δραγασάκης-στόχος-η-έξοδος-χωρίς-προλ-158860
ΠΟΛΙΤΙΚΗ | 26.11.2017 | 19:55

Δραγασάκης: Στόχος η έξοδος χωρίς προληπτική πιστωτική γραμμή

Εργαζόμαστε μεθοδικά για τον τερματισμό των μνημονίων χωρίς νέα προαπαιτούμενα, χωρίς ειδική επιτροπεία ή προληπτική πιστωτική γραμμή, δηλώνει ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και κορυφαίο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ Γιάννης Δραγασάκης, σε συνέντευξή του.

«Άλλωστε, έχουμε συμφωνήσει με τους δανειστές να βγούμε στις αγορές έχοντας δημιουργήσει επαρκή κεφαλαιακά αποθέματα αντί της προληπτικής πιστωτικής γραμμής. Τα αποθέματα αυτά θα τα δημιουργήσουμε με την εκταμίευση αυξημένων δόσεων από τον ESM, καθώς και με δοκιμαστικές εκδόσεις ομολόγων την άνοιξη του 2018», προσθέτει ο δεύτερος τη τάξει αξιωματούχος στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.

Κατηγορεί δε όσους στην αντιπολίτευση «ζητούν επίμονα πιστοληπτική γραμμή» ότι δεν προσφέρουν και καλή υπηρεσία στη χώρα.

«Το θέμα δεν είναι να βγούμε όπως-όπως από αυτή την κρίση, αλλά να αποτρέψουμε την επανάληψή της στο μέλλον», αναφέρει ο Γιάννης Δραγασάκης, ο οποίος, σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις στη Γερμανία, τονίζει ότι «εμείς πρέπει να τρέξουμε ακόμη πιο γρήγορα με βάση το σχέδιό μας. Δεν μας συμφέρει ούτε η στάση αναμονής ούτε η αναβλητικότητα».

Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης εμφανίζεται αισιόδοξος και για τις προοπτικές του τραπεζικού συστήματος, λέγοντας ότι «ουδείς αμφισβητεί την κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζών, η οποία υπερβαίνει κατά πολύ τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Μάλιστα, επιτρέπει την απορρόφηση του κόστους που θα επιφέρει η αυστηροποίηση των κανόνων σχετικά με τη διαχείριση κινδύνων που τίθενται σε εφαρμογή για όλες τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Ως προς τα stress tests που θα γίνουν, δεδομένου ότι η προηγούμενη ανακεφαλαιοποίηση έγινε υπό πολύ αυστηρές παραδοχές, οι οποίες δεν επιβεβαιώθηκαν, αναμένουμε ότι και τα νέα tests θα επιβεβαιώσουν την κεφαλαιακή ισχύ των τραπεζών».

Για τη δε εκλογή της Φώφης Γεννηματά στην ηγεσία του νέου φορέα της Κεντροαριστεράς, ο κ. Δραγασάκης υπογραμμίζει ότι «η κυρία Γεννηματά, η οποία αναδείχθηκε σε αδιαφιλονίκητη ηγέτη του κόμματός της, είναι αντιμέτωπη λοιπόν με διλήμματα.

»Το “ούτε ούτε” σε συνθήκες κοινωνικής πόλωσης δεν είναι λύση. Κάποτε κι εμείς στον Συνασπισμό είχαμε αυτή τη γραμμή, κινδυνεύοντας να μείνουμε εκτός Βουλής. Η κυρία Γεννηματά καταγγέλλει τις ανισότητες και υποστηρίζει το κοινωνικό κράτος. Αυτό όμως δεν υπηρετείται με τη λογική των “ίσων αποστάσεων”. Είτε τους κοινωνικούς στόχους που επαγγέλλεται θα εγκαταλείψει είτε θα κοιτάξει προς τα αριστερά. Και προσωπικά πιστεύω πως αυτό αντιστοιχεί στις ανάγκες του κόσμου που η κυρία Γεννηματά δηλώνει ότι θα ήθελε να εκπροσωπεί».

