θεοχαρόπουλος-νέος-ενιαίος-φορέας-τη-41466
ΠΟΛΙΤΙΚΗ | 13.05.2017 | 13:57

Θεοχαρόπουλος: Νέος ενιαίος φορέας της Κεντροαριστεράς εντός του 2017

Να εγκαταλείψουν την εσωστρέφεια και την γκρίνια κάλεσε ο Θανάσης Θεοχαρόπολος όλες τις δυνάμεις της Κεντροαριστεράς και ειδικότερα το ΠΑΣΟΚ και τις άλλες δυνάμεις στη Δημοκρατική Συμπαράταξη.

Ανοίγοντας τη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής της ΔΗΜΑΡ, ζήτησε να προχωρήσουν στις απαραίτητες υπερβάσεις για τη συγκρότηση ενός ενιαίου πολιτικού φορέα της προοδευτικής παράταξης με την εκλογή ηγεσίας από τους πολίτες στο τέλος του 2017.

Ο κ. Θεοχαρόπουλος ανέφερε πως το « εγχείρημα της Δημοκρατικής Συμπαράταξης οφείλει να οδηγηθεί σε μια δημιουργική μετεξέλιξη, σε ένα ανοικτό φορέα, ικανό να εκφράσει νέες ιδέες, νέες προτεραιότητες, νέους ανθρώπους. Για αυτό ξεκινήσαμε, αυτός είναι ο στόχος μας και όχι οποιαδήποτε επιστροφή στο χθες», ότι προσθέτοντας ότι απαιτείται η Δημοκρατική Συμπαράταξη να παρουσιάσει μία ξεκάθαρη πολιτική και προγραμματική πρόταση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της καθημερινότητας και την υπέρβαση της κρίσης.

Ο κ. Θεοχαρόπουλος μίλησε ξεκάθαρα για «ένα νέο ξεκίνημα στραμμένο στο παρόν και στο μέλλον και όχι στο παρελθόν. Με ένα νέο σύμβολο, ένα νέο όργανο και πολιτική-προγραμματική πρόταση με προοδευτικές τομές και ανατροπές. Και κυρίως με ένα ξεκάθαρο οδικό άξονα που θα οδηγεί στον ενιαίο προοδευτικό φορέα που θα ενώσει τις δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας, του μεταρρυθμιστικού κέντρου και της ανανεωτικής αριστεράς, με υπέρβαση των υφιστάμενων κομμάτων και κινήσεων και της ομοσπονδιακής δομής μέσα από ένα Ιδρυτικό Συνέδριο για ένα ενιαίο κόμμα και εκλογή επικεφαλής του από την βάση εντός του 2017».

Ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ προχώρησε ένα βήμα παραπέρα υπογραμμίζοντας: «Δεν μπορούμε να κλείνουμε τα μάτια μας στο γεγονός ότι ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πέσει στα μισά ποσοστά σε σχέση με τις εκλογές του 2015, εντούτοις η Δημοκρατική Συμπαράταξη παρουσιάζει μόνο οριακή αύξηση. Οι λογικές “επιστροφής στο σπίτι” δεν θα αλλάξουν τους πολιτικούς συσχετισμούς. Ο χώρος για να πάει πέρα από αυτό που είναι σήμερα χρειάζεται ενότητα και όχι κατακερματισμό, ανανέωση και όχι αναπαλαίωση. Να δημιουργήσουμε το νέο σε πρόσωπα, ιδέες, προγράμματα και σύμβολα». Επισήμανε πως αυτή την προοπτική προσδιορίζει και η νίκη του Ε. Μακρόν. Χρειάζονται να γίνουν πολλά ακόμη. Αυτά όμως «τα πολλά ακόμη» δεν δικαιολογούν όλους όσοι δεν αναγνωρίζουν ότι η μεγάλη νίκη του Μακρόν είναι νίκη της δημοκρατίας και της Ευρώπης. Ο Μακρόν εξέφρασε το αίτημα ανανέωσης. Ελπίδα όλων μας είναι τώρα να προχωρήσει σε μία προοδευτική και μεταρρυθμιστική πολιτική με αλλαγή πολιτικών εντός της ΕΕ, υπέρ της ανάπτυξης και όχι της μονομερούς και διαρκούς δημοσιονομικής πειθαρχίας, το άλλο όνομα της οποίας ακούει στον όρο διαρκής αντιαναπτυξιακή λιτότητα», τόνισε.

