εργασιακά-τι-άφησε-πίσω-του-το-2016-τι-έρχε-69810
ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ | 01.01.2017 | 08:35

Εργασιακά: Τι άφησε πίσω του το 2016 -Τι έρχεται το 2017

«Το 2017, παλεύουμε, να είναι έτος ορόσημο για τους εργαζόμενους στη χώρα μας, με την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων εργασίας», σημείωσε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμα του.

Τα εργασιακά το 2017 μπορεί να αποβούν σε ένα από τα κρισιμότερα πεδία για την κυβέρνηση αλλά και για την ολοκλήρωση της περιβόητης 2ης αξιολόγησης με τους δανειστές. Δεν αποκλείεται να γίνουν ακόμα και πεδίο που σε συνδυασμό με την επιμονή των δανειστών για νέα μέτρα στο ασφαλιστικό, θα οδηγήσει σε πολιτικές εξελίξεις, χωρίς κανένας να μπορεί να αποκλείσει ακόμα και πρόωρες κάλπες.

Αυτό γιατί οι αλλαγές που ζητούν οι Θεσμοί στις εργασιακές σχέσεις στην Ελλάδα, έρχονται σε αντίθεση με τις επιδιώξεις και τις προτάσεις της κυβέρνησης.

«Οι δανειστές ζητά αίμα», είναι μια της κλασικότερες εκφράσεις που χρησιμοποιούν κυβερνητικά στελέχη για να περιγράψουν τις απαιτήσεις των εκπροσώπων των ξένων πιστωτών για τις αλλαγές στο εργασιακό πεδίο. Η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου, θα κληθεί από τα μέσα Ιανουαρίου να παρουσιάσει τις τελικές προτάσεις της κυβέρνησης και να ξεκινήσει τη διαπραγμάτευση με τους θεσμούς.

Η κυβέρνηση έχει ήδη από τον Νοέμβριο του 2016 δείξει τη θέληση να υπαναχωρήσει πίσω  από κάποιες «κόκκινες γραμμές» της και δέχεται ορισμένες από τις μεταρρυθμίσεις που ζητούν οι δανειστές. Ωστόσο θέτει σαν τελευταία «γραμμή άμυνας» τη διασφάλιση των συλλογικών συμβάσεων, με τελικό στόχο όπως είπε μόλις χτες ο πρωθυπουργός τη καθολική επαναφορά τους.

Το 2016 άφησε πίσω του ένα δύσκολο εργασιακό τοπίο

Ποια είναι όμως σήμερα η πραγματικότητα στην ελληνική αγορά εργασίας; Τι έχει συμβεί το τελευταίο διάστημα; Τι καταγραφούν οι αριθμοί μέσα στο 2016; Ποιες αλλαγές έχουν συντελεστεί στην ζωή εκατομμυρίων εργαζομένων της χώρας; Τα επίσημα στοιχεία, όπως τα παρουσίασε πρόσφατα η ΓΣΕΕ ενώπιον της «Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κοινωνικών Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης», είναι συγκλονιστικά. Συγκεκριμένα στην Ελλάδα του 2016:

— Από τις 200 κλαδικές συμβάσεις που υπήρχαν πριν από το 2010, σήμερα διατηρούνται μόλις 16!

— Συνολικά 343.760 εργαζόμενοι λαμβάνουν μηνιαίους μισθούς από 100 έως και 400 ευρώ μεικτά.

— 500.000 ιδιωτικοί υπάλληλοι με σχέσεις μερικής απασχόλησης έχουν καθαρές μηνιαίες αποδοχές κάτω και από το επίδομα ανεργίας των 360 ευρώ.

— 126.956 εργαζόμενοι αμείβονται με μεικτό μηνιαίο μισθό έως 100 ευρώ.

— Ο ονομαστικός ακαθάριστος ελάχιστος μισθός μειώθηκε το 2016 σε σχέση με το 2008, από 794 σε 684 ευρώ, σε ποσοστό της τάξης του 14%.

— Η ανασφάλιστη εργασία ανέρχεται στα συγκλονιστικά επίπεδα του 30%. Με τα ανεπίσημα στοιχεία να κάνουν λόγο ακόμα και για 40%.

— Πάνω από 1 εκατομμύριο εργαζόμενοι παραμένουν απλήρωτοι για μεγάλα χρονικά διαστήματα.