Αναλυτικότερα, ολόκληρη η συνέντευξη του αντιπροέδρου της κυβέρνησης :

1.Τι επιπτώσεις εκτιμάτε ότι μπορεί να έχει στην αξιολόγηση και, κυρίως, στη διαπραγμάτευση για τη μεταμνημονιακή εποχή και την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους η πολιτική κρίση στη Γερμανία; Σας ανησυχούν οι εξελίξεις κ. Αντιπρόεδρε;

Παρακολουθούμε με ενδιαφέρον τις εξελίξεις. Όμως ό,τι και αν γίνει στη Γερμανία, εμείς πρέπει να τρέξουμε ακόμη πιο γρήγορα με βάση το σχέδιό μας. Δεν μας συμφέρει ούτε η στάση αναμονής ούτε η αναβλητικότητα. Θα προσέθετα δε, ότι το ίδιο ισχύει και συνολικά για τα ευρωπαϊκά πράγματα. Είναι μια ευκαιρία για τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα να δείξουν, στην πράξη, ότι η λειτουργία τους δεν επηρεάζεται από τις εξελίξεις στη Γερμανία, και ότι οι συμφωνημένοι σχεδιασμοί δεν αναστέλλονται αλλά προχωρούν κανονικά.

  1. Τυχόν έξοδος από τα Μνημόνια εκτιμάτε ότι θα είναι «καθαρή»; Ή μήπως Θα απαιτηθεί προληπτική πιστωτική γραμμή, πιθανόν και ένα light πρόγραμμα;

Εργαζόμαστε μεθοδικά για τον τερματισμό των μνημονίων χωρίς  νέα προαπαιτούμενα, χωρίς ειδική επιτροπεία ή προληπτική πιστωτική γραμμή. Άλλωστε, έχουμε συμφωνήσει με τους δανειστές να βγούμε στις αγορές έχοντας δημιουργήσει επαρκή κεφαλαιακά αποθέματα αντί της προληπτικής πιστωτικής γραμμής. Τα αποθέματα αυτά θα τα δημιουργήσουμε με την εκταμίευση αυξημένων δόσεων από τον  ESM, καθώς και με δοκιμαστικές εκδόσεις ομολόγων την άνοιξη του 2018. Από τη στιγμή που και οι δανειστές συμφωνούν με αυτόν το σχεδιασμό και το συγκεκριμένο «οδικό χάρτη», θεωρώ ότι ορισμένοι από την αντιπολίτευση, που οι ίδιοι ζητούν επίμονα πιστοληπτική γραμμή, όχι μόνο δεν επιδεικνύουν σωφροσύνη αλλά δεν προσφέρουν και καλή υπηρεσία στη χώρα.

  1. Με το ελληνικό χρέος τι πρέπει να γίνει κ. Δραγασάκη; Είναι, όντως, λύση το λεγόμενο «γαλλικό κλειδί»;

Αν εννοείτε τη «ρήτρα ανάπτυξης», αυτή πράγματι μπορεί να αποτελέσει μέρος της λύσης αφού προσδιοριστεί και συγκεκριμενοποιηθεί κατάλληλα. Συνολικά όμως, εμείς επιμένουμε στη θέση ότι το κοινό νόμισμα δεν μπορεί να υπάρξει μακροπρόθεσμα χωρίς ένα σύστημα αμοιβαιοποίησης των κίνδυνων, όπως ασφαλώς και των ωφελειών. Άρα επιμένουμε σε μια πανευρωπαϊκή λύση τόσο για το πρόβλημα του χρέους όσο και για την εγγύηση των καταθέσεων και θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για αυτήν.

Στο μεταξύ, άμεσος στόχος μας είναι να επιτύχουμε μια ρύθμιση που θα μας φέρνει λίγο πολύ στην ίδια θέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες που έχουν υψηλό δημόσιο χρέος, ώστε μαζί να διεκδικήσουμε κοινές ευρωπαϊκές λύσεις.