Ο κ. Θεοχαρόπουλος κατέστησε σαφές και πάλι ότι η Δημοκρατική Συμπαράταξη δεν ψηφίσει ούτε τα μέτρα ούτε τα αντίμετρα τα οποία χαρακτήρισε ως άλλο ένα επεισόδιο στο σίριαλ της υποσχεσιολογίας. Κατέκρινε την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ για τη συμφωνία με την οποία κλείνει η αξιολόγηση υποστηρίζοντας πως «οι καθυστερήσεις, οι αυταπάτες και οι εμμονές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ οδήγησαν σε αυτά τα επώδυνα μέτρα, αλλά ταυτοχρόνως σημαντικές ευθύνες έχει και η τρόικα, ευθύνες μάλιστα που είναι και διαχρονικές σε όλη την περίοδο των μνημονίων. Δεύτερον, δεν αρκεί μόνο η καταδίκη των μέτρων όπως έκαναν οι Σαμαράς και Τσίπρας πριν έρθουν στην εξουσία, αλλά η χώρα έχει ανάγκη από μια άλλη πολιτική που θα λαμβάνει υπόψη τις ισορροπίες και τους συσχετισμούς που απαιτεί η παραμονή της χώρας στο ευρώ, αλλά και ταυτοχρόνως θα πείθει ότι έχει σχέδιο, προτάσεις και εναλλακτική στρατηγική για την έξοδο από την κρίση. Δεν χρειάζονται συνεπώς άλλες μεγαλοστομίες. Απαιτείται ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για το τι κάνουμε όσο είμαστε σε Μνημόνιο και τι όταν φύγουμε από αυτό».

Επίσης επέκρινε τη ΝΔ πως κάνει αντιπολίτευση για τα πανηγύρια εκφράζοντας την ανησυχία του για νέα Ζάππεια αφού παραμένει μια βαθύτατα συντηρητική δύναμη, που δεν μπορεί με την πολιτική της να προσφέρει τις μεταρρυθμιστικές λύσεις που έχει ανάγκη η χώρα καθώς είναι προσκολλημένη στις παραδοσιακές λογικές των πελατειακών σχέσεων.

Αναλυτικότερα, ολόκληρη η ομιλία του προέδρου της ΔΗΜΑΡ, Θανάση Θεοχαρόπουλου, στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής

“Θα ξεκινήσω με τις γαλλικές εκλογές, ένα θέμα που μας βγάζει από τα στενά ελληνικά όρια. Ωστόσο έχει προεκτάσεις και στην χώρα μας, καθώς οι εξελίξεις στη Γαλλία μπορούν να επηρεάσουν τις πολιτικές σε Ευρώπη και Ελλάδα.

Το αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών έδωσε μια βαθιά ανάσα και προκάλεσε αισθήματα ανακούφισης στη δημοκρατική Ευρώπη. Αν μάλιστα το συνδυάσουμε με τις προηγούμενες ήττες της ακροδεξιάς η ανακούφιση είναι ακόμη πιο μεγάλη. Για να είμαι όμως σαφής, η ακροδεξιά ηττάται στην Ευρώπη μόνο σε σχέση με τον κίνδυνο μεγαλύτερων ποσοστών και της πρώτης θέσης που διεκδικεί. Κατά τα άλλα η σημερινή ισχύς της ακροδεξιάς μόνο εφησυχασμούς δεν επιτρέπει.

Για να ηττηθούν οριστικά οι ακροδεξιές και εθνικολαϊκιστικές δυνάμεις χρειάζονται να γίνουν πολλά ακόμη. Αυτά όμως «τα πολλά ακόμη» δεν δικαιολογούν όλους όσοι δεν αναγνωρίζουν ότι η μεγάλη νίκη του Μακρόν είναι νίκη της δημοκρατίας και της Ευρώπης. Ο Μακρόν εξέφρασε το αίτημα ανανέωσης. Ελπίδα όλων μας είναι τώρα να προχωρήσει σε μία προοδευτική και μεταρρυθμιστική πολιτική με αλλαγή πολιτικών εντός της Ε.Ε., υπέρ της ανάπτυξης και όχι της μονομερούς και διαρκούς δημοσιονομικής πειθαρχίας, το άλλο όνομα της οποίας ακούει στον όρο διαρκής αντιαναπτυξιακή λιτότητα. Στην ομιλία μετά την εκλογή του τόνισε ότι θα εργαστεί με τέτοιο τρόπο ώστε οι πολίτες που τώρα ψήφισαν Λεπέν μετά από πέντε χρόνια να μην έχουν κανένα λόγο να την ξαναψηφίσουν. Αντίθετα με τις ιδεολογίες του συρμού που θέλουν κάποιους να τρέχουν πίσω από τους εθνολαϊκιστές απλώς επειδή δεν καταλαβαίνουν, ο Μακρόν έδειξε ότι κατανόησε ότι υπάρχουν πραγματικοί λόγοι που μεγάλα κοινωνικά στρώματα στρέφονται στην ακροδεξιά.