— Πάνω από μια στις δύο νέες προσλήψεις αφορά μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση, ενώ τον Σεπτέμβριο του 2016 η αντιστοιχία έφτασε στο 60%, αφού 6 στις 10 προσλήψεις αφορούσαν αποκλειστικά ευέλικτες μορφές απασχόλησης.

— Μόλις το 14% των ανέργων – που αγγίζουν το ένα εκατομμύριο – λαμβάνουν επίδομα ανεργίας, ενώ η ανεργία παραμένει σε υψηλά επίπεδα σταθερά πάνω από 22%.

Ξεκινά η μάχη του 2017

Μπροστά σε αυτή την τραγική πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί για εκατομμύρια εργαζομένους, η κυβέρνηση, όπως προανήγγειλε και ο πρωθυπουργός διεκδικεί την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων προκειμένου να παρουσιάσει μια νέα κοινωνική παρέμβαση μετά τη χορήγηση του επιδόματος στους συνταξιούχος και το πάγωμα της αύξησης του ΦΠΑ στα νησιά.

Ωστόσο τα πράγματα δεν θα είναι τόσο εύκολα. Ειδικά μετά το τελεσίγραφο Σόιμπλε και Βρυξελλών ότι δεν πρόκειται να δεχτούν άλλες μονομερείς ενέργειες. Οι δανειστές σε κοινό μέτωπο με τον ΣΕΒ, ζητούν «εύκολες» απολύσεις και μεγαλύτερη ευελιξία στις μορφές απασχόλησης με παράλληλη μείωση μισθών.

Απέναντι σε αυτό το αντεργατικό και ασφυκτικό πλαίσιο η κυβέρνηση παρουσιάζει το δικό της εναλλακτικό σχέδιο. Συγκεκριμένα σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, στο νέο γύρο των διαπραγματεύσεων, θα κινηθεί ως εξής:

— Στο αίτημα των δανειστών για αύξηση των ομαδικών απολύσεων από το 5% στο 10% των εργαζομένων κάθε μήνα, το υπουργείο Εργασίας θα αντιπροτείνει να δίνεται η δυνατότητα στις επιχειρήσεις να εφαρμόζουν μειωμένο ωραρίου στους εργαζομένους αντί να προχωρούν σε απολύσεις.

Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι η επιχείρηση που αντιμετωπίζει πρόβλημα «βιωσιμότητας» θα μπορεί να μειώνει το ωράριο των εργαζομένων της, ακόμη και να το μηδενίζει κατά μέρα, εβδομάδα ή ακόμα και μήνα, με τους εργαζομένους να μπορούν να λαμβάνουν αποζημίωση – επίδομα ανεργίας για τις χαμένες ώρες από το κράτος (π.χ. ΟΑΕΔ ή το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης).

Μάλιστα το υπουργείο Εργασίας, φαίνεται να έχει προετοιμάσει σχέδιο, ώστε να εξετάζεται τη δυνατότητα μερικής επιδότησης του μειωμένου ωραρίου σε περίπτωση που υπάρχει η σύμφωνη γνώμη του συνδικάτου της επιχείρησης. Η επιτροπή σοφών στο πόρισμά της για τα εργασιακά, είχε προτείνει εμμέσως πλην σαφώς, αντί για ομαδικές απολύσεις, να θεσπιστεί εργασία μειωμένου ωραρίου.

Ωστόσο η κυβέρνηση έχει πλέον να αντιμετωπίσει την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου σε σχέση με τις ομαδικές απολύσεις στην τσιμεντοβιομηχανία ΑΓΕΤ, η οποία βάσει του σκεπτικού της, πιθανά να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου για ανατροπές στο υπάρχον θεσμικό πλαίσιο που διέπει τις ομαδικές απολύσεις στην Ελλάδα.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, κρίνει ότι το ισχύον ελληνικό πλαίσιο που διέπει τις ομαδικές απολύσεις δεν αντιτίθεται στο κοινοτικό δίκαιο, με τον όρο ότι η εφαρμογή όσων προβλέπονται στο ελληνικό θεσμικό πλαίσιο δεν εμποδίζει την πραγματοποίησή τους.

