τι-προβλέπει-ο-κώδικας-δεοντολογίας-123794
ΠΟΛΙΤΙΚΗ | 24.02.2016 | 08:40

Τι προβλέπει ο «Κώδικας Δεοντολογίας» βουλευτών

Μια από τις πλέον σημαντικές «εκκρεμότητες», η οποία έχει ευθεία αναφορά στην προστασία ή και ενίσχυση του κοινοβουλευτισμού στη χώρα μας, η θέσπιση δηλαδή «Κώδικα Δεοντολογίας» των βουλευτών, επανέρχεται από χθες με τρόπο συστηματικό, μετά από πρωτοβουλία του κ. Ν. Βούτση.

Σχέδιο ενός τέτοιου Κώδικα που επιμελήθηκε ο σημερινός Πρόεδρος της Βουλής συζητήθηκε στην επιτροπή Δεοντολογίας σήμερα το απόγευμα, και μετά από τις κατ’ αρχήν τοποθετήσεις των μελών της, αποφασίστηκε να συζητηθεί εκ νέου, σε νέα συνεδρίαση την προσεχή Δευτέρα, από κοινού με την Επιτροπή Κανονισμού της Βουλής. Υπενθυμίζεται ότι σχετική συζήτηση είχε γίνει και στις αρχές του 2014, αλλά έκτοτε το θέμα «ξεχάστηκε».

«Η υιοθέτηση ενός Κώδικα Δεοντολογίας αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ενίσχυση του αισθήματος εμπιστοσύνης της κοινής γνώμης στο Κοινοβούλιο, τους βουλευτές και το κοινοβουλευτικό έργο και της καλλιέργειας, εν γένει, της αντίληψης προάσπισης του δημόσιου συμφέροντος έναντι του ιδιωτικού», τονίζεται στο Προοίμιο του εν λόγω Σχεδίου.

Από τα αξιοπρόσεκτα του Κώδικα είναι ότι προνοεί για τη συμπεριφορά των μελών του Κοινοβουλίου και κατά την δραστηριότητα που αναπτύσσουν εκτός της Βουλής, ενώ υπάρχουν και προβλέψεις για επιβολή ποινών στους παραβάτες. Για τα εντός Βουλής, σε συνεδριάσεις της Ολομέλειας και των Επιτροπών, ως γνωστόν, υπάρχουν σχετικές προβλέψεις στον ισχύοντα Κανονισμό της Βουλής μέσω διατάξεων οι οποίες είτε δεν θεωρούνται πλέον «επαρκείς», είτε απλώς δεν εφαρμόζονται.

Μεταξύ άλλων το υπό συζήτηση σχέδιο του Κώδικα Δεοντολογίας των μελών του ελληνικού Κοινοβουλίου προβλέπει:

«Οι βουλευτές οφείλουν: α) Να ασκούν τα καθήκοντά τους υπεύθυνα, με ακεραιότητα, ανιδιοτέλεια, αντικειμενικότητα και ειλικρίνεια. β) Να ενεργούν αποκλειστικά υπέρ του δημοσίου συμφέροντος και να μην λαμβάνουν, ούτε να επιδιώκουν να λάβουν άμεσα ή έμμεσα οικονομικά οφέλη υπέρ των ιδίων ή υπέρ τρίτων προσώπων. γ) Να απέχουν, κατά την άσκηση του νομοθετικού έργου, από χαριστικές ή άλλες ευνοϊκές ρυθμίσεις, σεβόμενοι απόλυτα τις αρχές και τα μέσα καλής νομοθέτησης. δ) Να σέβονται και να τηρούν τους κανόνες εχεμύθειας και εμπιστευτικότητας για θέματα για τα οποία έλαβαν γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, τηρουμένης της αρχής του ανοικτού χαρακτήρα και της διαφάνειας που διέπουν τα θεσμικά όργανα και τις διαδικασίες. ε) Να απέχουν από τη χρησιμοποίηση ή την επίκληση της βουλευτικής τους ιδιότητας, προκειμένου να εξυπηρετηθούν, διευκολυνθούν ή ευνοηθούν έναντι άλλων προσώπων ή από τις αρχές και τις δημόσιες υπηρεσίες. στ) Να προβαίνουν σε ορθή και συνετή χρήση και διαχείριση των μέσων και των παροχών που η Βουλή των Ελλήνων θέτει στη διάθεση τους για την απρόσκοπτη άσκηση του έργου τους, αποκλειστικά για την εκπλήρωση των κοινοβουλευτικών τους καθηκόντων. ζ) Να μην ανέχονται με τη στάση τους, να μην υποκινούν άλλους και να μην υιοθετούν οι ίδιοι βίαιες συμπεριφορές έναντι άλλων προσώπων ή ρητορική μίσους, εντός και εκτός του Κοινοβουλίου. η) Να προάγουν με το λόγο, τις πράξεις και εν γένει το κοινοβουλευτικό έργο τους, την αρχή της ισότητας, των ίσων ευκαιριών και της μη διάκρισης λόγω φύλου, ηλικίας, αναπηρίας, φυλετικής ή εθνικής καταγωγής, θρησκείας, πολιτικών πεποιθήσεων ή σεξουαλικού προσανατολισμού».

Yπάρχει επίσης πρόβλεψη για τη λεγόμενη «σύγκρουση συμφερόντων», με την, μεταξύ των άλλων, ακόλουθη επισήμανση: «Οι βουλευτές υποχρεούνται, κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους, να ενημερώνουν εγγράφως τον Πρόεδρο της Βουλής για τυχόν υπάρχουσα κατάσταση ικανή να προκαλέσει σύγκρουση συμφερόντων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Την ίδια υποχρέωση έχουν οι βουλευτές και για τυχόν επιγενόμενη κατάσταση ικανή να προκαλέσει σύγκρουση συμφερόντων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους».

Πηγή: Καθημερινή