Η άνοδος του ευρωσκεπτικισμού, του λαϊκισμού, του κοινωνικού αυτοματισμού και η έλλειψη εμπιστοσύνης των πολιτών προς το πολιτικό σύστημα, δεν επιτρέπουν εφησυχασμό, για το μέλλον. Τα προβλήματα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης είναι πολυσύνθετα και αυτές οι δυνάμεις εκμεταλλεύονται την περίσταση δίνοντας είτε εύκολες αλλά ανέφικτες λύσεις, είτε λύσεις που ικανοποιούν μόνο τα συμφέροντα των ισχυρών. Δεν μπορούμε να αγνοούμε και τις δυο τάσεις, αντιθέτως οι δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις είμαστε υποχρεωμένες να δώσουμε άμεσα απαντήσεις. Με την αλλαγή πολιτικών σε όλα τα επίπεδα με στόχο την άρση των ανισοτήτων, την κοινωνική συνοχή, την μείωση της φτώχειας. Με απαντήσεις σε κορυφαίες προκλήσεις όπως το προσφυγικό που απειλεί να ανατρέψει παραδοσιακές ισορροπίες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να ενωθεί πολιτικά, οικονομικά, τραπεζικά, εργασιακά και με αμοιβαιοποίηση των χρεών της για να υπάρξει με προοπτική. Αλλιώς τα φαινόμενα αυτά θα επεκταθούν με οδυνηρές συνέπειες για την ίδια την κοινωνία.

Είναι αλήθεια ότι όλοι οι «λαϊκισμοί» διατηρούν κοινά χαρακτηριστικά. Χαρακτηριστικό πρώτο: η διάχυτη έχθρα προς τη διανόηση ή, πιο σωστά, η περιφρόνηση της σκέψης. Δεύτερο: η προσπάθεια να πειστεί η κοινή γνώμη ότι όλα εξηγούνται από μια θεωρία συνωμοσίας, όλα είναι στημένα και εκ του πονηρού. Όλοι κλέβουν, όλοι αδικούν, όλοι ψεύδονται, εκτός από αυτούς που εκφράζουν αυτή τη διαπίστωση. Τρίτον: Αμφισβητούνται όχι τα δημοκρατικά ελλείμματα, αλλά η ίδια η αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Τέταρτον: Ο λαϊκισμός αφοπλίζει τους πολίτες από τα αναγκαία πολιτικά και αξιοκρατικά κριτήρια για να προσανατολίζονται προς δημοκρατικές λύσεις.

Όλα όμως αυτά τα στοιχεία από μόνα τους δεν είναι σε θέση να εξηγήσουν γιατί υπάρχουν εποχές που οι «λαϊκισμοί» δεν έχουν καμία απήχηση και εποχές που κυριαρχούν. Ο λαϊκισμός σήμερα είναι πιο δυνατός και επικίνδυνος γιατί στις κοινωνίες υπάρχουν μεγάλες ανασφάλειες για το μέλλον. Ανασφάλειες που οδηγούν στην αμφισβήτηση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Σ’ αυτήν την αμφισβήτηση και όχι μόνο στον λαϊκισμό βρίσκεται το πρόβλημα.

Η απάντηση της Ευρώπης ή μάλλον πιο σωστά η απάντηση της δημοκρατικής Ευρώπης στους ακροδεξιούς και στον λαϊκισμό είναι η επαναφορά της κοινωνίας στο προσκήνιο της πολιτικής. Μια κοινωνικοποίηση όμως που δεν θα είναι αδιάφορη για την πραγματικότητα αλλά θα την λαμβάνει σοβαρά υπόψη της, χωρίς όμως να κρίνει τους δημόσιους προϋπολογισμούς με κριτήρια «οικογενειακών» ή «εταιρικών» προϋπολογισμών, όπως κάνουν δεξιές υπερφιλελεύθερες πολιτικές δυνάμεις.

Από την άλλη η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία πρέπει να δώσει απάντηση στο πρόβλημα της αλλαγής των ευρωπαϊκών κοινωνιών εξαιτίας της αλληλεξάρτησής τους και της μετανάστευσης και να προωθήσει την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση ασκώντας ουσιαστική κριτική στην μονόπλευρα τεχνοκρατική και χωρίς πολιτικές στοχεύσεις πορεία της Ε.Ε. Μία σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία με ανανέωση του πολιτικού λόγου, των δομών και των πολιτικών πρακτικών με ιδεολογική και πολιτική οριοθέτηση τόσο από τον δεξιό συντηρητισμό και νεοφιλελευθερισμό όσο και από τον αριστερό λαϊκισμό, μπορεί να αποτελέσει την σύγχρονη προοδευτική πρόταση διακυβέρνησης για να ηττηθεί η ακροδεξιά.

