύνουμε τις επιχειρήσεις αλλά για να μεγαλώνει η συνολική οικονομία γρηγορότερα από τον ιδιωτικό πλούτο.

Στην Ελλάδα πρέπει να εκμεταλλευτούμε τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα και να εγκαταλείψουμε αδιέξοδες επιλογές ανάπτυξης.

Να αναζητήσουν τρόπους οι μεγάλες εταιρίες να συνεργαστούν με τις δικές μας, στον τόπο μας.

Να δημιουργήσουμε θερμοκοιτίδες καινοτομίας σε όλες τις Περιφέρειες.

Να πάρουμε τα καλύτερα σχέδια και τις καλύτερες ιδέες από άλλες χώρες που μας ξεπερνούν πολύ στην επιχειρηματικότητα. Να πάρουμε αλλά να μην μιμηθούμε.

Να φέρω ένα παράδειγμα.

Έχουμε από τα καθαρότερα νερά σε όλον τον κόσμο. Μεταφέραμε αμάσητη την επιχειρηματικότητα άλλων χωρών με κακή ποιότητα νερού και μέσα σε λίγες δεκαετίες αναπτύξαμε την κουλτούρα του εμφιαλωμένου. Κάνοντας παράλληλα πανάκριβες αφαλατώσεις για τα μπάνια των ξενοδοχείων. Ποτέ δεν ασχοληθήκαμε σοβαρά με τη διαχείριση των υδάτινων πόρων, με δημιουργία ταμιευτήρων νερού.

Το αποτέλεσμα είναι να χύνεται το καλό νερό στη θάλασσα, να πίνουμε όλοι νερό από το πλαστικό μπουκάλι και περιοχές με τρεχούμενο νερό να έχουν προβλήματα λειψυδρίας.

Σε μια χώρα που θα έπρεπε να πίνει νερό μόνο από τη βρύση και να χρησιμοποιεί το εμφιαλωμένο μόνο για εξαγωγή. Εκτός από τη μεγάλη οικονομική ζημιά σκεφτείτε την απίθανη επιβάρυνση στο περιβάλλον με τόνους πλαστικού.

Φίλες και φίλοι,

Είναι λίγοι οι παλιοί πολιτικοί που είπαν την αλήθεια ενώ την ήξεραν ή όφειλαν να την ξέρουν.

Όσοι δεν την ήξεραν δεν έπρεπε να βρίσκονται στην πολιτική λόγω ανεπάρκειας. Και όσοι την ήξεραν έχουν τις ευθύνες του συνεργού.

Και βέβαια υπήρχαν πολλοί που έβλεπαν το διπλανό τους πολιτικό να πλουτίζει και δεν μίλαγαν. Βοούσε ο κόσμος με τις συμβάσεις τους, τις μίζες τους, τις σπατάλες τους αλλά αυτοί συνέχιζαν.

Και πάντα υπήρχε ένα κοκαλάκι για τον λαό. Προσλήψεις και αντιπαραγωγικές επιδοτήσεις.

Και η Δικαιοσύνη; Ναι δεν αποδόθηκε Δικαιοσύνη. Η Βουλή κάλυπτε τα τέκνα της και τα κόμματα, τους συντρόφους τους και τους συναδέλφους τους.

Και είναι ντροπή για το πολιτικό σύστημα ότι οι περισσότερες δικογραφίες που έφτασαν στην Βουλή δεν επέστρεψαν ποτέ στην Δικαιοσύνη.

Ευθύνη λοιπόν για την σημερινή κατάσταση έχουν πολλοί.

Κι αυτοί που διαχειρίστηκαν την κεντρική εξουσία και τα κόμματα της αντιπολίτευσης και οι συνδικαλιστές και οι δήμαρχοι και οι δημοσιογράφοι.

Και η αστική τάξη της χώρας που έμαθε να σιτίζεται από τον κρατικό κορβανά.

Ο Τύπος, το ραδιόφωνο, η Τηλεόραση.

Επιτρέψτε μου γιατί το ερώτημα με αφορά και προσωπικά.

Φταίμε! Υπάρχουν πράγματι κάποιοι που αντιστάθηκαν. Που δεν έγιναν υπάλληλοι και διεκπεραιωτές . Που υπερασπίστηκαν αξίες.

Όμως υπήρχαν και αυτοί που απλώς χειροκροτούσαν .

Τα κόμματα δημιούργησαν ή ενίσχυσαν μέσω κρατικών κονδυλίων διάφορους Βαρόνους στην λογική «να έχουμε δικά μας Μέσα». Ακόμα και λούμπεν στοιχεία πήραν εκατομμύρια των εκατομμυρίων κρατικής διαφήμισης για να στηρίξουν υπουργούς και κόμματα.