Υπενθυμίζεται ότι το σημερινό πλαίσιο προβλέπει την κρατική προέγκριση ομαδικών απολύσεων σε μια επιχείρηση πριν αυτές πραγματοποιηθούν.

Συνεπώς, η σημερινή απόφαση δεν κρίνει ότι αυτό το πλαίσιο αντίκειται στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο, με την προϋπόθεση ότι το εν λόγω πλαίσιο δεν βάζει εμπόδιο στο να προχωρούν οι ομαδικές απολύσεις όπως αυτές αποφασίζονται μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών.

— Στην επιμονή των θεσμών και ειδικότερα του ΔΝΤ για μείωση του κατώτατου μισθού, η κυβέρνηση θα αντιπροτείνει να δοθεί η δυνατότητα στη ΓΣΕΕ και στους κοινωνικούς εταίρους να καθορίζουν τον κατώτατο μισθό, μέσα από διαπραγματεύσεις και το κράτος να μην έχει την ευθύνη του καθορισμού του με νόμο.

Όμως οι δανειστές επιμένουν ότι ο καθορισμός του κατώτατου μισθού πρέπει να παραμείνει στη δικαιοδοσία του κράτους και μάλιστα με σημαντικές μειώσεις. Επιπλέον απαιτούν να καταργηθούν οι προσαυξήσεις λόγω εμπειρίας (ωριμάνσεις- τριετίες). Οι δανειστές επιθυμούν να επικρατήσει ευελιξία στους μισθούς των επιχειρήσεων (wage flexibility). Οι επιχειρήσεις δηλαδή να καθορίζουν το μισθούς βάσει των οικονομικών αντοχών και των αναγκών τους. Αν επικρατήσουν οι δανειστές, οι δεσμεύσεις του πρωθυπουργού για επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων θα πάνε περίπατο.

Πάντως σε μια ύστατη προσπάθεια να υπάρξει συνεννόηση με τους δανειστές, η κυβέρνηση πιθανά να προτείνει την εφαρμογή μικτού συστήματος για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού, το οποίο προκρίνεται και από μέλη της επιτροπής για τα εργασιακά, ως εναλλακτική διέξοδος στη νομοθετημένη πρόβλεψη να καθορίζει το βασικό μισθό το κράτος.

Το σύστημα αυτό μοιάζει με το βρετανικό μοντέλο που καθορίζει ένα εύρος εξέλιξης του κατώτατου μισθού, προς τα πάνω ή και προς τα κάτω, εντός του οποίου θα μπορούν να διαπραγματεύονται εργοδότες και εργαζόμενοι μέσα από τις οργανώσεις τους.

Το εύρος, για παράδειγμα, των διαπραγματεύσεων για τον κατώτατο μισθό μπορεί να είναι είτε μέχρι 2%, 3% αύξηση είτε και μέχρι 2%, 3% μείωση ανάλογα με συνθήκες οικονομίας. Η επιτροπή, για παράδειγμα, θα μπορεί να κρίνει ότι ο μισθός των 586 ευρώ δεν θα μπορεί να μειωθεί κάτω από τα 560 ευρώ, όπως και ότι δεν θα μπορεί να αυξηθεί πάνω από τα 600 ευρώ.

— Επικράτηση των επιχειρησιακών συμβάσεων έναντι των κλαδικών. Οι θεσμοί επιμένουν στην υπερίσχυση των επιχειρησιακών συμβάσεων έναντι των κλαδικών και στην άμεσα να καταργηθούν οι προσαυξήσεις λόγω εμπειρίας (ωριμάνσεις- τριετίες), όπου προβλέπονται σε όλες τις κλαδικές συμβάσεις.

Στο συγκεκριμένο θέμα το υπουργείο εργασίας, φαίνεται διατεθειμένο να υποχωρήσει και να προτείνει μια ενδιάμεση λύση, η οποία όμως ουσιαστικά θα οδηγήσει στην κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων.

Όμως αναφέρουν πηγές του υπουργείου, η κ. Αχτσιόγλου, θα προτείνει: Να υπάρξει από την πλευρά της κυβέρνησης πλήρη καταγραφή του αριθμού των επιχειρήσεων που εκπροσωπούν οι εργοδότες αλλά και των σωματείων των εργαζομένων που συμμετέχουν στις εκάστοτε διαπραγματεύσεις για την υπογραφή των συλλογικών συμβάσεων και να καταρτιστεί ένα «Μητρώων εργαζομένων και εργοδοτών».