Στα της χώρας μας και της διαπραγμάτευσης.

Η ελληνική οικονομία χάνει το δυναμισμό της κάθε μέρα και περισσότερο. Η ανελέητη φοροεπιδρομή πλήττει τους πάντες και βαλτώνει την επιχειρηματικότητα. Το βιοτικό επίπεδο υποχωρεί συνεχώς, η φτωχοποίηση εντείνεται και η κοινωνία ζει μέσα στην ανασφάλεια.

Η αξιολόγηση έπρεπε να κλείσει εγκαίρως όταν τα περισσότερα από αυτά τα μέτρα δεν ήταν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Τώρα πλέον η αξιολόγηση θα κλείσει με το κόστος της διαπραγμάτευσης να έχει ανέλθει σε υπέρογκα ποσά.

Εμείς θα καταψηφίσουμε το προϊόν αυτής της διαπραγμάτευσης η οποία αποτελεί μία πραγματική πανωλεθρία. Τα μέτρα δεσμεύουν την χώρα για πολλά χρόνια υπονομεύοντας την πιθανότητα εξόδου από την κρίση. Η κυβέρνηση προχωρά σε προληπτική νομοθέτηση που η ίδια χαρακτήριζε αντισυνταγματική και εκτός κοινοτικού κεκτημένου. Για άλλη μία φορά πλήττονται οι ίδιοι, ελεύθεροι επαγγελματίες, συνταξιούχοι, τα χαμηλά και μεσαία στρώματα. Διαβάζοντας τα νέα μέτρα, είναι πραγματικά να απορεί κανείς, για ποιο λόγο καθυστερούσε η αξιολόγηση,  μάλλον διαπραγματευόταν εσωκομματικά ο ΣΥΡΙΖΑ με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Ταυτοχρόνως, δύο επισημάνσεις:

Πρώτον, οι καθυστερήσεις, οι αυταπάτες και οι εμμονές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ οδήγησαν σε αυτά τα επώδυνα μέτρα, αλλά ταυτοχρόνως σημαντικές ευθύνες έχει και η τρόικα, ευθύνες μάλιστα που είναι και διαχρονικές σε όλη την περίοδο των μνημονίων.

Δεύτερον, δεν αρκεί μόνο η καταδίκη των μέτρων όπως έκαναν οι Σαμαράς και Τσίπρας πριν έρθουν στην εξουσία, η χώρα έχει ανάγκη από μια άλλη πολιτική που θα λαμβάνει υπόψη τις ισορροπίες και τους συσχετισμούς που απαιτεί η παραμονή της χώρας στο ευρώ, αλλά και ταυτοχρόνως θα πείθει ότι έχει σχέδιο, προτάσεις και εναλλακτική στρατηγική για την έξοδο από την κρίση.

Δεν χρειάζονται συνεπώς άλλες μεγαλοστομίες. Απαιτείται ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για το τι κάνουμε όσο είμαστε σε Μνημόνιο και τι όταν φύγουμε από αυτό. Το Συνέδριο της Δημοκρατικής Συμπαράταξης τον Ιούνιο θα μπορούσε να ολοκληρώσει αυτή την προγραμματική της ενότητα. Αλλά για τα του Συνεδρίου, θα μιλήσω σε λίγο.

Επανέρχομαι στα της αξιολόγησης. Μήπως παρά τα βαριά μέτρα πέτυχε η κυβέρνηση κάτι σχετικά με την αναδιάρθρωση του χρέους; Συνηθίζεται να λέμε ότι τα παρέπεμψαν όλα στις ελληνικές καλένδες. Αλλά ισχύει και μια παροιμία. Μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη, τρεις και η κακή του μέρα. Μετά από τρεις συνεχόμενες παραπομπές στις καλένδες του χρέους, ήρθε η ώρα η κυβέρνηση να ομολογήσει ότι καλένδες δεν υπάρχουν, αν πρώτα δεν εφαρμόσει μέχρι κεραίας τα απαράδεκτα μέτρα που η ίδια υπέγραψε.

