εδοεαπ-2-εισφορά-για-διαφήμιση-στο-ίντε-4674
ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ | 11.11.2017 | 13:18

ΕΔΟΕΑΠ: 2% εισφορά για διαφήμιση στο ίντερνετ -ΕΝΕΔ: Θα την ακυρώσουμε

Ειδική εισφορά ποσοστού 2% επί των αμοιβών για τις διαφημίσεις στο internet θα καταβάλλουν οι διαφημιζόμενοι στα μέσα ενημέρωσης που εντάσσονται στον ΕΔΟΕΑΠ.

Η ειδική εισφορά αυτή προστέθηκε ως νομοτεχνική βελτίωση στην τροπολογία του Υπ.Εργασίας στο νομοσχέδιο «Εναρμόνιση του ελληνικού δικαίου με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που ψηφίστηκε πρόσφατα στη βουλή, προκαλώντας την αντίδραση της Ένωσης Εκδοτών Διαδικτύου (ΕΝΕΔ) η οποία ανακοίνωση ότι θα επιδιώξει άμεσα την ακύρωση των σχετικών διατάξεων της νέας ρύθμισης.

Στην τροπολογία που κατατέθηκε προστέθηκε το εξής κείμενο:
«(στ) Ειδική εισφορά ποσοστού 2% επί των αμοιβών των υπηρεσιών διαφήμισης ή προβολής ή εν γένει προώθησης πωλήσεων προϊόντων ή διάθεσης υπηρεσιών που τελούνται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο μέσω διαδικτύου (internet), εφόσον ο λήπτης των εν λόγω υπηρεσιών έχει κατοικία ή έδρα στην Ελλάδα και ανεξαρτήτως του τόπου κατοικίας ή έδρας του παρόχου των υπηρεσιών και η οποία δεν βαρύνει τα πρόσωπα που καταβάλουν αυτή κατά την ως άνω περίπτωση β» (σ.σ. η περίπτωση Β αναφέρεται στην εισφορά 2% επί του τζίρου των ΜΜΕ που εντάσσονται στον ΕΔΟΕΑΠ (Δείτε σχετικά ποιοι εντάσσονται στον ΕΔΟΕΑΠ, καθώς και το άτυπα κωδικοποιημένο κείμενο που παρατίθεται κατωτέρω) .

«ε) Η ειδική εισφορά της περίπτ. στ’ της παρ. 1 παρακρατείται από το λήπτη των υπηρεσιών κατά την μερική ή ολική καταβολή της οικείας αμοιβής και αποδίδεται στον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. το αργότερο μέχρι το τέλος του μήνα που έπεται της ημερομηνίας εκδόσεως του οικείου παραστατικού. Με απόφαση του Δ.Σ. του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. ρυθμίζεται κάθε σχετικό θέμα».

«Δεν θα αναλάβουμε τις αμαρτίες άλλων»

Την αγανάκτησή της για την τροπολογία που συζητήθηκε στη Βουλή σχετικά με τη διάσωση του ΕΔΟΕΑΠ, «με συνοπτικές διαδικασίες» εκφράζει η Ένωση Εκδοτών Διαδικτύου (ΕΝΕΔ) με ανακοίνωσή της, λέγοντας μεταξύ άλλων ότι η Ενωση «από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησε ο διάλογος για τον Ε.Δ.ΟΕ.Α.Π., ξεκαθάρισε πως πάγια θέση της είναι μεν η ένταξη των δημοσιογράφων των διαδικτυακών επιχειρήσεων στο εν λόγω ταμείο (ή σε άλλο ταμείο αλλά πάντως μαζί με τους συναδέλφους τους των λοιπών «παραδοσιακών» μέσων ενημέρωσης) και βεβαίως η διάσωση αυτού στο πλαίσιο λογικών ρυθμίσεων, αλλά ότι σε καμία περίπτωση δε μπορεί να κληθούν αυτές να αναλάβουν τις αμαρτίες άλλων».

«Με τη νέα ρύθμιση», αναφέρει η ανακοίνωση της ΕΝΕΔ, «ευνοούνται για πολλοστή φορά οι γνωστές αλλοδαπές – πολυεθνικές διαδικτυακές πλατφόρμες που εισπράττουν πάνω από το 70% των εσόδων από τη διαδικτυακή διαφήμιση στην Ελλάδα, χωρίς να καταβάλλουν ούτε ένα Ευρώ σε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές και χωρίς να απασχολούν ούτε ένα εργαζόμενο στην Ελλάδα. Βεβαίως, η νέα εισφορά 2%, ως διατυπώθηκε στην τροπολογία, δεν τις αφορά (ενώ θα μπορούσε, αν η ρύθμιση είχε θεσπισθεί με διαφορετικό τρόπο), κάτι που οδηγεί στην έτι περαιτέρω αύξηση του αθέμιτου ανταγωνισμού εις βάρος των ελληνικών διαδικτυακών επιχειρήσεων».