Υπήρξαν δημοσιογράφοι που όχι μόνο δεν συγκρούστηκαν με τον μικρό και μεγάλο παρασιτισμό αλλά πολλές φορές λειτούργησαν ως εκφραστές του.

Οι αυλές των κομμάτων απέκτησαν πρόθυμους υποστηρικτές ενώ αρκετοί έστρωσαν το δρόμο για τους θηριώδεις εξοπλισμούς δημιουργώντας φοβικό κλίμα εθνικών κινδύνων κάθε φορά που οι εξοπλιστικές εταιρίες και οι πολιτικοί τους, το είχαν ανάγκη.

Το 2.000 θέλαμε επειγόντως 4 υποβρύχια γιατί ο εχθρός θα έμπαινε στον Πειραιά και το 2011 παραλάβαμε το ένα. Οι μίζες όμως πληρώθηκαν και για τα τέσσερα.

Έτσι χωρίς αντιστάσεις χωρίς σοβαρό αντίλογο από τα Μέσα, οικοδομήθηκε το κράτος πατερούλης που είχε πάντα λεφτά για τα δικά μας παιδιά και τα παιδιά των κομμάτων.

Όποιος είχε φίλους στα υπουργεία κέρδιζε.

Υπάλληλος και Επιχειρηματίας.

Έτσι φτάσαμε απόφοιτοι γυμνασίου να παίρνουν μισθούς διπλάσιους από διευθυντές του ΕΣΥ.

Μητέρες ανηλίκου με 15ετία να παίρνουν σύνταξη μεγαλύτερη από τον μισθό γυμνασιάρχη.

Και όλα αυτά να τα χρηματοδοτούν βέβαια οι φορολογούμενοι.

Οι σπουδές, οι ικανότητες, η παραγωγικότητα ισοπεδώνονται από πολιτικούς που δεν θέλουν να κάνουν καμία αξιολόγηση. Όλοι καλούνται να λειτουργήσουν με βάση τον ελάχιστο κοινό παρανομαστή.

Για εμάς όμως είναι άλλο ο άνεργος και άλλο ο βολεμένος που ξεβολεύτηκε.

Άλλος ο επιχειρηματίας που ρισκάρει και άλλος αυτός που ζει μοναχά από τις κρατικές προμήθειες.

Δεν λέμε ναι σε όλα τα αιτήματα. Και όποιος φωνάζει δεν έχει πάντα δίκιο.

Άλλο ο μισθωτός των 600 ευρώ που του τρώνε το σπίτι τα χαράτσια και οι φόροι και τα δάνεια κι άλλο ο φοροφυγάς που θέλει να συνεχιστεί η ασυλία του.

Άλλο ο δάσκαλος και άλλο ο συνταξιούχος ορισμένων ΔΕΚΟ με τις πενταπλάσιες απολαβές.

Άλλο ο ιδιωτικός υπάλληλος με τις δύο δουλειές για να τα βγάλει πέρα και άλλο τα γκόλντεν μπόις του συστήματος που έχασαν λίγα από τα προνόμια τους.

Και κάποιοι πολιτικοί πρέπει επιτέλους να πουν ότι δεν υπάρχουν λεφτά για όλες τις σπατάλες και όλα τα αιτήματα.

Αν τα λεφτά τα πάρει ο ένας δεν θα τα πάρει ο άλλος. Και αν τα πάρει και ο άλλος που δεν τα δικαιούται , κάποια στιγμή θα τα ζητήσουν από όλους μας.

Ασχολήθηκε ποτέ ο αριστερός λαϊκισμός γι αυτές τις αδικίες του ανατολίτικου μας συστήματος; Όχι! Αντιθέτως φτάσαμε στο παράδοξο πολιτικοί της αριστεράς να υπερασπίζονται τους κομματικούς στρατούς όσων κυβέρνησαν τις τελευταίες δεκαετίες. Να γίνεται η αριστερά το προπύργιο στήριξης του πελατειακού κράτους.

Φίλες και φίλοι,

Πώς ξεκινήσαμε μετά τη δικτατορία για την Ευρώπη και επιστρέφουμε σήμερα στα Βαλκάνια, την ώρα μάλιστα που κάποιες βαλκανικές χώρες κάνουν μεγάλα βήματα μπροστά;

Πώς εμείς που θέλαμε να διεκδικούμε τις δάφνες των πρωτοπόρων στην ιστορία της Ευρώπης , βρισκόμαστε ξαφνικά να αγωνιζόμαστε να διατηρήσουμε μια θέση στην ευρωπαϊκή οικογένεια;

Πνιγμένοι σε αναξιοκρατία, ρουσφέτια, και σκάνδαλα.