Τώρα όσον αφορά τα αντίμετρα, αυτά είναι άλλο ένα επεισόδιο στο σίριαλ της υποσχεσιολογίας του ΣΥΡΙΖΑ, όπως το προεκλογικό πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης και το παράλληλο πρόγραμμα. Τι ζητά ο ΣΥΡΙΖΑ για να υπογράψει τα πάντα; Ζητά να του δώσουν τη δυνατότητα να «πουλά» επιδόματα, όταν και αν πετύχει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 3,5% που ο ίδιος ο κ. Τσίπρας θεωρούσε ότι απαιτούν υπερφορολόγηση. Και πως μπορεί κανείς να ασκεί επιδοματικές πολιτικές σ’ ένα χρεοκοπημένο κράτος; Μα φυσικά φορολογώντας και ξαναφορολογώντας ότι και όποιον κινείται. Η μεσαία τάξη αντί να δει να απαλύνεται η φορολόγησή της βλέπει ακριβώς το αντίθετο.

Και μέσα σε όλα αυτά έχουμε και την μοναδική περίπτωση του κ. Τσακαλώτου που αποδεικνύει ότι 153 βουλευτές θα ψηφίζουν τα πάντα ακόμη και αν δηλώνουν και δεσμεύονται για τα ακριβώς αντίθετα. Αφού μας είπε ο κ. Τσακαλώτος ότι αν έπεφτε το αφορολόγητο κάτω από 9000 ευρώ, θα πήγαινε στο Μαξίμου, θα παραιτούνταν από Υπουργός Οικονομικών και στη συνέχεια θα καταψήφιζε στην Βουλή, υπέγραψε ο ίδιος ως Υπουργός Οικονομικών μείωση του αφορολόγητου περίπου στα 6000 ευρώ! Εδώ χάνουν και οι λέξεις το νόημα τους! Να τον χαίρονται στον ΣΥΡΙΖΑ, να τον χαίρονται οι 153 και οι 53!

Ταυτοχρόνως την τελευταία εβδομάδα ανακοίνωσε στην Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ και ένα ακόμη κατόρθωμα της “περήφανης” διαπραγμάτευσης. Την μείωση του Φ.Π.Α. στα γεωργικά εφόδια από το 24 στο 13%. Προσέξτε τι έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ. Όταν ήταν στην αξιωματική αντιπολίτευση ζητούσε μείωση του Φ.Π.Α το οποίο ήταν 13% και ήταν το υψηλότερο στην ευρωζώνη. Αίτημα το οποίο διεκδικούσαμε και εμείς και ήταν ένα από τα σημεία διαφωνίας μας με την οικονομική πολιτική της ΝΔ. Το Φ.Π.Α. στα γεωργικά εφόδια δεν είχε μειωθεί κάτω από 13% αλλά είχε αποτραπεί στις διαπραγματεύσεις και κάθε αίτημα των δανειστών  για αύξηση του. Όταν ήρθε ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, ενώ υποσχόταν την μείωση του, το ανέβασε αρχικά από 13 στο 23 και στη συνέχεια στο 24%. Και έρχεται 2,5 χρόνια μετά για να το επαναφέρει στα επίπεδα που ήταν πριν αναλάβει την εξουσία. Και το θεωρεί και κατόρθωμα! Η κοροϊδία έχει και τα όρια της!

Ο κ. Τσίπρας εκπροσωπεί μια Αριστερά η οποία στο όνομα της καταπολέμησης της φτώχειας αποξενώνεται από τα μεσαία στρώματα και οδηγεί στη φτωχοποίηση μεσαίους και φτωχούς, στο όνομα της μείωσης των ανισοτήτων αυξάνει και διευρύνει τις ανισότητες. Η σοσιαλδημοκρατική απάντηση στη φτώχεια, είναι ένα κράτος, το οποίο επενδύει στις υπηρεσίες και όχι στα επιδόματα, στο ανθρώπινο κεφάλαιο, στην καινοτομία στην επιχειρηματικότητα και στον παγκόσμιο συντονισμό των πολιτικών για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί την πλήρη διαστροφή της πρότασης της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας για το πώς αντιμετωπίζεται η φτώχεια. Η πολιτική της κυβέρνησης αναθεματίζει τη φτώχεια και πολλαπλασιάζει τους φτωχούς. Η κεντροαριστερά δεν θα απλώσει χέρι βοηθείας σε μια τέτοια πολιτική.