Η ΕΝ.Ε.Δ. ενημερώνει ότι θα επιδιώξει άμεσα την ακύρωση των σχετικών διατάξεων της νέας ρύθμισης, «προκειμένου να διαφυλάξει την ίδια την ύπαρξη και βιωσιμότητα των μελών της και, ως εκ τούτου, και τις θέσεις εργασίας των δημοσιογράφων και λοιπών εργαζομένων σε αυτά.»

Αναλυτικότερα η σχετική ανακοίνωση:

«Η Ένωση Εκδοτών Διαδικτύου (ΕΝ.Ε.Δ.) εκφράζει την αγανάκτηση της για την τροπολογία, που συζητείται με συνοπτικές διαδικασίες σήμερα στο Κοινοβούλιο και με την οποία επιχειρείται ένα ακόμη πλήγμα εις βάρος των ελληνικών διαδικτυακών μέσων ενημέρωσης, προκειμένου να καλυφθούν «αμαρτίες» άλλων και δήθεν να διασωθεί ο Ε.Δ.ΟΕ.Α.Π.

Οι δημοσιογράφοι – εργαζόμενοι σε ελληνικές διαδικτυακές επιχειρήσεις όλα αυτά τα έτη δεν είχαν δικαίωμα εγγραφής ούτε στην Ε.Σ.ΗΈ.Α., ούτε φυσικά στον Ε.Δ.ΟΕ.Α.Π. Και ενώ πράξεις και παραλείψεις των διοικούντων αυτών οδήγησαν στη δημιουργία ενός τεράστιου ελλείμματος στον Ε.Δ.ΟΕ.Α.Π., με το οποίο οι ελληνικές διαδικτυακές επιχειρήσεις δεν είχαν και δεν μπορούσαν να έχουν καμία σχέση, με την προτεινόμενη κατεπείγουσα τροπολογία θεσπίζεται ειδική εισφορά εις βάρος των μελών μας ίση με το δύο τοις εκατό (2%) επί του κύκλου εργασιών τους (ούτε καν δηλαδή επί των κερδών που βεβαίως σε ελάχιστες περιπτώσεις υπάρχουν).

Καλείται, δηλαδή, ο κλάδος μας να καλύψει το έλλειμμα που δημιούργησαν άλλοι (πολλοί εκ των οποίων μάλιστα ήδη έλαβαν ή πρόκειται να λάβουν αντισταθμιστικά οφέλη) και για ένα ταμείο στο οποίο οι εργαζόμενοι μας, όλα αυτά τα έτη, δεν μπορούσαν να είναι μέλη, ακόμη και αν το ήθελαν και αυτοί αλλά και εμείς !

Η ΕΝ.Ε.Δ., από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησε ο διάλογος για τον Ε.Δ.ΟΕ.Α.Π., ξεκαθάρισε πως πάγια θέση της είναι μεν η ένταξη των δημοσιογράφων των διαδικτυακών επιχειρήσεων στο εν λόγω ταμείο (ή σε άλλο ταμείο αλλά πάντως μαζί με τους συναδέλφους τους των λοιπών «παραδοσιακών» μέσων ενημέρωσης) και βεβαίως η διάσωση αυτού στο πλαίσιο λογικών ρυθμίσεων, αλλά ότι σε καμία περίπτωση δε μπορεί να κληθούν αυτές να αναλάβουν τις αμαρτίες άλλων.

Συν τοις άλλοις, με τη νέα ρύθμιση, ως διατυπώθηκε από την κυβέρνηση, ευνοούνται για πολλοστή φορά οι γνωστές αλλοδαπές – πολυεθνικές διαδικτυακές πλατφόρμες που εισπράττουν πάνω από το 70% των εσόδων από τη διαδικτυακή διαφήμιση στην Ελλάδα, χωρίς να καταβάλλουν ούτε ένα Ευρώ σε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές και χωρίς να απασχολούν ούτε ένα εργαζόμενο στην Ελλάδα. Βεβαίως, η νέα εισφορά 2%, ως διατυπώθηκε στην τροπολογία, δεν τις αφορά (ενώ θα μπορούσε, αν η ρύθμιση είχε θεσπισθεί με διαφορετικό τρόπο), κάτι που οδηγεί στην έτι περαιτέρω αύξηση του αθέμιτου ανταγωνισμού εις βάρος των ελληνικών διαδικτυακών επιχειρήσεων.

Είναι, πλέον, βέβαιο ότι η νέα ρύθμιση, στην καλύτερη περίπτωση θα επιφέρει δραματική μείωση των θέσεων εργασίας και, στην χειρότερη, τον αφανισμό των ελάχιστων πλέον βιώσιμων ελληνικών διαδικτυακών μέσων ενημέρωσης.

Για τους λόγους αυτούς καθίσταται προφανές ότι η ΕΝ.Ε.Δ. θα επιδιώξει άμεσα την ακύρωση των σχετικών διατάξεων της νέας ρύθμισης, προκειμένου να διαφυλάξει την ίδια την ύπαρξη και βιωσιμότητα των μελών της και, ως εκ τούτου, και τις θέσεις εργασίας των δημοσιογράφων και λοιπών εργαζομένων σε αυτά.»