  1. Επαναδιαπραγμάτευση των πλεονασμάτων χρειάζεται κ. Αντιπρόεδρε; Και το ρωτώ επειδή το θέτουν στο τραπέζι όχι μόνο η αντιπολίτευση, αλλά και κορυφαία σας στελέχη, όπως οι Π. Σκουρλέτης και Ν. Φίλης…

Όπως είναι γνωστό, η ελληνική κυβέρνηση αρχικά πρότεινε πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 1,5%. Στη συνέχεια με δεδομένη τη συμπαγή άρνηση των δανειστών προτείναμε 2,5% συν 1% το οποίο όμως θα έπρεπε να διατεθεί για αναπτυξιακούς σκοπούς. Δυστυχώς οι δανειστές επέμειναν στο 3,5% για 10 χρόνια. Η διαπραγμάτευση έκλεισε στο 3,5% για 5 χρόνια.

Ο στόχος είναι δύσκολος αλλά είναι μέρος της συμφωνίας που μας βγάζει από τα μνημόνια και τη σκληρή επιτροπεία. Συνεπώς, οι όποιες εναλλακτικές ιδέες και προβληματισμοί είναι θεμιτό και χρήσιμο να συζητούνται, όμως κατά την άποψη μου αφορούν την επόμενη μεταμνημονιακή φάση και τις συνθήκες που έως τότε θα έχουν διαμορφωθεί.

  1. Με τις τράπεζες τι γίνεται κ. Αντιπρόεδρε; Υπάρχει όντως θέμα ανακεφαλαιοποίησης, όπως αφήνουν να εννοηθεί ορισμένοι;

Ουδείς αμφισβητεί την κεφαλαιακή  επάρκεια των ελληνικών τραπεζών, η οποία υπερβαίνει κατά πολύ τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Μάλιστα, επιτρέπει την απορρόφηση του κόστους που θα επιφέρει η αυστηροποίηση των κανόνων σχετικά με τη διαχείριση κινδύνων που τίθενται σε εφαρμογή για όλες τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Ως προς τα stress tests που θα γίνουν, δεδομένου ότι η προηγούμενη ανακεφαλαιοποίηση έγινε υπό πολύ αυστηρές παραδοχές, οι οποίες δεν επιβεβαιώθηκαν, αναμένουμε ότι και τα νέα tests θα επιβεβαιώσουν την κεφαλαιακή ισχύ των τραπεζών.

  1. Τι σηματοδοτεί κατ’ εσάς η εκλογή της Φώφης Γεννηματά στην ηγεσία του νέου φορέα της κεντροαριστεράς; Από τι εκτιμάτε ότι θα εξαρτηθεί η επιτυχία της;

Είτε για νέο φορέα μιλάμε είτε για παλιό, ο χώρος της παραδοσιακής Σοσιαλδημοκρατίας χαρακτηρίζεται σε όλη την Ευρώπη από κρίση ταυτότητας και προσανατολισμού. Η κυρία Γεννηματά, η οποία αναδείχθηκε σε αδιαφιλονίκητη ηγέτη του κόμματός της, είναι αντιμέτωπη λοιπόν με διλήμματα.

Το «ούτε ούτε» σε συνθήκες κοινωνικής πόλωσης δεν είναι λύση. Κάποτε κι εμείς στον Συνασπισμό είχαμε αυτή τη γραμμή, κινδυνεύοντας να μείνουμε εκτός Βουλής. Η κυρία Γεννηματά καταγγέλλει τις ανισότητες και υποστηρίζει το κοινωνικό κράτος. Αυτό όμως δεν υπηρετείται με τη λογική των «ίσων αποστάσεων». Είτε τους κοινωνικούς στόχους που επαγγέλλεται θα εγκαταλείψει είτε θα κοιτάξει προς τα Αριστερά. Και προσωπικά πιστεύω πως αυτό αντιστοιχεί στις ανάγκες του κόσμου που η κυρία Γεννηματά δηλώνει ότι θα ήθελε να εκπροσωπεί.

