πιθανή-η-ύπαρξη-μικροβιακής-ζωής-στον-460316
ΚΟΣΜΟΣ | 13.06.2018 | 13:36

Πιθανή η ύπαρξη (μικροβιακής) ζωής στον Άρη

Δύο αλληλένδετες ανακαλύψεις που κρίνονται ιδιαίτερα σημαντικές στο πεδίο της αστροβιολογίας, δηλαδή της πιθανότητας ανακάλυψης ζωής πέραν της Γης | Dreamstime Μια σημαντική ανακάλυψη, η οποία φέρνει πιο κοντά την πιθανότητα να βρεθούν ίχνη αρχαίας ή σύγχρονης μικροβιακής ζωής στον πλανήτη Άρη, έκανε η NASA. Σύμφωνα με όσα ανακοινώθηκαν το ρόβερ Curiosity της NASA ανακάλυψε οργανικές ουσίες στο έδαφος του πλανήτη και αέριο μεθάνιο που αυξομειώνεται εποχικά στην ατμόσφαιρά του.

Όπως εξηγούν οι επιστήμονες, οι δύο αυτές ανακαλύψεις απέχουν αρκετά από το να διαβαίνουν το κατώφλι της βεβαιότητας, ωστόσο αδιάσειστα στοιχεία επιβεβαιώνουν για πρώτη φορά πέραν πάσης αμφιβολίας την παρουσία οργανικών ουσιών στο έδαφος του Άρη.

Εκτός από την οργανική ύλη, επιβεβαιώθηκε ακόμη ότι όχι μόνο μια βασική οργανική χημική ένωση, το μεθάνιο, υπάρχει στην αρειανή ατμόσφαιρα, πιθανότατα προερχόμενο από κάποια άγνωστη πηγή στην επιφάνεια ή στο υπέδαφος του πλανήτη, αλλά επίσης εμφανίζει έντονες εποχικές διακυμάνσεις.

Οι δύο αλληλένδετες ανακαλύψεις, που παρουσιάστηκαν στο περιοδικό «Science», κρίνονται ιδιαίτερα σημαντικές στο πεδίο της αστροβιολογίας, δηλαδή της πιθανότητας ανακάλυψης ζωής πέραν της Γης, διότι η συνδυασμένη παρουσία οργανικών ουσιών στο έδαφος και μεθανίου στην ατμόσφαιρα αυξάνουν τις πιθανότητες για ύπαρξη αρχαίων μικροοργανισμών στον ‘Αρη.

Η συλλογή δειγμάτων που έκανε το γεωτρύπανο του ρόβερ από ιλυόλιθους (πετρώματα από λάσπη) στον κρατήρα Γκέιλ και η ανάλυσή τους, που έγινε στη συνέχεια από το επιστημονικό όργανο SAM (Sample Analysis at Mars) του Curiosity, αποκάλυψε μια σειρά από διαφορετικά οργανικά μόρια.

Το 2015 είχαν υπάρξει οι πρώτες ενδείξεις από το Curiosity για περιορισμένες ποσότητες οργανικών ουσιών στον ‘Αρη, αλλά παρέμεναν ορισμένες αμφιβολίες. Αυτή τη φορά, τα νέα δείγματα από δύο σημεία του ίδιου κρατήρα, που πιστεύεται ότι έχουν ηλικία περίπου τριών δισεκατομμυρίων ετών, έφεραν στο φως βέβαια στοιχεία για την παρουσία αρκετών οργανικών ουσιών, ορισμένες από τις οποίες είναι πτητικές.

Μερικές τέτοιες ουσίες, οι οποίες έχουν επίσης βρεθεί στη Γη, είναι το θειοφαίνιο, το μεθυλθειοφαίνιο, η μεθανοθειόλη και το διμεθυλοσουλφίδιο. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι αυτά τα μόρια αποτελούν τμήματα άλλων μεγαλύτερων οργανικών μορίων που υπήρχαν στον ‘Άρη. Τόνισαν όμως ότι προς το παρόν δεν μπορούν να γνωρίζουν αν η προέλευση αυτής της οργανικής ύλης είναι βιολογική, γεωλογική ή μετεωριτική, αλλά δεν αποκλείουν την πρώτη περίπτωση.