Βάσει αυτή της ενέργειας θα μπορεί να διαπιστώνεται αν για την υπογραφή μίας κλαδική σύμβαση εργασίας, θα υπάρχει το απαραίτητο 50% + 1, σωματείο και επιχειρήσεων ώστε να ισχύει η κλαδική σύμβαση. Η συγκεκριμένη πρόταση πάντως, όπως αναφέρουν εκπρόσωποι συνδικαλιστικών οργανώσεων, μπορεί να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου και μια σειρά επιχειρήσεις να αποσυρθούν από τις κλαδικές ενώσεις τους και να έτσι να μην να υπάρξει διαπραγμάτευση.

Η ισχυροποίηση των συμβάσεις εργασίας σε επίπεδο επιχείρησης αποδυναμώνουν ακόμα περισσότερο τα συνδικάτα καθώς είναι προφανές ότι οι συμβάσεις εργασίας που θα υπογράφονται σε επίπεδο επιχείρησης, διαμορφώνονται σε ένα περιβάλλον όπου οι εργοδότες θα είναι πιο ισχυροί στην διαπραγμάτευση για την διαμόρφωση των τελικών αποδοχών.

Αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο. Οι Θεσμοί ζητούν τη νομοθέτηση του δικαιώματος της «ανταπεργίας» («lockout») . Απαιτούν τη δημιουργία μιας πλατφόρμας ηλεκτρονικής καταγραφής των μελών των συνδικάτων. Αλλαγές στα δικαιώματα, τις άδειες των συνδικαλιστών, καθώς και τη δυνατότητα απόλυσης συνδικαλιστών υπό προϋποθέσεις με διευθυντικό δικαίωμα.

Η κυβέρνηση διαφωνεί με την θεσμοθέτηση του λοκ-άουτ, δηλαδή ανταπεργίας από τους εργοδότες. Συζητά όμως να ισχύει η απεργία μόνο εάν ψηφίζουν το 50%+1 των εργαζομένων σε έναν εργασιακό χώρο υπέρ της κινητοποίησης ενώ παράλληλα προωθεί διατάξεις σύμφωνα με τις οποίες όποιοι δεν θέλουν να απεργήσουν θα πρέπει να βρίσκονται στις θέσεις εργασίας τους για να πληρωθούν.

Αποδέχεται την δημιουργία πλατφόρμας που θα καταγράφονται τα μέλη των συνδικάτων, παρά τις αντιδράσεις στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι κάνουν λόγο για φακέλωμα.

Επίσης το υπουργείο δηλώνει έτοιμο να δεχτεί τη άρση της προστασίας των συνδικαλιστών σε περίπτωση όμως μόνο ποινικού αδικήματος.

Κατάργηση της μονιμότητας υπαλλήλων σε ΔΕΚΟ και οργανισμούς που ιδιωτικοποιούνται. Οι εκπρόσωποι των θεσμών ζητούν να καταργηθεί η μονιμότητα στις συγκεκριμλενες επιχειρήσεις μέσω της μετατροπής των συμβάσεων από ορισμένου σε αορίστου χρόνου.

Η κυβέρνηση θα επιδιώξει με κάθε τρόπο να αποσυρθεί η συγκεκριμένη πρόταση, αφού όπως σημειώνουν κύκλοι του υπουργείου εργασίας, μπορεί να αποτελέσει την κερκόπορτα για την μελλοντική άρση της μονιμότητας στο δημόσιο τομέα. Σύμφωνα με πληροφορίες θα αντιπροτείνει την εφαρμογή της αξιολόγησης του προσωπικού ως αντίμετρο στις επιδιώξεις των δανειστών.

Σε κάθε περίπτωση το 2017 τείνει να μετατρεπεί σε μια χρονιά που σε πολύ μεγάλο βαθμό θα καθορίσει το μέλλον και τις συνθήκες εργασίας στη χώρα, αφού τμήμα των ανατροπών που ζητούν οι δανειστές αναμένεται να νομοθετηθεί προκειμένου να κλείσει η 2η αξιολόγηση.