οι-ιστορικές-βίλες-της-βασιλίσσης-όλγ-125302
ΔΗΜΟΙ | 14.02.2016 | 13:53

Οι ιστορικές βίλες της Βασιλίσσης Όλγας στη Θεσσαλονίκη

Διασχίζοντας σήμερα τη λεωφόρο, έναν από τους πλέον κεντρικούς δρόμους της Θεσσαλονίκης, μας είναι δύσκολο να φανταστούμε πως στα μέσα του 19ου αιώνα ονομαζόταν συνοικία των Εξοχών, ή αλλιώς των Πύργων. Η ονομασία «Εξοχές» οφείλεται στην περιορισμένη δόμηση της συνοικίας, την ύπαρξη μεγάλου αριθμού αγροτικών εκτάσεων και τον ημιμόνιμο χαρακτήρα της κατοικίας. Όσον αφορά τους «Πύργους», δεν ήταν παρά μικρής αξίας και έκτασης κτίσματα, που χρησίμευαν ως θερινές κατοικίες καθώς και για τη διαμονή αυτών που ασχολούνταν με την καλλιέργεια των κτημάτων.

Η μετατροπή των Εξοχών από παραθεριστική περιοχή σε τόπο μόνιμης εγκατάστασης έγινε σταδιακά στα τέλη του 19ου αιώνα. Οι κατεδαφίσεις των παραθαλάσσιων και των νοτιοανατολικών τειχών ευνόησαν την επέκταση της πόλης εκτός του παραδοσιακού της πυρήνα. Η πυρκαγιά του 1890 αλλά και η συγκοινωνιακή σύνδεση της περιοχής των Εξοχών ήταν επίσης δύο από τους κυριότερους παράγοντες που οδήγησαν τους κατοίκους του κέντρου στο να αναζητήσουν νέα στέγη στη Χαμηδιέ, όπως ήταν η επίσημη ονομασία της συνοικίας στα ανατολικά. Το μεγαλύτερο ποσοστό των κατοίκων αποτελούνταν από Έλληνες, Εβραίους, Τούρκους και Βούλγαρους. Η έλλειψη εθνικών ή θρησκευτικών διαχωρισμών χαρακτηρίζει την περιοχή, σε αντίθεση με το ιστορικό κέντρο που οι συνοικίες ήταν οριοθετημένες. Οι αρχιτέκτονες που επιστρατεύτηκαν ήταν Έλληνες και ξένοι, ενώ τις περισσότερες από τις επαύλεις τις έχει σχεδιάσει ο  Ξενοφώντας Παιονίδης, με τον εκλεκτικισμό να κυριαρχεί ως αρχιτεκτονικό ρεύμα την ίδια περίοδο στη Θεσσαλονίκη.

Συγκρίνοντας τις βίλες μεταξύ τους παρατηρούμε και τα διαφορετικά χαρακτηριστικά τους, που πολλές φορές συμβολίζουν την εθνικότητα και τη θρησκεία των ιδιοκτητών τους, προσαρμοσμένες όμως στον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής και με ανέσεις που δεν μπορούσαν να προσφέρουν οι παλιές κατοικίες του κέντρου. Οι κάτοικοι των Εξοχών, ιδιαίτερα όσοι εγκαταστάθηκαν κατά μήκος της κεντρικής λεωφόρου, ανήκαν κατά κύριο λόγο σε υψηλά κοινωνικά στρώματα, διέθεταν οικονομική άνεση και κατείχαν σημαντικά αξιώματα. Αυτές οι οικογένειες μοιράζονταν μεταξύ τους έναν κοινό τρόπο ζωής και αποτελούσαν κατά κάποιο τρόπο μία «κοινότητα», απαλλαγμένη από εθνοθρησκευτικά χαρακτηριστικά. Η ένταξη σε αυτήν την κοινότητα βασιζόταν σε κριτήρια καθαρά κοινωνικού ή οικονομικού χαρακτήρα.