Με ένα πανάκριβο, δυσλειτουργικό, αναξιοκρατικό δημόσιο.

Με σημαδεμένη τράπουλα στην επιχειρηματική δραστηριότητα.

Μα δεν υπήρξε κανείς καλός όλα αυτά τα χρόνια; Υπήρξαν. Κάποιοι τόλμησαν να πουν αλήθειες . Ναι, όμως οι μεταρρυθμιστικές τους παρεμβάσεις έμειναν ατελείς ή εγκαταλείφθηκαν.

Τρία μόνο πρόσφατα παραδείγματα. Το πρώτο νομοσχέδιο της κυβέρνησης ήταν η αναίρεση της μεταρρύθμισης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση που τα ίδια κόμματα είχαν ψηφίσει δύο χρόνια πριν.

Η μηχανογράφηση της Δικαιοσύνης, έργο απαραίτητο τόσο για την επιτάχυνση της απονομής όσο και τον έλεγχο, εγκαταλείπεται καθώς η έλλειψη διαφάνειας συντηρεί το τωρινό άθλιο σύστημα.

Ακόμα και στο θέμα της Ιθαγένειας κάναμε πίσω.

Η διαύγεια και η αξιοκρατία στις προσλήψεις εγκαταλείπονται και αυτές. Ανακαλύπτουμε ξανά τους «συγχωριανούς» και τους «συμφοιτητές» και τους μοιράζουμε θέσεις ευθύνης αδιαφορώντας για την επάρκειά τους.

Αρκεί η υπακοή τους.

Και τώρα τι κάνουμε λοιπόν;

Να πάψουμε κατ’ αρχήν να μιλάμε με όρους παράδεισου και κόλασης.

Απ τα ποδοσφαιρικά μέχρι τα πολιτικά.

Και η κόλαση βέβαια είναι πάντα οι άλλοι.

Παλιά είχαμε έναν εμφύλιο. Τώρα έχουμε πολλούς μικρούς, καινούργιους, που ανακαλύπτουν τα κόμματα, της κυβέρνησης αλλά και της αντιπολίτευσης.

Και εδώ θα πρέπει να μάθουμε από το μεγάλο σχολείο της Ευρώπης.

Να δούμε ότι λαοί ολόκληροι που σφάζονταν επί αιώνες, είναι τώρα μαζί, σε κοινές προσπάθειες. Σε μια ενότητα του διαφορετικού. Και εμείς δεν μπορούμε να τα βρούμε ακόμη μεταξύ μας.

Πρέπει μετά να ξαναδώσουμε νόημα στις λέξεις.

Να δούμε πέρα από τις ταμπέλες και τα συνθήματα. Γιατί αν δεν το κάνουμε αυτό, δε θα χτίσουμε ποτέ.

Δε θα συναντηθούν ποτέ τα λόγια με τις πράξεις.

Στην παλιά πολιτική,  υπερεκπροσωπούνται αυτοί που έμαθαν τη ζωή από τα βιβλία ή στα κομματικά γραφεία.

Αν τους αφήσεις στην Ομόνοια , θα ζητήσουν χάρτη για να βγουν στο Σύνταγμα.

Η χώρα όμως έχει ανάγκη από αυτούς που έχουν χτίσει στη ζωή τους, αυτούς που κουβαλούν την τρέλα της δημιουργίας.

Και δεν θα πάει μπροστά ο κόσμος αν συμβιβαστούμε με αυτό που έχουμε.

Αν κάθε μέρα, κάθε πρωί κάνουμε όλοι το ίδιο δρομολόγιο. Η πολιτική όπως και η ζωή χρειάζεται τους παράτολμους και τους οραματιστές.

Κοινωνική δικαιοσύνη και αξιοκρατία λοιπόν.

Νέο Δημόσιο – νέο παραγωγικό μοντέλο.

Αλλά με ποιούς συμμάχους;

Το Ποτάμι είναι ένα κίνημα με νέους ανθρώπους και πολίτες που έχουν δράσει και έχουν δημιουργήσει εκτός πολιτικής.

Οι νέοι ακούνε για αριστερά και δεξιά και γυρίζουν την πλάτη. Δεν τους ενδιαφέρει να προσδιορίζονται με βάση τις εμπειρίες των παππούδων τους.

Και για αυτό οι παλιοί πολιτικοί τους βρίζουν ως απολιτίκ.

Ναι υπάρχει ένα χάσμα ανάμεσα στους «ήρωες» του παλιού συστήματος και τους νέους.