  1. Το ερώτημα, βεβαίως, είναι καίριο: «Μετά το Μνημόνιο τι;» – ποιες είναι οι σκέψεις σας για τη «μεταμνημονιακή» Ελλάδα, την οικονομία της, την παραγωγική της βάση;

Το τέλος των μνημονίων δεν σημαίνει το τέλος των προβλημάτων, αλλά την επανασύνδεσή μας με τα πιο ουσιώδη από αυτά. Διότι τα μνημόνια δεν υπήρξαν μόνο οδυνηρά από κοινωνική και οικονομική άποψη αλλά υπήρξαν και αποπροσανατολιστικά. Επέβαλαν μια «δημοσιονομική» θεώρηση της κρίσης και μια «μισθολογική» κατανόηση της ανταγωνιστικότητας, ενώ αυτή πρωτίστως αφορούσε το παραγωγικό υπόδειγμα, τη λειτουργία του κράτους, την ποιότητα της επιχειρηματικότητας, τους όρους αναπαραγωγής των σχέσεων εξουσίας και του πολιτικού συστήματος. Τώρα λοιπόν που το τέλος των μνημονίων και της σκληρής επιτήρησης γίνεται ορατό, η πολιτική μας ζωή, οι διαχωριστικές γραμμές και οι συμμαχίες θα αναδιαταχθούν στο έδαφος αυτών των θεμάτων κυρίως.

Όμως, μέτρο των φιλοδοξιών και των στόχων μας δεν πρέπει να είναι μόνο η υπέρβαση του παρελθόντος, αλλά και οι ανάγκες που έρχονται από το μέλλον. Το θέμα δεν είναι να βγούμε όπως-όπως από αυτή την κρίση, αλλά να αποτρέψουμε την επανάληψή της στο μέλλον.

  1. Εθνικός διάλογος για τη «μεταμνημονιακή Ελλάδα» πρέπει να υπάρξει; Κατά τη γνώμη σας πρέπει η κυβέρνηση να καλέσει σε συζήτηση τα άλλα κόμματα και, κυρίως, την αξιωματική αντιπολίτευση;

Το τέλος των μνημονίων σημαίνει αυξημένες ευθύνες για το πολιτικό σύστημα φυσικά και για τη δική μας κυβέρνηση και θα έλεγα πρωτίστως για την Αριστερά.

Οι αναγκαίες αντιπαραθέσεις ανταγωνιστικών  προγραμμάτων και πολιτικών σχεδίων δεν αναιρούν την ανάγκη ευρύτερων συναινέσεων ή κοινής στάσης  σε κρίσιμα ζητήματα που άπτονται της διεθνούς θέσης της Ελλάδας. Η ίδια η έξοδος από τα μνημόνια χωρίς νέα προαπαιτούμενα και ο χαρακτήρας του μεταμνημονιακού καθεστώτος θα εξαρτηθούν και από τη δυνατότητά μας να δείξουμε προς τα έξω ενιαία στάση υπέρ των συμφερόντων της χώρας.

Εκτός αυτών όμως, η κρίση έφερε το τέλος των -ελέω εκλογικού συστήματος- «αυτοδύναμων κυβερνήσεων». Η χώρα κυβερνάται πλέον από κυβερνήσεις συνεργασίας και σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, αυτό θα ισχύει και στο ορατό μέλλον.

Χρειάζεται να διαμορφώσουμε μια δημοκρατική πολιτική κουλτούρα και θεσμούς που να προάγουν συνθέσεις και συναινέσεις με διαφάνεια και στη βάση αρχών και προγραμματικών συγκλίσεων. Χρειάζεται επίσης να θέσουμε σε εφαρμογή αξιόπιστους τρόπους κοινωνικής συμμετοχής και κοινωνικού ελέγχου, ώστε η ανασυγκρότηση της χώρας να γίνει υπόθεση της κοινωνίας. Το θέμα που θέτετε επομένως δεν είναι στιγμιαίο αλλά μια διαρκής ανάγκη. Αφορά μονιμότερα χαρακτηριστικά που πρέπει να αποκτήσει το πολιτικό σύστημα και η άσκηση της πολιτικής στη χώρα μας.

