τζανακόπουλος-κοντά-σε-συμφωνία-με-μη-51580
ΠΟΛΙΤΙΚΗ | 28.03.2017 | 16:40

Τζανακόπουλος: Κοντά σε συμφωνία με μηδενικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα

Την κυβερνητική προσπάθεια για επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, προσπάθεια που στηρίζουν και άλλοι Ευρωπαίοι πολιτικοί -θεσμικοί παράγοντες, υπογράμμισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και υπουργός Επικρατείας, Δημήτρης Τζανακόπουλος, κατά την εισαγωγική τοποθέτησή του, στην ενημέρωση των πολιτικών συντακτών.

Τόσο στις εργασίες της Συνόδου, όσο και στις κατ’ ιδίαν επαφές του στη Ρώμη, ο πρωθυπουργός ανέδειξε την ανάγκη διαφύλαξης του κοινωνικού χαρακτήρα της ΕΕ και του σεβασμού του ευρωπαϊκού κοινωνικού κεκτημένου από όλα τα κράτη-μέλη, δήλωσε ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης για να προσθέσει: Με αιχμή την ανάγκη τερματισμού των εξαιρέσεων στην ελληνική αγορά εργασίας, αλλά και την ανάγκη επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων στην Ελλάδα, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας μίλησε για τη σημασία που έχει για το σύνολο της Ευρώπης και των πολιτών της η προστασία των εργαζομένων.

Αποτέλεσμα αυτής της παρέμβασης και παρά τις ενστάσεις πολλών χωρών, όπως παρατήρησε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ήταν η αναφορά στην κοινωνική Ευρώπη, καθώς και η ειδική αναφορά στην καταπολέμηση της ανεργίας, «η οποία απουσίαζε από τα πρώτα σχέδια». Ακολούθησαν οι υποστηρικτικές δηλώσεις (αναφέρθηκε σε αυτές ο Δ. Τζανακόπουλος), συγκεκριμένα από τους: Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, Πάολο Τζεντιλόνι και Γιόζεφ Μουσκάτ. Ακόμη, η ομόφωνη στήριξη των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών στο ελληνικό αίτημα για επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, ενώ ο Ντόναλντ Τουσκ είπε ότι θα συνεχίσει να στηρίζει την προσπάθεια για εφαρμογή των βέλτιστων πρακτικών στις εργασιακές σχέσεις, στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αυξημένες πιθανότητες για επιτυχή κατάληξη στα εργασιακά

«Η ευρεία στήριξη στις θέσεις που διατύπωσε ο πρωθυπουργός, είναι κομβικής σημασίας αυτή την περίοδο που είναι σε εξέλιξη η διαπραγμάτευση με στόχο την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων στην Ελλάδα», ήταν μια από τις πιο κομβικές αναφορές του κυβερνητικού εκπροσώπου, που εξήγησε στη συνέχεια ότι: Πλέον, η Ελλάδα διεκδικεί έχοντας σημαντική στήριξη από την Ευρώπη. Το γεγονός αυτό αυξάνει τις πιθανότητες για επιτυχή κατάληξη των εν εξελίξει διαπραγματεύσεων για τα εργασιακά, προς όφελος του κόσμου της εργασίας.

Όσον αφορά, τη γενική εικόνα των διαπραγματεύσεων για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, ο Δ. Τζανακόπουλος υποστήριξε ότι «οι ελληνικές αρχές συνεχίζουν να εργάζονται εντατικά, ώστε το συντομότερο δυνατό να υπάρξει κατάληξη σε μια κοινά αποδεκτή λύση, πέρα από παράλογες και ανεδαφικές απαιτήσεις».

Συμφωνία με μηδενικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα

Απαντώντας στη διαρκή μομφή ότι η ελληνική κυβέρνηση ευθύνεται για τις καθυστερήσεις, ο υπουργός Επικρατείας θύμισε, για άλλη μια φορά, ότι οι απαιτήσεις του ΔΝΤ για μέτρα περαιτέρω λιτότητας, ύψους 3,6 δισεκατομμυρίων, ήδη από τον Δεκέμβριο του 2015, έβαλαν εμπόδιο στην ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης. Εμπόδια που άρθηκαν μετά από την επίμονη προσπάθεια της ελληνικής πλευράς, τόνισε.

Εμπόδια που επανήλθαν κατά τη δεύτερη αξιολόγηση, με απαίτηση για επιπλέον μέτρα λιτότητας, ύψους 4,5 δισ. κάτι που «επ’ ουδενί δεν θα μπορούσε να γίνει δεκτό από την ελληνική πλευρά», όπως διεμήνυσε. Πάντως, μετά από μια επίπονη διαπραγμάτευση, η κυβέρνηση κατάφερε να φύγει από το τραπέζι αυτή η παράλογη απαίτηση, καταλήγοντας στο πλαίσιο που είναι σήμερα. Μια συμφωνία η οποία, όπως τόνισε, «θα έχει μηδενικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα, καθώς μαζί με τις επιβαρύνσεις θα υπάρξει αντίστοιχου ύψους σειρά ελαφρύνσεων προς τους πολίτες».

Κλείνοντας τη σχετική αναφορά, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε την απόλυτη κατανόησή του όσον αφορά την ανησυχία που μπορεί να προκαλεί η συνέχιση των διαπραγματεύσεων. «Όσο όμως πεπερασμένος είναι ο χρόνος που μπορεί να αξιοποιηθεί για τις διαπραγματεύσεις, άλλο τόσο πεπερασμένες είναι και οι αντοχές τις ελληνικής κοινωνίας απέναντι στη λιτότητα», ανέφερε.