Και από την άλλη έχουμε τη ΝΔ που κάνει αντιπολίτευση για τα πανηγύρια. Τώρα ακόμη αυτά τα πανηγύρια γίνονται στο χώρο της Πειραιώς, αλλά πολύ φοβάμαι πως σε λίγο καιρό, εκεί στη ΝΔ, θα τρέχουν πάλι στα Ζάππεια. Η ΝΔ παραμένει μια βαθύτατα συντηρητική δύναμη χωρίς καμία ανανέωση ιδεών, πολιτικών πρακτικών και προσώπων, που δεν μπορεί με την πολιτική της να προσφέρει τις μεταρρυθμιστικές λύσεις που έχει ανάγκη η χώρα και να ανταποκριθεί στα αιτήματα για κοινωνική δικαιοσύνη, συνοχή και αλληλεγγύη της κοινωνίας, για έξοδο από την κρίση. Είναι προσκολλημένη στις παραδοσιακές λογικές των πελατειακών σχέσεων. Η ΝΔ διακηρύσσει την αναγκαιότητα των μεταρρυθμίσεων, αλλά καμία συγκεκριμένη πρόταση για το περιεχόμενό τους δεν έχει καταθέσει.  ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ σήμερα στήνουν μία καρικατούρα ενός δήθεν δικομματισμού με μία στείρα αντιπαράθεση, ενώ σήμερα απαιτείται εθνική συνεννόηση με στόχο να βγάλουμε την χώρα από την πολυδιάστατη κρίση.

Εμείς είμαστε απέναντι τόσο στις συντηρητικές πολιτικές της ΝΔ όσο και στις αδιέξοδες πολιτικές και τον λαϊκισμό ΣΥΡΙΖΑ. Εμείς ένα σύμμαχο έχουμε. Αυτός είναι εκείνες οι μεταρρυθμίσεις που αφορούν τόσο το κράτος όσο και την κοινωνία, τόσο τους κάτω όσο και τους πάνω, τόσο το κράτος πρόνοιας όσο και τη λειτουργία των αγορών. Αυτή η προοδευτική πολιτική είναι ο σύμμαχός μας.

Ένα σύγχρονο πρόγραμμα με επανεκκίνηση της αναπτυξιακής διαδικασίας οφείλει να είναι προϊόν συναίνεσης και διαλόγου. Η επανεκκίνηση όμως αυτή δεν μπορεί να γίνει ερήμην της κοινωνίας. Δεν μπορεί να γίνει χωρίς βιώσιμες δουλειές και προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων. Έπρεπε να είχε αποτελέσει τη βάση για την πορεία της χώρας μας, τον οδηγό για τις διεκδικήσεις της για την αναδιάρθρωση του χρέους και την υπέρβαση της κρίσης, αλλά και την ισχυρή δικλείδα ασφαλείας από καταστροφικές επιλογές για την χώρα, την οικονομία και τους εργαζόμενους.

Για να πετύχουμε την ανάπτυξη, όχι μία άναρχη ανάπτυξη, αλλά την βιώσιμη ανάπτυξη είναι απαραίτητο να υιοθετήσουμε ένα νέο σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης. Για να μην παράγει πλέον η χώρα ελλείμματα. Για να δημιουργηθούν δουλειές με κοινωνική συνοχή και προστασία των εργασιακών σχέσεων, μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την ευρωζώνη.

Σήμερα οι εργασιακές σχέσεις είναι ήδη σε άθλια κατάσταση. Δεν είναι μόνο τα ποσοστά της ανεργίας, η αύξηση της μακροχρόνιας ανεργίας ή η θλιβερή πρωτιά της χώρας μας στην νεανική ανεργία στην Ευρώπη. Είναι η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων στο σύνολό τους. Η επικράτηση των ευέλικτων και υποαμειβόμενων μορφών απασχόλησης, που σε μια τέτοια χώρα σαν την Ελλάδα δε μπορεί παρά να δημιουργήσει μόνο έκρυθμες καταστάσεις. Άλλη μια προεκλογική δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ, η επανάκτηση του θεσμού της επεκτασιμότητας των συλλογικών συμβάσεων, δεν υλοποιήθηκε, η κυβέρνηση δέχθηκε να παρατείνει την αναστολή τους ουσιαστικά για δύο ακόμη χρόνια.

Η ελληνική κυβέρνηση όφειλε να κλείσει και όχι να ανοίξει ορθάνοιχτα την πόρτα στις ομαδικές απολύσεις, όπως συνέβη με το τελικό αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης. Μία απαίτηση των δανειστών που είχε αποκρουσθεί τα προηγούμενα χρόνια. Πλέον ο εργοδότης θα μπορεί μετά από απλή διαβούλευση με τους εργαζόμενους, και απλή κοινοποίηση σειράς οικονομικών στοιχείων, να προχωρεί ελεύθερα σε ομαδικές απολύσεις. Ταυτόχρονα εμείς είμαστε σταθερά απέναντι στο νεοφιλελεύθερο μέτρο της ανταπεργίας των εργοδοτών, ενώ στην συμφωνία έχουμε έμμεση επαναφορά του lock out, καθώς δίνεται η δυνατότητα στον εργοδότη να προσφεύγει με fast track διαδικασίες, ώστε να μην πληρώνει κανένα εργαζόμενο.