Οι ποικίλες πληθυσμιακές ανακατατάξεις -συνέπεια της ανταλλαγής πληθυσμών και της εσωτερικής μετανάστευσης, η οικονομική κρίση του 1930, αλλά και το Ολοκαύτωμα, συνέβαλαν στην αλλοίωση της σύνθεσης των κατοίκων και στη συνοικία των Εξοχών. Ωστόσο η περιοχή παρέμεινε ταυτισμένη με την πολυτέλεια, ακόμα και μέχρι τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια. Ήδη όμως από τη δεκαετία του ’50 οι επαύλεις άρχισαν να κατεδαφίζονται η μία μετά την άλλη και να παραδίδονται στη μόδα της αντιπαροχής. Παράλληλα, όλη η πλευρά προς τη θάλασσα επηρεάστηκε από την μεγαλύτερη πολεοδομική επέμβαση που έγινε στον χώρο της πόλης, με την κατασκευή της νέας παραλίας. Οι εναπομείνασες βίλες χωρίζονται πλέον σε δύο κατηγορίες: Σε αυτές που έχουν αξιοποιηθεί, διατηρηθεί και ενταχθεί στο σύγχρονο αστικό τοπίο, και σε αυτές που στέκουν εγκαταλελειμμένες, ως θλιβερές υπενθυμίσεις μίας ξεχασμένης κατά τ’άλλα εποχής.

AdTech Ad

Οι βίλες που αντέχουν στο τεστ του χρόνου

Κάνοντας μία νοερή περιήγηση προς τα ανατολικά, η πρώτη βίλα που συναντάμε είναι η κατοικία τουΙωσήφ Μοδιάνο. Μόλις πριν έναν μήνα ολοκληρώθηκαν οι εργασίες αποκατάστασής της, καθώς από τους σεισμούς του 1978 και έπειτα το κτίριο είχε μείνει ακατοίκητο. Ήδη από το 1960 είχε παραχωρηθεί κατά χρήση στο Υπουργείο Παιδείας, ως παράρτημα του Α’ Γυμνασίου. Στο ίδιο οικόπεδο, στη Βασιλίσσης Όλγας 3-5, βρίσκεται και η βίλα Θόδωρου Χατζημήσεφ, που φιλοξενεί και τις κεντρικές εγκαταστάσεις του σχολείου. Στο νούμερο 18 αντικρίζουμε τη βίλα Λεβή Μοδιάνο που κατοικούταν μέχρι το 1990 και πλέον έχει νοικιαστεί και ανακαινιστεί από τράπεζα.

Λίγο παρακάτω, στον αριθμό 32 συναντάμε τη βίλα Χαφίζ Μπέη, που από το 1948 βρίσκεται στην κατοχή της Σχολής Τυφλών, ενώ στο 38, στο πρώην Ορφανοτροφείο Μέλισσα, στεγάζεται το Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών. Το ορφανοτροφείο, που φιλοξένησε και παιδιά της μικρασιατικής καταστροφής, λειτουργούσε στη Βασιλίσσης Όλγας μέχρι τον σεισμό του 1978, οι ζημιές όμως που προκλήθηκαν έκριναν τη μεταφορά του απαραίτητη. Η αποκατάσταση του κτιρίου πραγματοποιήθηκε το 1998.

Στον αριθμό 68 ξεχωρίζει η βίλα Μοδιάνο, γνωστή και ως «Παλαιό Κυβερνείο», όπου στεγάζεται από το 1970 το Λαογραφικό και Εθνολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Ως κατοικία των Μοδιάνο, το κτίριο χρησιμοποιήθηκε ελάχιστα. Το 1913, αμέσως μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, αγοράστηκε από το ελληνικό Δημόσιο και παραχωρήθηκε στη βασιλική οικογένεια. Κατόπιν δόθηκε στον Γενικό Διοικητή Μακεδονίας, για να ξαναγίνει ανάκτορο για τον Γεώργιο Β’. Το 1947 εγκαταστάθηκε στο κτίριο η  Στρατιωτική Ιατρική Σχολή και στις αρχές του 1960 η Ιερατική Σχολή με λειτουργία Δημοτικού Σχολείου. Στα μέσα της ίδιας δεκαετίας το κτήριο παραχωρήθηκε για να χρησιμοποιηθεί ως κατοικία του Υπουργού Βορείου Ελλάδος.