Κάποιοι υπερβαίνουν το θεσμικό τους ρόλο

Επιπλέον, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος έκανε λόγο για αλγεινή εντύπωση, που προκαλεί η στάση ορισμένων παραγόντων οι οποίοι «καθ’ υπέρβαση του θεσμικού τους ρόλου, επιλέγουν να αναπαράξουν διάφορα κινδυνολογικά σενάρια για την πορεία της οικονομίας», τη στιγμή μάλιστα -συμπλήρωσε- που υποδεικνύουν την κυβέρνηση ως βασική υπεύθυνη για τις καθυστερήσεις στη διαπραγμάτευση.

Και προέτρεψε όσους επιλέγουν αυτή τη στάση -επικαλούμενοι μάλιστα τη θεσμική τους ανεξαρτησία, ενώ είναι σε όλους γνωστό ότι υπήρξαν πρόσφατα πολιτικά στελέχη της σημερινής αξιωματικής αντιπολίτευσης- να αναρωτηθούν:

-Ποιες θα ήταν οι επιπτώσεις στους δημοσιονομικούς στόχους το 2016 αν επιλέγαμε να συμφωνήσουμε σε μέτρα λιτότητας 3,6 δισ. το Δεκέμβρη του 2015, όπως ζητούσε το ΔΝΤ;

-Ποιες θα είναι οι επιπτώσεις στην αναπτυξιακή προοπτική της ελληνικής οικονομίας αν δεχόμασταν μέτρα λιτότητας ύψους 4,5 δισ. το 2018 και το 2019;

-Είναι η ελληνική κυβέρνηση ή το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών που αρνούνται τη συζήτηση για τη διευθέτηση του ελληνικού χρέους, για λόγους μάλιστα αμιγώς εσωτερικής πολιτικής;

-Ή μήπως η παρούσα κυβέρνηση είναι αυτή που σχεδίασε και υλοποίησε τα προγράμματα της περιόδου 2010-2014 που εκτίναξαν το ελληνικό χρέος από το 120% στο 180%;

Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα είναι βεβαίως γνωστές στο πανελλήνιο, ακόμα και αν διαφεύγουν από επιφανείς τεχνοκράτες που επιλέγουν αντί να κάνουν αντικειμενικές αναλύσεις να δημοσιολογούν και να πολιτικολογούν, σχολίασε εξάλλου.

Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, οι ελληνικές αρχές συνεχίζουν να εργάζονται εντατικά στην κατεύθυνση για ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.

Μεταξύ φαιδρότητας και κινδυνολογίας η Νέα Δημοκρατία

Συνεχίζοντας, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κατηγόρησε την αξιωματική αντιπολίτευση ότι κινείται διαρκώς ανάμεσα στη φαιδρότητα και την καταστροφολογία.

Γιατί, όπως επιχειρηματολόγησε, φαιδρότητα είναι η διακίνηση σεναρίων ότι η κυβέρνηση σε συνεργασία με τμήμα των δανειστών επιδιώκει να εγκλωβίσει τη ΝΔ σε σενάρια αυξημένης πλειοψηφίας, στην ψηφοφορία στη Βουλή.

Με τον Δ. Τζανακόπουλο να διευκρινίζει στο σημείο αυτό, ότι «δεν έχουμε καμία απολύτως αγωνία για τη στάση του κ. Μητσοτάκη στη Βουλή. Ο ίδιος όμως, αν έχει το θάρρος της γνώμης του, θα πρέπει με παρρησία, όχι μόνο να μην ψηφίσει, αλλά και να καταργήσει τη συμφωνία, στην οποία θα καταλήξουμε. Όχι, άλλα να λέμε μέσα και άλλα έξω διαβεβαιώνοντας τους δανειστές ότι δεν θα αλλάξει λέξη από τη συμφωνία. Κάτι που αποτελεί ένδειξη του απόλυτου κυνισμού του…», υποστήριξε.

Για να συμπληρώσει: «Τις τελευταίες ημέρες η ΝΔ βλέποντας πως η κυβέρνηση οδεύει στην εξεύρεση κοινού τόπου με τους θεσμούς «έχει ξεπεράσει κάθε όριο στην προσπάθεια να προκαλέσει αποσταθεροποίηση επενδύοντας για άλλη μια φορά στην καταστροφή».

Ο κ. Τζανακόπουλος αναρωτήθηκε αν αυτή είναι υπεύθυνη αντιπολιτευτική στάση ή απλώς η τελευταία πράξη του δράματος της αυτοκαταστροφικής πολιτικής τακτικής που υιοθέτησε ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης, αμέσως μετά την εκλογή του.

«Λίγο ενδιαφέρει η αυτοκαταστροφή του κ. Μητσοτάκη. Αυτό που έχει σημασία για μας είναι ο κ. Μητσοτάκης να μην πάρει μαζί του και τη χώρα», υποστήριξε ακόμη.

Στον αντίποδα, η κυβέρνηση θα συνεχίσει με συνέπεια την προσπάθεια για ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης καθώς και τον αγώνα ώστε να διορθώσει τη ζημιά που έχουν προκαλέσει τόσο η ΝΔ όσο όμως και κάποιοι από τους δανειστές επιλέγουν το δρόμο της διαρκούς καθυστέρησης, πέρα και έξω από κάθε συμφωνία αλλά και κάθε λογική.