Ο συνδικαλιστικός νόμος όμως πρέπει να αναδιαρθρωθεί. Δεν είναι δυνατόν να υποστηρίζεται 35 χρόνια μετά ότι δεν χρειάζεται καμία αλλαγή. Σήμερα απαιτείται ένας συνδικαλιστικός νόμος προσαρμοσμένος και όχι έξω από τις ανάγκες της εποχής. Εμείς είμαστε σταθερά υπέρ του υγιούς συνδικαλισμού και θεωρούμε ότι μπορεί και πρέπει να παίξει καθοριστικό ρόλο στην προάσπιση των εργασιακών δικαιωμάτων και στην προώθηση σύγχρονων λύσεων για όλους, λαμβάνοντας υπόψη και τα υψηλά ποσοστά ανεργίας που αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα όπως και την αποσάθρωση των εργασιακών σχέσεων.

Τα εργασιακά αποτελούν βασικό πυλώνα του δικού μας αξιακού φορτίου, της Δημοκρατικής Αριστεράς και του ευρύτερου χώρου της ανανεωτικής αριστεράς. Υποστηρίζω σταθερά ότι απαιτείται η επαναφορά του κοινοτικού κεκτημένου στα εργασιακά στην χώρα μας, να σταματήσουμε να είμαστε η εξαίρεση της Ευρώπης.

Ο προοδευτικός χώρος, ο δικός μας χώρος, οφείλει να δώσει λύσεις στα κρίσιμα ζητήματα της ανάπτυξης και της εργασίας. Αυτός είναι και ο πιο πρόσφορος τρόπος για να κατακτήσουμε την αλληλεγγύη των γενεών, που επικαλείται ο χώρος μας ως συστατική του αρχή.

Στα του χώρου μας τώρα.

Για να δώσουμε τις προοδευτικές λύσεις που αναζητά σήμερα η κοινωνία πρέπει να σταθούμε όλοι στο ύψος των περιστάσεων. Η δική μας θέση είναι ξεκάθαρη από την πρώτη στιγμή και σήμερα θα την εξειδικεύσουμε ακόμη περισσότερο. Στοχεύουμε σε έναν ισχυρό ενιαίο φορέα της κεντροαριστεράς για να εξελιχθεί σε ένα μεγάλο προοδευτικό ρεύμα πλειοψηφίας μακριά από μικροκομματικές αντιπαραθέσεις και αντιπαλότητες του παρελθόντος.

Για αυτό συγκροτήσαμε τον Σεπτέμβριο του 2015 την Δημοκρατική Συμπαράταξη. Το πρώτο βήμα, η σύμπλευση των δυνάμεων της σοσιαλδημοκρατίας και της ανανεωτικής αριστεράς, έγινε. Ποτέ δεν είπαμε ότι αυτό είναι και το τέλος. Το αντίθετο. Το εγχείρημα της Δημοκρατικής Συμπαράταξης οφείλει να οδηγηθεί σε μια δημιουργική μετεξέλιξη, σε ένα ανοικτό φορέα, ικανό να εκφράσει νέες ιδέες, νέες προτεραιότητες, νέους ανθρώπους. Για αυτό ξεκινήσαμε, αυτός είναι ο στόχος μας και όχι οποιαδήποτε επιστροφή στο χθες.

Καταρχάς οφείλουμε να παρουσιάσουμε μία ξεκάθαρη πολιτική και προγραμματική πρόταση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της καθημερινότητας και την υπέρβαση της κρίσης. Για αυτό είναι σημαντικό το βήμα του Συνεδρίου της Δημοκρατικής Συμπαράταξης τον Ιούνιο, ώστε να ολοκληρωθεί επιτυχώς η φάση της προγραμματικής ενότητας των κομμάτων και κινήσεων που απαρτίζουν την Δημοκρατική Συμπαράταξη. Για να γίνει ταυτοχρόνως η υπέρβαση χρειάζεται να σηματοδοτηθεί στο Συνέδριο αυτό ένα ξεκίνημα στραμμένο στο παρόν και στο μέλλον και όχι στο παρελθόν. Με ένα νέο σύμβολο, ένα νέο όργανο και πολιτική-προγραμματική πρόταση με προοδευτικές τομές και ανατροπές.  Και κυρίως με ένα ξεκάθαρο οδικό άξονα που θα οδηγεί στον ενιαίο προοδευτικό φορέα που θα ενώσει τις δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας, του μεταρρυθμιστικού κέντρου και της ανανεωτικής αριστεράς, με υπέρβαση των υφιστάμενων κομμάτων και κινήσεων και της ομοσπονδιακής δομής μέσα από ένα Ιδρυτικό Συνέδριο για ένα ενιαίο κόμμα και εκλογή επικεφαλής του από την βάση εντός του 2017.