Οι μεν μαλώνουν για τα εικονίσματα, οι νέοι θέλουν να συζητούν για τις λύσεις.

Δεν βρίσκουν όμως συνομιλητές όπως δεν βρίσκουν και λύσεις. Προχωρούν σε ατομικές επιλογές.

Οι πιο ανήσυχοι, οι πιο τυχεροί και πολλές φορές τα καλύτερα μυαλά, φεύγουν.

Το αρνητικό ισοζύγιο μυαλών αρχίζει να μας απειλεί περισσότερο και από το αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο.

Η πολιτική κάστα όμως που κυβερνά δεν νοιάζεται. Και όποτε μπορεί και όπως μπορεί μετακυλύει  τα βάρη στις επόμενες γενιές. Ο δανεισμός, το χρέος, οι μαύρες τρύπες του Ασφαλιστικού…

Αλήθεια όλα αυτά τι είναι; Είναι αριστερό ή δεξιό να δανείζεσαι συνεχώς από τα παιδιά σου;

Η χώρα όμως ανήκει στα παιδιά της. Δεν ανήκει στους μαθουσάλες της πολιτικής.

Στους γερασμένους λειτουργούς του κράτους, στο ακίνητο τοπίο που δεν θέλει να παραδεχθεί την ήττα του και αρνείται να παραδώσει τα ηνία στην πιο αξιόλογη ίσως γενιά Ελλήνων.

Μία από τις πιο μορφωμένες γενιές της Ευρώπης, που περιφέρεται στο εξωτερικό γιατί εδώ δεν υπάρχει ελπίδα.

Και προσέξτε δεν είναι μόνο θέμα χρημάτων είναι και η αίσθηση ότι το παιγνίδι είναι σημαδεμένο.

Γι αυτό λοιπόν φτιάξαμε το Ποτάμι. Το κίνημα-Δούρειος ίππος για να μπουν νέοι άνθρωποι στο απόρθητο αραχνιασμένο κάστρο.

Να συναντηθούμε με πολιτικούς που έχουν τολμήσει να διαφοροποιηθούν.

Πρόσωπα με γνώση και ικανότητα, που είναι έτοιμα να δώσουν την μάχη πραγματικών μεταρρυθμίσεων χωρίς φοβίες και επαρχιωτισμούς.

Γιατί αυτό που σήμερα προέχει είναι μια ισχυρή πολιτική και κοινωνική πλειοψηφία.

Στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, στο δημόσιο, την αγορά, στην γη, στην τεχνολογία, στις τέχνες, πρέπει να δημιουργήσουμε ένα νέο πολιτισμό.

Η οικονομική κρίση που ξέσπασε πριν 4 χρόνια κυοφορείτο επί δεκαετίες στην πολιτική, την κοινωνία, την παιδεία, τον πολιτισμό.

Μόνο ένα πατριωτικό σχέδιο δράσης που θα εμπνεύσει την κοινωνία θα βγάλει τη χώρα από την κρίση.

Ένα σχέδιο που πρέπει να γίνει το νέο μας Κοινωνικό Συμβόλαιο. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να συναντήσουμε το μέλλον. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να φανούμε χρήσιμοι για τα παιδιά μας, για τα αδέλφια μας.

Τέλειωσαν οι εποχές των διαπιστώσεων και της μεμψιμοιρίας και ήρθε η εποχή της δημιουργικής αισιοδοξίας.

Η εποχή του σχεδίου, του δυναμισμού, της εξωστρέφειας και της καινοτομίας.

Οι νέοι άφθαρτοι άνθρωποι που είναι εδώ σήμερα, όλοι αυτοί οι ανήσυχοι που έχουν βγει μπροστά, εμένα με κάνουν αισιόδοξο.

Αυτή η μικρή μεγάλη χώρα έχει πολύτιμες εφεδρείες που μπορούν να την οδηγήσουν ξανά στο φώς.

Η κατάρρευση του παλιού μεταπολιτευτικού συστήματος επιβάλει να είμαστε έτοιμοι για λύσεις διακυβέρνησης.

Με ποιους; Πότε; πως;

Με αυτούς που θα συμφωνήσουμε για τις μεγάλες αλλαγές.

Ας το ξέρουν όμως όλοι. Το Ποτάμι δεν χρωστάει πουθενά. Δεν έχει βαρίδια. Δεν έχει προστάτες. Δεν έχει συμφέροντα να εξυπηρετήσει.

Γι αυτό η κυβερνητική μας πρόταση όταν έρθει η ώρα θα εξυπηρετεί μόνο το δημόσιο συμφέρον.