Στον αριθμό 105 συναντάμε την πανέμορφη βίλα Αχμέτ Καπαντζή, γνωστή και ως κτίριο του ΝΑΤΟ, που έχει περάσει στην ιδιοκτησία του Ιβάν Σαββίδη, ενώ στον αριθμό 108 στη βίλα Καπαντζή, στεγάζεται το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης Θεσσαλονίκης. Το κτίριο στο παρελθόν χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία του πρίγκιπα Νικολάου, ενώ το 1916 εκεί είχε φιλοξενηθεί και ο Ε. Βενιζέλος.

Η Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκη στεγαζόταν στη διώροφη βίλα Μορντώχ,  που πλέον φιλοξενεί τον Οργανισμό Ρυθμιστικού Σχεδίου και Προστασίας Περιβάλλοντος, ενώ η Πινακοθήκη έχει μεταφερθεί στην Casa Bianca, ή αλλιώς βίλλα Φερνάντεζ, ένα κτίριο στενά συνδεδεμένο με μία ερωτική ιστορία που είχε συγκλονίσει την πόλη. Πρωταγωνιστές ήταν η κόρη του εβραίου επιχειρηματία Ντίνο Φερνάντεζ, η Αλίν, και ένας αξιωματικός του ελληνικού στρατού, ο Σπύρος Αλιμπέρτης. Οι δύο νεαροί που γνωρίστηκαν στα χρόνια της Απελευθέρωσης ερωτεύτηκαν, και κόντρα στα ήθη της εποχής που απαγόρευαν γάμο μεταξύ Εβραίων και χριστιανών, αποφάσισαν να απαχθούν και να παντρευτούν. Η Αλίν αλλαξοπίστησε και έγινε χριστιανή, ο πατέρας της την αποκλήρωσε, και τα σαλόνια και οι εφημερίδες της εποχής βούιζαν από το πρωτοφανές σκάνδαλο. Πριν λίγα χρόνια ήρθε στο φως της δημοσιότητας η αλληλογραφία της Αλίν, αλλά και του Αλιμπέρτη προς τον αρχιτέκτονα, ζωγράφο και διανοητή Δημήτρη Πικιώνη. Στις επιστολές αυτές παρουσιάζεται το σχέδιο της φυγής τους που τελικά είχε αίσιο τέλος, καθώς οι σχέσεις τους με την οικογένεια Φερνάντεζ αποκαταστάθηκαν και το ζευγάρι έμεινε μαζί μέχρι τον θάνατο.

Στον αριθμό 131 και στην ιδιοκτησία της οικογένειας Σάγια βρίσκεται η πρώην βίλα Χατζηλαζάρου. Χτισμένη σε σχέδια του Ξεν. Παιονίδη, αναφέρθηκε στον Τύπο της εποχής ως προξενείο της Αμερικής, ενώ φιλοξενήθηκαν σε αυτήν μέλη της βασιλικής οικογένειας. Παρά τις επεμβάσεις που έχουν γίνει στο εσωτερικό του, το κτίριο διατηρεί ανέπαφο τον αρχικό του διάκοσμο. Καταλήγοντας στο Ντεπώ συναντάμε τη τριώροφη νεοκλασική βίλα Αλλατίνι. Το 1926 είχε στεγάσει για ένα έτος τη Φιλοσοφική Σχολή, μοναδικό τμήμα του νεοσύστατου τότε Πανεπιστήμιου της Θεσσαλονίκης, ενώ από το 1979 στο κτίριο έδρευε η Νομαρχία Θεσσαλονίκης. Πλέον αποτελεί την έδρα της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.