Σήμερα δεν μπορούμε να κλείνουμε τα μάτια μας στο γεγονός ότι ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πέσει στα μισά ποσοστά σε σχέση με τις εκλογές του 2015, εντούτοις η Δημοκρατική Συμπαράταξη παρουσιάζει μόνο οριακή αύξηση. Οι λογικές «επιστροφής στο σπίτι» δεν θα αλλάξουν τους πολιτικούς συσχετισμούς. Ο χώρος για να πάει πέρα από αυτό που είναι σήμερα χρειάζεται ενότητα και όχι κατακερματισμό, ανανέωση και όχι αναπαλαίωση. Να δημιουργήσουμε το νέο σε πρόσωπα, ιδέες, προγράμματα και σύμβολα. Μόνο με μία τέτοια λογική μακριά από τα στερεότυπα του παρελθόντος και έναν σύγχρονο πολιτικό λόγο μπορούμε να σπάσουμε τους φραγμούς για να εκφράσουμε ευρύτερα πλειοψηφικά ρεύματα. Όσοι κινούνται στον ευρύτερο χώρο πρέπει να συμβάλλουν θετικά σε μια τέτοια κοινή προσπάθεια χωρίς περιχαρακώσεις και ανασφάλειες. Έφθασε η ώρα των πράξεων χωρίς αλαζονείες και τάσεις ηγεμονισμού.

Μας ρωτούν τις τελευταίες ημέρες αν ανησυχούμε από τις εξελίξεις στο ΠΑΣΟΚ και εάν επηρεάζουν τις εξελίξεις στην Δημοκρατική Συμπαράταξη και στην Κεντροαριστερά. Η απάντηση είναι ότι προφανώς και ανησυχούμε. Δεν πρέπει να υπάρξει εσωστρέφεια, απαιτείται φυγή προς τα εμπρός. Σήμερα απαιτείται ενότητα του ευρύτερου χώρου στο πλαίσιο της κατεύθυνσης ενοποίησης όλων των δυνάμεων της κεντροαριστεράς και της ανασυγκρότησης του χώρου της σοσιαλδημοκρατίας σε προοδευτική κατεύθυνση μακριά από αντιπαλότητες του παρελθόντος που δεν αφορούν την κοινωνία, δεν αφορούν το παρόν και το μέλλον.

Απευθύνομαι σε όλα τα μέλη και τους φίλους της ΔΗΜΑΡ, αλλά και όλους τους προοδευτικούς πολίτες να συμμετέχουν στις συλλογικές διαδικασίες που δρομολογούνται. Για να παλέψουμε για τις θέσεις μας, για να πετύχουμε την υπέρβαση, για να πείσουμε ότι πρέπει να υπάρχει ενιαία έκφραση σε όλα τα επίπεδα και να προχωρήσουν όλα τα επόμενα βήματα.

Η ιστορία γράφεται από τους παρόντες, δεν γράφεται από τους απόντες. Και εμείς στον χώρο μας έχουμε μάθει στα δύσκολα να είμαστε παρόντες!

Σας καλώ όλους να συμβάλλουμε ώστε ο χώρος μας, η Δημοκρατική Αριστερά, να διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στις διεργασίες που έρχονται, για να υπάρξει στην χώρα μας ένας σύγχρονος ενιαίος φορέας της κεντροαριστεράς. Με αποφασιστικότητα και συλλογικές διαδικασίες έγινε το πρώτο μεγάλο βήμα τον Σεπτέμβριο του 2015. Με αποφασιστικότητα και συλλογικές διαδικασίες θα γίνουν και τα επόμενα βήματα. Μπορεί να υπάρχουν ανηφόρες εμπόδια και στροφές, αλλά θα καταλήξει σε ένα ισχυρό προοδευτικό φορέα ικανό να ανατρέψει τους πολιτικούς συσχετισμούς.

Είμαι απόλυτα προσηλωμένος στην προοπτική ενός μεγάλου προοδευτικού σοσιαλδημοκρατικού φορέα. Με ξεκάθαρο πολιτικό στίγμα.  Με ενότητα και ανανέωση. Με πράξεις και όχι με λόγια.

Μόνο έτσι θα πετύχουμε.”