Όμως το Ποτάμι δεν είναι με όλους, ούτε λιγουρεύεται καρέκλες. Αν κάποιοι θέλουν την βοήθεια μας θα πρέπει να ξέρουν ότι έχουμε και θέσεις και αξίες.

Θέλουμε ένα νέο εκλογικό σύστημα. Αναλογικότερο, με μικρότερες περιφέρειες για να μην έχουν μέλλον στη πολιτική μόνο όσοι έχουν χρήματα.

Τα προνόμια και οι παροχές στο πολιτικό σύστημα πρέπει να επανεξεταστούν από το μηδέν.

Όπως και τα προνόμια και οι παροχές σε εκδότες και καναλάρχες. Οι συχνότητες είναι εθνική περιουσία και ως τέτοιες πρέπει να αντιμετωπίζονται.

Οι θέσεις των υπουργών και των αναπληρωτών τους να γίνουν οι μισές.

Σε κρίσιμους τομείς (Παιδεία- Υγεία –Ασφαλιστικό- Εξαγωγές) να επιλεγούν άνθρωποι οικουμενικής αποδοχής που δεν θα ανασχηματίζονται και δεν θα κάνουν τα χατίρια των κομματικών επιτελείων.

Η Ελλάδα από την Ευρώπη ζητάει δίκαιη μεταχείριση. Έχει υποχρεώσεις – το κράτος έχει συνέχεια – αλλά στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης θέτει και την ανάπτυξη και το χρέος.

Δίκαιη αντιμετώπιση σημαίνει να πάρει το «αναπτυξιακό μέρισμα» που δικαιούται ως ισότιμο μέλος της Ευρωζώνης και αυτό θα πρέπει να το διεκδικήσει με κάθε τρόπο.

Ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα. Κανείς στο δρόμο, κανείς χωρίς τροφή, εκπαίδευση και περίθαλψη.

Σταθερό και δίκαιο, αναπτυξιακό φορολογικό σύστημα. Που να ενισχύει την πρωτοβουλία, την επιχειρηματικότητα και ταυτόχρονα να ανταμείβει τους έντιμους και συνεπείς φορολογούμενους με ισχυρά κίνητρα.

Να αποδοθεί δικαιοσύνη. Οι πρωταγωνιστές των σκανδάλων θα πρέπει να δικαστούν. Είναι πρώτη προτεραιότητα να τελειώνουμε με την ασυλία των ανθρώπων που καταχράστηκαν το δημόσιο χρήμα ή πλούτισαν με μίζες.

Αξιολόγηση και αξιοκρατία σε όλες τις δημόσιες θέσεις.

Ισχυρές και πραγματικά ανεξάρτητες Αρχές.

Αποκέντρωση έτσι ώστε να αποφασίζουν οι δήμοι και οι περιφέρειες από τους φόρους μέχρι τα σκουπίδια.

Μητροπολιτικοί Δήμοι για να οργανώσουμε τη ζωή μας με βάση την πραγματικότητα και όχι τα τοπικά φέουδα.

Οι Περιφέρειες δεν είναι για να δοξάζουν τα κόμματα και να ασκούν εξωτερική πολιτική. Τα σκουπίδια είναι πρώτη προτεραιότητα και να το πούμε.

Το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια και τα παιδιά μας. Όχι στις δεκάδες ανεξέλεγκτες χωματερές που καταλήγουν τελικά στην θάλασσα.

Ο κατάλογος θα μπορούσε να είναι ατέλειωτος αλλά η έκταση του εξαρτάται – και θέλω να είμαι ειλικρινής – από το εκλογικό αποτέλεσμα.

Άλλα πράγματα μπορεί να επιβάλει ένα Κίνημα του 6% και άλλα ένα Κίνημα του 12 ή του 18%.

Και ο λαός θα πρέπει να αποφασίσει.

Θέλει να αφήσει μόνα τους τα δύο κόμματα εξουσίας;

Θέλει να τους προσφέρει δεκανίκια ή θέλει κάποιος να τους συνεφέρει;

Το Ποτάμι είναι εδώ.

400 χιλιάδες πολίτες το ψήφισαν.

Πολύ λίγοι για να αλλάξει αυτή η χώρα

αλλά πάρα πολλοί για να ποτίσουμε το άνυδρο πολιτικό μας τοπίο.

Πάρα πολλοί για να μπούμε μπροστά.

Να ενωθούμε με τους σιωπηλούς παραπόταμους που υπάρχουν χρόνια σε αυτή τη κοινωνία και να δημιουργήσουμε το πλειοψηφικό ρεύμα που θα τα αλλάξει όλα”.