Εικόνες εγκατάλειψης

Σε αντίθεση με τα παραπάνω κτίρια που αξιοποιούνται και εντάσσονται ομαλά στην καθημερινότητα της πόλης, υπάρχουν και οι επαύλεις που με το πέρασμα του χρόνου έμειναν παρατημένες. Η βίλα Τζεμποργά, ή αλλιώς Σαλέμ, βρίσκεται στο νούμερο 20 της οδού Βασιλίσσης Όλγας και στο παρελθόν στέγαζε το Ιταλικό Προξενείο. Το 1998 εμφανίστηκε στην ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου “Μια αιωνιότητα και μια μέρα”, ενώ το 2013 κατά κάποιο τρόπο πρωταγωνίστησε και στη δημοφιλή σειρά American Horror Story, όχι όμως με απόφαση των υπευθύνων της σειράς, αλλά με πρωτοβουλία των τηλεθεατών της. Καθώς περίμεναν το πόστερ που θα σηματοδοτούσε την έναρξη της νέας σεζόν οι φανατικοί της σειράς επιδόθηκαν σε ένα διαδικτυακό fan artwork. Προφανώς κάποιοι Έλληνες εντόπισαν τη φωτογραφία της Αλεξάνδρας Κωνσταντινούδη και χωρίς να την ενημερώσουν τη μετέτρεψαν σε αφίσα, χωρίς να μπορούν να φανταστούν πως θα έφτανε μέχρι και σε ξένα ειδησεογραφικά sites που την παρουσίασαν, λανθασμένα, ως επίσημη εκδοχή. Δυστυχώς δεν έγινε καμία αναφορά στην πραγματική ταυτότητα της βίλας, που θα μπορούσε να αξιοποιήσει λίγη από τη διασημότητα που της αναλογούσε.

Εικόνα πλήρους εγκατάλειψης παρουσιάζει και ο Πύργος της Ευτυχίας μου (Chateau mon Bonheur), ή αλλιώς οι Κόκκινοι Πύργοι που συναντάμε στον αριθμό 110. Η χρυσή επιγραφή “Chateau mon Bonheur” στην είσοδο λέγεται πως αναφέρεται στη σύζυγο ενός από τους αρχικούς ιδιοκτήτες, του Ιωαννίδη – Τσακιρντέκη, με το όνομα Ευτυχία. Σήμερα ανήκει στο Ιωαννίδειο Ίδρυμα και σε διάφορους άλλους ιδιώτες. Στέγασε κατά καιρούς το οικοτροφείο της σχολής Α. Σχινά, προσφυγικές οικογένειες και μία βάση προσκόπων. Με εμφανή την καθαίρεση του τελευταίου τμήματος του πυργίσκου από το διώροφο τμήμα του, το κτίριο κηρύχθηκε το 1984 διατηρητέο μνημείο, έκτοτε όμως βρίσκεται όμως σε πλήρη εγκατάλειψη και αχρηστία.

Ταραγμένη είναι και η ιστορία της βίλας Χιρς, ή αλλιώς βίλα Μπένι Φερνάντεζ, που βρίσκεται στο 144 της Λεωφόρου. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής στεγάστηκε εκεί η Γκεστάπο.  Κατ’ επέκταση το κτίριο έχει συνδεθεί με τις συλλήψεις των αντιστασιακών καθώς και με τα απάνθρωπα βασανιστήρια στα οποία υποβλήθηκαν. Την περίοδο του Εμφύλιου πολέμου στο κτίριο στεγάστηκε το Α’ Αστυνομικό Τμήμα της Ανατολικής Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια, μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980, λειτουργούσε τα Χριστούγεννα ως κατάστημα παιχνιδιών και χριστουγεννιάτικων στολιδιών. Το εγκαταλελειμμένο κτίριο πλέον είναι στα όρια της κατάρρευσης, ενώ ο αστικός μύθος κάνει λόγο για τις κραυγές των αντιστασιακών που ακούγονται τις νύχτες από το υπόγειό του κτηρίου.

Τα πολυτελή μέγαρα και οι εντυπωσιακοί κήποι που βρέχονταν από τη θάλασσα ανήκουν σε μία άλλη εποχή, σε μία άλλη Θεσσαλονίκη πολύ διαφορετική από τη σημερινή. Πέρα όμως από τις ζωντανές διηγήσεις, τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες και τις ξεχασμένες αναμνήσεις, οι βίλες αποτελούν τόσο αρχιτεκτονικά σύμβολα, όσο και αναπόσπαστο κομμάτι της ζωντανής ιστορίας της πόλης. Μιας πόλης, η οποία με τη σειρά οφείλει σε κάθε επίπεδο να αναδείξει το παρελθόν και τη μοναδικότητά τους.

Πηγή: news247.gr