Όσον αφορά το μεθάνιο της αρειανής ατμόσφαιρας, οι μετρήσεις δείχνουν σημαντικές εποχικές διακυμάνσεις στις συγκεντρώσεις του. Στη Γη το μεγαλύτερο μέρος του μεθανίου έχει βιολογική προέλευση (από μικροοργανισμούς), αλλά για το αρειανό μεθάνιο είχαν προταθεί και άλλες αβιοτικές εξηγήσεις, όπως η διαστημική προέλευσή του.

Τα νέα στοιχεία προέρχονται από ατμοσφαιρικές μετρήσεις στη διάρκεια τριών αρειανών ετών (55 γήινων μηνών) που έκανε το Curiosity. Αποκαλύπτεται για πρώτη φορά ότι τα επίπεδα μεθανίου στον «κόκκινο πλανήτη» εμφανίζουν ένα έντονα εποχικό κύκλο, που κυμαίνεται από 0,24 έως 0,65 μέρη ανά δισεκατομμύριο (ppb). Η μεγαλύτερη συγκέντρωση καταγράφεται κάθε χρόνο προς το τέλος του καλοκαιριού στο βόρειο ημισφαίριο του ‘Αρη.

Οι επιστήμονες αποκλείουν πλέον διάφορες πιθανές πηγές προέλευσης του μεθανίου. Θεωρούν πιθανό ότι μεγάλες ποσότητες αυτού του αερίου εγκλωβίζονται και αποθηκεύονται στο αρειανό υπέδαφος σε κρυστάλλους με βάση το νερό, που λέγονται ενώσεις εγκλεισμού ή κλαθράτες. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, οι εποχικές αλλαγές στη θερμοκρασία του πλανήτη πιθανώς προκαλούν τις αυξομειώσεις στην απελευθέρωση του μεθανίου στην αρειανή ατμόσφαιρα. Σε κάθε περίπτωση, θα καταβληθεί περαιτέρω προσπάθεια για να κατανοηθεί ο κύκλος του μεθανίου στον ‘Αρη.

Η βέβαιη πλέον ανίχνευση οργανικών μορίων και μεθανίου στον ‘Αρη αυξάνει τις πιθανότητες ο γειτονικός πλανήτης κάποτε να φιλοξενούσε ζωή. Το Curiosity είχε δείξει από το 2014 ότι ο κρατήρας Γκέιλ διέθετε συνθήκες κατάλληλες για ζωή πριν περίπου 3,5 δισεκατομμύρια χρόνια, συμπτωματικά σε μια εποχή που η ζωή στη Γη είχε αρχίσει να αναπτύσσεται με μορφή μικροοργανισμών.

Συνεπώς, παρόλο που ακόμη δεν υπάρχουν αποδείξεις, δεν είναι απίθανο να υπήρχε τότε κάποια μορφή ζωής και στον ‘Αρη, εφόσον είναι πλέον δεδομένο, μετά τα νέα ευρήματα, ότι οργανικές ουσίες υπήρχαν στο έδαφός του εκείνη την μακρινή εποχή.

Η ζωή στη Γη χρησιμοποιεί και παράγει τέσσερα βασικά είδη οργανικών ουσιών: υδατάνθρακες, λιπίδια, πρωτεΐνες και νουκλεϊκά οξέα. Καθένα από αυτά αποτελείται από μικρότερα οργανικά μόρια, όπως τα σάκχαρα, τα αμινοξέα και τα νουκλεοτίδια. Κάνοντας την υπόθεση ότι η αρειανή ζωή δεν θα διέφερε ιδιαίτερα από τη γήινη, οι επιστήμονες εστιάζουν πλέον την προσοχή τους στην εύρεση αυτών των θεμελιωδών λίθων της ζωής στον ‘Αρη.