  1. Πρόσφατα είχαμε την τραγωδία στη Μάνδρα. Επίσης δεν έχει περάσει πολύ καιρός από το ατύχημα στο Σαρωνικό. Πως αξιολογείτε τα φαινόμενα αυτά;

Τα γεγονότα αυτά συνδέονται μεταξύ τους. Θα μπορούσα μάλιστα να προσθέσω  και άλλες κατηγορίες προβλημάτων, όπως τα πορίσματα ελέγχων για το ΚΕΕΛΠΝΟ, το ΙΝΕΔΙΒΙΜ, το Ταμείο Aρχαιολογικών Πόρων, την ΑΕΠΙ κ.ά., που οι ίδιοι οι Υπουργοί έστειλαν τους σχετικούς φακέλους στη Δικαιοσύνη.

Όλα αυτά δείχνουν ότι με το τέλος των μνημονίων  η χώρα έχει ανάγκη από μια γενική επιθεώρηση και αξιολόγηση φορέων, πολιτικών, διοικήσεων και υπευθύνων. Σε πολλές περιπτώσεις δεν υπάρχουν συγκροτημένες δημόσιες πολιτικές, πολλοί φορείς δεν διαθέτουν επιχειρησιακά σχέδια, όπως ο νόμος και οι ανάγκες απαιτούν, ενώ ο στρατηγικός σχεδιασμός υπάρχει μόνο στα οργανογράμματα κάποιων υπουργείων. Σε άλλες περιπτώσεις οι όποιες πολιτικές ή επιχειρησιακά σχέδια υπάρχουν δεν αντιστοιχούν στις ανάγκες της εποχής μας ή δεν είναι εναρμονισμένα με τη στρατηγική και τις προτεραιότητες της κυβέρνησης. Τέλος δεν υπάρχει ένα σύστημα αξιολόγησης φορέων, πολιτικών, διαδικασιών.

Πρόκειται για το αποτέλεσμα μιας μακράς περιόδου κατά την οποία στο όνομα ενός ανούσιου «αντικρατισμού» υποτιμήθηκε ο ρόλος του σχεδιασμού, των δημοσίων πολιτικών, των ρυθμιστικών και κανονιστικών πλαισίων. Δημιουργήθηκε έτσι ένα θερμοκήπιο σκανδάλων, ασυδοσίας συμφερόντων και εστιών διαπλοκής και διαφθοράς σε όλη την πυραμίδα του κράτους, με μεγάλο θύμα την κοινωνία και τους ίδιους τους πολίτες, ενίοτε με δραματικά αποτελέσματα, όπως στη Μάνδρα.

Με σαφείς κατευθύνσεις του Πρωθυπουργού προχωράμε στην επεξεργασία ενός συστήματος που θα επιτρέπει την αντικειμενική αξιολόγηση φορέων, πολιτικών και διοικήσεων ώστε να προχωρήσουμε συγκροτημένα στην αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων  ως μέρος του συλλογικού σχεδιασμού της μεταμνημονιακής Ελλάδας.

  1. Όντως υπάρχουν σκιές στις σχέσεις κυβέρνησης και Διοικητή Τραπέζης της Ελλάδος; Τι πρέπει να γίνει για να κλείσει αυτή η «βεντέτα»;

Δεν υπάρχει καμία «βεντέτα». Η Τράπεζα της Ελλάδος αποτελεί μια ανεξάρτητη αλλά όχι ανέλεγκτη αρχή, όπως ισχύει για όλους τους αντίστοιχους θεσμούς.

Και πρέπει να πω ότι ανεξάρτητα από τις όποιες δικαστικές έρευνες και δημοσιογραφικές αντεγκλήσεις, υπάρχει διαρκής και πολυεπίπεδη συνεργασία ανάμεσα στην κυβέρνηση και την Τράπεζα της Ελλάδος.

Και τούτο γιατί η ΤτΕ επιτελεί κρίσιμες για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος λειτουργίες. Τίποτα επομένως δεν πρέπει να θέσει σε αμφισβήτηση την εύρυθμη συνεργασία κυβέρνησης και Τράπεζα της Ελλάδος.